Further tags

...ή απλώνω πατάκια ή χαλάκια.
Ξερνάω τον κώλο μου από την πόρτα του αυτοκίνητου στο μεγάλο κάτω.

- Σταμάτα λίγο ρε....
- Τι λέει, θα τινάξουμε τα πατάκια...; - Σταμάτα λίγο λέμε ρεεεεε....

Got a better definition? Add it!

Published

Αναφέρεται στην κατάσταση που έχει περιέλθει κάποιος έπειτα από υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ: συγκεκριμένα στην πολλαπλή αποβολή ασυνήθιστα μεγάλης ποσότητας γαστρικού περιεχομένου εκ του στόματος.

Ο «κώλος» χρησιμοποιείται αυθαίρετα και συνειρμικά, καθώς ο περί ου ο λόγος ντίρλας αποβάλει τα ίδια του τα σωθικά, έχοντας χάσει τον έλεγχο του εαυτού του.

Ρε τα έμαθες για τη Βάλια;Προχθές που βγήκαμε έξω ήπιε όλο το Βόσπορο και μετά ξέρναγε το κώλο της.Αφού τη πήγαμε στο νοσοκομείο και τη βάλανε στον ορό για να συνέλθει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αφόδευση σε δημόσιες τουαλέτες, κατά την οποίαν αποφεύγεται η επαφή με την λεκάνη (δηλ. στον αέρα), προκειμένου να μην κολλήσει μικρόβια (όπως νομίζει), ο χέστης.

Το σχήμα είναι απλό: ο σκληρά δοκιμαζόμενος από τις συσπάσεις του εντέρου του επισκέπτης, κατεβάζει προσεκτικά το πανταλόνι (ή ανασηκώνει την φούστα κατά περίπτωση), ανοίγει καλά-καλά τα ποδαράκια του, τουρλώνει την κωλάρα του, στοχεύει με το μάτι σκύβοντας ανάμεσα στην οπή της λεκάνης και στα μπούτια του (στο περίπου) και στην συνέχεια αμολάει καδένα τα κουράδια του, όπως στον χαλέ.

Βέβαια, έτσι και κυκλοφορούν μικρόβια στην τουαλέτα, ελάχιστα προφυλάσσουν τέτοιες πρακτικές (άσε που όλο και καμιά ζώνη ή κανα μπατζάκι, τσάντα, στρίφωμα παλτού κλπ θ’ ακουμπήσει τη λεκάνη ή το πάτωμα), από την άλλη η λήψη τέτοιας στάσης, πέραν του ότι απαιτεί γερούς τετρακέφαλους και ευλυγισία (δηλ. δεν συμφέρει να κρατά κανείς τον χαρακτήρα τον αλύγιστο), μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τον ψεκασμό της επιφάνειας της λεκάνης (και των πλακακίων) με σκατονίδια, σε περίπτωση κατάληψης του χρήστη από ευκοιλιότητα τύπου σερπαντίνας (κι άμε να βάζεις μετά σε τάξη τ’ ασυμμάζευτα)...

Για το λόγο αυτό, ο γάντζος στην πόρτα της τουαλέτας για το κρέμασμα των προσωπικών ειδών του χρήστη, αποτελεί κεφαλαιώδους σημασίας εφεύρεση για την ανθρωπότητα, μαζί με το μηχάνημα που βγάζει αριθμημένα χαρτάκια για τις ουρές, το copy-paste, το undo, το κουμπάκι που βουλώνει τον ήχο της τηλεόρασης κι αυτό που εναλλάσσει κυκλικά δυο κανάλια μεταξύ τους.

Αλλά, περισσότερα για τα must των αποχωρητηρίων, βλ. ορισμό εδώ και σχόλια εδώ.

- Αμάν! - Τί σ’ έπιασε ρε;
- Μου’ ρθε ένα όσκαρ!
- Δεν περιμένεις κανα μισάωρο να πιούμε το ποτό μας να πάμε σπίτι, ν'αποφύγεις και το αεροχέσιμο σ’ αυτό το μπουρδέλλο;
- Ποιο μισάωρο; Έχει ξεμυτίσει το μολυβάκι σου λέω! - Ε τότε εντάξει, τουαλέτα έχει πίσω απ’ το μπαρ όπως κατεβαίνεις τα σκαλιά, άντε με την ευχή μου και μ’ έναν πόνο να βγει!

Σ.Σ. Στο γλωσσάρι των σηματωρών του ναυτικού Oscar (O) είναι ο κωδικός για το κατεπείγον σήμα, ενώ Romeo (R) = σήμα ρουτίνας και Papa (P) = στα παπάρια σου, όπως λένε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κίνηση του μποντιμπιλντερά όταν βγάζει την κάλτσα t-shirt για πρώτη φορά στην παραλία το καλοκαίρι.

Είναι τόση η περηφάνια που τον διακατέχει για το γεγονός ότι παραδίδει πλέον στο κοινό αυτό το πετρόχτιστο σώμα λες και είναι η κοιμωμένη του Χαλεπά.

Εννοείται ότι λίγο πριν έχει χτυπήσει μια γρήγορη εντατική άσκηση στήθος - δικέφαλα για τέλειο εφέ.

- Κοίτα τον τυρόπιτα τον Γιάννη πώς βγάζει το φανελάκι...
- Έχει αποκαλυπτήρια σήμερα ρε φίλε. Όλο το χειμώνα έλιωσε στο γυμναστήριο γι' αυτή τη μέρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι λένε το χρόνο που περνάει κάποιος εξασκώντας το σπορ της κτηνοβασίας για μια ολόκληρη ώρα.

Μονάδα μέτρησης της συγκεκριμένης ενέργειας είναι τα κτηνοβάτ, τα οποία καταναλίσκονται κατά την διάρκεια μιας κτηνοβατώρας.

- Πς μωρή Διαμάντω κοίτα τι κούκλος που είν' ο Μήτρος!!!
- Ναι καλά. Έχει γράψει αυτούνος κτωνοβατωωωωωωωωωωώρες !!!

(από patsis, 14/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μάγκικη ατάκα από την ανεξάντλητη κατηγορία των γειώσεων: «ακυρωτικές, απαξιωτικές, αποστομωτικές, αφοπλιστικές, ξενερωτικές ατάκες, εμβόλιμες στη συζήτηση με μορφή σχολίου, ή συνηθέστερα ευθείες απαντήσεις σε ερώτημα που έχει τεθεί».

Το παραπάνω γειωτικό ερώτημα είναι συν τοις άλλοις εξόχως ύπουλο. Είτε αρνητική είτε θετική απάντηση δώσεις θα βγεις εξίσου εκτεθειμένος.

Αν απαντήσεις θετικά («ναι, φτάνει και παραφτάνει γιατί την έχω 25 πόντους») τότε η επόμενη θανατηφόρα ατάκα σκάει εντός κλασμάτων δευτερολέπτου: «ε τότε χώστη μέσα».

Αν απαντήσεις αρνητικά («όχι δεν φτάνει») τότε πολύ απλά θα θεωρηθείς μικροτσούτσουνος. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα δηλαδή.

Η μόνη λύση είναι να αποφύγετε την μονολεκτική απάντηση και να προτιμήσετε μια σύνθετη, κεντημένη απάντηση του τύπου «φτάνει αλλά τη βάζω στο δικό σου» κλπ. Εισάγετε δηλ. μια διαφοροποίηση με τον αντιθετικό σύνδεσμο αλλά.

- Βρε καλώς τ' αρχίδια μας τα δυο... Πώς απο δω Δημητράκη;
- Τι θες πάλι βρε μαλάκα, δε σου 'χω πει να μη μου ξαναμιλήσεις; Πες οτι έχω πεθάνει κι άσε με ήσυχο...
- Οκ βρε Δημητράκη, όπως αγαπάς.. Μόνο λύσε μου μια τελευταία απορία.. Φτάνει η πούτσα σου στον κώλο σου;
- ....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κανονικά πρόκειται για σύγγαμβρους. Σλανγκικά όμως είναι το αντίστοιχο του συννυφάδες, στην περίπτωση των αρσενικών. Όταν δηλαδή δύο άντρες διατηρούνε, εν αγνοία συνήθως του ενός (κερατά) εκ των δύο, ταυτόχρονα ερωτική σχέση με την ίδια γυναίκα.

— Δε φτάνει που του πηδάει τη γυναίκα, παίζει και τάβλι μαζί του.
Μπατζανάκια είναι και τα βρίσκουνε.
— Χα χα χα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κανονικά πρόκειται για την εξ αγχιστείας συγγένεια μεταξύ δύο ή περισσοτέρων γυναικών που είναι παντρεμένες με άντρες, οι οποίοι μεταξύ τους εχουνε αδερφική ή ξαδερφική (ξαδερφοσυννυφάδες) συγγένεια.

Σλανγκικά όμως πρόκειται για την, συνήθως εν αγνοία τους, σχέση μεταξύ των δύο ή των περισσοτέρων γυναικών, οι οποίες τυγχάνει να τηρούνε ταυτόχρονα ερωτική σχέση με τον ίδιο άντρα.

Ρε συ! Αυτή δεν είναι η Ελένη, η γκόμενα του Γιώργου;
— Ναι ρε συ, και μιλάει με τη Μαρία, που την πηδάει και αυτήνα ο Γιώργος.
— Σώπα ρε! Και το ξέρει η μία για την άλλη;
— Όχι ρε! Άμα το ξέρανε ότι είναι συννυφάδες, θα γινότανε μουνομάδημα.

- Μα τι καλό περιέχει ο καφές; - Ωχ! Κοίτα το λογκο. Περιέχει συννυφάδες !!! (σχόλια) (από GATZMAN, 11/07/10)

Δες και μπατζανάκια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται σε ηδονική και ταυτόχρονα γκλάμουρ κατάσταση. Π.χ. όταν μια παρέα αντρών, που πίνουνε κοκτέιλ αραγμένοι σε φουσκωτές πολυθρόνες στην πισίνα, δέχεται απροσδόκητη επίσκεψη από τσούρμο ολόγυμνων μοντέλων. Κάτι τέτοιο είναι καβλουάρ, δηλαδή πολύ εκλεπτυσμένα ηδονιστική και προκλητικά σπάταλη. Μπορεί να χρησιμοποιείται και ειρωνικά σε αυτόν που είναι γουόναμπη καβλουάρ τύπος.

Προέρχεται από σύνθεση των λέξεων savoir vivre και καύλα.

- Πήγαμε χτες στο κωλάδικο και ήρθανε κάτι μούναροι ίσαμε με εκεί πάνω και μας ζητήσανε να τις κεράσουμε τζώνη μαύρο.
- Και τις κεράσατε;
- Ναι.
- Πολύ καβλουάρ την είδατε. Μου φαίνεται σας πιάσανε τον κώλο κανονικά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση προερχόμενη από τη γεωμετρία, την χωροταξία και το σχήμα των τριών ανδρικών γεννητικών οργάνων. Το πέος στη μέση και τους όρχεις εκατέρωθεν.

Συνοδευομένη από το τη φράση «πήραμε τον...» αναφέρεται σε καταστάσεις όπου παρατηρείται μια χρονική σειρά τριών δυσάρεστων γεγονότων, όπου το τρίτο είναι συνήθως και το χειρότερο, μιας και δίνει το τελειωτικό χτύπημα.

Εάν προηγείται η φράση «να κι ο...», τότε αναφέρεται σε παρέα τριών ατόμων, όπου οι δύο από αυτούς εκπληρώνουν ήδη όλες τις προϋποθέσεις για να ισχύει για αυτούς η φράση: «τα αρχίδια πάνε πάντα δύο δύο» και ο τρίτος της παρέας είναι πλέον το κερασάκι στην τούρτα, ώστε η παρέα των τριών ατόμων να καθίσταται το ίδιο αξιοπρεπής όσο και τα γεννητικά όργανα.

Πήραμε το τρίτο το μακρύτερο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified