Further tags

Μια λέξη από τον κόσμο της Φυσικής και συγκεκριμένα από τον χώρο της θερμοδυναμικής. Στην καθομιλουμένη χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει ότι ακριβώς χαρακτηρίζει και το φαινόμενο της εντροπίας: μπέρδεμα, κομφούζιο, μπάχαλο.

- Ντροπή πια μ' αυτή την εντροπία που τους δέρνει. Αυτή η κατάσταση μ' αυτή την ανοργάνωτη εταιρεία δεν πάει άλλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν στέκομαι σούζα/προσοχή μπροστά σε κάποιον και δεν τηρώ στάση υποταγής, αλλά του φέρνω αντιρρήσεις ή είμαι θρασύς απέναντί του.

- Πάμε να παίξουμε κάνα μπιλιάρδο να σου σκίσω τον πάτο;
- Τι μου κουνιέσαι μωρή αδερφή, αφού θα χάσεις πάλι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλιώς: το κωλοβάρεμα μέχρι αηδίας και το ξύσιμο αρχιδιών που, για χάρη συντομίας και savoir vivre (σαβουάρ βίβρ), έγινε απλά ξυστό. Κατά κάποιους προέρχεται από το αγαπημένο σπορ των Ελλήνων δημόσιων υπαλλήλων που όλη μέρα ασχολούνται με το ξυστό και το στοίχημα, εξ ου και η έκφραση, «ξύσε το ξυστό» που κατά κόρον ακούγεται στις δημόσιες υπηρεσίες. Κατά άλλους πάλι, ο όρος αυτός προέρχεται από τα έδρανα της βουλής και αναφέρεται στο αγαπημένο χόμπυ των 300.

- Πω πω ρε μαλάκα, πώς θα περάσουν πάλι τόσες ώρες σε αυτή τη σύσκεψη; Όλο μαλακίες λένε, μιλάμε για απίστευτο ξυστό...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε συνέχεια της κατά senekas εκδοχής του όρου ψωλαρμενίζω, η έκφραση «εδώ καράβια χάνονται κι αυτός /-ή /-ό ψωλαρμενίζει» περιγράφει την ενασχόληση με τα επουσιώδη από το ανυποψιάστο υποκείμενο, όταν η κατάσταση είναι ιδιαιτέρως δύσκολη και η αποκλειστική ενασχόληση μόνο με τα απολύτως απαραίτητα είναι επιβεβλημένη.

Η στεριανή εκδοχή της θαλασσινής αυτής έκφρασης είναι το «εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί χτενίζεται». Το πρώτο συνθετικό της έκφρασης δεν χρειάζεται συστάσεις: όταν κάτι καίγεται, πολλώ δε μάλλον όταν είναι όλος ο κόσμος, είναι προφανές ότι η κατάσταση είναι άκρως σημαντική και επείγουσα. Σ' ό,τι αφορά το δεύτερο συνθετικό για το καλλωπιζόμενο μουνί, οι εκδοχές είναι περισσότερες:

- Το χτένισμα και ο καλλωπισμός είναι μία μάλλον περιττή πολυτέλεια όταν έρχεται η συντέλεια του κόσμου λόγω πυρκαγιάς. Ακόμη περισσότερο αν μιλάμε για το χτένισμα του μουνιού, το οποίο στο φινάλε φινάλε και ποιος θα το δει υπό τις παρούσες συνθήκες;

- Πες πως θέλεις για κάποιον λόγο -ανεξήγητο σ' εμάς τους υπολοίπους- να το χτενίσεις. Ούτως ή άλλως, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων που υπάρχει κάτι για χτένισμα, η συγκεκριμένη κόμη είναι μικρή ή ανύπαρκτη και η ενασχόληση με το χτένισμά της, ακόμα και υπό ΚΣ, είναι άσκοπη.

- Όπως είναι γνωστό (και περίεργο), ο όρος μουνί χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει υποτιμητικά κάποιον ή κάποια (μουνί κλαμένο, μουνί της λάσπης και του αγρού, μουνίκακας), οπότε η έκφραση μπορεί να σημαίνει ότι ο αποδέκτης της οργής μας ασχολείται με μαλακίες ως μη όφειλε, χωρίς όμως άμεση ή έμμεση αναφορά στο γυναικείο γεννητικό όργανο.

Σημειώνεται ότι η συγκεκριμένη έκφραση χρησιμοποιήθηκε και από τον γνωστό κωμικό Χ. Κλυνν με διαλυτικά στους διφθόγγους -αι- και -ου- σε μία εποχή που η χρήση ρισκέ εκφράσεων και βωμολοχιών δεν ήταν εύκολη, ρίχνοντας στάχτη στα μάτια του συντηρητικού κοινού, αφού η κατανόηση του νοήματος δυσχεράνθηκε σημαντικά με την συγκεκριμένη εκφορά.

- Άντε ρε γαμώτο, το έργο ξεκινάει σε 10 λεπτά, πότε θα πάμε, πότε θα παρκάρουμε; Άντε! - Καλά ντε! Να σου πω... Να βάλω το εκείνο το μπουστάκι το λαχανί ή το άλλο το ξώπλατο με τις πέρλες;
- Α καλά... Εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί χτενίζεται...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι επαγγελματίες του σεξ έχουν σχετισθεί στο συλλογικό υποσυνείδητο κυρίως με τα είδη κιγκαλερίας και δη με το γνωστό σε όλους μας κάγκελο, κάτι που ο yabihten έχει επαρκέστατα καταγράψει.

Παρά ταύτα, ο σύνθετος κόσμος του αγοραίου έρωτα έχει δημιουργήσει και άλλες συνδέσεις με εντελώς διαφορετικά αντικείμενα, ένα εκ των οποίων περιγράφεται παρακάτω, υποδηλώνοντας πάντα κοσμοσυρροή και μία γενικότερη κατάσταση πανικού από την πολυκοσμία.

Ιστορικά λοιπόν, τα μπουρδέλα στεγάζονται σε παλιά, πολλές φορές ετοιμόρροπα κτίρια, των οποίων η θέρμανση δεν εξασφαλίζετο κεντρικά ή μέσω σύγχρονων θερμαντικών σωμάτων, αλλά μέσω του παραδοσιακού μαγκαλιού. Στον χώρο αναμονής το μαγκάλι ήταν τοποθετημένο κεντρικά για να μπορέσει να θερμάνει όσο δυνατόν περισσότερο το χώρο, οπότε, είτε καθαρά για λόγους χωροταξίας είτε για λόγους αποφυγής του κρύου, ήταν το κεντρικό σημείο γύρω από το οποίο περίμεναν οι πελάτες, δημιουργώντας την προαναφερθείσα πολυκοσμία και κοσμοσυρροή.

Συνώνυμο των εκφράσεων αυτών είναι και το γνωστό μας «της πουτάνας το μουνί» ή στην συντετμημένη του μορφή το «πουτανομούνι», το οποίο για ευνόητους λόγους παραπέμπει στη γνωστή κοσμοσυρροή.

- Πήγαμε στο El Pecado την Παρασκευή που είχε opening.
- Πώς ήταν; Είχε κόσμο;
- Τι λε ρε μαλάκα; Τι κόσμο; Της πουτάνας το μαγκάλι γινόταν. Και πού 'σαι... Τίγκα στο αιδοίο μιλάμε. Τα είδα όλα κωλυόμενα.

(από acg, 25/05/08)(από acg, 25/05/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι το οποίο έχει καταντήσει τόσο συνηθισμένο, που έχει ή κοντεύει να εξευτελιστεί, το κλισέ. Συνήθως στο ρηματικό τύπο γίνομαι σούπα.

  1. (από διαδικτυακό φόρουμ)
    Υπάρχουν τουλάχιστον άλλα 2 thread με το ίδιο ακριβώς κείμενο (που έχει γίνει σούπα πλέον).

  2. (Περί «Κωνσταντίνου και Ελένης» ο λόγος:)
    Αίσχος δε την αντέχω άλλο αυτή τη σειρά έχει γίνει σούπα 2-3 χρόνια παίζει ασταμάτητα 40-50 επεισόδια. (από διαδικτυακό φόρουμ)

  3. (από διαδικτυακό φόρουμ)
    [...] δεν υπάρχει μεγαλύτερο ξενέρωμα την στιγμή που παίζεις και έχεις μπει στο παιχνίδι (βράδυ με μουσική υπόκρουση στο τέρμα με τα ακουστικά εννοώ) να βλέπεις την Lara να χάνει το ένα της πόδι μέσα στον τοίχο ή όταν πατάς το num 0, να βλέπεις στιγμιαία μέσα στο κεφάλι της, και όλα αυτά εν έτει 2003 όπου το 3d έχει γίνει σούπα...

  4. (από διαδικτυακό φόρουμ, για τη Μερσεντές Ε200)
    Το συγκεκριμένο αμάξι κατά την γνώμη μου, εκτός απ' το ότι έχει γίνει σούπα, έχει και μια απίστευτη έλλειψη χαρακτήρα. Εξωτερικά είναι ένα ωραίο(;) σύνολο που δεν έχει τίποτα ξεχωριστό, τίποτα που θα σε κάνει να σταθείς να το χαζέψεις λίγο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατούρημα με έμφαση στο κανάλι εξαγωγής των υγρών. Αυτό επιβεβαιώνεται και από την παρατεταμένη προφορά του -ε- της λέξης πεο κατά την προφορική εκφορά της.

Στον ορισμό αυτό δίδεται ασαφής πληροφόρηση για τον ποσοτικό προσδιορισμό της υγρής κατάστασης αφού δεν παρέχεται η διάσταση του μήκους του πέους.

Πάω να ρίξω ενα πέ..ε..ο κάτουρο και φύγαμε.

Βλ. και πουτσοκάτουρο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παχαίνω, παίρνω μερικά κιλά. Επίσης συναντάται το τσουπωτός.

- Μου φαίνεται ότι τσούπωσες λιγάκι από την τελευταία φορά που σε είδα...
- Η αλήθεια είναι ότι πήρα 2-3 κιλά, αλλά δε με πειράζει, μου αρέσω και τσουπωτή!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξοδεύω το χρόνο μου άσκοπα από δω κι από κει, αφήνοντας στην άκρη τις υποχρεώσεις μου, αντίστοιχο του κωλοβαράω.

- Σωτήρη πήγες στον τάδε πελάτη ;
- ....Όχι...
- Μαλάκα, πάλι πούτσιζες από το πρωί;!;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντί επιφωνήματος, χαρακτηρίζει πρόσωπα ή καταστάσεις που είναι τόσο ηλίθιες, ξεκάρφωτες, κουλές ή απλά παράλογες που κανείς δε μπορεί να σχολιάσει και το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να αναφωνήσει: «Ό,τι νά 'ναι!».

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σαν επίθετο.

- Ρε... καλά δε παίρνει γραμμή αυτός ο Γιάννης! Τού 'χουν βάλει κεφαλάκια από σπίρτα μέσα στα τσιγάρα, ανάβει, και το τσιγάρο γίνεται πυρανάλωμα, και αυτός όχι μόνο δεν το καταλαβαίνει αλλά γυρνάει και λέει ωΧμμ... Έχουν ένα παράξενο άρωμα αυτά τα τσιγάρα!»
- Αχαχαχά! Σοβαρά;;; Πώωω... ό,τι νά 'ναι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified