Selected tags

Further tags

Αναφέρεται σε γυναικοπαρέα, ή απλά τις γυναίκες της παρέας. Ο αριθμός των υπό αναφορά γυναικών, πρέπει να είναι τουλάχιστον δύο.

Αλλά για να δικαιολογήσει αυτή η παρέα/ομάδα τον χαρακτηρισμό (και τίτλο!), πρέπει να είναι όλες εμφανίσιμες. Ή τουλάχιστον γαμήσαμπλ.

Η έκφραση είναι η γνωστή παράφραση του «πιάσε τον έναν και χτύπα τον άλλο», που αναφέρεται φυσικά σε άτομα που δεν εγκρίνουμε γενικώς, είτε εμφανισιακά, είτε σαν προσωπικότητα κ.τ.λ.

- Χθες βγήκα με τη Μαιρούλα. Έφερε μαζί της και τρεις φίλες της...
- Έλεγαν τίπτις;
- Γάμα τη μία, πήδα την άλλη ήταν τα μωρά...
- Ωραίος ρε μαλάκα, και δεν έριξες κανένα τηλέφωνο στο φιλαράκι σου να κοπιάσει και αυτός στο φτωχικό σου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Που προκαλεί το γέλωτα, ο γελοίος, ο καραγκιοζάκος της παρέας.

Τάκης: «Παιδιά κοιτάξτε, χοροπηδάω στο ένα πόδι και ρίχνω φάπες στο σβέρκο μου συγχρόνως!»

Ο Τάκης είναι γελωτοποιός.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τρόπος πληρωμής παρέας με ρεφενέ... όλοι πληρώνουν τα δικά τους.

Πάμε για μεζεδάκι και τσιπουράκι; Θα ξηγηθούμε γερμανικό όμως.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ή και για ποδόσφαιρο, σε προχωρημένες καταστάσεις.

Χαρακτηρισμός για αντροπαρέα, 5 άτομα και άνω, μπακούρια συνήθως, που βγαίνουν βράδυ. Σχεδόν πάντα τρώνε πόρτα από τα καλά μαγαζιά και καταλήγουν να πίνουν μπύρες και να τρώνε βρώμικα στο δρόμο ή σε κάποιο παρακμή μαγαζί που παίζει να τους δεχτεί και να χωράνε. Συνήθως είναι λιγούρια και κοιτάνε τριγύρω σα μαλάκες αλλά ποτέ δεν κάνουν κίνηση.

- Καλά ρε μαλάκες, για μπάσκετ θα πάτε; Ποιός θα σας βάλει μέσα τόσα άτομα;
- Τι να κάνουμε ρε γαμώτο, μας έχει φάει η αγαμία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τις εμβληματικές λέξεις του Τσιφόρου. Και κυρίως χάρη στον Τσιφόρο, νομίζω, έχει διασωθεί.

Το γκεζί είναι λέξη με τούρκικες ρίζες. Στα Τούρκικα gezi είναι ο περίπατος, η εκδρομή, ίσως κι ένας τόπος αναψυχής. Στα Ελληνικά, όμως, η λέξη έχει πάρει άλλες σημασίες, πολύ διαφορετικές.

Κάνω γκεζί ή πιάνω γκεζί σημαίνει κάνω παρέα, συντροφιά, αναπτύσσω προσωπικές σχέσεις -ίσως αυτή η σημασία να είναι πιο κοντά στο Τούρκικο ορίτζιναλ καθώς ένας ευχάριστος περίπατος συνήθως γίνεται με παρέα. Ο Τσιφόρος χρησιμοποιεί τη λέξη για να περιγράψει μια φιλία μεταξύ ανδρών (παρ.1) αλλά, αν θυμάμαι καλά, και τη σχέση ενός ζευγαριού που τά 'χει βρει και ετοιμάζονται να σπιτωθούν.

Παρέα, βέβαια, κάνουν και άνθρωποι με κοινά οικονομικά ενδιαφέροντα, όχι απαραίτητα νόμιμα, και ο Τσιφόρος χρησιμοποιεί τη λέξη επίσης για να περιγράψει γενικά την πιάτσα, το μάγκικο περιθώριο (παρ.2) και με τη σημασία αυτή το γκεζί γίνεται συνώνυμο και με το κουρμπέτι (παρ.3).

Η λέξη έχει περάσει και στην καθομιλουμένη ως γιαλαντζί μαγκιά και, σε πρώτη φάση, σημαίνει απλώς το επάγγελμα, το σινάφι (παρ.4). Έται, μπαίνω στο γκεζί = μπαίνω στο επάγγελμα. Υποδηλώνει, όμως, και την ρουτίνα της δουλειάς καθώς και την εμπειρία που κάποιος αποκομίζει όταν βρίσκεται σ' έναν επαγγελματικό χώρο πολύ καιρό (παρ.5). Όταν, λοιπόν, κάποιος λέει είμαι στο γκεζί υπονοεί και ότι ξέρει καλά τα κατατόπια αλλά και ότι, βασικά, έχει βαρεθεί. Και όταν η βαρεμάρα και η μονοτονία γίνονται τα κυρίαρχα στοιχεία και προφανής οδός διαφυγής δεν υπάρχει, τότε το γκεζί γίνεται συνώνυμο και με το λούκι (παρ.6).

  1. Πιάσανε λοιπόν το γκεζί (= κάνανε παρέα). Τα βράδια φύσαγε ο αγέρας, παγώνανε οι πλάκες, τουρτουρίζανε κάτου από τη μονή κουβέρτα οι κρατούμενοι και στη γωνιά ο Τεράχ μπέης δώσ' του το λακρεντί με τον Τάσο... (Από το Ο Μαγικός Άνθρωπος, του Ν. Τσιφόρου, η επεξήγηση από το gerontakos.blogspot.com)

  2. Λεφτά πολλά είχε ο Φέτας, εφόσον χρόνια στο γκεζί, έκανε μεγάλες δουλειές με τα πάντα, από κλεπταποδόχο μέχρι δανειστή. (Από το 'Βικτωρία η Ωχρά' του Ν.Τσιφόρου)

  3. «...Για δες πως την φερμάρουν στο γκεζί
    μες στο κουρμπέτι για τα σέα και τα μέα
    κάτι σαΐνια μαστοράκια στο γαζί
    και την βολεύουνε κιμπάρικα κι ωραία...» (Από το ρεμπέτικο-μαϊμού Το ταράφι και η πιάτσα των Πλέσσα-Καλαμαριώτη)

  4. - Θυμάστε το πρώτο-πρώτο σκίτσο που κάνατε στη ζωή σας;
    - Ναι. Ήταν τελικός κυπέλλου. Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός. Έβαλα τις δυο ομάδες να τραβάνε εκατέρωθεν τα χερούλια του κυπέλλου και να τα έχουν ξεχαρβαλώσει. Δημοσιεύτηκε το πρωί στην «Αθλητική Ηχώ» και το απόγευμα το ματς κατέληξε σε μακελειό. Όλοι με είπαν προφήτη! Προσλήφθηκα απ' την εφημερίδα και μπήκα στο γκεζί! (Συνέντευξη του σκιτσογράφου Κ. Μητρόπουλου στο www.os3.gr)

  5. Η λύση στο μπέρδεμα είναι εύκολη : να πίνεις περισσότερο και να σκέφτεσαι λιγότερο...τι σκατά, 8 χρόνια μέσα στο γκεζί το ακαδημαϊκό το έχω φιλοσοφήσει! (Από το leavingandliving.blogspot.com)

  6. Είχε αρχίσει η ιστορία πια να ξεκι­νήσει αυτή η διάσπαση, η σύγκρουση με τους έξω, με τους γραφειοκράτες, από τα κάτω. Και δυστυχώς μεσολαβεί η δικτατο­ρία όπου μπαίνουμε ξανά όλοι μαζί στο γκεζί -λούκι το λέμε σήμερα- και γίνεται πάλι από τα πάνω, όπου είναι μπασταρδεμένη η υπόθεση, είναι προδομένη από χέρι. (Συνέντευξη του Χ. Μίσσιου στη Ρήξη, από το www.ardin.gr)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξαφνικό παραλήρημα φλυαρίας από μέχρι πρότινος διακοσμητικής συμπαρουσιάστριας τηλεοπτικού σόου.
Χρησιμοποιείται ευρύτερα και εντός παρέας ατόμων, όταν μία μη-αντιληπτή και αμίλητη παρουσία, αρχίζει ξαφνικά έναν καταιγισμό σχολίων.

Επί δύο ώρες η Μαίρη ούτε που ξέραμε αν ήταν ζωντανή. Και μετά το γύρισε σε γλαστρίδα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρέα μόνο από γυναίκες.

Λέγεται συνήθως από ύπανδρες γυναίκες που, έχοντας μπουχτίσει από την συνοδεία των συζυγάτων τους και ίσως και την παρουσία πολλών αρσενικών στην δουλειά τους που τις πρήζουν τα συκώτια, κανονίζουν έξοδο διασκέδασης χωρίς αντρική παρουσία.

- Τι θα κάνουμε το βράδυ κορίτσια; Θα πάμε για ένα ποτάκι; - Θα πάμε όλοι παρέα; - Όχι, λέω να πάμε γυναικωτό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ομάδα φουσκωτών. Συνήθως οι σεκιουριτάδες σε συναυλία, μπράβοι νυχτομάγαζου, επαγγελματίες τραμπούκοι κλπ. Λέγεται όμως και για τους ζόρικους ματατζήδες.. Ειρωνικά, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για παρέα νεαρών που περιφέρονται με το ζωνάρι λυμενο για καυγά και καταλήγουν να τις μαζεύουν αυτοί.

Πλάγια αναφορά στο Dream Team.

- Μάγκες, στο συγκεκριμένο κλαμπάκι, κόσμια. Έχει ένα δείρε τημ γάμησέ τα, ο πιο μπασμένος είναι σαν τρίφυλλη ντουλάπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν πρόλαβα να βγάλω λέξη από το στόμα μου, ή να κάνω οτιδήποτε, επειδή κάποιος άλλος μονοπωλούσε την συζήτηση ή, γενικώς, τα 'κανε όλα μόνος του.

Παίζαμε στο ίδιο γήπεδο, σφύριξε η λήξη και την μπάλα στα πόδια μου δεν την είδα, την είχε ο άλλος, ο παράλλος, κάποιος, εγώ μια φορά δεν την είδα. Η μπάλα σε αυτό τον βαθύ στοχασμό είναι η μεταφορική έννοια που εκφράζει την σειρά στην συζήτηση, ή σε μια συνέχεια ενεργειών.

Αφορά συνήθως διαλόγους, συνομιλίες κ.λπ. μεταξύ δύο ή περισσότερων προσώπων. Παίζει ιδιαίτερα άμα σου κάτσει συζήτηση με άτομα που διακόπτουν τον εαυτό τους, μπουρμπούραγες και γλωσσοκοπάνες.

Και καλά άμα τον ξέρεις τον άλλο, κολλητός κιέτσ', είσαι προετοιμασμένος αρμοδίως κι όταν τον πιάνει η μαλακία, του παίρνεις την μπάλα από τα πόδια θρασύτατα τ. «πάλι μονότερμα θα με πας ρε, κάτσε να σου πω εγώ και μου λες». Αν δεν τον ξέρεις και σου βρεθεί σε παρέα απρόοπτα την έκατσες, αφενός γιατί σε πιάνει απροετοίμαστο, αφεδύο γιατί τί να του πεις τώρα ξένου ανθρώπα, τόνε ντρέπεσαι και την τρως...

Όταν αφορά ενέργειες, συχνά δεν είναι και χάλια να μην παίρνεις πάσα, μπορείς να ξαπλώσεις κάτω από το πεύκο παίζοντας την φλογέρα σου, όσο ο άλλος κάνει τα πάντα για πάρτη σου κι όταν ολοκληρώσει, να σηκωθείς, να τινάξεις τις πευκοβελόνες και να τον ευχαριστήσεις που σε βοήθησε.

Πάσα: acg από το ΔΠ.

  1. Κρυφό τεύχος της Φραπέ Slangossip (το εξώφυλλο που απορρίφθηκε):

Νέα από την τελευταία συνάντα slang.gr Νοτίου Ελλάδος: «Δεν πήρα πάσα» ομολόγησε ο ρουμάνος. Ποια πρωτοπαλίκαρά του μονοπώλησαν την συζήτηση. Έξτρα cd με τα ροχαλητά όσων δεν είδαν καν την μπάλα... μπόνους μήδι με δαιμονικό γέλιο, έτοιμο για uploading.

  1. (ευγενική χορηγία από poniroskylo)
    - Είχε και κάτι ντολμαδάκια... ωραία φαινόντανε, αλλά δεν πήρα πάσα... μέχρι ν' ανοίξω το κρασί, πέσανε όλοι οι νηστικοί και τα εξαφανίσανε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν έχει μαζευτεί μια μπακουροπαρέα και βρίσκεται σε φάση αράγματος, κουβεντιάζοντας για το νέο προπονητή του Γαύρου και άλλες μαλακίες, το «διαφημίσεις!» είναι το συνθηματικό για να σταματήσουν προς στιγμή οι βαθυστόχαστες αναλύσεις και να επικεντρωθεί η προσοχή της παρέας σε κάποιο ωραίο καυλάκι / καυλάκια που περνάνε εκείνη τη στιγμή από μπροστά. Η παρέα κάνει ένα κιτ-κατ και απολαμβάνει το θέαμα ενώ συνήθως γίνονται και κάποια χυδαία σχόλια. Μετά το διαφημιστικό διάλειμμα το πρόγραμμα επιστρέφει στην κανονική ροή του.

- Τώρα με Βαλβέρδε θα σας πάμε πίπα-κώλο παλιοβαζελάκια!
- Κάνε υπομονή μισό λεπτό κωλόγαυρε και θα σου απαντήσω. Προς το παρόν έχουμε διαφημιστικό.
- Πού βρε μαλάκα;
- Πίσω δεξιά. Κοίτα με τρόπο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified