Further tags

  1. (Στη μουσική:) Εκτελώ κάποιο μουσικό κομμάτι με τρόπο απαίσιο και άθλιο (βλέπε και εκτελώ).
  2. Πουλάω κάτι, συνήθως σε εξευτελιστική τιμή.
  1. - Πώω, το σκοτώσαμε πάλι το κομμάτι... Ρε πότε θα σοβαρευτείτε να κάνουμε καμιά πρόβα της προκοπής;!

  2. - Τι βλέπω, καινούρια κιθάρα πήρες;
    - Ναι, και γαμάει! Την παλιά τη σκότωσα για πέντε κατοστάρικα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κύστη.

Η λέξη συναντάται συνήθως στη πολύ παλιά και μάλλον μπαμπαδίστικη έκφραση «κοντεύει να σπάσει η φούσκα μου», δηλ. κατουριέμαι όσο δεν πάει άλλο.

- Ελπίζω να φτάσουμε γρήγορα...
- Τι σ' έπιασε τώρα;
- Δεν αντέχω άλλο ρε μαλάκα, κοντέυει να σπάσει η φούσκα μου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αδελφάτο, δηλαδή την αδελφότητα (= σύλλογος ή μοναστηριακή κοινότητα), αλλά με τη λέξη να παράγεται από το αδελφή (= πισωγλέντης) και όχι το αδελφός.

Λέγεται για να χαρακτηρίσει μια ομάδα ομοφυλοφίλων. Η ομάδα αυτή μπορεί να αποτελεί και κύκλωμα/κλίκα (π.χ. στον καλλιτεχνικό χώρο), οπότε κινεί και τα νήματα υπογείως με μασονικές μεθοδεύσεις. Για τον λόγο αυτόν συχνά λέγεται και αδελφάτο των ιπποτών, κατά τα μασονικά ιπποτικά τάγματα.

  1. - Ρε συ τους έχεις δει τους Queen στο βιντεοκλίπ του «I want to break free»;
    - Άσε φίλε, τρελό αδελφάτο μιλάμε! Αλλά μπορεί να πει τίποτα, αφού παίζανε και γαμώ τις μουσικές οι τύποι!

  2. - Τι γίνεται ρε γαμώτο, τι πουστάκια τραγουδιστές είναι αυτά που βγαίνουνε συνέχεια τώρα τελευταία;!
    - Ε αφού τους προωθεί το αδελφάτο των ιπποτών, Ψινάκης και σία και δεν συμμαζεύεται...

Βλ. και της συνομοταξίας, του σωματείου

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκάλωμα, κόλλημα, ανιωθίλα σε ακραίο βαθμό, ανάλογο με την μπλε οθόνη που εμφανίζεται όταν κρασάρουν τα γουίντοουζ και ο πίσουλας δε νιώθει ούτε με κοντρόλ-αλτ-ντηλήτ, ούτε με ευχέλαιο, και βρίσκεσαι προ του φάσματος απώλειας δεδομένων και δουλειάς μιας ολόκληρης ημέρας. Τι είπες;; Τακτικά σέηβ;;;; Αυτά είναι αδερφίστικα.

Φαγώσιμο.

-...και πάω να μιλήσω στη γκόμενα και τρώω μπλε οθόνη ρε φίλε. Δε μπορούσα να βγάλω λέξη απ' το στόμα μου. Άσε, ρόμπα έγινα πάλι... πρέπει να τα κόψω τα ρημάδια τα ξύδια...

Μπλε (από Hank, 23/02/09)αν έχει βυζιά μέσα, πάει κι έρχεται (από jesus, 30/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το ιταλικό evviva (=ζήτω). Λέγεται όταν κάποιος τρώει ήττα, με το σκεπτικό ότι αφού θα τον πιει που θα τον πιει, τουλάχιστον ας κάνει και μία πρόποση...

- Σήμερα θα γράψουμε πρόχειρο διαγώνισμα. Βάλτε τα βιβλία στις τσάντες και κρατήστε μόνο μια λευκή κόλλα χαρτί.
- Ωχ μαλάκες, εβίβα!

Got a better definition? Add it!

Published

Σημαίνει σαλεύω, τα χάνω, χάνω λάδια, καίω φλάντζα. Προέρχεται εκ μεταφοράς από το τρέλλαμα ενός αλόγου που, όντας αφηνιασμένο, τελικά σπάει το καπίστρι, το σύστημα δηλαδή των ιμάντων με το οποίο είναι δεμένο και απο το οποίο καθοδηγείται.

- Είδες τελικά τι παθαίνει κανείς από την πολλή δουλειά; - Τι παθαίνει;
- Να, έμαθα οτι ο Μάνος πήγε σε ψυχίατρο. Αλλά τι περίμενε; Έχει τη γυναίκα του, τα έχει επίσημα με την ξανθιά την παντρεμένη, συνεχίζει με ένα πιπίνι που γνώρισε πριν από δύο μήνες και τώρα γαμάει και την κόρη της περιπτερούς, όλες μαζί ταυτόχρονα. Πόσες γυναίκες να αντέξει ο άνθρωπος, έκοψε καπίστρι.

Στο 0.58 μια διάσημη χρήση. (από Khan, 24/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται όπως το τρίτο το μακρύτερο. Σημαίνει το ίδιο πράμα - κέρδος μηδέν, διάψευση προσδοκιών, ήττα, απογοήτευση. Βασικά, είναι το ίδιο πράμα, άμα το καλοσκεφτείς. Η διαφορά εδώ είναι ότι δεν μας τη φόρεσαν επί τόπου αλλά μας την τύλιξαν ωραία ωραία στο λαδόχαρτο να την πάρουμε πακέτο για το σπίτι νά 'χουμε να πορευόμαστε. Πίκρα διαρκείας, δηλαδή.

Το λαδόχαρτο, εικάζω, είναι σαν κι αυτό που τυλίγουν τα κοψίδια take away. Μην το πάμε κυριολεκτικά, να φέρουμε και την εικόνα στο μυαλό μας, διότι είναι μια αηδία.

Εκφέρεται συνήθως γρήγορα, με το μια πάντα μονοσύλλαβο και, σε μεγάλες πίκρες, απνευστί και με μπ- αντί για π- στην πούτσα: μιαμπουτσαστολαδόχαρτο.

Ως ηπιότερη εκδοχή απαντάται και το μια σκατούλα στο λαδόχαρτο. Κάτι πήραμε αλλά δε λέει.

  1. - Σου την εδωσε, ρε, την άδεια;
    - Μιαμπουτσαστολαδόχαρτο μου έδωσε ... άσε με στον πόνο μου ...

  2. - Καλά, πλάκα μας κάνουνε ... σαρανταδύο ευρώ μικτά βγαίνει η αύξηση; Δηλαδή, μια σκατούλα στο λαδόχαρτο πήραμε πάλι ...

[Σημειώνω ότι δεν είναι αυτό που φαίνεται, μην σας στοιχειώσω και τα όνειρα...] (από patsis, 24/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιφώνημα, κραυγή, ένδειξη έκπληξης σε κάτι που συμβαίνει ξαφνικά, σε κάτι υπερβολικό.....

Προέρχεται απο τους οδηγούς και τους αναβάτες τετραπόδων, της συμπαθούς τάξης μουλαριών και γαϊδάρων. Τώρα τι καταλαβαίνουν τα ζωντανά, πότε ξεκινάνε, πότε σταματάνε, τρέχα γύρευε...

Πίσω στα δικά μας...

Αμα σκοντάψεις στο χαλάκι της εισόδου και σου φύγουν πέντε σακούλες ψώνια, δε θ' ακούσεις απο κάποιον ένα τσόοονξ!; Όλο και θ 'ακούσεις... και να μη τ' ακούσεις, θα το λέει απο μέσα του...

Άμα πας να ξεπαρκάρεις και χτυπήσεις τον πισινό σου, δεν θα βρεθεί ο κακεντρεχής περαστικός να στο φωνάξει;...

Άμα βγούν τα κοινόχρηστα και σου ζητάει ο διαχειριστής 400 ευρώ, δεν θα βγεί απο μέσα σου αυθόρμητα ένα...«τσονξ αδερφέ, νοικιασμένο τό 'χω, δεν θα τ' αγοράσω!»...

Επάνω ντε! όλα μαζί!.....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική φράση που χρησιμοποιείται αντί επιφωνήματος και επιστεγάζει μια πλήρως αποτυχημένη συνεννόηση.

Συνώνυμα:
- συνεννόηση μπουζούκι
- συνεννόηση μούσμουλο
- συνεννόηση γαμιόμαστε
- συνεννόηση πόμολο
- μα καλά ρε φίλε εδώ και 3 ώρες σου μιλάω και συ με γράφεις στ @@ σου και όταν νιώθεις φτύνεις την πιο άσχετη μαλακία του κόσμου, (μπινελίκια, μπινελίκια, μπινελίκια)

- ντρριιιιιν...
- Ναι;;
- Καλά, δεν είχαμε πει 7 η ώρα στο Σύνταγμα ρε;;;
- Τι λες μωρε, είμαι Στοκχόλμη εδώ και 4 μέρες, με χρεώνεις ρόμινγκ ηλίθιε.
- Για τομπούτσο φάσεις... συνεννόηση κλαρίνο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τύπος ανοίγει τρύπα στον πάγο κι αρχίζει να ψαρεύει. Δεν τσιμπάει. Ακούγεται φωνή: «Δεν έχει ψάρια στον πάγο». Τύπος συνεχίζει να ψαρεύει. Δεν τσιμπάει. Πάλι φωνή: «Δεν έχει ψάρια στον πάγο». Τύπος αναρωτιέται ποιός νά 'ναι μες την ερημιά. Συνεχίζει να ψαρεύει. Δεν τσιμπάει. Η φωνή ξανά: «Σου είπα, δεν έχει ψάρια στον πάγο». Τύπος σταματάει να ψαρεύει και φωνάζει: «Κι εσύ πού το ξέρεις; Ποιος είσαι, δηλαδή;». Και η φωνή απαντάει: «Ο φύλακας του παγοδρομίου. Μαλάκα. Τόση ώρα δεν ακούς το μεγάφωνο;».

Το δεν έχει ψάρια στον πάγο είναι άλλο ένα παράδειγμα ατάκας που αυτονομήθηκε από το ανέκδοτό της. Λέγεται για να τονίσουμε στον συνομιλητή μας ότι δεν θα βρει ή δεν θα καταφέρει αυτό που θέλει και είναι μάταιο να συνεχίσει την προσπάθεια.

- Γιάννη μου, στο είπα και στο ξαναλέω... δεν έχει ψάρια στον πάγο... τριάρι στο Ναυαρίνο με τρακόσια ευρώ δεν υπάρχει... γιοκ βαρ, που λεν κι οι Τούρκοι.

(από poniroskylo, 07/05/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified