Χορηγός συνήθως λέγεται ο τύπος που μπορεί να έχει γυναικεία συντροφιά μόνο αν της τα ακουμπάει χοντρά.
Κοίτα τι γκόμενα κυκλοφορεί ο χαλιαμούτρας. Μάλλον για χορηγό τον κόβω.
Χορηγός συνήθως λέγεται ο τύπος που μπορεί να έχει γυναικεία συντροφιά μόνο αν της τα ακουμπάει χοντρά.
Κοίτα τι γκόμενα κυκλοφορεί ο χαλιαμούτρας. Μάλλον για χορηγό τον κόβω.
Πρβλ. και χορηγία.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το εκπαιδευμένο σκυλί, κυνηγόσκυλο, που τρέχει και φέρνει τα πουλιά για το αφεντικό του. Το καλό πουλόσκυλο ανιχνεύει, ξετρυπώνει και κουβαλάει τα θηράματα.
Το πουλόσκυλό του έχει εξαιρετική όσφρηση. Την βρίσκει πάντα την μπεκάτσα.
Τον Γιάννη έτσι ασχημομούρης που είναι τον έχει απλά για πουλόσκυλο. Βρίσκει και ψήνει τα γκομενάκια και στο τέλος έρχεται αυτός ως μορφονιός στη στημένη φάση.
Got a better definition? Add it!
Είναι μια ακραία μορφή πέφτουλα. Πρόκειται για το αρσενικό εκείνο που αποτελεί γνήσιο, αδίστακτο και ακούραστο κυνηγό (γυναικών). Δραστηριοποιείται σε πολλούς χώρους, αναζητώντας γκόμενα. Χώρους παραδοσιακούς, όπως, τα κλαμπ, τα μπουζούκια ή τα πάρτι, αλλά και πιο μοντέρνους, όπως το facebook κατά κύριο λόγο και, για τους πιο ακραίους, τα τσατ ρουμ.
Χαρακτηριστική είναι η ενασχόληση των κονταρίων τα τελευταία χρόνια στο facebook. Εκεί μπορεί κανείς να τα αναγνωρίσει εύκολα, καθώς πολύ απλά θα έχουν κάνει 'like' στις φωτογραφίες όλων των καλών μουνιών που έχουν ως «φίλες», το οποίο και θα έχουν συμπληρώσει με σχόλιο του τύπου ''κούκλα'', ''άγγελος'', ''θεά'' ή και πιο ευφάνταστα κομπλιμέντα. Το καμάκι τους χαρακτηρίζεται από αμεσότητα και αγαρμποσύνη. Προσπαθούν να πείσουν τις γυναίκες ότι έχουν χιούμορ, είναι ψαγμένοι, δραστήριοι και παλιά ήταν αθληταράδες, τα εγκατέλειψαν όμως, είτε γιατί μάλωσαν με τον προπονητή, είτε εξαιτίας του διαβάσματος, είτε για οποιονδήποτε άλλο απίστευτο λόγο. Το μόνο που καταφέρνουν όμως είναι να δώσουν στις γυναίκες την εντύπωση (που είναι και αληθινή) ότι τα έχει φάει η αγαμία και θέλουν να πηδήξουν απεγνωσμένα. Συνεπώς το όλο πέσιμο καταλήγει σε φιάσκο τις περισσότερες φορές. Ως εκ τούτου, τα κοντάρια έχουν απολέσει κάθε ίχνος ντροπής. Όμως, αξίζει να τονίσουμε ότι ένα γνήσιο κοντάρι αργά ή γρήγορα θα τα καταφέρει να γαμήσει, καθώς κάνοντας χρήση του ενστίκτου αυτοσυντήρησης θα ρίξει σταδιακά τα στάνταρ του.
Η ετυμολογία του λήμματος έχει να κάνει με το σχήμα του κονταριού, που παραπέμπει στο ανδρικό γενετικό όργανο, το οποίο αποτελεί και το όργανο της σκέψης για τα άτομα που αναφέραμε.
- Καλά ρε τι τι κοντάρι είναι ο φίλος σου ο Μήτσος; Άκουσα την έπεσε σε μια παρέα με πέντε γκόμενες.
- Ε και τι έγινε;
- Ότι την έπεσε και στις πέντε. Τη μια μετά την άλλη. Χωνόταν, έτρωγε άκυρο, πήγαινε στην άλλη.
Got a better definition? Add it!
Ετυμολογία: πεσιματ- (αλλόμορφο του θέματος πεσιμ- < πέσιμο) + -ίας. Προέρχεται από τη λέξη πέσιμο με την αντίστοιχη σημασία.
Αυτός που φλερτάρει έντονα, την πέφτει δηλαδή συνεχώς σε γυναίκες, όντας όμως πιο συστηματικός, πιο μεθοδικός, με θεωρητικό και άλλον οπλισμό, ικανό να «υποστηρίζει» τις ενέργειές του και να τους δίνει τις απαραίτητες ιδεολογικές προεκτάσεις. Οι προσπάθειές του στέφονται σχεδόν πάντοτε με επιτυχία.
- πεφτάκιας (= σε αντίθεση με τον πεσιματία είναι πιο άμεσος, πιο πρακτικός και λιγότερο «συγκροτημένος». Δίχως ιδιαίτερες απαιτήσεις ή προτιμήσεις, γενικώς «την πέφτει» σε οποιοδήποτε θηλυκό δει. Συνήθως είναι πρώην πεσιματίας που με τα χρόνια άλλαξε κατηγορία).
- πέφτουλας (μπορεί να ήταν κάποτε πεφτάκιας και να ξέπεσε - σημασιολογικώς πιο κοντά στη λέξη λιγούρης).
- πεφτρόνι (= αυτός που μάλλον κινείται στον αστερισμό του «ό,τι αρπάξουμε» και «ό,τι κάτσει», είτε λόγω του νεαρού της ηλικίας του είτε και λόγω περιορισμένων προσόντων και δυνατοτήτων).
Μπορούμε να υποθέσουμε μια άτυπη ιεραρχική σειρά μεταξύ των τεσσάρων αυτών όρων, με τον εργατικό, φιλομαθή και γεμάτο κύρος πεσιματία να βρίσκεται στην κορυφή. Ακολουθούν ο «μη συγκροτημένος» πεφτάκιας, ο έκφυλος και ξεπεσμένος πέφτουλας και τέλος το αδιάφορο, σεμνό και ταπεινό πεφτρόνι.
Οι όροι αυτοί είναι μεν συνώνυμοι, αλλά όχι ταυτόσημοι: ο καθένας έχει την ιδιαίτερη σημασιολογική του απόχρωση. Αυτό όμως δε σημαίνει πως οι διαχωριστικές γραμμές μεταξύ των παραπάνω σημασιών και επιμέρους κατηγοριών (όσων αφορά την άτυπη σημασιολογική τους ιεράρχηση) είναι απόλυτες και ανελαστικές. Μπορεί λ.χ. κάποιος να χρησιμοποιεί και τις τέσσερις λέξεις δηλώνοντας την ίδια σημασία (και μάλιστα οποιαδήποτε από τις παραπάνω τέσσερις) κ.ο.κ.
[Οι παραπάνω ορισμοί και παρατηρήσεις προέρχονται από το άρθρο Πέφτοντας, της στήλης Ιντερμέδιο του Ανδρέα Παππά, εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 16/03/2007].
Ρε συ πολύ πεσιματίας αυτός ο Γιάννης. Όποιο γκομενάκι του γυαλίσει το ρίχνει αμέσως!
Got a better definition? Add it!
Έτσι λέγεται ο άντρας που την πέφτει στις γυναίκες, που είναι γενικά ενεργητικός, που δεν μασάει. Οι πράξεις του αυτές, λέγονται ματσκαριλίκια.
Κατά την Παρδαλή Λέξη, ματσκάς είναι στα αντιχασιώτικα ο θηριώδης άντρας.
- Ήρθε ο Γιώργος ο ματσκάς, τον πούστη χθες βράδυ σε 5 κορίτσια κόλλησε μέσα σε 20 λεπτά!
- Βγήκαμε χθες με τον Γιώργο κι άρχισε τα ματσκαριλίκια, συνέχεια πάει και μιλάει αυτό το παιδί ρε, δεν κολλάει καθόλου.
Got a better definition? Add it!
Τα τσιφτετέλια, τα γύφτικα και γενικά χορευτικά τραγούδια χαμηλής ποιότητας που ανεβάζουν όμως το κέφι.
Ο χορός σε αντίστοιχα τραγούδια, όπου τα χέρια αυτού που χορεύει παίρνουν τη μορφή πιστολιού και κουνιούνται ρυθμικά.
Οι ωραίες γκόμενες που συχνάζουν σε μέρη με τέτοια μουσική.
Η έκφραση ρίχνω πιστόλια είναι το κλασσικό καμάκι-χώσιμο που γίνεται συχνά σε τέτοια μέρη από επίδοξους «πιστολέρο».
- Πάμε σ' αυτό το μαγαζί φίλε, παίζει πιστόλια!
- Πω ρε φίλε τι πιστόλια ειν' αυτά, τρελαίνομαι ρε!
- Έλα ρε μαλάκα, πάμε να πιούμε, να ρίξουμε τα πιστόλια μας να πούμε, να περάσουμε καλά!
Got a better definition? Add it!
Στην Ρόδο προφέρεται με πέντε τ, όπως το τττττέλι.
Χαρακτηρισμός για τα καμάκια που περιμένανε τις τουρίστριες να ξεμυτίσουνε από το ξενοδοχείο, οπότε και τις ακολουθούσαν κατά πόδας ή με το μοτοσακό που, κατά κανόνα, είχε τρυπημένη εξάτμιση.
Συνήθως, ήταν έφηβοι που δούλευαν σε συνεργεία , ξυλουργεία κ.τ.λ. Μακρύ μαλλί, τρυπημένη εξάτμιση, πηγαίναν συνήθως κατα δυάδες.
Το είδος αυτό έχει εξαφανισθεί πια από την Ρόδο. Την παράδοση πια συνεχίζουν κάποιοι Αλβανοί μετανάστες.
Συνώνυμη η λέξη πάκος.
Καμιά πενηνταριά ματάρια περιμένανε έξω από το ξενοδοχείο.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αποκαλούνται οι πολεμιστές θηλυκού γένους, οι οποίες απαρτίζουν τις σκανδιναβικές θηλυκές ορδές που κατακλείουν τα ελληνικά νησιά το καλοκαίρι, και οι οποίες βρίσκουν τρε καβλωτίκ, τον μαυροτσούκαλο και τριχωτό τύπο του νεοέλληνα.
Βεβαίως πρέπει να δώσουμε τα εύσημα στο σουηδικό σύστημα εκπαίδευσης, που εμποτίζει αυτά τα χαριτωμένα ξανθά κεφάλια (εμάς βέβαια ως φυλή, μας ενδιαφέρει το υπόβαθρο), με την έννοια του φιλελληνισμού. Διότι όλα ξεκινούν από το μυαλό.
- Τι έγινε χθες το βράδυ;
- Προσπάθησα να κρατήσω την εικόνα του έθνους ψηλά, αλλά παραδόθηκα...
- Δηλαδή;
- Αντί να τη ξεζουμίσω εγώ την Πενίλα, με ξεζούμισε αυτή. Μετά το τρίτο, αποκοιμήθηκα, και αυτή συνέχισε μόνη της.
- Γιατί δεν τηλεφώναγες ρεεεε;
- Ρε τσίσια, να βρεις την δικιά σου βίκινγκ ζουλιάρη. Ε, ζουλιάρη. Ζέχνει ο τόπος!
Got a better definition? Add it!
Η γυναίκα εκείνη που, από όλη την διαδικασία από το καμάκι, το μόνο που τελικά επιδιώκει είναι τα κεράσματα και οι βόλτες γενικά. Η λέξη χρησιμοποιείται πολύ από αυτούς που κάνουν συστηματικά καμάκι και που, τις περισσότερες φορές, καταφέρνουν να πετύχουν αυτά που θέλουν ;)
Δυο φίλοι σε ένα μπαράκι που πίνουν τα ποτά τους...
- Τι έγινε βρε Γιάννη, την κατάφερες αυτή την καινούργια;
- Τι να σου πω ρε συ... και πού δεν την πήγα... Στα πιο καλά κλαμπ; Την πήγα. Σε καλά μέρη για φαΐ; Την πήγα. Στις πιο ωραίες παραλίες; Την πήγα. Όλο μπλα μπλα ήμουν, τα καλύτερα της έλεγα... Τελικά δεν έγινε τίποτα, μου βγήκε ζητούσα...
- Τι να πεις ρε Γιάννη, τα έχει αυτά η πουτάνα η τύχη...
Got a better definition? Add it!