Further tags

Όποιος να ᾽ναι, οτινάνας, όλων τον λογιών οι άνθρωποι.

Κατά κύριο λόγο είναι αρνητική έκφραση για να εκφράσει ότι μαζεύτηκαν πολλοί στο χώρο, σχετικοί και άσχετοι με αυτόν.

- Εσύ τι λέει με το σάιτ που γράφεις;
- Άσε ρε, έχει μαζευτεί κάθε καρυδιάς καρύδι εκεί μέσα και έχει γίνει ζούγκλα τελεία τζι αρ.
- Όταν λες ζούγκλα, τι εννοείς;
- Εεε, εν ολίγοις κάθε καρυδιάς....καρύδες

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτελώ την ερωτική πράξη.

Σε έκοψα από αβγόκομα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πιτσίλισμα με τρόπο ξαφνικό.

Κατούρησε στο χώμα και μπρουτσάφλησε τα μπγενάρια του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προσθήκη στον άλλο ορισμό σχετικά με την προέλευση του όρου.

Προέρχεται από τα διάφορα χαρτοπαίγνια (όπως π.χ. το στούκι) όπου, όταν έρθει η σειρά κάποιου να πάρει φύλλο, έχει δικαίωμα να το κάψει, δηλαδή να μην το χρησιμοποιήσει και να τραβήξει ένα καινούργιο.

  1. Άρα καμένο χαρτί είναι εκ πρώτης το εντελώς άχρηστο φύλλο, αυτό που δεν έχει καμία πιθανότητα να οδηγήσει σε κάτι θετικό.

  2. Επίσης ο τελειωμένος, η ανίατη περίπτωση.

  3. Σχετική έκφραση: καμένος από χέρι

Προέρχεται από την περίπτωση που κάποιοι πολύ χαρντκόρ τζογαδόροι, κυρίως για λόγους εντυπωσιασμού και σπασίματος του τσαμπουκά των συμπαικτών τους, όταν έρθει η σειρά τους να πάρουν φύλλο, καίνε το πρώτο από χέρι, δηλαδή καίνε το φύλλο που θα τους πέταγε η μάνα ενώ βρίσκεται ακόμα στα χέρια της, χωρίς να το δουν.

Σημαίνει λοιπόν ότι κάτι είναι καταδικασμένο εξ' αρχής, πριν ακόμα ξεκινήσει. Να μη συγχέεται με το «καμένος» «από χέρι», που είναι μεν παρεμφερές, αλλά όχι εντελώς ίδιο. Βλ. παράδειγμα 3 για ειδοποιό διαφορά.

  1. Εικοσιμία: Η μάνα μοιράζει πρώτο φύλλο (κλειστό) στον Αντρέα. Ο Αντρέας το κοιτάει. «Το καίω» λέει. Η μάνα το παίρνει κλειστό, το βάζει στην άκρη και του δίνει καινούργιο.

  2. - Ρε, μην ασχολείσαι με τον Κάστορα! Είναι καμένο χαρτί.
    - Τι να κάνω ρε Κώστα; αφού τον λυπάμαι...

  3. Το εγχείρημα ήταν «καμένο από χέρι» (δηλαδή ξέραμε από την αρχή ότι θα αποτύχει).

Ο Μήτσος είναι «καμένος» «από χέρι» (δηλαδή το 'χει κάψει εντελώς).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γκεράπια λέγονται οι καρέκλες τ. Τζέμης Μπράουν στη γλώσσα των μουσικών και των ντιτζέηδων.

- Μάγκες; πάμε τίποτα γκεράπια να ξεφλοκάρουμε; γιατί τις βαρέθηκα τις κλαψομουνιές!

Βλ. και: γκιράπα, γκιράπης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν οι χρηματιστηριακοί δείκτες πέφτουν (σ.ς. σχεδόν πάντα την τελευταία δεκαετία +) οι επενδυτές-γατόνια (σ.ς. ελάχιστοι) περιορίζουν την χασούρα ακολουθώντας στρατηγική στοπ λος. Οι πιο έξυπνοι όμως καγκελάριοι (σ.ς. σχεδόν όλοι) τρώνε τα μούτρα τους κάνοντας μουαγέν.

Έστω ότι ένας επενδυτής έχει αγοράσει μετοχές Χαλυβδόφυλλα Ιντερσάτ, και η τιμή τους στο ταμπλό έχει πάρει την κατιούσα. Το πιο πιθανό είναι να μπει στο τριπάκι να μαζέψει περισσότερα χαρτιά καθώς η τιμή τους πέφτει, σκεπτόμενος ότι όσο μειώνεται ο μέσος όρος (Γαλλιστί, «moyenne») της τιμής κτήσης τους, τόσο υψηλότερα κέρδη θα γράψει μόλις γυρίσει η αγορά.

Χοντρή κι απονενοημένη μαλακία το μουαγέν. Όπως άλλωστε τραγουδάει και η σοφή σλανγκολογιά, η μάνα του Χωσέ δεν έκλαψε ποτέ.

- ... αύριο στην ΕΤΕ θα δεις γιατί ως δια μαγείας τα «υπερκέρδη» που σας ΤΣΑΜΠΟΥΝΑΝ είναι στην πραγματικότητα ΑΕΡΑΣ κοπανιστός . εγώ με ένα τρικ σας τα ρίχνω στο ένα τρίτο. Για πλάκα.Με ένα κλακ και εξαφανίζονται τα «κέρδη» και οι μαριδαίοι που αγοράζουν ΕΤΕ από τα 47 και όλο κάνουν μουαγέν μετά θα κάνουν μουαγέν στα ...(αύριο η τιμή στόχος. έτσι για σασπένς)
(εδώ)

- Έχω δει κάτι μουαγέν στο μουαγέν και ξανά μανά μουαγέν, έχει τρομάξει το μάτι μου, βρε γιατί τόση βιασύνη; Τι κυνηγάει ο κόσμος να πιάσει; ΑΦΟΥ ΤΟ ΕΡΓΟ ΗΤΑΝ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΞΕΚΑΘΑΡΟ, ΕΙΝΑΙ ΠΤΩΤΙΚΟ ΜΑΚΡΟΠΡΟΘΕΣΜΑ. (εκεί)

- Την χάσαμε την καγιέν, πατριώ-τη...

- Σαν θα γυρίσει ο μουαγέν, θε να πάρω την καγιέν! - Μωρ\' δεν γυρνάει ο μουαγέν, και θα την χάσεις την καγέν (από Khan, 25/09/10)(από electron, 25/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κατάσταση στην οποία βρίσκεται κάποιος μετά από κάπνισμα χασίς, η μαστούρα.

- Τι έχει ο Γιάννης ρε; Έχει κάτι μάτια κόκκινα, παραπατάει και δεν καταλαβαίνω τι λέει.
- Κλασμένος είναι.

Κώλος κλασμένος, γιατρός χεσμένος (από Vrastaman, 24/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Στην χρηματιστηριακή: Stop loss: κανα σεμινάριο τεχνικής ανάλυσης 101 θα βοηθήσει όσους μαζόχες δεν γνωρίζουν (συνεπώς δεν τους χρειάστηκε ως τώρα), αλλά θέλουν να μάθουν τι είναι ο «πωλητικός στροφέας - stop loss». Χοντρά και εντελώς εκλαϊκευμένα πρόκειται για την τιμή (μετοχής ή δείκτη τεχνικής ανάλυσης) που συνιστάται να τίθεται από τον επενδυτή εκ των προτέρων ως σημάδι για το πότε πρέπει να θεωρήσει την επένδυση αποτυχημένη και απλά να αλλάξει θέση, ακόμα και αν μέχρι εκείνο το σημείο έχει καταγράψει μόνο ζημίες. Οικονομολόγοι, αν χρειάζεται κττσγ (λολ) συμπληρώστε σχόλιον ή ορισμό, παράκληση μη μας πήξετε με όρους metastock.

  2. Στην καθομιλουμένη (εδώ είμαστε): Στοπ λος: αφορά σε απόφαση για ενέργειες με σκοπό την ελαχιστοποίηση μιας χασούρας. Δηλαδή τ. έκανα κίνηση στοχεύοντας κάπου ψηλότερα, έκανα την προσπάθειά μου, έδωσα τις μάχες μου, σκατά, τζίφος, απροσδόκητα με πήρε η κατηφόρα και η κατάστασις αντί να καλυτερεύει, βελτιούται συνεχώς. Που πα’ να πει, το παίρνω απόφαση, το παιγνίδι είναι χαμένο, η κατηφόρα μη αναστρέψιμη, ώρα να μαζεύω, όσα μου έμειναν, έστω κι αν αυτά είναι μόνο τα κομμάτια μου και να την κάνω με ελαφρά πριν πιάσω πάτο και βρεθώ εγκλωβισμένος για πάντα σε ένα συνεχές παρόν που δε γίνεται αύριο.

  1. Εδώ για τα οικονομικά:
    Αλλα τι ειναι ακριβως αυτο το «στοπ λος»;Ειναι μια γραμμη στον οριζοντα; Ενα σημειο το οποιο αντιπροσωπευει την max. ζημια σε ενα trade; Κοντα αλλα οχι ακριβως. Ειναι ενα πολυ σημαντικο σημειο του σχεδιου και της ρουτινας μας.

  2. - ...και δεν υπάρχει ελπίδα; Το πήρες απόφαση;
    - Ρε Μπέκυ, προσπάθησα, αλήθεια προσπάθησα, τόσο καιρό σου ζαλίζω τον έρωτα και σένα με τις μαλακίες μας. Αφού στα 'χω πει για τις πίκρες που έχω φάει και παρόλα αυτά εγώ εκεί, να τρώω τα μούτρα μου να τον κάνω να συμπεριφερθεί σαν άνθρωπος...
    - Ξέρω γω βρε Αλεξία μου δυο χρόνια είστε μαζί, λέγατε να το πάτε και σοβαρά, όλα τσάμπα;
    - Κουράστηκα Μπέκυ, δεν παλεύεται η φάση, στοπ λος, πάω παρακάτω. - Πού παρακάτω; Μωρή τον έχεις έτοιμο;! Και κάθομαι και στενοχωριέμαι για σένα; - Μπα... μαλακίες... Δεν ξέρω... Μπορεί να πάρω τηλέφωνο αυτό το δικηγόρο το Βασίλη που με πίεζε η μάνα μου ότι είναι γαμώ τα παιδιά και έλιωνε λέει για πάρτη μου. Ξέρω γω... ό,τι να 'ναι.

To στοπ λος του διπλού κώλου (ελεύθερη μετάφραση λέξη λέξη) (από Galadriel, 24/09/10)Δεν έβαλες στοπ λος ρε κατεστραμμένε, κάτσε στο παγωτό τώρα, κατέβα με λεωφορείο από την Πάρνηθα. (από Galadriel, 24/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το εξαιρετικό στο είδος του, το άξιο θαυμασμού, το όμορφο, το καλό και ποιοτικό. Χρησιμοποιείται για καταστάσεις, αντικείμενα, αλλά και εκδήλωση θαυμασμού προς το αντίθετο φύλο. Λέξη μπαλαντέρ που ταιριάζει σε σωρεία καταστάσεων.

Προσωπική μου άποψη είναι ότι σχετίζεται άμεσα με το Α' των παλαιάς σχολής βαθμολογιών, και το ΑΑΑ' των καρπουζιών που συνηθίζεται να πωλούνται από την καρότσα αγροτικού, σε πλατώματα εθνικών οδών.

Μερικοί νεαρότεροι γλωσσοπλάστες επιμένουν να το θεωρούν συνώνυμο με το εντελώς άσχετο εργαλείο αλφάδι το οποίο χρησιμοποιούν ως εναλλακτική λέξη με την ίδια σημασία.

  1. - Το ποτό είναι νέφτι τελείως, θα πεθάνουμε απόψε...
    - Τι λες ρε; Το δικό μου είναι άλφα.

  2. - Τον κώλο πως τον βλέπεις απέναντι;
    - Άλφα...

(από GATZMAN, 25/09/10)(από GATZMAN, 25/09/10)(από GATZMAN, 25/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση χρησιμοποιείται για να εκφράσει τον φόβο και το σοκ που προκαλεί κάποιος ή κάποιο γεγονός.

  1. Τώρα παριστάνετε τους μάγκες, μα άμα σας κάτσει κανένα τέτοια σκηνικό θα κατουρήσετε υδράργυρο.

  2. Όταν τον άρχισε στα καντήλια ο δίκας στην αναφορά, κατούρησε υδράργυρο από τον φόβο του ο φουκαράς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified