Το σούργελο που προσκυνά.
- Πολύ σουργελέισον είναι αυτός σήμερα.
- Σίγουρα.
Το σούργελο που προσκυνά.
- Πολύ σουργελέισον είναι αυτός σήμερα.
- Σίγουρα.
Δες και -έισον, -έισιον.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο όχι απλώς ηλίθιος, αλλά ο ανακηρυγμένος σε αρχηγό των ηλιθίων λόγω υπερβολικής ηλιθιότητας.
-Ο Τάκης είναι ηλιθιος...
-Όχι απλώς ηλίθιος, ΑΡΧΙΗΛΙΘΙΟΣ!
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Ο σουπερήρωας που η κάθε αγάμητη περιμένει να την πηδήξει.
Ο υπερήρωας επιβήτορας που δεν συνάπτει σταθερές σχέσεις, αλλά εμφανίζεται μόνο μετά από επίκληση. Πηδάει μόνο σποράδην και όχι σε τακτά διαστήματα.
Ο υπερήρωας που σε πηδάει άπαξ και μετά εξαφανίζει κάθε ίχνος του.
>από το αγγλικό fuck + man κατά παράφραση των ονομασιών ηρώων κομιξ (superman, batman, spiderman).
- Πού είναι ένας φάκμαν όταν τον χρειάζεσαι;
- Την έχει φάει η αγαμία. Γιατί δεν τηλεφωνεί στον φάκμαν της να της ρίξει ενα ψιλό;
- Μα ούτε ένα τηλέφωνο δεν πήρε. Εντελώς φάκμαν!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
τρολ, τρόλι
Έτσι λέγεται στη διαδικτυακή αργκό ο χρήστης του ίντερνετ με διάφορα απωθημένα, ο οποίος κάτω από το πέπλο της ανωνυμίας μπαίνει σε forums, chat rooms ή blogs και γράφει άσχετα ή επιθετικά σχόλια με σκοπό να διαταράξει τη συζήτηση.
Ο όρος troll μάλλον προήλθε από την έκφραση trolling for suckers (= ρίχνω δόλωμα για να πιάσω κορόιδα), όπου trolling είναι μια μέθοδος ψαρέματος με πολλαπλά δολώματα από κινούμενο σκάφος. Πέρα από αυτό όμως, troll είναι και ένα κακόβουλο τέρας της σκανδιναβικής μυθολογίας, οπότε ήρθε κι έδεσε.
- Τι γίνεται ρε Γιώργο; Όλο ξενέρωτα θέματα βάζεις στο blog σου τώρα τελευταία...
- Άσε με ρε, κάθε φορά που βάζω τίποτα «εθνικά ευαίσθητο», μου την πέφτουνε τα τρολ εθνίκια... Βαρέθηκα το ίδιο βιολί όλη την ώρα!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αυτός ο οποίος μπορεί να αντεπεξέλθει στις δυσκολίες ενός χανγκόβερ, κατέχοντας γνώση ανακατωτικής μαντζουνίων και ικανότητα διαχείρισης κρίσεων ανάλογη με αυτήν του μαγκάιβερ.
Ύψιστο αξίωμα πότη, καθώς τα χανγκόβερ είναι ο εξελικτικός μηχανισμός που επινόησε η πάνσοφος φύσις ούτως ώστε να μην πίνει ο πάσα ένας, αλλά μόνο αυτοί που είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες με ανδρεία.
Got a better definition? Add it!
Στηρίζουμε τον αγώνα αυτής της ατάκας για την αυτονόμησή της από το ζυγό του ανεκδότου που καταχράζεται επί γενεές δεκατέσσερις του ορυκτού και μη πλούτου της.
Το γεγονός ότι το ανέκδοτο στο οποίο ανήκει (βλ. παράδειγμα) είναι άγνωστο και απαράδεκτο δεν νομιμοποιεί το καθεστώς καταπίεσης και δεσποτισμού υπό το οποίο διαβιεί η ατάκα αυτή.
Όλοι στην προσυγκέντρωση στα προπύλαια, προπαρασκευή, προπαραμονή των προκάτ.
Στηρίζει η οργάνωση ΠΡΟγνωστικά-ΚΙΝΟ
Αναρχία, αναυτοκαθορισμός, αναξιοπρέπεια.
-Πώς λέγεται ο κιθαρίστας των Ρόλλινγκ Στόουνς;;;
-Πώωως;;;;;
-Κιθαρίτσαρντς.
-Χα χα. Τι ωραία που θα ήταν αντί να λέμε «κοίτα τον τύπο, παίζει τις κάλτσες του», να μπορούμε να λέμε «μα καλά, τι παίζει ο κιθαρίτσαρντς;;;» και να μας καταλαβαίνουν όλοι...
Got a better definition? Add it!
Η μίζα. Πρόκειται για αναγραμματισμό του Siemens, της γνωστής γερμανικής εταιρείας λιπαντικών.
Η βουλευτική ασυλία επιχειρεί να αποκρύπτει το έτερο αναγραμματισμό της λέξης miesens, nemesis, εκ του «νέμω δίκαια» που σημαίνει «θεία δίκη».
- Το τελικό κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 δεν έχει ακόμα υπολογισθεί!
- Miesens, γαρ!
Got a better definition? Add it!
Πρόκειται για τελευταίας κοπής αετονύχη απατεώνα, με ιδιαίτερα ψηλό και ευλύγιστο λαιμό, που εξειδικεύεται στην κλοπή Αυτόματων Ταμειακών Μηχανών.
Η μπάζα πραγματοποιείται ως εξής:
Το ανυποψίαστο θύμα πραγματοποιεί συναλλαγή σε ΑΤΜ τράπεζας. Την ώρα εκείνη, ο σβερκάκιας κάθεται αρκετά πίσω του αλλά παρακολουθεί και απομνημονεύει τον αριθμό PIN που πληκτρολογεί το θύμα. Την ώρα που ολοκληρώνεται η συναλλαγή, ο συνεργός του σβερκάκια πετάει στα πόδια του θύματος χαρτονόμισμα € 50 και το ρωτάει μήπως είναι δικό του. Καθώς το θύμα σκύβει να δει το χαρτονόμισμα, η ταμειακή κάρτα (ή οποία την ώρα εκείνη βγαίνει από την σχισμή) αντικαθίσταται ταχυδακτυλουργικά με πλαστή. Εναλλακτικά, ο συνεργός απλά την τσιμπάει και εξαφανίζεται, ενώ το θύμα πιστεύει ότι το μηχάνημα του «έφαγε» την κάρτα. Στη συνέχεια, ο «αετομάτης» σβερκάκιας και ο «μάγος» συνεργός του κάνουν ανάληψη σαν κύριοι από άλλη ταμειακή μηχανή, και περνούν μια ευχάριστη βραδιά δρέποντας τους καρπούς της καπατσοσύνης τους.
- Ή Ένωση Ελλήνων Τραπεζών εξέδωσε ανακοίνωση για την επιδημία κλοπών στα ΑΤΜ.
- Τι να σου κάνει, όταν η αστυνομία δεν μπορεί να πιάσει ούτε ένα σβερκάκια!
Got a better definition? Add it!
Με την στενότερη ερμηνεία του όρου, δημοσιοκάφρος είναι ο άπληστος συντάκτης, κίτρινος εκδότης, ή τηλεδολοφόνος εισαγγελάτος ο οποίος πουλάει φτηνό εντυπωσιασμό στο βωμό του κέρδους, αψηφώντας τις παράπλευρες συνέπειες και τον ανθρώπινο πόνο που τα ρεπορτάζ του προκαλούν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η σχολή Μ. Τριανταφυλλόπουλου.
Με την ευρύτερη έννοια, ο όρος περιλαμβάνει σύσσωμο το δημοσιογραφικό «λειτούργημα» στην Ελλάδα, μηδέ των σοβαροφανών δημοσιογράφων τύπου Παπαχελά και Τέλλογλου εξαιρουμένων
Η πατρότητα ανήκει στον Τζιμάκο Πανούση ο οποίος προ δεκαετίας και βάλε έδωσε την ιστορική παράσταση με τίτλο Αλήτες, Ρουφιάνοι, Δημοσιοκάφροι.
Φουκαράδες δημοσιοκάφροι. Πριν καιρό ο Μάκης Τριανταφυλλόπουλος μας έλεγε ότι «αναγκάστηκε» να αγοράσει βίλα στην Εκάλη (μια περιοχή «με φτωχούς κατοίκους και πλούσιους κερατάδες» όπως την χαρακτήρισε) για να είναι κοντά στα «άρρωστα πεθερικά του». (από Blog)
Q. Μέγας δημοσιοκαφρος με σκατονομα κι Αλτσχαιμερ:
A. Ν. Κακαουνακης!
Q. Μεγας δημοσιοκαφρος που θυμιζει γυναικειο εσωρουχο:
A. Γ. Τραγκας!
(από Blog)
Έλα μωρέ το θέμα με τους ΕΜΟ κλπ. είναι μια μπούρδα που τη φούσκωσαν οι δημοσιοκάφροι. (από Blog)
Got a better definition? Add it!