Selected tags

Πλιζ, απόφυγε αυτήν την ετικέτα, καθώς πρόκειται σύντομα να απαλειφθεί!

Αν δεν βρεις ετικέτες που να ταιριάζουν στον ορισμό σου, ανέβασέ τον χωρίς ετικέτες και στείλε κατόπιν αναφορά στους συντονιστές υποδεικνύοντας τις ετικέτες που θα ήθελες να του προσαρτηθούν.

Τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται, όμως λέγεται επιτατικά, με σκοπό και διάθεση υπερβολής και επίτασης αυτών που παραλείπουμε να αναφέρουμε.

Αυτό που προσπαθούμε να περιγράψουμε (π.χ. μία κατάσταση, ένας χαρακτήρας, ένα γεγονός), είναι υπερβολικό και ξεφεύγει από τα συνηθισμένα μέτρα, (είτε θετικά είτε πολύ συνηθέστερα αρνητικά), ώστε είναι αδύνατο να το περιγράψουμε με ακρίβεια σε όλη του την έκταση (ή απλώς βαριόμαστε). Για αυτό κολλάμε το – και δεν συμμαζεύεται - για να δείξουμε ότι για αυτά που μόλις είπαμε και περιγράψαμε, θα μπορούσαμε να πούμε και πολλά άλλα ακόμη, αλλά τα παραλείπουμε αφενός για λόγους συντομίας, αφεδύο επειδή με την ίδια την φράση αυτή λέμε και εννοούμε πολύ περισσότερα, τα οποία με την προσπάθεια ακριβούς περιγραφής μπορεί και να έχαναν.

Ό,τι υπονοείται, αποδεικνύεται πάντα ισχυρότερο από αυτό που λέγεται. Το ίδιο ισχύει και για τις γυναίκες που μας αποκαλύπτουν μικρά σε έκταση μέρη του σώματός τους, γάμπα, κοιλίτσα, ντεκολτέ, για να μας παρακινήσουν να φανταστούμε και να προσεγγίσουμε τα υπόλοιπα. Άσχετο, αλλά ο καλός ορισμός πρέπει να ‘χει και λίγο σεξ μέσα.

  1. Παράδειγμα λήμματος από εδώ: - Τι γίνεται ρε γαμώτο, τι πουστάκια τραγουδιστές είναι αυτά που βγαίνουνε συνέχεια τώρα τελευταία;!
    - Ε αφού τους προωθεί το αδελφάτο των ιπποτών, Ψινάκης και σία και δεν συμμαζεύεται....

  2. Παράδειγμα λήμματος από εδώ:
    -Ρε Μάνο, η Πολυξένη τελευταία πολύ στην πένα κυκλοφοράει ναούμ... Ρούχα πανάκριβα, mercedes compressor και δε συμμαζεύεται... Τι δουλειά είπαμε ότι κάνει;

  3. Παράδειγμα λήμματος από εδώ:
    -Ωραίες εποχές φίλε τα νάιντις... Trancemedia, Battery, Άλσος, Amorphia, μετά U-matic και δε συμμαζεύεται...

(καλή φάση να βρίσκεις έτοιμα παραδείγματα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος της πολιτικής, και ειδικότερα της αριστερής slang. Πλατύς, αποκαλείται κάποιος που είναι σε ένα κόμμα, αλλά δεν έχει σχέση με τους μηχανισμούς, και εκφεύγει λίγο της κομματικής γραμμής. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι περίπου συνώνυμο, είναι το «συνεργαζόμενος».

Ο όρος γεννήθηκε από την αριστερά και ειδικότερα από το ΚΚΕ, που, όντας παράνομο, έψαχνε να βρει τρόπους να κερδίσει αποδοχή και νομιμότητα, συνεργαζόμενο με ευρύτερα αποδεκτές προσωπικότητες, που δεν προέρχονταν από τον σκληρό κομματικό πυρήνα (βλέπε κούτβηδες π.χ.). Για παράδειγμα, η ΕΔΑ είχε στους κόλπους της προσωπικότητες που δεν είχαν άμεση (εκτελούν εντολές του πολιτικού γραφείου του ΚΚΕ) σχέση με το ΚΚΕ. Ένα παράδειγμα ήταν ο Ηλίας Ηλιού, από τους πιο γνωστούς.

Ο όρος σήμερα που οι ιδεολογίες «φθίνουν» τείνει να περάσει στην ιστορία. Για την ιστορία πάλι, να πούμε ότι πλατείς αριστεροί, υπήρξαν και στελέχη του Κέντρου, αλλά ακόμα και στελέχη που μετά πολιτεύθηκαν με τη Νέα Δημοκρατία. Παράδειγμα, ο Πάγκαλος, ή ακόμα και ο Λυκουρέζος. Και οι δύο ήταν μέλη της νεολαίας των Λαμπράκηδων.

Για πρώτη φορά αισθάνθηκαν οργανωτικά τόσο αδικημένοι, αλλά και πολιτικά τόσο δικαιωμένοι, αυτοί που τόσα χρόνια έφερναν στον ΣΥΝ τον πλατύ αριστερό ψηφοφόρο, ...

Βλ. και το μύδι #1

Ο ηθοποιός Νικήτας Πλατής υποδυόμενος το ρόλο του Ενωματάρχα (από allivegp, 25/10/09)Επαγγελματίας αδερφός φτωχής αλλά τίμιας νεανίδος... (από BuBis, 25/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φούσκος, η μπουνιά, το δυνατό κτύπημα, κυρίως στο πρόσωπο. Πολλές φορές αναφέρεται και ως «μπιφτεκιά», ή «μπιφτέκα».

  1. Θα σου ρίξω κανα μπιφτέκι, παράτα με!

  2. Πω, ρε μαλάκα, τι μπιφτέκι τού'ριξε;

  3. Του είπε «α γαμήσου» και του ρίχνει ο Μήτσος μια μπιφτέκα, τον ξέρανε σου λέω.

Διπλό Μπιφτέκι (από panos1962, 28/10/09)ΤΟ Μπιφτέκι! (από panos1962, 28/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για σλόγκαν που κυκλοφόρησε στην πολιτικά ταραγμένη χρονιά του 1965. Η κυβερνητική αστάθεια που προκλήθηκε από την αποχώρηση 40 βουλευτών της κυβερνητικής πλειοψηφίας της Ένωσης Κέντρου, η πτώση της Κυβέρνησης, οι έντονες πολιτικές διεργασίες που ακολούθησαν και οι κοινωνικές ταραχές που λάμβαναν χώρα παράλληλα, συνέπεσαν με τη γέννηση της πρωτότοκης κόρης Αλεξίας του τότε Βασιλικού ζεύγους Κων/νου και Άννας-Μαρίας. Φυσικά, εν μέσω σοβαρών κρίσεων κανείς δεν μπορεί να μείνει ουδέτερος, κι έτσι πρωτοσέλιδα εφημερίδων της εποχής και διαδηλωτές με πλακάτ καλούσαν σκωπτικά τη νεογέννητη πριγκίπισσα να τοποθετηθεί επί των τεκταινομένων με την ατάκα «Αλεξία, πάρε θέση», σε μια έμμεση φυσικά προτροπή προς τον άνακτα πατέρα της να μην κάνει τον Κινέζο και να δώσει διεξόδους στα οξυμένα πολιτικά προβλήματα, συμφώνες με το λαϊκό αίσθημα.

Φυσικά, η Αλεξία μπορεί να αντικατασταθεί από οποιοδήποτε άλλο όνομα, ανάλογα με το από ποιον περιμένουμε να τοποθετηθεί επί ενός ζητήματος.

Καλά, ολόκληρο σεντόνι σχόλια για το σαν ταμένο, και ο τζόνιμπλακ να μην εμφανιστεί; Τζόνι, πάρε θέση!

Πάρε θέση! (από allivegp, 17/10/09)Αλεξία σε πιο πρόσφατη φωτό. (από poniroskylo, 03/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε κοροϊδευτικά όταν κάποιον τον έχει πιάσει η απληστία και θέλει να βγάλει όλο και περισσότερα λεφτά, γι΄αυτό και συμπεριφέρεται σαν τον Σκρουτζ (αν και ο Σκρουτζ έβλεπε δολάρια) (βλ. παράδειγμα 1).

Μερικές φορές το ευρώ μπορεί να αντικατασταθεί με κάτι άσχετο, λόγω του ότι το άτομο αυτό κάνει σαν τρελό για αυτό το πράγμα (βλ. παράδειγμα 2).

  1. - Μάγκα μου, θα βγάλω τρέλα γκαφρά από αυτή την υπόθεση.
    - Άραξε ρε μαλάκα, βλέπουν τα μάτια σου ευρώ και δεν βλέπεις ότι ο τύπος πάει να στα φάει.

  2. (Σε χώρο που απαγορεύεται το κάπνισμα)
    - Ρε πού πήγε ο Γιώργος;
    - Είχε χαρμανιάσει και έβλεπαν τα μάτια του τσιγάρα, γι΄αυτό πήγε έξω να καπνίσει!

(από GATZMAN, 18/10/09)(από GATZMAN, 18/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μετεξέλιξη της πολύ γνωστής έκφρασης «Δε μας χέζεις ρε Νταλάρα;». Ο εκκενωτής αυτή τη φορά όμως δεν είναι ο γνωστός βάρδος.

Ο Εδουάρδος Αλοίσιος Μέρφυ ο νεότερος (Edward Aloysius Murphy Jr.) γεννήθηκε το 1917 και υπηρέτησε στην Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ (USAF), ως μηχανικός αεροσκαφών. Το 1949, συμμετείχε στο πρόγραμμα MX981, με το οποίο γίνονταν δοκιμές για τις αντιδράσεις του ανθρώπινου οργανισμού στις απότομες επιταχύνσεις. Το πρόγραμμα αυτό θα έκρινε το μέλλον των υπερηχητικών αεροσκαφών αλλά και των πυραύλων που οι Αμερικανοί σκόπευαν από τότε να στείλουν στο διάστημα.

Σε ένα από τα πειράματα που γινόταν κατά την διάρκεια αυτού του προγράμματος έπρεπε να τοποθετηθούν στο σώμα του πιλότου δεκαέξι αισθητήρες για τη μέτρηση της επιτάχυνσης και κάθε αισθητήρας μπορούσε να τοποθετηθεί με δύο τρόπους, έναν σωστό και έναν λανθασμένο. Όπως θα φαντάζεστε εδώ έγινε το μεγάλο λάθος… ένας από τους τεχνικούς που βοηθούσε τον Μέρφυ τοποθέτησε και τους δεκαέξι αισθητήρες λάθος!! Ο Μέρφυ τότε φώναξε:

— Εάν κάτι μπορεί να πάει στραβά, θα πάει!

Ο πιλότος (Τζον Πολ Σταπ) που θα πραγματοποιούσε το πείραμα κατά την διάρκεια μιας συνέντευξης τύπου ανάφερε το περιστατικό και μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα η φράση του Μέρφυ έκανε τον γύρο της Αμερικής. Το 1958, μια δεκαετία αργότερα «Ο Νόμος του Μέρφυ» καταγράφτηκε στο λεξικό Γουέμπστερ. Στην συνέχεια κυκλοφόρησαν διάφορες παραλλαγές, από τις πιο απλές και καθημερινές όπως: «η ουρά στο διπλανό ταμείο κινείται πάντα πιο γρήγορα» μέχρι τις πιο φιλοσοφικές όπως: «κάθε φορά που τα πράγματα δείχνουν να πηγαίνουν καλύτερα, κάπου έχεις κάνει λάθος».

Ο Arthur Bloch εκμεταλλευόμενος όλη αυτή την κατάσταση έκδωσε και ένα βιβλίο γνωστό ως «Οι Νόμοι του Μέρφυ» και έτσι ο Μέρφυ από μια αυθόρμητη φράση του έγινε παγκοσμίως γνωστός!

Αυτή η αποστομωτική έκφραση λοιπόν πηγαίνει σε όλους τους απαισιόδοξους και ιδιαίτερα εκνευριστικούς, που πάντα θεωρούν δεδομένη την καταστροφή και την αποτυχία σε οτιδήποτε επιχειρούν αυτοί ή κάποιος από την ομήγυρή τους, όχι απαραίτητα επειδή έχουν ακούσει για τους νόμους του Μέρφυ.

- Με αυτή την πετονιά που έφερες ρε μαλάκα δεν υπάρχει περίπτωση να πιάσουμε ούτε παλιά καπότα. Τσάμπα θα πάει το ψάρεμα, πάει ο πολύτιμος χρόνος μου, είναι σίγουρο ότι δεν θα πιαστεί τίποτα...
- Δε μας χέζεις ρε Μέρφυ. Άντε στο καλό άμα δε θες.

- Όχι ρε μαλάκα ο Μπλάνκο, αυτός θα το χάσει το πέναλτυ, είναι σίγουρο.
- Δε μας χέζεις ρε Μέρφυ, άντε να το βαρέσεις εσύ, που είναι και σίγουρο.

Βλέπε και του πούστη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αφηγηματικό μη καλολογικό στοιχείο που απαντά σε μακροσκελείς προφορικές επικίλες τις οποίες απαγγέλουν γλωσσοκοπανίζοντα και αεροκοπανίζοντα θήλεα νέας κοπής με ακροατήριο όμοιές τους. Πρόκειται ουσιαστικά για ένα μόριο με το οποίο δηλώνεται το τέλος μιας κατά λέξη εξιστορούμενης συνήθως τηλεφωνικής συνομιλίας, σπανιότερα δε και συνομιλίας που είχε γίνει πρόσωπο με πρόσωπο.

Περ' από τη λειτουργία του αυτή ως ένα είδος προφορικής στίξης, το γεια γεια στο λόγο επιτελεί μια σειρά από δραματικές λειτουργίες. Προσδίδει παραστατικότητα αλλά και ένταση, καθώς πλεοναστικά υπερτονίζει τη λήξη της συνομιλίας ώστε να αφήνεται να εννοηθεί ότι αυτή αποτελεί τομή στην έως τώρα πλοκή-αφήγηση. Έτσι παίζει κι ένα ρόλο προοικονομίας, καθώς αναπλάθει τη συνθήκη ευτυχούς άγνοιας για την επερχόμενη μοίρα των συνομιλητών που λένε αμέριμνοι κι ευγενικοί γεια γεια, προκειμένου η συνέχεια της αφήγησης να την ανατρέψει άρδην. Δημιουργείται, δηλαδή, κι ένα είδος τραγικής ειρωνείας, εφόσον στο άκουσμα και μόνο του γεια γεια ο ακροατής αντιλαμβάνεται ότι κάτι θα συμβεί στους ήρωες της συνομιλίας που δεν τους ήταν τότε διαυγές.

Μέσα από την απόλυτη περιττότητά του, μπορούμε να εντοπίσουμε στο γεια γεια την πληγή από την οποία ο σημερινός προφορικός λόγος ματώνει.

Είχαμε βγει με τον Κώστα, τη Μαρία και τη Φούλα, και ξέρεις τώρα, η Μαρία γουστάρει τρελά Κώστα, και μας τα είχε πρήξει τις προηγούμενες μέρες με τη Φούλα που ήμασταν, κι εκείνο το βράδυ είχε αρχίσει να προχωράει το πράμα, ήταν από κοντά όλο το βράδυ, χορούς και τέτοια, λέω πάει, αλλά τελικά δεν έγινε τίποτα κείνο το βράδυ γιατί ήταν να 'ρθει ο μπαμπάς της να τη δει το πρωί, αλλά για να μη κρυώσει η φάση προτείνω εγώ όταν φεύγαμε ξημερώματα λέω να μαζευτούμε το βράδυ σπίτι μου να δούμε τους απαράδεκτους το ντιβιντί κι έτσι, ξέρεις, για να την πάει μετά σπίτι αυτός, έτσι κι αλλιώς η Φούλα σπίτι μου θα μου ζητούσε να κοιμηθεί σε μένα κλασικά, τον παίρνω εγώ λοιπόν το απόγευμα κατά τις 6, που είχε έρθει η Μαρία από το σπίτι, μου λέει ξεναπάρε με πιο μετά, του λέω πες μου, θα 'ρθεις, μου λέει θα 'ρθώ, του λέω άντε σε περιμένουμε εννιά εννιάμισι, οκ; οκ μου λέει, γεια γεια... Χαρές η Μαρία, μέχρι που κατά τις 7 έρχεται μήνυμα σε μένα, λέει τελικά δε θα 'ρθω, κάτι μου έτυχε, εν τω μεταξύ η Μαρία γάμησέ τα, έπεσε άσχημα και καλά δεν τη γουστάρει καθόλου, παίρνω τη Φούλα να της το πω, εν τω μεταξύ την έπαιρνα όλη μέρα το 'χε κλειστό, σε κάποια φάση το άνοιξε αλλά δεν απαντούσε, και είχα ανησυχήσει, γιατί το βράδυ είχε γίνει ψιλοσκατά, στην αρχή την έπεφτε αυτή στον Κώστα για πλάκα, μετά είχε βρει μια παρέα απ' τη σχολή, τελικά μαζί φύγαμε πάντως, τέλος πάντων μετά το είχε κλειστό όλη μέρα, την παίρνω στο σταθερό δεν απαντούσε, τι να κάνω, παίρνω τον Κώστα γιατί μένουνε πολύ κοντά, του λέω θα πας με τη μηχανή να δεις τι κάνει η Φούλα, μην έχει πάθει τίποτα, μου λέει οκ, του λέω πάρε με, μου λέει μην ανησυχείς, θα σε πάρω, γεια γεια... αν σε πήρε εσένα με πήρε κι εμένα, όλο το βράδυ τίποτα, ούτε απαντούσε στο κινητό, και η Φούλα που το 'χε ανοίξει για λίγο κι είχε πάρει τα μηνύματα κι αυτή κλειστό... Μαύρη νύχτα πέρασα με τη Μαρία, εν τω μεταξύ εγώ είχα καταλάβει, αλλά δεν έλεγα τίποτα, καταλαβαίνεις... Περνάνε δυο μέρες και τον βλέπω στη σχολή το απόγευμα στο κυλικείο, ενώ με τη Φούλα να μην έχουμε μιλήσει καθόλου, και κατευθείαν του λέω καλά του λέω, τι 'ν' αυτά που κάνεις; μου λέει τι; του λέω όταν σε πήρα προχτές με τη Φούλα ήσουνα, μου λέει τι δουλειά έχω 'γω με τη Φούλα, με ύφος, για ξεκάρφωμα, και του λέω εσύ τώρα είσαι άντρας και τότε άρχισε να μου τα χώνει, έλεγε κάτι μαλακίες που δεν τις θυμάμαι, αλλά μετά από λίγο άρχισε να γελάει μου λέει είσαι αλεπού, του λέω ναι, αλλά μ' αυτά που κάνετε εγώ φαίνομαι η ηλίθια και η παράξενη που χώνεται και ψάχνει, και τι γυρίζει και μου λέει ο μαλάκας, έλα λέει αφού σου αρέσω, του λέω είσαι ηλίθιος, ξεκόλλα του λέω, αυτός μετά έλεγε κάτι μαλακίες για μένα και τη Μαρία, του λέω μη μου ξαναμιλήσεις, μου λέει καλά, γεια γεια, και σηκώνομαι και φέυγω από το κυλικείο, κι από τότε δεν έχουμε ξαναμιλήσει, εν τω μεταξύ η Φούλα με παίρνει στο δεκάλεπτο, και μου έλεγε συγγνώμη, και ότι θα μιλήσει αυτή στη Μαρία, της λέω δε μ' ενδιαφέρει, είναι μαλάκας της λέω, μου λέει καλά θα τα ξαναπούμε το βράδυ γιατί έχω μάθημα, να μιλήσουμε της λέω, έχω πολλά να σου πω, ίσως για τελευταία φορά της λέω, ναι μου λέει, γεια γεια... Με παίρνει λοιπόν το βράδυ...

(το ως άνω ωτακουσθέν λάιβ και καταγραφέν υπό του χαλικούτου εις δημόσιον χώρον. Πραγματικός χρόνος διάρκειας εκφωνήσεως το πολύ ενάμισι λεπτό).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καταφατικό μόριο της νεοελληνικής καθομιλούμενης νέας κοπής. Δηλώνει πρόθεση συμμετοχής και σύμπνοια του ομιλητή με την εκπεφρασθείσα πρόταση του συνομιλητή.

Από το νωρίς απαρχαιωμένο ψήνομαι με κόψιμο και της κατάληξης και του χαρακτήρα του ρήματος και γενικά του ό, τι περίσσευε χωρίς ματιές πίσω από την πλάτη και συναισθηματισμούς, στο πνεύμα της εποχής. Να μη συγχέεται με τα ομόηχα ψι.

- Πάμε μία στις από κάτω;
- Ψη...

(από Vrastaman, 12/10/09)το χαλικάλι! (από BuBis, 12/10/09)Movement of Jah People (από Vrastaman, 12/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση δυσπιστίας έναντι επικαλουμένων ιδιοτήτων κομπορρήμονα συνομιλητή. Δηλαδή, εννοείται «πού τα 'χεις δει αυτά που λες», «πού γίνονται αυτά» κ.λπ., αντικαθιστώντας την ανύπαρκτη χρονική διάσταση των εικαζομένων επιτευγμάτων «πότε;», το οποίον υφίσταται μόνον ως απάντηση (βλ. παλιά στο Τέξας κ.λπ.) με αναφορά σε τοπική αναρμοδιότητα. Συνήθως, χρησιμοποιείται με το πρόσφυμα «μωρέ», ενώ το «πού» μπορεί να επαναλαμβάνεται.

Χαρακτηριστικά, η επίθεση τόνου στην αντωνυμία «πού», την τρέπει από αναφορική σε ερωτηματική, αλλάζοντας εντελώς το νόημα της πρότασης. Π.χ. (Καββαδίας 7 Νάνοι στο S/S Cyrenia): «Ραμάν αλλήθωρε τρελέ, που λύνεις μάγια» σε «Ρε αμάν αλλήθωρε τρελέ, πού λύνεις μάγια;» (δηλαδή σιγά μη λύνεις και μάγια τρομάρα σου, δεν κοιτάς την τύφλα σου)...

  1. - Εγώ που λες αυτήν εκεί πέρα, την έχω γαμήσει!
    - Πού μωρέ σκουράτζο; Πού;

  2. - Όταν ήμουν λοιπόν σημαιοφόρος στο σχολείο...
    - Άσε ρε βίδα! Πού βρε; Σε σχολείο πυγμαίων πήγες;

εδώ Τσάρος (από johnblack, 06/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πληρώνω στη μάγκικη διάλεκτο, η οποία τείνει να κόβει τις τελευταίες συλλαβές από λέξεις.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα της εν λόγω διαλέκτου το γνωστό άσμα «εφτά νομά σ' ένα δωμά και δε μπορώ να κλείσω μα», δηλαδή εφτά νομάτοι σε ένα δωμάτιο και δε μπορώ να κλείσω μάτι (κοιμηθώ).

Κράτα το μπαμπάκι σου μόρτη. Εγώ πλερώ...

Υποψήφια βουλευτής Αννα Ακατονόμαστου:Δε μας χέζεις ρε Ακατονόμαστε (από GATZMAN, 03/10/09)

Δες και κομμέ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified