Further tags

GFE = Girl Friend Experience.

Λέξη από τη διάλεκτος των μπουρδελιάρηδων, που χαρακτηρίζει τις πουτάνες που συμπεριφέρονται ως κοπέλες σου (με κουβεντούλα, ρομαντισμό) και έτσι.

- Φίλε, πήρα τη Μόνικα χθες σπίτι, πολύ special call girl.
- Έλα ρε! Σε αποτελείωσε;
- Όχι τόσο, ήταν πολύ gfe κατάσταση. Μου θύμισε την πρώην μου, τη Λίτσα.
- Θέλω και εγώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μονάδα μέτρησης του μήκους, κοινώς το εκατοστό. Το λήμμα προέρχεται από την αλά ελληνικά προφορά του διεθνούς συμβολισμού cm.

- Τι ύψος έχεις;
- 176 κουμού.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η συντομογραφία του αγγλικού by the way (btw), όταν γράφουμε μεν ελληνικά, θέλουμε δε να το πούμε αγγλικά, αλλά λόγω βαρεμάρας χρησιμοποιούμε το ελληνικό αλφάβητο στο πληκτρολόγιό μας, αντί του αγγλικού. Τα γράμματα βτς είναι τα αντίστοιχα των btw.

Συνώνυμο: παρεμπίπταμπλυ

Βτς, σου είπα ότι πρέπει να αλλάξεις επιτέλους άβαταρ; Δεν σου πάει αυτό, πάει και τελείωσε.

βλ. και βοχ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τζι έιτς είναι η Αυξητική Ορμόνη (Growth Hormone) στη συνθηματική γλώσσα των μπίλντερς, αλλά και των άλλων αθλητών, των λεγόμενων «ευγενών» αθλημάτων.

Η τζι έιτς δεν συγκαταλέγεται στα steroids, είναι μια κατηγορία μόνη της. Αυξάνει όχι μόνο τη μυική μάζα αλλά και τα οστά, ενώ μετριέται σε μονάδες. Ιδιαίτερα αγαπητή στους κολυμβητές, καθώς μεγαλώνει τα άκρα (μεγαλακρία) και τα κάνει σαν βατραχοπέδιλα, μονίμως ενσωματωμένα. Λέγεται π.χ. ότι αυτός που πήρε σβάρνα τα παγκόσμια ρεκόρ κολύμβησης στην τελευταία ολυμπιάδα (δε θυμάμαι τώρα πως τον λένε) πρέπει να χτυπάει ίσαμε 12 μονάδες αυξητική ημερησίως.

G.H. is magic. Ογκώνει, γραμμώνει, ξανανιώνει, 3 σε 1 κι όλα αυτά συγχρόνως, χωρίς να χρειάζεται να μπεις στη διαδικασία «παίρνω όγκο σαβουριάζοντας και μετά κάνω γράμμωση αυξάνοντας τις πρωτεΐνες και κόβοντας τα υπόλοιπα». Δεν έχει παρενέργειες όπως τα steroids (που αν δεν ξέρεις να τα κουμαντάρεις, παίζει να σου πέσει και το πουλί και να χρειάζεσαι γερανό για να το σηκώσεις).

Η τζι έιτς είναι φρούτο της δεκαετίας του ’80. Σήμερα παρασκευάζεται χημικά, στην αρχή όμως την έπαιρναν από νεκρά έμβρυα (πιο δραστική αλλά και πιο επικίνδυνη λέγεται). Τέτοια έπαιρνε κι ο Αντρέας ο Παπαντρέας κάποτες και γαμούσε κι έδερνε. Ήδη στο Αμέρικα είναι κοινή πρακτική για όσα γερόντια επιθυμούν να παραμείνουν κοτσονάτα.

Γενικά παίδες έχετε υπόψη πως ο άνθρωπος όπως τον ξέραμε αλλάζει. Τα όρια ανάμεσα στο «φυσικό» και το «τεχνητό» γίνονται όλο και πιο ρευστά (τα γράφω αυτά και σαν ένα είδος hommage στον γίγαντα Jean Baudrillard).

- Φίλε παίζει να έχω κάνει και 40 κύκλους φαρμάκι συνολικά, τζι έιτς όμως δεν έχω βάλει. Παίζει κι ένα ιστορικό ζάχαρου στην οικογένεια και το ψιλοφοβάμαι.
- Στ’αρχίδια σου, έτσι κι αλλιώς γράμματα είσαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ναρκωτικό ecstasy, όταν βρίσκεται σε μορφή σκόνης και όχι χαπιού, συνηθίζεται να καλείται με την επιστημονική του ονομασία, δηλαδή «MDMA» ή, εν συντομία, «MD».

Εξ ου και η ελληνικότατη παράφραση: MDMA -> ΜD -> MDδια (εμντίδια)

Χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό!

- Πώς περάσατε το Σάββατο;
- Άσε, γάμησε... πήγαμε πάλι Fabric!Room 2, είχε Adam Beyer και πλακωθήκαμε στα εμντίδια... ακόμα κλαίω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτός από compact disc και corps diplomatique, σημαίνει και cross-dresser, δηλαδή τραβεστί. Δημιουργούνται εύλογα σλανγκικά λογοπαίγνια.

Τά 'μαθες; Έβγαλε καινούργιο C.D. ο Prince!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λογοπαίγνιο του αστειάτορα. Βγάζει πολύ γέλιο!

Εκ των λολ και λογοπαίγνιο.

- Vrastaman: sexting -> αποστολή γυμνημάτων

- spiros: Καλό! Γυμνημάτωση / Γυμνηματίωση μήπως; (Π.χ. «αυτοί οι δύο γυμνηματώνονται» – όπως λέμε «μηνυματώνονται».)

- Vrastaman: Πολύ καλό ακούγεται ;-) Επίσης η μορφή «γυμνηματάκιας» (κατά το μηνυματάκιας) αποτελεί και πρώτης τάξεως λογοπαίγνιο / λολοπαίγνιο!

(Από το φόρουμ translatum.gr)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Oh my fucking freaking Lord!

- (TV Sound) Γράνα...όπως υδραγωγός....ΤΟ ΠΕΔΙΟ....θα ρθουν οι Συβαρίτες πολιτικοί...
- OMFFL!!!

OMFFL (από sexpeer, 23/03/09)Jesus Chrysler Supercar (από Vrastaman, 23/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. My Ass Off. Σύντμηση του ROFL-MAO= Rolling On Floor Laughing my Ass Off, που είναι υπερθετικός του λολ (lol). Δηλαδή κυλιέμαι στο πάτωμα γελώντας τον κώλο μου. Βλ. LMFAO κ.λπ. για όλη την βιβλιογραφία. Μπορεί να ειπωθεί και MFAO= My Fucking Ass Off ή MHAO=My Hairy Ass Off. Το λολ της υπόθεσης είναι ότι μοιάζει με τον Mao Zedong τον κομμουνιστή ηγέτη της Κίνας. Κι όπως είναι προχώ να λες προχώ, έτσι είναι ΜΑΟ να λες ΜΑΟ. Ο καραλώλ αστειάτορας λέγεται μαοϊστής.

  2. Ο ίδιος κομμουνιστής ηγέτης σλανγκίζεται ως ΓαΜάο Τσε Τουνγκ, συνώνυμο του γκραν γαμάω. Κάπου το πήρε κι αυτό το μάτι μου μες στην λημματοπλημμύρα.

Χα χα λολ, πολύ αστείο, λμφάο σου λέω, ροφλ-κόπτερ, είσαι πολύ μαοϊστής!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλιώς, το συνεχές, νευρικό γέλιο που εχει την τάση να μεταδίδεται αστραπιαία στους γύρω μας, προκαλώντας εν τέλει πανδαιμόνιο.

Από το δημοφιλές ξενικό «LOL» (Laughing Out Loud) και το «ολοκαύτωμα».

- Σοβαρή εκπομπή, τι να σου πω... ριάλιτι σου λέει... αρκεί ένας να πετάξει μια μαλακία και γίνεται lol-οκαύτωμα εκεί μέσα...

Οι υπεύθυνοι του λολοκαυτώματος (από Khan, 12/11/14)

Βλ. και λολ / λωλ, lol, λολ, lol-some, Loles, rotf-lol, LMFAO κ.λπ., lolen, λολάρω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified