Further tags

Στη φανταρίστικη κυρίως, αλλά και τις συναφείς αργκό χρησιμοποιείται σαν επίρρημα.

Όταν αναφέρεται σε αντικείμενα σημαίνει πως βρίσκονται σε άριστη κατάσταση από πλευράς συντήρησης και λειτουργικότητας, αλφαδιασμένα στη θέση τους όπως προβλέπεται, έτοιμα προς επιθεώρηση κι απ’ τον πιο απαιτητικό λχία, δίκα, και λοιπούς στρατόκαυλους.
Αντίθετο: μουνί έως μουνί καπέλο.

Όταν αναφέρεται σε άτομα, στην καλύτερη περίπτωση δηλώνει τα εξόχως πειθαρχημένα φιτ μαχίμια στην τσίτα που με ηθικόν ακμαιότατον μόλις που κρατιούνται μην κάνουν ντου να ελευθερώσουν Κύπρο και Πόλη, ή σαν εναλλακτική να μετάσχουν σε καμιά Νατοϊκή. Συνηθέστερα, δηλώνει αυτούς που μετά από κατάλληλο τέντωμα (=συνδυασμός από τρέξιμο, εκπαίδευση, αγγαρείες, καψώνια) λειτουργούν τόσο οι ίδιοι όσο κι η μονάδα τους σε απόλυτα ικανοποιητικό βαθμό για να εκτελέσουν μια προγραμματισμένη άσκηση ή να υποστούν μια προβλεπόμενη επιθεώρηση (για απρογραμμάτιστα και μη προβλεπόμενα ...παίζεται).

Αντίθετα αρντάν, τούφα, χύμα και τα παράγωγα χυμείο χυμαδιό.

Συχνότατα αντικαθιστά το τέντωμα σαν κατάσταση που επικρατεί.

Συνώνυμα: γαμήσι, πίπα - κώλο εμπλοκή (εξού –θεωρώ- κι ο εδώ ορισμός του PhreakeR).


Αναφέρεται απ’ τον abra εδώ, αλλά έκρινα πως του αξίζει μια θέση στη συλλογή.

1. Παρόλα αυτά είναι μια υποχρέωση που καλώς κακώς πρέπει να την εκπληρώσουμε όλοι σαν έλληνες πολίτες και το θεωρώ μαλακία που το αφήνουν οι περισσότεροι νεοέλληνες την τελευταία στιγμή (ειδικά τώρα έχει γίνει η πλήρης θητεία γιωτάμηνο). Αλλιώς θα την παλέψει ένα ξέγνοιαστο δεκαοχτάχρονο που μόλις τελείωσε το σχολείο σε ένα στρατόπεδο που είναι όλα τέντα και αλλιώς ένας τριαντάρης που χρεωστάει ακόμα πέντε μαθήματα στην σχολή, δυσκολεύεται να βρει δουλειά και έχει αφήσει την κοπέλα του γκαστρωμένη.

2. Σκάει υφυπουργός άμυνας στα σύνορα. Όλοι τέντα γι’ αυτόν, πάει στους σκοπούς (ένας φαντάρος-ένας Επόπ) τους ρωτάει από πού είσαι: «Από τάδε» φωνάζει ο φαντάρος, «Πόσο καιρό είσαι στον Στρατό»; «7 μήνες» απαντάει ο φαντάρος. «Καλός πολίτης σου εύχομαι» του λέει ο υφυπουργός. Πάει στον Επόπ τον ρωτάει τα ίδια: «Πόσο καιρό είσαι στον στρατό»; «4 χρόνια» του απαντάει ο Επόπ. «Καλός πολίτης και σ’ εσένα»....

3. Κάτω πολύ τέντα. Το μέγιστο πρόβλημα είναι οι παλιοί οι οποίοι θα σου βγάλουν την παναγία. Το πρωί ξεκινάς με σημαία, θάλαμο, γενικές καθαριότητες, σχεδόν κάθε μέρα τρέξιμο καμιά 10ρια γύρους, επιθεώρηση θαλάμου και φοριαμού. Εκατό να ‘ναι οι παλιοί ένας ο νέος θα τα κάνει όλα ο νέος.

4. Έχουμε ταξιαρχική επιθεώρηση. Το απαραίτητο τέντωμα για να φανούν όλα καλά στον ηγέτη (σαν ανέκδοτο δεν ακούγεται;) του νησιού ξεκίνησε.

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παντελόνι που κάνει ό,τι υπόσχεται: τον κώλο τσίτα, ή αλλιώς το υπερβολικά στενό παντελόνι που είναι ΑΑ' προτίμηση των κάγκουρων.

Ουκ ολίγες φορές συνοδεύεται με τα αντίστοιχα «κύματα» στο παντελόνι (μια ρίγα γαλάζια, μια τζιν, για να αποδώσει -με αποτυχημένο τρόπο- το ξεπλυμένο).

- Πωπωω... καλά, είδες τον τάδε χθες;
- Δεν έτυχε γιατί;
- Καλά αυτός εξελίσεται σε μεγάλο καγκούρι! Γιακάς 20 μέτρα σηκωμένος και παντελόνι εντελώς τσιτοκώλι!
- Καααααλά, πάει και αυτός...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περιφρονητική περιγραφή ρημαδιακών, καταπονημένων, καχεκτικών, χλεμπονιάρικων, σταφιδιασμένων και χτικιαριακών υποκειμένων, αντικειμένων, τόπων και τρόπων. Με ιδιαίτερη μνεία στα αμνά.

Πιθανώς Ηπειρώτικο ιδίωμα. Αβέβαιη και η ετυμολογία, σάμπως και να συνδέεται με την σούφρα.

- Να ανασκολοπισθεί και το παρηκμασμένο και διαπλεκόμενο ΕΣΡ. Χουντοκρατούμενο, ομοφοβικό, σαφρακιασμένο, ασχολείται μόνο όσο βλέπει η πεθερά για τη διάθεση του τηλεπτικού χρόνου.
(εδώ)

- Μωρή σαφρακιασμένη κάμπια, για το Μεμά και τη Ροζαλίτσα μας πέρασες; Άντε γλέίψε καμιά πάκικη ψωλή μπας και βγάλεις κάνα φράγκο να πάρεις καμιά φασολάδα να ντερλικώσεις. :pipa1: :fuck2: (εκεί)

- μαλάκω σαφρακιασμένη γαμιολοφόρα λέει στην 6χρονη κόρη της ότι τα κορίτσια γίνονται μαζορέτες για να παντρευτούν πλούσιους παίκτες (τσίου, παραπέρα)

- H γριά μπατάλω η νταουνλοντιέρα, elle est munie d' un σαφρακιασμένο μουνί
(παραδίπλα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται ως μη ανδροπρεπής χαιρετισμός, αλλά και ως εκδήλωση θαυμασμού. Συχνά την χρησιμοποιεί κανείς όταν θέλει να μιμηθεί κάποιον gay γιαυτό και η λέξη αυτή είναι άμεσα συνδεδεμένη με τους ομοφυλόφιλους.

- Γιαννάαααααακηηη; Τσουτσουμπρούτζου!

- Τι καλέ αυτός δηλαδή είναι τσουτσουμπρούτζου τελείως;

- Άσε με ρε μαλάκα, εγώ είμαι άντρας, δεν τα μπορώ αυτά τα τσουτσουμπρούτζου.

ΑΜΑΝ (τσουτσουμπρούτσου) (από patsis, 09/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για κάποιον που έχει κοιλιακούς τύπου εξαπάκετο, οπότε και καλούα είναι τόσο φέτες, ώστε μπορεί κανείς να παίξει τρίλιζα πάνω στην κοιλιά του. Κυριολεκτικά, βέβαια, θα χρειαζόταν εννιαπάκετο για να παίξει κανείς τρίλιζα, αλλά λέμε τώρα.

  1. Νομιζουν οτι ξερουν κ καθονται κ λιωνουν κ κανουν 4000 σετ κοιλιακους απο 400 κοιλιακους το καθε σετ τη μερα
    Κ μετα παν κ χτυπαν 2 γυρους... κ περιμενουν να φανουν οι κοιλιακοι
    Κ ο αλλος κανει 20 κοιλιακους τη μερα κ διατροφη κ παιζεις τριλιζα στην κοιλια του. (Εδώ).

  2. Εγώ τους λέω «κοιλιακούς-τρίλιζα», με τη λογική ότι είναι τόσο γραμμωμένοι που μπορείς να παίξεις τρίλιζα πάνω τους (Εδώ).

  3. Κλασσικο τουμπανο-τεζας ο οποιος δεν χανει ευκαιρια να δειξει οτι .. ναι κυριες μου .. παιζω τριλιζα στην κοιλια μου και εχω 15 τατουαζ ! (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύζευξη των λέξεων μαλαστούπα και μαλαπέρδα, με κοινό το πρώτο συνθετικό «μάλα».

Χρησιμοποιείται για να δώσει έμφαση στο μέγεθος ανδρικού μορίου και συνοδεύεται συνήθως από επιφωνήματα έκπληξης.

Χθες το βράδυ έβλεπα μια τσόντα στο Νova και ξαφνικά μπαίνει σε ένα ερωτικό τρίγωνο ένας μαντράχαλος με μισό μέτρο μαλαστουπόπερδα. Απίστευτοοοοοοοοο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για τα σκουπίδια, ξυσίματα ή πιξελιάσματα που εμφανίζουν τα ψηφιακά μέσα αναπαραγωγής εικόνας και ήχου, κάνοντάς μας να νοσταλγούμε τα παλιά καλά χιόνια.

Εκ των τεχνολογία και τερατούργημα, καμία σχέση με το τεχνούργημα.

Ασίστ: patsulis.

- Τεχνουργήματα :p, ή απλούστερα, ψηφιακά σκουπίδια: τετραγωνάκια στην εικόνα, παγώματα στο video, κοψίματα στον ήχο κλπ.
(εδώ)

- Παιδιά τι μπορεί να είναι αυτά τα πλεγματοειδή τεχνουργήματα; Τα βλέπω εδώ και 2-3 μέρες, και στις πέντε TV του σπιτιού...
(επεί)

- το εν λογω player καθως επαιζε ενα δισκακι dvd αρχισε να κανει εντονα τεχνουργηματα στην εικονα,τα οποια εξελιχθηκαν σε κοκκινα χιονια τα οποια παρεμειναν και μετα την εξαγωγη του δισκου..Το εκλεισα,το ξανανοιξα ,και..παπαλα,εξοδος εικονας δεν.
(παραπέρα)

(από Vrastaman, 28/09/12)(από Vrastaman, 28/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάποιος ή κάτι που είναι πολύ τούμπανο, όπως πρησμένος σφίχτερμαν, γκόμενα με ωραίο σφριγηλό κορμί, και γενικά ό,τι τα σπάει.

  1. Η τεχνολογια καλπαζει τοσο πολυ που απλα μπορεις να περιμενεις ενα 6μηνακι μονο και παιρνεις ενα τουμπανειρο κινητο που κάνει καφέ. (Εδώ).

  2. ΤΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΓΥΜΝΑΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ.ΓΙΑ ΓΕΡΑ ΤΟΥΜΠΑΝΕΙΡΟ ΠΑΙΔΙΑ!!!!!! (Από Facebook).

  3. Πιασοκωλικο ΚΑΡΓΑ, φαι τουμπανειρο μπορω να πω παντως(σε ποσοτητα) απλα δεν ειμαι φαν. (Εδώ).

Από το καρναβάλι του Ρίο Τουμπανέιρο. (από Khan, 02/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published

Πάσης φύσεως λολ και καραλόλ υποκείμενο ή αντικείμενο που προκαλεί λόλες καθώς λολάρει πάνω από την Λολάνδη με το ροφλοκόπτερό του σπέρνοντας λολοκαύτωμα φορ τεχ λουλζ.

- Το αλλο λολαδι με το playstation, ηταν που ειχα δει φιλο μου να χρησιμοποιει ειδικο υγρο συντηρησης των CD γιατι χαλαγε η κονσολα.
(εδώ)

- ααααχαχαχαχαχαχα-κόψτε ρε έναν ''γιατρό'' που βρίζει χειρότερα από λιμενεργάτης...εσένα πρέπει να σε δει γιατρός λολάδι...για το φρενοκομείο είσαι σούμπιτος, πήρα τηλ. θα'ρθουν σε λίγο τα παληκάρια να σου περάσουν το σακάκι με τα μανίκια που δένουν από πίσω...
(εκεί)

- Εσυ θα σου αρεσε καθε χρονο που παιζεις ενα συγκεκριμενο ειδος παιχνιδιου να σε λεγαμε ολοι εδω μεσα λολαδι και οτι παιζεις μουφες;προσεχε λοιπον πως μιλας,και αν δεν σου αρεσει κατι δεν χρειαζεται να κατακρινεις ας μην σχολιαζεις καν!
(παραπέρα)

Lollandreou (από Vrastaman, 18/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται (κυρίως) από άνδρες ως χαϊδευτικό/ψευδώνυμο για το ματζαφλάρι τους, παρόμοια με τα παλαιότερα και αγαπημένα Μπάμπης, Φώντας, Μήτσος, Θρασύβουλας, Γιαγκούλας, Μέγας Αλέξανδρος (Βόρεια Ελλάδα) κλπ.

Εκτός του ότι διαδηλώνει το μεγάλο μέγεθος του οργάνου, χαρακτηρίζοντας το μεγαλοπρεπές, γνωστοποιεί και τον τίτλο του σπρώκτωρα που κατέχει ο χρήστης, καθότι στο ελληνικό συλλογικό υποσυνείδητο οι Οθωμανοί έχουν συνδεθεί με την πρακτική του γάμα σούφρα.

(βλέπε και οθωμανικό δίκαιο).

- Καλώς τον λιλιπούτσειο! Aχαχά!
- Καλά, άμα βγάλω τον σουλεϊμάν τον μεγαλοπρεπή δεν θα ξέρετε που να κρυφτείτε.
- Ίσα μωρή κυρία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified