Further tags

Μαύρη πίστα χαρακτηρίζεται μια πίστα σε ένα χιονοδρομικό που έχει πολύ μεγάλη κλίση και είναι για πολύ καλούς χιονοδρόμους.

- Έχουν ανοίξει την Στύγα 1, πάμε;
- Τι λες ρε; Αυτή είναι μαύρη πίστα δεν μπορώ να την κατέβω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ΣΚΑ = Σιδηροδρομικό Κέντρο Αθηνών. Κατασκευάζεται στις Αχαρνές και θα έχει πολλές γραμμές και πολλές αποβάθρες.

Μόλις μπαίνει το τραίνο στο ΣΚΑ αλλάζει τροχιά για να πάει στα Λιόσια.

(από BuBis, 12/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τριεθνές χαρακτηρίζεται η περιοχή στον Έβρο που είναι στα σύνορα Βουλγαριας-Τουρκίας-Ελλάδας, από φαντάρους που υπηρετούν εκεί.

Τι να μας πεις κι εσύ ρε, 10 μήνες στο τριεθνές ήμουν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάγκελο λεγόταν και το χρηματιστήριο αξιών Αθηνών, όταν λειτουργούσε στην οδό Σοφοκλέους. Λεγόταν έτσι επειδή στο κέντρο κάτω από το ταμπλό των τιμών ήταν ένα μεταλλικό κάγκελο γύρω από το οποίο συγκεντρώνονταν παλιά οι αντικρυστές και δια βοής και με χειρονομίες αγόραζαν και πωλούσαν μετοχές.

Αυτό το κάγκελο έχει κολλήσει και δε λέει να ανέβει λίγο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος χαζομούνας. Βλ. και σαχλά.

Ασίστ: Ιωάννης (ουχί ο Μέλας).

Παναγιώτης Χατζηστεφάνου, από το Πρώτο Θέμα.

Η κυρία Σαχλαμούνα, υπόδειγμα αφυδατωμένης πουρίτσας κρυφαδερφής, από αυτές που βλέπεις να παραπατάνε ξημερώματα καθημερινής στις παρόδους της Φυλής, αναζητώντας τον δήμιό τους, μπας και λυτρωθούν επιτέλους από την αθλιότητά τους. Η κυρία Σαχλαμούνα φυσικά στερείται ακόμα και την απελπισμένη αξιοπρέπεια που φοράει σαν περήφανο κασκόλ και ο πιο παραιτημένος νυχτοπερπατητής. Οχι, επιμένει να πιστεύει ότι πείθει, ότι περνάει η μπογιά της και άλλα οικτρά. Αυτές τις εμμονές τις επικοινωνεί με γυαλάκια, πουλοβεράκια και άλλα καλοπαιδίστικα αξεσουάρ επαρχιώτικου φροντιστηρίου. Οι συνομήλικές της γεροντόπουστες, παλιές καραβάνες και κολλητές, επιμένουν να τριγυρνάνε σε λαϊκές γειτονιές, υποδυόμενες τις καφετζούδες, λέγοντας τη μοίρα σε αφελή τεκνά, ελπίζοντας πως θα τα πείσουν ότι αυτή περιλαμβάνει ένα έστω ακαριαίο άνοιγμα του φερμουάρ τους. Η κυρία Σαχλαμούνα διαχωρίζει όμως τη θέση της από τα συνοικιακά ψωνιστήρια - πλέον είναι σοβαρή. Προτιμά τη νιρβάνα των στολισμών, κάτι που φαίνεται ξεκάθαρα στο πορτρέτο αν παρατηρήσετε προσεκτικά τις γιρλάντες κρετινιάς που ξεχύνονται από τον κατά τα άλλα στερημένο της πρωκτό.

Got a better definition? Add it!

Published

Είναι η λέξη χωριό στην κυπριακή διάλεκτο.

— Τάκη πού πας σήμερα;
— Πάω χωρκόν οικογενειακώς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λιμάνι.

Το Καρνάγιο είναι δημώδης όρος της κοινής ναυτικής γλώσσας ενετικής προέλευσης. Με τον όρο αυτό νοούνται τμήματα αιγιαλού εντός λιμένων ή όρμων που, λόγω της ομαλής κλίσης του, επιτρέπει την ανέλκυση και καθέλκυση μικρών σκαφών, περισσότερο ξύλινων προκειμένου να υποστούν «καρναγιάρισμα» δηλαδή υφαλοκαθαρισμούς, υφαλοχρωματισμούς, καλαφατίσματα, παλαμίσματα κ.λπ.

Ο όρος αυτός αναπτύχθηκε κυρίως στις περιοχές που βρέθηκαν για πολύ καιρό ενετοκρατούμενες, σε αντίθεση του αντίστοιχου όρου «ταρσανάς» που αναπτύχθηκε περισσότερο στις τουρκοκρατούμενες περιοχές

Από βικιπαιδεια.

Εδώ είμαστε στο καρνάγιο του Λαυρίου

(από Khan, 27/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γνωστό λιμανάκι στη βουλιαγμένη (2ο μετά την καντίνα), όπου πηγαίνουν κάτι παιδιά που δεν γίνονται άντρες, που μαστιγώνουν το δελφίνι, ζαχαρώνουν το λουκουμά κλπ κλπ και κάνουν γυμνισμό τς... τς... τς...

-Πού πας μωρή με το παρεό και τη καπελαδούρα;
-Πόρτο Λούγκρα αγάπη μου ν' απλώσω την κορμάρα μου να τρελάνω τα τεκνά!
-Περίμενε χρυσή μου θα 'ρθω να τα πετάξω κι εγώ έξω!
-Μη μωρή, θα μας βγάλουν στις ειδήσεις ότι εμφανίστηκε φαλαινοκαρχαρίας στα λιμανάκια και θα μας κάνεις χαλάστρα!
-Σ' έχει γαμήσει φαλαινοκαρχαρίας;
-Ουουουουουουου!

Το τραγούδι του Λίλιαν; (από Khan, 02/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση δανεισμένη από το Ευαγγέλιο.

Η έκφραση κυριολεκτικά αναφέρεται εις τη αρμονία που επικρατεί στο σύμπαν. Η σλανγκ μετατροπή της, αφορά συνήθως σε αιθέριες υπάρξεις (ελαφρά ενδεδυμένες), που ομορφαίνουν το ανθρώπινο και ειδικότερα το αρσενικό σύμπαν. Για παράδειγμα η παραλία του Ρίο ντε Τζανέϊρο. Ο θρησκόληπτος φυσιοδίφης θα παρατηρήσει μια πολύ ωραία ακτογραμμή. Ο κοινός θνητός θα παρατηρήσει την απουσία γραμμών εις τα σώματα των γύρω ενδημούντων θηλυκών. Και οι δύο θα αναφωνήσουν: Όλα εν σοφία εποίησε!

-Τι ήταν αυτό που πέρασε ρε Φάνη;
-Καινούρια μεταγραφή στη γειτονιά. Μένει απέναντι στον τρίτο. Χωρισμένη, έχει και ένα κοριτσάκι μικρό.
-Και κωλαράκι τούρλα, και βυζά τροφαντά, και προσωπάκι γλυκό, και περπάτημα λυγερό, και ψηλό κομμάτι.
-Ακριβώς, όλα εν σοφία εποίησε!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για το πολυαγαπημένο μπητς μπαρ, στο μονολεκτικότερο και νεοελληνικότερο.

- Πάμε στη διπλανή παραλία, έχει κι ένα γαμάτο μπητσόμπαρο.
- Τι είναι το μπητσόμπαρο;
- Το πολυαγαπημένο μπητς μπαρ, στο μονολεκτικότερο και νεοελληνικότερο.
- Έχεις και κότερο;

και μπητσομπαρο και κότερο ναουμ! (από BuBis, 03/09/09)μπιτς για μπιτς... (από BuBis, 03/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified