To «κανένα πρόβλημα», το no problem στα σλαβικά. Χρησιμοποιείται ιδιαίτερα από ανθρώπους που έχουν έρθει σε επαφή με σλαβική κουλτούρα, ας πούμε Βορειοελλαδίτες, το Πονηρόσκυλο και τον Χανκ.
To «κανένα πρόβλημα», το no problem στα σλαβικά. Χρησιμοποιείται ιδιαίτερα από ανθρώπους που έχουν έρθει σε επαφή με σλαβική κουλτούρα, ας πούμε Βορειοελλαδίτες, το Πονηρόσκυλο και τον Χανκ.
Got a better definition? Add it!
Η αφλογιστία του πυροδοτικού μηχανισμού, τουντουφεκιού που λέγεται μπαργαλάτσος, είτε κατά τη συνουσία, είτε κατά τη χειροτεχνία, αποτελεί προϋπόθεση για την αφλοκιστία. Τι είναι αφλοκιστία; Αφλοκιστία (όπως λέει και το όνομά της) σημαίνει: ανυπαρξία εκροής φλοκώδους υγρού.
Το πρόβλημα της αφλοκιστίας, ανάγεται στο πρόβλημα της αφλογιστίας.
Αυτό, μπορεί να σχετίζεται με ανίατα οργανικά ή ψυχολογικά προβλήματα, προβλήματα, που ενδεχομένως να μπορούν να επιλυθούν μέσω της Ιατρικής, π.χ: μέσω Ασκητοθεραπείας.
Υπάρχουν όμως και προβλήματα, που σχετίζονται με τις περιστασιακές συνθήκες της ζωής του πεοφόρου. (π.χ: ο άντρας να είναι μπαγιάτικο μύδι από κάποια περιστασιακή κοπιαστική εργασία, να βιώνει ένα πρόβλημα που τον έχει αγχώσει, να είναι σε φάση ντεκαβλέ, κλπ).
Αν κάποιος τώρα, δεν προχωρήσει σε διαδικασία συντήρησης (δες εδώ, εδώ αλλά κι εδώ) και θέλει εδώ και τώρα, να επιτελεστεί το θαύμα της εγέρσεως του μπργαλάτσου του, από την αρχίδια νάρκη του, χρειάζεται βελτίωση του ηθικού του (κατανόηση, κλπ) και βελτίωση ανύψωσης του ανήθικου του (εδώ παίζουν οι ορθοπεϊκέςικανότητες της συντρόφου, το βυζογραφικό της και τα λοιπά σωματικά προσόντα της).
- Ημουν χθες κουρασμένος. Ηθελα νακουτουπώσω τη Σούζυ, αλλά πού...
Το ένδοξο άτι του Μεγαλέξανδρου, είχε γίνει μόριο λαγού.
- Και τι έγινε;
- O Φούφουτος (βλ. βραστοσχόλιο)δεν εκτελούσε τα παραγγέλματα. Είχε κάνει κατάχρηση γραψαρχιδίνης. Το πουλί δε λαλούσε με τίποτα. Είχε κατεβάσει ρολά. Άσ' τα... αφλοκιστίας το ανάγνωσμα. Δε λέω άλλα.
βλ. και ξεροχύνω
Got a better definition? Add it!
Μου συμβαίνει αυτό που λέει ο φίλος Γκατς: αφλοκιστία, δηλαδή χύνω χωρίς να χύσω. Αποκλειστικό αντρικό σύμπτωμα. Σκέτη απελπισία ένα πράμα.
Το ανύπαρκτο προϊόν, καθώς και η όλη κατάσταση, λέγεται -εκτός από αφλοκιστία- και «ξερόχυμα».
- Ρε συ, τι εννοούσε η Μαρία όταν μου είπε ότι χθες ξερόχυσε ο Γιώργος;
- Πού να ξέρω, πρώτη φορά το ακούω. Ε ή θα την γάμησε καμιά εικοσαριά φορές και στέρεψε, ή θα της είπε καμιά δικαιολογία της πούτσας γιατί δεν του καλοσηκωνότανε. Ξέρω και γω μωρέ...
Got a better definition? Add it!
Σύμφωνα με μια ρήση, ένα κλειστό βιβλίο, είναι όπως ένα κλειστό μυαλό, απλώς ένα κομμάτι ξύλο.
Ως κλειστό βιβλίο μπορεί να χαρακτηριστεί κάποιος ο οποίος, ενώ διαθέτει γνώσεις για διάφορα θέματα που θα μπορούσε να μιλήσει για αυτά (λες κι είναι βιβλίο που στις σελίδες του αναπτύσσονται διάφορα θέματα), εντούτοις δεν μιλάει για αυτά (λες κι είναι κλειστό βιβλίο).
Σε αυτούς που δεν τους ξέρουν καθόλου, μπορεί να δημιουργηθεί η εντύπωση πως τα ολιγόλογα αυτά άτομα:
- σνομπάρουν τους συνομιλητές τους.
- έχουν περιορισμένες ή ελάχιστες γνώσεις, για ορισμένα θέματα, ή γενικότερα, κλπ
Ωστόσο, όταν οι θεωρούμενες γνώσεις τους δεν μοιράζονται στα πλαίσια εποικοδομητικής συζήτησης, δεν ισχυροποιούνται κάτω από ορθολογιστική διαδικασία, ούτε γίνονται εφαλτήρια για δημιουργία νέων γνώσεων (άρα είναι στείρες γνώσεις). Ό,τι ακριβώς συμβαίνει και με ένα βιβλίο που είναι ερμητικά κλειστό. Αφού οι θεωρούμενες γνώσεις που υπάρχουν εκεί δεν μοιράζονται με αναγνώστες, μένουν μόνιμα θαμμένες εκεί. Ούτε αμφισβητούνται, ούτε διαδίδονται, ούτε γίνονται πηγές δημιουργίας νέων γνώσεων.
Ποιος όμως είναι κατά βάθος, ο άνθρωπος, κλειστό βιβλίο;
Θα μπορούσε να θεωρηθεί έτσι, κάποιος :
- από ιδιοσυγκρασία ολιγόλογος.
- που βαριέται να συμμετάσχει σε θέμα συζήτησης.
- που έχει τις... ανασφάλειες.
- που κρατά κάποια επτασφράγιστα μυστικά, κλπ
Αυτή η συμπεριφορά βεβαίως, μπορεί να ποικίλει με την περίοδο, με τον κύκλο των συνομιλητών, με το είδος του θέματος, με άλλα προβλήματα που πιθανόν σε δεδομένη περίοδο να αντιμετωπίζουν (προβλήματα που επηρεάζουν, θετικά ή αρνητικά, το άνοιγμα τους, σε άλλους ανθρώπους).
Αυτοί όμως οι λόγοι δεν εμποδίζουν κάποιους να τους χαρακτηρίσουν ως κλειστά βιβλία.
Got a better definition? Add it!
Φτάνω στα όριά μου ή και τα ξεπερνάω. Τα όρια νοούνται συνήθως ανοχής, αντοχής, υπομονής, αλλά και απόδοσης.
Το πιράκι είναι υποκοριστικό του πίρος, ο οποίος γράφεται και με έψιλον γιώτα, εξού και η γραφή χτυπάω πειράκια. Γράφεται όμως και χτυπάω πυράκια παρετυμολογημένα απ' το πυρ. Τέλος, ως συνήθως σε παρόμοιες εκφράσεις, το χτυπάω μπορεί να αντικατασταθεί από το βαράω.
Η παρούσα είναι μία από τις μπόλικες συνώνυμες λαϊμπνίτσειες καρτεσιανές εκφράσεις (ο άνθρωπος δεν είναι παρά μία μηχανή) που κυκλοφορούν: βαράω τιλτ, χτυπάω κόκκινα, χτυπάω μπιέλα, χτυπάω στρόφαλο.
Και το ερώτημά μου είναι: είχε φτάσει ο Παναθηναϊκός ως «μηχανή» το maximum των δυνατοτήτων του με τις μεταγραφές των Σπανούλη, Ζίζιτς, Περπέρογλου, Ουίνστον; Μήπως πάλι ο Σάρας είναι η παραγωγική μονάδα που θα οδηγήσει τον «κινητήρα» σε maximum λειτουργία ή υπάρχει ενδεχόμενο να αποτελεί την πλεονάζουσα παραγωγική μονάδα η οποία θα κάνει τον κινητήρα να «χτυπήσει πιράκια»; (από φόρουμ)
Μην λεμε για μαθηματα αγωνιστικης οδηγησης γιατι κατι με πιανει, βαραω πειρακια πως το λενε! Διαφωνω καθετως σε αυτο δεν πας να [έχεις] κανει 1000 μαθηματα αν δεν το εχεις μεσα σου δεν γινεται τιποτα.. (από φόρουμ)
Περνω τους κωδικους μπαινω στο my.otenet.gr για να ορισω username και pass και μετα παω στο router να τα περασω.....οσο και αν πατουσα APPLY δεν τα επαιρνε.....του κανω fimware update βαζοντας την ver 1.35 RC24 δοκιμαζω και παλι αλλα τιποτα.....παταω το reset και επιτελους μετα δεχτηκε τους κωδικους καθως και τις υπολοιπες ρυθμισεις.....το προβλημα ειναι οτι δεν κανει μονο του connect.....ενω παλια εκανε μονο του.....αν πχ εχουμε μια διακοπη ρευματος και κλεισει το router οταν θα ανοιξει και παλι ο μονος τροπος για να συνδεθει ειναι να μπω στο webinterface του ρουτερ και να πατησω connect....υπαρχει καποια λυση; ειναι καποια ρυθμιση που μου ξεφευγει και πρεπει να την κανω; Η ετσι απλα μαλλον χτυπησε πυρακια το router;!! (από φόρουμ)
Got a better definition? Add it!
Σλανγκίζεται κατά το για τη φουκαριάρα τη μάνα μου..., δηλαδή για να δηλώσει μια βασικά εγωιστική επιθυμία μας, που παρουσιάζεται εξωραϊσμένη σαν να είναι τάμα στον Άι Γιάννη τον Τρέντη, την Αγία Καραμέλα ή για την εορτή του Άη Πούτσου ανήμερα. Τα τάματα είναι συνήθως επώδυνες πράξεις, λ.χ. να πας σε ένα μακρινό μέρος με τα πόδια ή και γονατιστός, οπότε σλανγκίζεται για να περιγράψει κάτι που, αντιθέτως, αποτελεί ονείρωξη του λέγοντος.
Συνήθεις περιπτώσεις: δηλώνει μια ερωτική φαντασίωση που έχει αναχθεί στον χώρο του συμβολικού ή και του ιερού. Επίσης, μια οργή και καζούρα που θέλουμε να κάνουμε σε αντίπαλό μας, παρομοίως συμβολική και ιερή.
Το έχω κάνει τάμα να πάω με το Λίλιαν! Δεν μπορεί να είναι η ονείρωξη 2500 Σλάνγκων κι εγώ να μην την ξέρω!
Το έχω κάνει τάμα να της κάνω αβραάμ λίνκολν της καριόλας. Δεν μπορεί να με περιπαίζει άλλο έτσι!...
Απόσπασμα από το άσμα «Με τη μαμά σου» των Ημισκουμπρίωνε:
όταν στο μπάνιο είσαι με αφρόλουτρο στο σώμα
αυτή με χαιρετά με ένα φιλί στο στόμα
σκύβει να μου δώσει σπιτικό το κανταΐφι
και φαντάζομαι την αύρα μου το στήθος της να γλείφει
το κουτί και το ρεβύθι γίναν σαν καρύδες
και το θέαμα τρομάζει του σπιτιού τις κατσαρίδες
το ζουμερό της το κορμί δεν έχει μια ραγάδα
της έκλεψα για σουβενίρ κυλότα απ' την μπουγάδα
το ξέρω είμαι γύφτουλας που λέω τέτοιο πράγμα
να πάω με τη μάνα σου το έχω κάνει τάμα
στο δαλάι λάμα
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο όρος χθεσινό αυγό, ή μ' άλλα λόγια, το σημερινό πουλάκι, που βγήκε χθες από το αυγό του, αναφέρεται απαξιωτικά για κάποιον:
- νεαρό στην ηλικία που, κατά την αντίληψη κάποιου μεγαλύτερου του που εκφέρει την ατάκα, μιλάει, ντύνεται και φέρεται ανάρμοστα για την ηλικία του.
Αυτός που το λέει μπορεί να 'ναι πολύ συντηρητικός άνθρωπος που δεν έχει συμφιλιωθεί με την εποχή του και έχει μείνει σε νόρμες και συνήθειες που έπαιζαν παλιότερα, αρκετά μεγαλύτερος από τον άλλον (δυσκολία κατανόησης λόγω ηλικιακού gap) (βλ. παρ. 1)
- νεότερο, σε ένα κοινωνικό σύνολο ατόμων (εργασιακό χώρο, σύλλογο, κλπ), από αυτόν που εκφέρει τον όρο, όταν κατά τη γνώμη του, ο άλλος δείχνει το... θράσος και έχει την... άνεση στο χώρο. Ωστόσο, ο νεότερος στο σύνολο αυτό, μπορεί να είναι μεγαλύτερος στην ηλικία από αυτόν που εκφέρει την ατάκα και μπορεί να έχει την... εμπειρία. Εντούτοις δεν αποκλείεται αυτός, να είναι και στον κόσμο του.
Αυτός που εκφέρει τον όρο, μπορεί να αποκαλεί τον άλλο, ξεψάρωτο, να του καταλογίζει αυθάδεια, κλπ. Ωστόσο δεν αποκλείεται να τον ζηλεύει όταν τον βλέπει να τεκμηριώνει αυτά που λέει και να τυγχάνει αποδοχής από τους υπόλοιπους. Πολλές φορές πάλι, αυτός που εκφέρει τον όρο μπορεί να ήταν ψαράςκατά την είσοδο του σ' αυτό το σύνολο και να μην ανέχεται ανθρώπους με ελευθερία γνώμης. Για την περίπτωση αυτή, βλ. παρ. 2.
1) Κοίτα πώς ντύθηκε το χθεσινό αυγό. Όλα έξω τα πέταξε.
2) Κοίτα ρε... Έχει τρεις μήνες στη δουλειά το χθεσινό αυγό και το παίζει μέντορας.
Got a better definition? Add it!
Mode αγγλιστί είναι ο τρόπος, η μορφή συμπεριφοράς (<λατ. modus, βλ. modus vivendi, μόδα). Συναντάται συχνότατα στα προγράμματα των υπολογιστών και υποδηλώνει ότι μια εφαρμογή δουλεύει με έναν συγκεκριμένο τρόπο λειτουργίας από τους πολλούς με τους οποίους έχει εφοδιαστεί από τον σχεδιαστή της, με σκοπό να προσαρμοστεί καλύτερα στις συγκεκριμένες περιστάσεις και τις απαιτήσεις του χρήστη και να αποφέρει τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα (βλ. safe mode των windows, edit mode στις βιντεοκάμερες κοκ).
Σλανγκικώς, την έκφραση χρησιμοποιούμε για να δηλώσουμε πως έχουμε εισέλθει σε έναν τρόπο συμπεριφοράς και επιλογών διαφορετικό από τον συνηθισμένο μας διότι, είτε οδηγηθήκαμε από εξωτερικά ερεθίσματα, είτε παρακινηθήκαμε από μια εσωτερική παρόρμηση που μας άλλαξε την ψυχολογία. Η καινοφανής αυτή συμπεριφορά μας μάλλον πρέπει να θεωρηθεί προσωρινή και λογικά τερματίζεται όταν οι καταστάσεις ομαλοποιηθούν, όταν μας περάσει το σκάλωμα που φάγαμε ή, αλίμονο, όταν μας κόψουν όλοι από φίλο.
- Καφεδάκι, τσιγαράκι, μάτι τα περαστικά παστάκια... Αυτή είναι ζωή ρε φίλε...
- Ξέρεις ότι απαγορεύεται γενικώς το κάπνισμα από το καλοκαίρι ε;
- Τι μου σπας τ' αρχίδια τώρα; Δε βλέπεις που μόλις ρούφηξα την πρώτη γουλιά μπήκα σε μοντ χαλαρουά;
- Νταξ ρε φιλαράκι, με συγχωρείς...
- Πού είσαι ρε κολλητέ, πού σε βρίσκω;
- Στο δρόμο, τρέχω, λέγε!
- Εεε, τίποτα μωρέ, είμαι κέντρο κι έλεγα να βρεθούμε για καφεδάκι...
- Αποκλείεται, ήρθε η τελική παραγγελία και τρέχω σαν πούστης...
- Πότε θα σε δούμε επιχειρηματία μου;
- Όταν τελειώσω. Τώρα είμαι σε μοντ παλαβομάρας, ούτε σπίτι μου πάω, στο εργοστάσιο κοιμάμαι, γάμησέ τα...
- Καλά ρε συ, θα πάω να βρω τα παιδιά από το προηγούμενο παράδειγμα...
- Ρε συ, τι σλανγκοσπέκουλα παίζει με τα λήμματα στο slang.gr;
- Δηλαδή;
- Από 9967 το πρωί έχουν φτάσει 9992 το απόγευμα και έχουν κολλήσει εκεί!
- Σλανγκοΐντρικα! Νομίζουν ότι ο ρουμάνος θα δώσει κανένα βραβείο στον 10000ό κι έχουν μπει όλοι σε μοντ αναμονής με έτοιμο λήμμα...
- Εγώ πιστεύω ότι οι σέρνερ του σάιτ δεν είναι έτοιμοι για τόση λημματολάσπη. Θα γίνει Y2K! Ο ουρανός θα πέσει στα κεφάλια μας! Μετανοείτε!
- Α ρε Αφελίμ...
Got a better definition? Add it!
Γεμίζουν οι τσέπες μου ψιλά.
Βλ. και εκκλησία λήστεψες; / το παγκάρι έκλεψες;
- Έλα ρε να σου δώσω για τον καφέ!
- Άστον Μάρτιν τώρα ρε συ, στον κερνάω. Τι να τα κάνω τα ψιλά, να με γεμίσεις σίδερα θέλεις;
Got a better definition? Add it!
Όπως παρατήρησε ο acg, το λήμμα «τσιμπουκώνω» είναι το πλέον θεμελιώδες που λείπει απ' το slang.gr και γι' αυτό, αλλά και για να γιορτάσω τα 10.000 λήμματα του σάιτ μας, και για να αποτινάξω την υποψία ότι είμαι Σλανγκοφοριάζουσα αποφάσισα να κάνω έναν κατάλογο των συνωνύμων του τσιμπουκώνω, κατά το πρότυπο παρόμοιων λιστώνε που είναι της μοδός. Το πρώτο πρόσωπο στα παρακάτω είναι καθαρά γραμματικό, για να μην παρεξηγούμαστε...
Ακόμη δεν καταλάβατε τι είναι το τσιμπουκώνω;;;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified