Selected tags

Πλιζ, απόφυγε αυτήν την ετικέτα, καθώς πρόκειται σύντομα να απαλειφθεί!

Αν δεν βρεις ετικέτες που να ταιριάζουν στον ορισμό σου, ανέβασέ τον χωρίς ετικέτες και στείλε κατόπιν αναφορά στους συντονιστές υποδεικνύοντας τις ετικέτες που θα ήθελες να του προσαρτηθούν.

Το ανά οθόνης λήμμαν δεν αφορά στο αυτάρεσκο και μη σλανγκικό νέιμ ντρόπινγκ για λόγους εντυπωσιασμού, αλλά στην χαβαλεδιάρικη φορ τεχ λουλζ επίκληση φιλοσόφων ή θεωρητικών (πιχί αριστεριτζήδων).

Βλ. επίσης: όπως λέει και μια ινδιάνικη παροιμία, που λένε και στο χωριό μου.

- Όπως είπε και ο Μαρξ, «τι κόμματος, αυτή είναι γυναίκα με το γάμα το κεφάλαιο» (εδώ)

- «Eίσαι επαναστάτης του κώλου» όπως είπε και ο Λένιν. (εκεί)

- Ένα ολόκληρο τμήμα της [λεγόμενης «ανανεωτικής αριστεράς»], κυρίως γαλλοτραφές, είχε επιλέξει τον Λουί Αλτουσσέρ (και μάλιστα κάποια κακοχωνεμένη μορφή του, καθότι δύσπεπτος) ως τον γκουρού ενός ιδιόμορφου φονταμενταλισμού, κάνοντας να υποφέρουν όχι μόνον τα ώτα των υπολοίπων, αλλά και η κοινή λογική. Στον «Ρήγα Φεραίο» υπήρχε για ένα φεγγάρι μια αντίδραση με τάση διακωμώδησης τέτοιων καταστάσεων πρώιμης αρτηριοσκλήρωσης, όπως για παράδειγμα:
- Εκδήλωση αμηχανίας: «’Τι να κάνουμε;’, πού λέει κι ο Λένιν».
- Εμφάνιση επισκέπτη: «Όπως είπε ο Αλτουσσέρ, ‘Χτυπάει η πόρτα’».
- Αυξομειώσεις τάσης της ΔΕΗ: «Όπως είπε κι ο Γκράμσι, ‘Κάηκε η λάμπα’».
Η θεωριτικούρα αυτή πήρε απότομα και απροσδόκητα τέλος το φθινόπωρο του 1980, με τη γνωστή τραγική κατάληξη του Αλτουσσέρ... («Δεν έχουμε να χάσουμε παρά το κεφάλι μας» Σταλινισμός η τέταρτη μονοθεϊστική θρησκεία, Νίκου Μπελογιάννη & Αγγελικής Κώττη, Άγρα, 2012, σ. 55-56)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολλές φορές κάποιος που πάει κάποιον, τον αποκαλεί ωραίο, με την έννοια πως έχει γαμάτο χαρακτήρα.

Θα μπορούσε λοιπόν, κάποιος άλλος (μιλάμε για ετεροφυλόφιλο, γνωστό του πρώτου ομιλητή), που δεν έχει την ίδια γνώμη με τον πρώτο ομιλητή για τον θεωρούμενο ωραίο και θέλει να αντιδράσει σ' αυτό που άκουσε, να απαντήσει με ειρωνικό στιλ: «χύνω όταν τον βλέπω», κάνοντας κατάλληλες κινήσεις της γλώσσας του σώματος (ανασήκωμα των βλεφάρων, κούνημα κεφαλιού, αργόσυρτη φωνή, κ.λπ.).

Τι πετυχαίνει έτσι;

Δίνει απαξιωτικά και ειρωνικά, με έμμεσο τρόπο, στον άλλο να καταλάβει, πως έχει εντελώς διαφορετική άποψη. Γι’ αυτό και δηλώνει εμφατικά «χύνω όταν τον βλέπω» (άτοπο: και το ερωτικό άναμμα, αλλά και προφανώς η αμεσότητα εκσπερμάτωσης), σε συνδυασμό με τη γλώσσα του σώματος του, την ώρα που λέει την ατάκα (βλ. παράγραφο 2).

Είναι προφανές, πως μέσω αυτής της αντίδρασης του, έχει μέσα του μαζεμένα τα... φορτία, για τον ωραίο της υπόθεσης. Η εκφραστικότητά του δε, μπορεί να γίνει τόσο αποτελεσματικότερη, όσο πιο ενθουσιώδης εμφανίζεται ο πρώτος ομιλητής.

Μήτσος:
- Πολύ τον πάω το Γιάννη. Φανταστικός τύπος! Ωραίος!
Πέτρος (με ειρωνικό ύφος):
- Ναι βέβαια. Τι να σου πω; Χύνω όταν τον βλέπω!

Δες και γειώσεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παροιμιώδης φράση της οποίας αγνοώ την προέλευση, αλλά που έκρινα σκόπιμο να ανεβάσω αφού την άκουσα από δυο ανεξάρτητες παρέες. Αν κανείς/καμιά γνωρίζει προέλευση, κερδίζει ένα Dimple, αν ταυτόχρονα απαντήσει στην επιπλέον ερώτηση χωρίς να κοιτάξει: τι σημαίνει Dimple.

«- Και πώς τα περνάτε στο Μοναστήρι, πάτερ; - Ε, λίγο αυνανισμός, λίγο προσευχή, περνάει η ώρα...».

Πέρα από τους μοναχούς και ορισμένοι λαϊκοί συμπολίτες μας χρησιμοποιούν την παραπάνω έκφραση, προκειμένου να περιγράψουν μια μάλλον μέτρια φάση της ζωής τους.

  1. - Και πώς τα περνάς εκεί στην ξενιτιά;
    - Ε, δεν υπάρχει σάλιο το τελευταίο εξάμηνο όπως ξέρεις, οπότε λίγο αυνανισμός, λίγο προσευχή περνάει η ώρα...

  2. - Και πώς τη βλέπεις τη φάση τώρα στο χωριό πάλι;
    - Ε, λίγο αυνανισμός, λίγο προσευχή, περνάει η ώρα, δε βαριέσαι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πραγματική σημασία της λέξης περιγράφει είδος μετάλλινου μαγειρικού σκεύους, χύτρας ή κατσαρόλας, καθώς επίσης και περίσσευμα φαγητού σε συσσίτιο. Από το ιταλικό marmitta (it) > γαλλ. marmite.

Μεταφορικά αναφέρεται στην άσκηση εργασίας / δραστηριότητας με σημαντικές απολαβές, χωρίς όμως παραγωγικότητα, κάματο ή ευθύνες. Παραπέμπει στο γνωστό αρνητικό πρότυπο δημοσίων υπαλλήλων ως επί το πλείστον, οι οποίοι αμείβονται δυσανάλογα με την απόδοσή τους, σαν να τσιμπολογάνε φαγητό από τη χύτρα.

Απόσπασμα από άρθρο πολιτικής εφημερίδας:
«Η «μισθωτή εφεδρεία» ΔΕΝ προβλέπει την πληρωμή υπερωριών (εικονικών τις περισσότερες φορές), την αποζημίωση για εργασία τα Σαββατοκύριακα και κάθε λογής επιπλέον απολαβές που έχουν οι εργαζόμενοι στον ΟΣΕ (όπως και πολλοί άλλοι εργαζόμενοι σε ΔΕΚΟ).
Οι εργαζόμενοι του ΟΣΕ αντιδρούν γιατί θα χάσουν τη μαρμίτα. Θα χάσουν όλα όσα χρήματα έβαζαν στην τσέπη τους ΧΩΡΙΣ να τα δουλεύουν, ή τουλάχιστον χωρίς να ανταποκρίνονται στην εργασία που έκαναν».

Εικόνα αρχείου από τα Γαλατικά Νέα του 75 π.χ.  (από GATZMAN, 13/11/10)

βλ. και έκφραση έχει πέσει στη μαρμίτα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση εν είδει υπερβολής, η οποία αναφέρεται στα υπέρογκα χρέη που έχει κάποιος. Εξαιρετικά εύστοχη στις μέρες μας, που οι τράπεζες έχουν τεράστιες κερδοφορίες. Τα χρέη είναι ανάλογα της γεωγραφικής απόστασης μεταξύ Ελλάδος και Ονδούρας.

- Είδα τον Γιώργο χθες, χάρηκα που τα πάει καλά, η δουλειά του ανθίζει.
- Ποιος ρε, ο Γιώργος; Πλάκα μου κάνεις; Αυτός χρωστάει από 'δώ μέχρι την Ονδούρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βάζω χέρι, σε κοπέλα κυρίως (γιατί όπως λέει και ο θυμόσοφος λαός, το κοτόπουλο και η γυναίκα θέλουν χέρι). Επίσης μπορεί να απαντηθεί και σαν χεριάζω, μόνο που στην περίπτωση αυτή το λήμμα αποκτά και τις σημασίες του α) δέρνω και β) πειράζω (και ενίοτε κλέβω).

  1. - Πέτυχα τον Τάσο στο σινεμά, χτες... - Μιλήσατε ; - Όχι γιατί καθόταν παραδίπλα και χερίκωνε μια, δεν κατάλαβα και ποια ήταν, μες στα σκοτάδια...

  2. - Τα τσογλάνια μου γρατζούνισαν την πόρτα, τα μαλακισμένα... - ... Θέλουν ένα χερίκωμα ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πήγαινε μια θέση πιο δίπλα ή κάνε λίγο χώρο, στριμώξου, μετακινήσου λίγο.

Για να γίνει αυτό, πρέπει να μετακινηθεί ο καθήμενος κατά έναν κώλο (ανεπίσημη μονάδα μέτρησης που ισούται με 50 εκατοστά κατά Μ/Ο, όσο δηλαδή ένα κάθισμα).

Με την έκφραση αυτή αναφερόμαστε στην μέθοδο και όχι στο αποτέλεσμα. Το λέμε κυρίως όταν ο καθήμενος είναι εξαιρετικά απρόθυμος να βοηθήσει την κατάσταση και κάνει τον γερμανό.

- Σαν πολλοί δεν μαζευτήκαμε; Πού θα κάτσουν οι γονείς σου τώρα;
- Ε κάνε έναν κώλο πιο πέρα και θα χωρέσουμε όλοι, άντε.

(από nick, 09/09/09)Σεσινεπά-50-εκατοστά! (από Vrastaman, 10/09/09)

βλ. και κώλος μέσα κώλος έξω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ιδιοκτήτης ενοικιαζομένων δωματίων στις τουριστικές περιοχές. Η κατ' εξοχήν μη παραγωγική απασχόληση και μία από τις βασικές αιτίες που οι διακοπές στην Ελλάδα έχουν γίνει και ακριβές και μάπα.

Εποχιακό επάγγελμα, σχεδόν εξ ορισμού, κι ένας ρεντρούμης που σέβεται τον εαυτό του δεν δουλεύει ποτέ στο διάστημα Οκτωβρίου–Απριλίου για τον ίδιο λόγο που κι ένας σκύλος γλείφει τ' αρχίδια του: γιατί μπορεί. Τόσα δωμάτια επί τόσα ευρώ την ημέρα, τόση πληρότητα επί τόσους μήνες –ο υπολογισμός είναι απλός και είναι πραγματικά παράξενο γιατί η Εφορεία δυσκολεύεται τόσο να τον κάνει.

Από το αγγλικό rooms to rent. Θηλυκό: η ρεντρούμισσα –κλίνεται κατά το χανούμισσα.

Συνώνυμο είναι ο ρουμλετάς.

— Και τι θα κάνεις, ρε μαλάκα, τώρα που θα απολύσουνε; Άρχισες να ψάχνεις για καμμιά δουλειά;
— Φίλε, τα ρολόγια και τα κορόιδα δουλεύουνε –ο Μητσάρας από δω και πέρα ποτέ ξανά... Μόλις μαγκώσω την αποζημίωση, θα φτιάξω το σπίτι που άφησε στην Λούλα στο χωριό η θειά της η Ευανθία και θα γίνω ρεντρούμης... Σωστός;

Ενοικιαζόμενα στην Αντίπαρο (από poniroskylo, 08/06/08)(από Vrastaman, 07/07/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρήμα passe partout, μπαλαντέρ, coca cola, πάει με όλα ένα πράμα, το οποίο είναι ιδιαίτερα χρήσιμο όταν ο δόκιμος όρος δε μας έρχεται λόγω ζάλης, άγχους, άγνοιας, μέθης κλπ. Είναι αλήθεια ότι ενίοτε χρησιμοποιείται αντί του γαμώ (ιδίως στη μορφή απαυτώνω), αλλά είναι κρίμα η πολυσχιδής και πολύπλευρη προσωπικότητα του να περιορισθεί μόνο εκεί. Πολλές φορές πάει πακέτο με το λίγο, είτε λόγω της μικρής χρονικής διάρκειας του αυτώματος, είτε λόγω του ελάχιστου κόπου που χρειάζεται για να επιτευχθεί.

  1. Αύτωσε λίγο το αυτό εκεί πέρα.

  2. Μπορείς να αυτώσεις λίγο το σεσουάρ σε παρακαλώ;

  3. Πάω να αυτώσω το λάστιχο κι έρχομαι.

  4. Έλα μανίτσα μου να σε αυτώσω λίγο.

  5. Πω πω, με αύτωσε το κρασί...

  6. Πρέπει να αυτώσω το ριπόρτ για τη Δευτέρα όπως και δήποτε γιατί θα με αυτώσεi ο μαλάκας πάλι.

  7. Να αυτώσω το μαντζαφλέρι εκείνο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάρα πολύ. Συνώνυμo: σαν θεός

- Όχι να μπούμε κι' εδώ ρε μαλάκα, όλο αδερφές μαζεύει το μέρος.
- Έλα τότε και βολεύει: κατουριέμαι σαν πούστης.

Για άλλες χρήσεις του πούστης με επιτατική σημασία, δες και δεν κουνιέται πούστης, του πούστη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified