Further tags

Λέγεται όταν επί χρήμασι κορασίδες παρατάσσονται με ελλιπή ενδυμασία προκειμένου να τις δει ο πελάτης και αργά ή γρήγορα να επιλέξει.

Μπορεί να συμβεί λ.χ. σε πιάτσες, στο εξωτερικό και σε πραγματικές βιτρίνες (!), σε καναπέδες στριπτιτζάδικου νωρίς, αλλά πλέον κυρίως στο Ίντερνετ. Έχω την εντύπωση ότι η (μη βίρτουαλ) κρεαταγορά αυτή συμβαίνει πολύ λιγότερο στην Ελλάδα σε σύγκριση με το εξωτερικό.

- Χτες πήγα νωρίς στο Μπέιμπι Ωχ και πρόλαβα και την κρεαταγορά πριν βγουν στην γύρα για πουτό-χουρό.

Τα αρνητικά της κρεαταγοράς. (από joe909, 13/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως αμετάβατο, είναι συνώνυμο του φορμάρω, του στρώνω ή του δένω: οργανώνομαι, σχηματίζομαι, μορφοποιούμαι, αποκτώ την προσδοκώμενη συνοχή, συντάσσομαι, ενιαιοποιούμαι, βρίσκω «ρυθμό», εκδιπλώνω τις δυνατότητές μου, οργανικοποιούμαι. Εν ολίγοις και αριστοτελικώς, «γίνομαι αυτό που πρέπει / αυτό που προορίζομαι να γίνω».

Λέγεται κυρίως για αθλητικές ομάδες. Αν μια ομάδα μοντάρει επιτυχώς, τότε είναι σε θέση, κατά μια απίθανη αλεφάντειο ταυτολογία, να βγει και να παίξει τη μπάλα που ξέρει.

Η μεταβατική χρήση (ο κόουτς έχει κανονίσει κάποια φιλικά για να μοντάρει την ομάδα) είναι φυσικά συνηθέστερη αν και, ίσως και εξαιτίας αυτού, κατά τι μειωμένης σλανγκικής υφής.

Μην περιμένεις από τόσο νωρίς σπουδαία πράγματα. Η ομάδα ό,τι βγήκε από προετοιμασία, θέλει κανά διμηνάκι να μοντάρει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως κρέας εννοείται το πέος που εισέρχεται και εξέρχεται κατά την σεχουαλική συνουσία.

Η έκφραση εννοεί μια σεξουαλική πράξη που γίνεται χωρίς καθόλου συναίσθημα τελείως μηχανικά. Λόγοι για αυτό μπορεί να είναι κυρίως το ότι ο ερών είναι ένα γουρούνι που θέλει απλώς να γαμήσει και δεν είναι διατεθειμένος να εμπλακεί αισθηματικά. Ή χίλιοι άλλοι λόγοι για τους οποίους μπορεί το σεχ να γίνει αδιάφορα όταν βρίσκονται σε ψυχρότητα οι παρτενέρ. (Εστίασα στον ερώντα επειδή συχνά η έκφραση λέγεται ως στάση ζωής, ότι δεν αξίζει να επιδιώξει κανείς κάτι παραπάνω από την φυσική διείσδυση).

Ορισμένες φορές χρησιμοποιείται για να ασκήσει κριτική και στην ερωμένη, λ.χ. ότι είναι ψυχρή ή με υπερβολικά χαλαρό αιδοίο, ενώ ιδίως σε συμφραζόμενα μπουρδελοσλάνγκ εννοείται ότι πρόκειται για έπιπλο και δη κομοδίνο.

Άλλες φορές πάλι λέγεται στο πλαίσιο υπαρξιακού στοχασμού για το μάταιο του σεξ εν γένει.

  1. Προσωπικά δεν το βρίσκω «ανήθικο» δύο άνθρωποι απλά να το κάνουν για την απόλαυση. Απο κει και πέρα ο έρωτας προυποθέτει και ένα συναισθηματικό δέσιμο με τον άλλον, συνήθως στα πλαίσια μιας συντροφικής σχέσης. Δηλαδή δεν το κάνεις μόνο κρέας μπαίνει-κρέας βγαίνει, αλλά νιώθεις πράγματα για τον παρτενέρ. (Εδώ).

  2. πολλες κυριες μου δειχνουν αγαμητες αλλα πηδιουνται [κρεας μπαινει κρεας βγαινει] Σ αυτες και σε ανδρες βλεπω μια ελλειψη και αυτη δεν ειναι το σεξ αλλα ο συντροφος που πηδαει με καποια ποιοτητα.
    Καπως ετσι ειμαι πιο κατανοητός;
    Αυτη την κατηγορια δεν την λεμε αγαμητη δεν ειναι; Ομως συμπεριφερονται ετσι... (Εδώ).

  3. γυναίκες ξεσχίστου τύπου, σκέψου κόφες που είτε μπαίνει είτε βγαίνει δεν καταλαβαίνει ο άντρας τίποτα!!!! (κρέας μπαίνει κρέας βγαίνει). (σακί με πατάτες).

  4. Κρέας μπαίνει. Κρέας βγαίνει. Ένα κομμάτι κρέας εσύ. Ένα κομμάτι κρέας εγώ. Πόσο καλλίτερα θα ήταν αν απλά το παραδεχόμασταν κιόλας. Έχω άδικο; (Εδώ).

(από Khan, 04/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχω τον μπελά του, τον έχω την καμπούρα μου, τον έχω κεχαγιά στ' αρχίδια μου, δεν μπορώ να τον ξεφορτωθώ.

Φεύγοντας πάρε και τη φίλη σου μαζί, μη μας μείνει εδώ και την έχουμε χαβαλέ όλη μέρα, έχουμε και δουλειές...

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτός που προσποιείται ότι είναι κάτι που δεν είναι, το παίζει πχ όμορφος, μορφωμένος, λεφτάς, σώμας, γαμιάς, ανάλογα πού πατάει το κόμπλεξ του.

Παρομοίως λέγεται και για μια κατάσταση, μια άποψη, μια ατμόσφαιρα, ένα στυλ, μια εμφάνιση, κττ.

Εϊτίλα.

Δες εδώ και δηθενάδικο, δηθενιά, δηθενισμός, δηθενιστής. Επίσης πρετεντέρης.

  1. Απεχθάνομαι τα δήθεν τυπάκια που πλάθουν όλο ψέματα για τη μίζερη ζωή τους.

  2. Ποτέ ο κόσμος δεν θα σκεφτόταν για μένα ότι είμαι δήθεν. Σ' αυτή τη φάση το καλύτερο μου είναι αυτό που κάνω. Δεν μπορεί να θεωρηθεί δήθεν.

από το νέτι

(από Khan, 03/09/11)(από mafie, 04/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απαξιωτικός χαρακτηρισμός για εξαιρετικά ράθυμο, νωθρό και τεμπέλικο άτομο. Ιδανικός για δημόσιους υπαλλήλους.

  1. - Τζο θα ποτίσεις τις γλάστρες; - (Γβρμχ)….. - Σώθηκα άμα περιμένω εσένα που μέχρι να σηκώσεις το ένα πόδι βρωμάει τ’ άλλο, θα τις ποτίσω εγώ.
    - (Παρακαλώ, μετά από σας).

  2. Τι μας την έφεραν την Τσατσοπούλου για τη θυρίδα να πληρώνει τις συντάξεις; Αυτή μέχρι να σηκώσει το'να πόδι βρωμάει τ’ άλλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται όταν κάποιος έχει τέτοια ουρά από γκόμενες, ώστε και σε περίπτωση που χωρίσει με κάποια, δεν ξεμένει ποτέ (σ.ς. βάζει κάποια άλλη που την έχει αναπληρωματική).

- Τι έγινε ρε φίλε; Έφυγε η Μαρίνα και την είδα να κοπανάει την πόρτα πίσω της. Τελικά χωρίσατε όπως μου έλεγες;
- Ναι ρε φίλε, δεν τράβαγε.
- Και τώρα τι θα κάνεις;
- Χαλαρά. Κανόνισα ήδη ποτάκι με την Δήμητρα. Αφού με ξέρεις ρε, έχω πάγκο. Ποτέ δεν ξεμένω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μάταιος κύκλος της βιοτικής ανάγκης συνοψισμένος σε δύο λεξούλες. Χρησιμοποιείται για να κατακρίνει κάποιον που δεν σκαμπάζει από θεωρία, φιλοσοφία, κοινωνική συνείδηση και πνευματικές αναζητήσεις, αλλά περνάει τη ζωή χωρίς να προσφέρει τίποτα ουσιαστικό στον μάταιο τούτο κόσμο, χαραμίζοντας φαΐ και γεμίζοντας και τον τόπο σκατά από πάνω!

Πολύ συχνά χρησιμοποιείται στη φράση όλο φαΐ και σκατό είσαι (βλ. παράδειγμα και φωτογραφία).

  1. (από εδώ)
    - Γέμισε η χώρα αργόσχολους... Όλοι φαΐ και σκατό είναι. Το ΔΝΤ θα τους ταιριάξει καλά όμως.

  2. (ο Τζιμάκος όπως πάντα τα συνόψισε όλα σε λίγους στίχους, στο τραγούδι «Σουζάνα»)
    «Σεξ φαΐ σκατά και ύπνος
    Εργασία και χαρά
    Μια ζωή να περιμένεις
    Να γαμήσεις στην ουρά»

  3. (από κριτική του έπους «Η μεγάλη απόφραξη»)
    «Ο Κωστής τρώει όλα τα γλυκά που βρίσκει (ωθώντας το αφεντικό του να του πει «όλο φαΐ και σκατό είσαι»), ο Τσάκωνας διαλύει τα πάντα στο πέρασμά του, σπάζοντας βάζα και τασάκια απλά για να ανοίξει τον χώρο, απειλεί την σπιτονοικοκυρά με αποχώρηση.»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά σημαίνει μαλακίζομαι (εκ του Πατρινού επιθέτου μινάρας που σημαίνει μαλάκας).
Χρησιμοποιείται όμως κατά κύριο λόγο μεταφορικά προς όσους ξεστομίζουν ή κάνουν μαλακίες. Το λέμε επίσης και σε όσους το έχουν κάψει τελείως.

- Αύριο θα βγούμε με την Εύα για καφέ. Πάω να ψήσω κατάσταση.
- Ρε φίλε μινάρεις; Αυτή είναι 15 χρονών!

- Να σε παίξω μερικά ματσάκια Pro στο PS3;
- Καλά, μινάρεις; Σάββατο βράδυ και θα κάτσουμε μέσα;

(από HardcoreGR, 31/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που χρησιμοποιείται για τους καμένους, δηλαδή όσους έχουν «κάψει» εγκεφαλικά κύτταρα με μία ενασχόληση σε τόσο υπερβολικό βαθμό ώστε να μην τους νοιάζει τίποτα άλλο.

  1. - Καλά το έχεις κάψει τελείως; Πόσες ώρες παίζεις WoW;
    - Έκλεισα ήδη 24ωρο.

  2. - Έπαθες ρήξη χιαστών σε 5x5; Πώς τα κατάφερες;
    - Άσε, το έχω κάψει. Έπαιξα σε τρεις αγώνες σερί.

(από HardcoreGR, 31/08/11)(από HardcoreGR, 31/08/11)

Δες και σχήμα γνωστού αγνώστου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified