Further tags

Στις μέρες μας, η έκφραση αυτή έχει την έννοια της φορτικότητας. Εντούτοις η προέλευσή της ανάγεται σε αρκετούς αιώνες πριν.

Όπως είναι γνωστό, κατά την διάρκεια της επιβολής του Χριστιανισμού, το ελληνικό πνεύμα κυνηγήθηκε ανελέητα, ενώ τα περίτεχνα ελληνικά μνημεία, ναοί (όσοι δεν μετατράπηκαν σε χριστιανικούς ναούς), αγάλματα και λοιπά έργα τέχνης, έγιναν στόχος βανδαλισμών απ’ τους χριστιανούς (τα υλικά όλων αυτών, χρησιμοποιήθηκαν για την ανοικοδόμηση εκκλησιών).

Όπως πιστεύεται, η έκφραση «του έσπασε τ’ αρχίδια», προέρχεται από μια παράξενη συνήθεια - φυσική απόρροια των σκοταδιστικών αντιλήψεων - που οι είχαν οι χριστιανοί βάνδαλοι όταν πραγματοποιούσαν τις καταστροφές. Καθώς θεωρούσαν τα αρχαιοελληνικά γυμνά αγάλματα, ως μορφή χυδαίας τέχνης, έσπαγαν και κατέστρεφαν με καλέμι τα…γεννητικά όργανα των ανδρικών ειδώλων!

Απ’ αυτή την συνήθεια, προέρχεται και η έκφραση «βλέπεις παπά; πιάσε τ’ αρχίδια σου».

Βλ. εδώ.

- Καλά, αυτός ο Γιαννάκης πάλι μου έσπασε τ' αρχίδια με ιστορίες από τη στρατιωτική θητεία του.
- Αφού το ξες ότι αυτοί οι στρατόκαυλοι είναι επαγγελματίες σπασαρχίδες.

Οι Ελληνιστικοί Βούδες του Bamiyan δυναμιτίστηκαν το 2001 από τους σπασαρχίδες Ταλιμπάν (πριν) (από Vrastaman, 22/08/11)Μετά. (από Vrastaman, 22/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Η κάθε μορφής βρώμα που μαζεύεται κάπου.

  2. Μέρος ή χώρος με βρωμερούς, απειλητικούς και λοιπούς σκιώδεις χαρακτήρες. Το λήμμα αναφέρεται στο σύνολο αυτών των τύπων.

  3. Γλέντι που γίνεται αυστηρά μεταξύ αντρών, με πολύ ποτό, λαϊκή ή και παραδοσιακή μουσική, περιλαμβάνει τουλάχιστον ένα γερό μεθύσι, εμετούς, μεθυσμένες φιλοσοφικές συζητήσεις και μερική απώλεια μνήμης για το συμβάν. Συνοδεύεται συνήθως από το ρήμα «κάνω»

- Καθάρισε λίγο ρε, έχει μαζευτεί μούργα στο σπίτι σου!

- Ω ρε μαλάκα τι μούργα είναι εδώ; Πού μας έφερες μ' όλα αυτά τα καθιζήματα;

- Πω κάναμε μια μούργα εχθές στο σπίτι του Γιάννη, άλλο πράμα!

Παράδειγμα από τον Αρχηγό στο 1:45. (από joe909, 17/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καρκίνος ή χαρχίνος ως η κατεξοχήν αρρώστια της εποχής μας.

Trivium: Ο γούγλης δίνει και ένα χτύπημα, όπου ως παλιαρρώστια θεωρείται το γκεϊλίκι.

Πάσα: Galadriel.

  1. Μια ακόμα επιτυχία για τη χώρα μας, αφού κατάφερε να χρεοκοπήσει -και επίσημα-, χωρίς κανείς να χρησιμοποιεί τη λέξη «χρεοκοπία». Η χρεοκοπία είναι κάτι σαν τον καρκίνο που πολλοί δεν τον λένε με το όνομά του και τον αποκαλούν «επάρατο νόσο», «παλιαρρώστια» ή «ξορκισμένο». (Εδώ).

  2. Πέθανε ο άνθρωπος και ησύχασε απ' την παλιαρρώστια (Εδώ).

  3. - «Έχετε καρκίνο κυρία μου;» - «Όχι γιατρέ! τι είναι αυτά που λές! Μακριά από μας -κι όπου να 'ναι- ,η παλιαρρώστια! Πάει, ξεμπέρδεψα εδώ και χρόνια μ' αυτήν. Όμως ο άλλος ο καλός ο γιατρός μου είπε ότι θα παίρνω όοοοολα τα φάρμακά μου δωρεάν εφ' όρου ζωής!» ) (Εδώ).

  4. Στις 28 Ιανουαρίου 2008 ο Κύριος τον κάλεσε κοντά Του μετά από εξάμηνη υπομονετική πάλη με την επάρατο νόσο, την οποία δεν την έβλεπε ως την “παλιαρρώστια“, παρά ως “δοκιμασία του Θεού για την καλύτερη προετοιμασία του ιδίου στην πορεία του για την Θριαμβεύουσα Εκκλησία“. Πριν τρία χρόνια σίγησε μια ζωντανή φωνή! Σίγησε η φωνή της Εκκλησίας! Σίγησε μια φωνή που μιλούσε ΕΛΛΑΔΑ και ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ! «Χριστοδούλου του Μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος, ΑΙΩΝΙΑ Η ΜΝΗΜΗ!». Ελάχιστος φόρος τιμής στον άξιο Οιακοστρόφο της Εκκλησίας μας, Μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Αθηνών, κυρό Χριστόδουλο. (Εδώ).

  5. Με την ανωμαλία που κυκλοφορεί, δεν έχει άδικο να αναρωτιέται...
    Έχουμε χάσει τους καλύτερους άντρες απο την παλιαρρώστια... (το gayλίκι) (Εδώ).

(από Khan, 17/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Ενεργώ αντίθετα από κάποια δύναμη προσπαθώντας να ισορροπήσω κάτι. Χρησιμοποιείται κυρίως στη μηχανολογική ορολογία, για να δηλώσει ότι το αυτοκίνητο «κλωτσάει», δηλαδή αντιστέκεται στο ομαλό άφημα του συμπλέκτη, με αποτέλεσμα να ξεκινά άτσαλα.

- Καλορίζικο ρε φίλε το αμάξι! Πώς πάει;
- Άσε ρε φίλε δεν το έχω συνηθίσει ακόμα και σκορτσάρει συνέχεια... Κατά τα άλλα είναι βολίδα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο συνδυασμός κλωτσιών και πατημασιών.

Πιάσαμε ένα φασίστα και του αρχίσαμε το κλωτσοπατημέντο...

(από Kickstomper, 18/08/11)(από Kickstomper, 18/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρακάμπτω τη μη σλανγκ μπούκα, την οποία μεγάλη οφείλεις να φας, πλην όμως μεγάλο λόγο να μη λες και προχωρώ στις πιο ιδιότροπες σημασίες:

  1. Το στόμιο του κανονιού. Έτσι έχω ή βάζω κάποιον στην μπούκα σημαίνει τον χώνω ως βλήμα στο στόμιο του κανονιού και ετοιμάζομαι να τον κανονιοβολήσω εις το πυρ το εξώτερον. Άρα έχω κάποιον σε δυσμένεια. Στο στόχαστρο. Τον έχω βάλει στο μάτι. Τον χώνω σ’ όλες τις υπηρεσίες, είναι ο πρώτος ύποπτος για οτιδήποτε στραβό συμβαίνει. Τον υπονομεύω, τον χτυπάω όπως μπορώ. Πνέω μένεα εναντίον του. Τον έχω εντοπίσει ως το εύκολο και πρόχειρο θύμα. Ετοιμάζομαι να τον πλήξω.

  2. Το άνοιγμα της σκηνής του θεάτρου.

  1. - Λίγο οι δύο απανωτές καταγγελίες από την εκάστοτε νέα κυβέρνηση κατά της προηγούμενης ότι εξαπατούσε την Ευρώπη με τα γκρικ στατίστικς, που εξόργισαν τους Ευρωπαίους, λίγο τα αδέξια φλερτ με τη Ρωσία στο ενεργειακό παιχνίδι που εξόργισαν τους Αμερικανούς, νά'σου και το χρέος όλο ν' ανεβαίνει, μας έβαλαν όλοι στην μπούκα και καταλήξαμε να γίνουμε τα εύκολα θύματα, ο αδύνατος κρίκος της αλυσίδας.

- Από τότε που με πιάσανε να βλέπω τσόντες στο ίντερνετ μ’ έχει στην μπούκα ο προϊστάμενος, με χώνει όπου βρει, ανάσα δεν παίρνω.

- Η Τουρκία με τη στρατιά του Αιγαίου έχει στην μπούκα όλα τα νησιά.

  1. - Το τρακ στην «μπούκα» κορυφώθηκε, ενώ η μπαγκέτα στριφογύρισε νευρικά στα χέρια του Κερκυραίου μαέστρου, του Δημήτριου Ανδρώνη, πριν σηκωθεί, για ν’ αφήσει την μουσική ν’ αναδυθεί από το χάος του θορύβου (Περικλής Λάσκαρις, εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Η ατμοσφαιρική ψυχεδελική ροκ μουσική.

  2. Η κάθε είδους αποφασιστική ή τολμηρή κίνηση, όπως το πέσιμο στο άλλο φύλο.

  3. Η άσκηση πίεσης σε κάποιο άτομο ή αντικείμενο.

Για έμφαση, χρησιμοποιείται η φράση: Δώσε απότομα ατμόσφαιρες.

- Βάλε ατμόσφαιρες να παίζουν στο CD player κι έλα ν' αράξουμε!

- Έλα μαλάκα σε κοιτάει, δώσε ατμόσφαιρες!

- Ρε μη κωλώνεις, δώσε ατμόσφαιρες εσύ και θα τον πείσεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Τα τσιφτετέλια, τα γύφτικα και γενικά χορευτικά τραγούδια χαμηλής ποιότητας που ανεβάζουν όμως το κέφι.

  2. Ο χορός σε αντίστοιχα τραγούδια, όπου τα χέρια αυτού που χορεύει παίρνουν τη μορφή πιστολιού και κουνιούνται ρυθμικά.

  3. Οι ωραίες γκόμενες που συχνάζουν σε μέρη με τέτοια μουσική.

  4. Η έκφραση ρίχνω πιστόλια είναι το κλασσικό καμάκι-χώσιμο που γίνεται συχνά σε τέτοια μέρη από επίδοξους «πιστολέρο».

- Πάμε σ' αυτό το μαγαζί φίλε, παίζει πιστόλια!

- Πω ρε φίλε τι πιστόλια ειν' αυτά, τρελαίνομαι ρε!

- Έλα ρε μαλάκα, πάμε να πιούμε, να ρίξουμε τα πιστόλια μας να πούμε, να περάσουμε καλά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ευνοϊκός συνδυασμός καταστάσεων που κάνει τους εμπλεκόμενους να νιώθουν ευχάριστα. Με τον οξύμωρο επιθετικό προσδιορισμό «άσχημη», η φόρμουλα είναι ακόμα καλύτερη!

  2. Κοπέλα, όχι απαραίτητα κουκλάρα, άλλα με ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που την κάνει πολύ ελκυστική στα αρσενικά.

- Ααααααχ, ποτάκι, τσιγαράκι, μουσικούλα... άσχημη φόρμουλα!

- Κοίτα μια φόρμουλα μπροστά, έχει και τατουάζ στο γοφό...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καβγάς.

Δε μιλάμε για οποιοδήποτε καβγά μικρής κλίμακας πχ σε προαύλιο σχολειού, μεταξύ γυναικών ή απλό βρισίδι, μιλάμε για μεγάλο, τρικούβερτο, απ' αυτούς που βλέπουμε στις ταινίες: ξύλο όλοι με όλους.

Επίσης περιγράφει μια μεγάλη ταραχή, πχ ένα πολύ θορυβώδες πάρτι.

- Μια κουβέντα μονό χρειάστηκε για να πλακωθούν οι δυο παρέες. Μέσα σε λίγα λεπτά όλο το μαγαζί έπαιρνε μέρος στον καβγά. Αναποδογύρισαν ποτήρια, έσπασαν ποτήρια, έγινε εκεί μέσα το μαλλιοβράσι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified