Further tags

Όπως λέμε πακέτο. Χρησιμοποιούμε την λέξη όταν θέλουμε να αναφερθούμε σε κάποιο ατυχές περιστατικό, σε κάτι που δεν πήγε καλά.

Προχτές έφαγα μια κούτα γερή... Με έχωσε η μάνα μου να κουβαλήσω 10 τενεκέδες λάδι από το χωριό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έξαλλη και χαοτική κατάσταση, ή αλλιώς χαμός. Δεν έχει απαραίτητα αρνητική σημασία. Συνήθως προκύπτει σε περιστάσεις όπου καταναλώνεται αλκοόλ ή όταν γίνονται αποκαλύψεις και έντονες συζητήσεις.

Χτες ο Μήτσος με έπιασε στα πράσα με άλλον και έγινε το πέτσο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκηνικό κατά το οποίο λαμβάνει χώρα ένα ατυχές μικροπεριστατικό. Μπορεί να αναφέρεται σε μικροκαβγάδες, λογομαχίες, διαφωνίες. Σε περίπτωση που το σκηνικό έχει μεγαλύτερη ένταση τότε χρησιμοποιούμε την λέξη σοτοτό, προκειμένου να δώσουμε μεγαλύτερη έμφαση.

  1. Έγινε ένα σότο της προάλλες με τη μάνα μου επειδή τα λεφτά που μου έδωσε για το σουπερ μαρκετ τα έπαιξα στοίχημα...

  2. Οι γονείς του Δημήτρη ανακάλυψαν ότι χρωστάει καμιά 15αριά μαθήματα στη σχολή και έγινε τρελό σοτοτό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οτιδήποτε το φοβερά κακόγουστο και παρατραβηγμένο, όσον αφορά στην υλοποίηση κάποιου «project».

- Είδες τι έχει φτιάξει αυτός;
- Τι ρε;
- Έχει κοτσάρει μια χέστρα στην καρότσα του φορτηγού ρε φίλε!
- Αμερικανιές...

(από Khan, 05/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλάζει η τύχη μου, αρχίζουν να μου συμβαίνουν ευχάριστα γεγονότα, γυρίζει ο τροχός.

Τις προάλλες που πήγα στο καζίνο κέρδισα 2.000 ευρώ! Μάλλον άνοιξε ο κώλος μου!

Βλέπε και ανοίγει, σούφρα. Δες και ανοίγει ο κώλος μου στο cySlang.com.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φαγητό, ποτό ή οτιδήποτε αναλώσιμο, νοθευμένο ή σάπιο, γενικώς αυτό που προκαλεί απλά αηδία ή χειρότερα δηλητηρίαση.

Χρησιμοποιείται ευρέως στην Ικαρία.

- Πω πω, έφαγα 1 σάντουιτς το πρωί και ψακώθηκα.
- Και γω είμαι χάλια απο χτες. Ήπια μια τεκίλα και ήταν ψακί.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται πως η έκφραση αυτή ειπώθηκε απο τον Αλή Πασά, ο οποίος καθισμένος στο Παλαμίδι και έχοντας εμπρός το Μπούρτζι, δεξιά το Άργος, ενώ ταυτόχρονα έπινε ναργιλέ, είπε: «Άρτζι, Μπούρτζι και λουλάς» (Άρτζι = Άργος, λουλάς = ναργιλές). Δηλώνει χαλαρότητα και ξεγνοιασιά.

Άααα ρε... Άρτζι, μπούρζτι και λουλάς είστε όλοι εδώ μέσα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι ουσιαστικά το ίδιο με το απλό τιγκανά, αλλά με την συνοδεία τού «ολέ ολέ» της εξέδρας.

- Φεύγεις ρε τρελιάρη;
- Τιγκανά ολέ ολέ με ελαφρά πηδηματάκια...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δηλώνει συμπεριφορά ανεύθυνη, άξεστη και πρωτόγονη. Μπορεί και ένα αντικείμενο να είναι γκράου, το οποίο σημαίνει ότι η αισθητική του, φερ' ειπείν, δεν λογαριάζει τον περιβάλλοντα χώρο.

-Ρε ο τύπος την έπεσε πολύ χοντρά στην γκόμενα, στην ψύχρα σου λέω!
-Χέσε μέσα, μιλάμε για πολύ γκράου!

Got a better definition? Add it!

Published

Ξεκάθαρο, φως φανάρι.

-Αυτό που έκανε ήταν καραμπινάτη μαλακία...
-Ε, δεν ήξερε, δεν ρώταγε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified