Further tags

Μάλλον το πιο κλασικό δίπολο στην ελληνική καθομιλουμένη για την έκφραση της αντίθεσης μεταξύ ανθρώπων, συμπεριφορών, αντικειμένων κ.λπ. υψηλής κοινωνίας και χαμηλών στρωμάτων αντίστοιχα.

Θα μπορούσε κανείς να παρατηρήσει ότι η φράση αυτή μέσα από τη μεγάλη της διάδοση επιβεβαιώνει ότι στην Ελλάδα εμβληματική για την ταξική διαφοροποίηση είναι η ακραία αντίστιξη ανάμεσα στη μπουρζουαζία ως μεγαλοαστική τάξη και το προλεταριάτο ως λούμπεν προλεταριάτο. Πράγμα που μας οδηγεί στο συμπέρασμα, ότι το υποκείμενο που χρησιμοποιεί αυτή τη φράση και είναι υπεύθυνο για την κυριαρχία της είναι η πλειοψηφούσα μικροαστική τάξη .

Αλλά μπορεί και να είναι απλά επειδή κάνει ωραία ομοιοκαταληξία.

Το σαλόνι ως οικιακός χώρος ήταν παραδοσιακά δείγμα πλούτου (και στην Ελλάδα μέχρι και τη διάδοση της αρχιτεκτονικής του αστικού διαμερίσματος μόνο τα πλούσια σπίτια είχαν σαλόνι - στην Αγγλία για τον ίδιο λόγο οι pubs θυμίζουν δημόσια living room, καθώς οι εργάτες άνδρες πήγαιναν εκεί για να γλυτώσουν λίγο από τις οικογένειές τους).

Το λιμάνι δε ήταν ανέκαθεν ζώνη του υποκόσμου, παράδεισοι προστυχιάς, καταχρήσεων και παραβάσεων, που την κατοικούσαν οι του λιμανιού, πουτάνες, ναύτες, χαμάληδες, μικροαπατεώνες, χασομέρηδες κ.λπ., με μια λέξη λιμανόβιοι/ες.

Απ' όλα τα λιμάνια, θα μου επιτρέψετε να μνημονεύσω το παλιό λιμάνι των Χανίων, γνωστό και με το ενετικό του όνομα λιμάνι Κολόμπο. Οι κάτοικοι της γειτονιάς, Κολομπίτες και Κολομπίτισσες είχαν την κακή φήμη ότι ήταν... του λιμανιού - όχι όμως και τη χειρότερη φήμη, την οποία την είχαν οι Κουμ-Καπιώτες/ίτισες (το θηλυκό ήταν περίπου συνώνυμο της πουτάνας) κάτοικοι μιας άλλης γειτονιάς. Οι Κολομπίτες είχαν μάλιστα και τη δική τους slang, τα Κολομπίτικα, δυστυχώς όμως δεν ξέρω περισσότερα αλλά επιφυλάσσομαι.

- Κύριοι, σας εκτιμώ βαθύτατα, διότι είστε και του σαλονιού, και του λιμανιού.

Με αυτή τη φράση ένας παλαιάς κοπής μπάρμαν στην Θεσ/νίκη των early 90s εκαληνύχτιζε την παρέα εκλεπτυσμένων κάφρων φοιτητών, που σύχναζαν στο ναό του.

Θα μπορούσε ίσως να είχε πει και τη φράση Άντε γαμηθείτε μαντάμ! διότι ήτο ωραίος και λαϊκός, καθώς μου λένε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολιούχος άγιος των απανταχού τρέντουλων, ο άγιος που τιμούν όλοι οι τρέντυς.

Λεξιπλασία του Μάρκου Σεφερλή, παράγωγη απ' τον προάστιο δήμο του Αγίου Ιωάννη Ρέντη. Πιθανόν να λανθάνει ειρωνεία για τους κατοίκους δυτικών προαστίων που γίνονται τρέντυς, για να υπεραναπληρώσουν το γεγονός ότι είναι «γεννήματα-θρέμματα» δυτικών προαστίων (κατά Μαζωνάκη). Μεταξύ των ναών του εν λόγω αγίου συγκαταλέγονται το Allou Fan Park και το θεματικό πάρκο των Village Cinemas, μεγάλη η χάρη τους!...

Ήταν γέννημα-θρέμμα Δυτικής Αττικής με περηφάνια και λόγο τιμής... Τώρα γιορτάζει του Αγίου Ιωάννη Τρέντη! Πού τον χάνεις, πού τον βρίσκεις, στο Allou Fan Park και στα Village είναι...

Φιλοτεχνήθηκε και η εικόνα του. (από Khan, 20/02/14)Επικαιροποιημένη εικόνα. (από Khan, 14/03/15)

Βλ. και σχετικό λήμμα κάποτε ήσουνα λεβέντης, τώρα μου 'χεις γίνει τρέντης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γυναίκα εκλεπτυσμένων ή, απλά, ακριβών εμφανισιακών γούστων.

Η τυπική κυριλογκόμενα δεν θα διάβαζε Άρλεκιν, αλλά βλέπει «Σεξ εντ δε σίτι». Γουστάρει να ακούει μπουζούκια (πρόκειται λοιπόν και για μπουζουκομούνι) ή τζαζ –αλλά σπάνια κάτι το ενδιάμεσο.

Το ενδυματολογικό της προφίλ συχνά πλησιάζει τα όρια του κιτς, υπερβαίνοντάς τα μόνο κατ' άλλες γκόμενες και ποτέ κατά τους επίδοξους εραστές της –τους οποίους, καθώς συνήθως πρόκειται για τρελό παγόμουνο, πρώτα θα τους φαλιρίσει και μετά, ίσως, τους κάτσει από φιλότιμο ή από πλήξη.

Ανομολόγητο όνειρό της, να ήταν διεθνούς φήμης σταρ και να κατοικούσε σε κάποια κοσμοπολίτικη μεγαλούπολη κατά τα στάνταρ των παραγωγών χόλιγουντ, σε διαμέρισμα που κατά το ήμισυ τουλάχιστο θα αποτελούνταν από δωμάτια-γκαρνταρόμπες, σπα και γυμναστήρια.

Προϊόντος του χρόνου η τυπική κυριλογκόμενα συσσωρεύει φαρμάκι για την ξοδευμένη της ζωή, και άνθρωποι απέναντι στους οποίους είναι ακόμα κάπως ειλικρινής μπορούν να είναι μόνο τα παιδιά της –τουλάχιστον μέχρι και αυτά να ενηλικιωθούν.

Η τυπική κυριλογκόμενα τελικά είναι από τους ανθρώπους που, κατά το κλισέ, ακόμα και αν είναι αρκετά έξυπνοι που να μπορούν να αναπτύξουν εκλεπτυσμένο γούστο, την ικανότητά τους αυτή τη διοχετεύουν αποκλειστικά στο λεγόμενο «φαίνεσθαι».

Προφανώς, μπορεί κανείς ανάλογα να μιλά και για κυριλογκόμενους.

Παράβαλε: λαμέ γκόμενα, βλαχομπούρμπερη, ταγάρι, τρέντουλο

  1. Απ' τη δεξιά πόρτα του Ντάτσουν ξεπροβάλλει ένα άπαιχτο, αλφαδιασμένο, δίμετρο, με γαλανά μάτια, σαρκώδη χείλια, φυσικά μεταξένια μαλλιά, φιδίσιο κορμί, μες στα Ντόνα Κάραν και το χρυσαφικό. Μιλάμε για την ιδανική δόση αθωότητας με υποψία προστυχιάς, ένα μωρό 20-22 ετών, κυριλάτο, με φοβερό ταμπεραμέντο και αριστοκρατική κοψιά, με το πανάκριβο φουλάρι του, το καπέλο του, με τα όλα του. Παγώνει, σας λέω, κυριολεκτικά το Κολωνάκι, παθαίνει την πλακάρα της η μπουρζουαζία: «Πού το χτύπησε τέτοιο «παιδί» ο τζίψι;». Χεράκι χεράκι ο Αθίγγανος με την άπαιχτη κυριλογκόμενα, να φιλιούνται και να κοιτάζονται τρυφερά και ν' ακούγεται σ' όλη την πλατεία ένας γδούπος (και ουχί ψίθυρος) καρδιάς που πολύ θα ζήλευε κι αυτός ακόμη ο Μανούσος Μανουσάκης. (από διαδικτυακό φόρουμ)

  2. - Χάζευα αγγελίες και βρήκα μια για ένα Fuego Turbo του '86 με 300 ευρώ, έστω πως το αμάξι δεν είναι κοτέτσι, το χτυπάω και το φέρνω στη νορμάλ μορφή του [...]. Η απορία είναι τι αντίχτυπο θα είχε σε ένα ανυποψίαστο γκομενάκι αν έσκαγα σε ραντεβού με αυτό;
    - Αν και δεν είμαι γκομενάκι απαντώ: Το ανυποψίαστο γκομενάκι θα έβγαζε ένα χλευασμό, μια υπεροψία, ένα για ποια με πέρασε, μα τι του βρήκα κτλ, όσο τσόλι και να ήταν ή όσο κυριλογκόμενα και να ήταν. (από διαδικτυακό φόρουμ)

Δες και -γκόμενα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλος χαρακτηρισμός για τα μπουζουκομούνια, που εστιάζει στο χώρο του μηχανοκίνητου αθλητισμού αντί για τις μουσικές προτιμήσεις.

Η γκαραζογκόμενα είναι η λάικα γκόμενα που κράζουμε σ' ένα γενικότερο, αλλά ποθούμε διακαώς να πηδήξουμε λόγω των συστημάτων που κουβαλάει πάνω της και του εν γένει σεξουαλικού αέρα που αποπνέει.

Φήμες θέλουν τη λέξη να σχετίζεται με το γεγονός ότι κάθε συνεργείο αυτοκινήτων που σέβεται τον εαυτό του έχει ανηρτημένο στον τοίχο ημερολόγιο με γκομενάκια που φοράνε στην χειρότερη περίπτωση πολύ μικροσκοπικά μαγιό και που οπτικώς προσομοιάζουν στις προαναφερθείσες κατηγορίες.

- Ααααχ....
- Τι αχ και βαχ ρε μαλάκα;
- Η Τασία...
- Ποια Τασία ρε; Εκείνη η γκαραζογκόμενα που γνωρίσαμε στο Γονίδη προχθές; Ξεκόλλα ρεεεε... - Τασία και τα μυαλά στα κάγκελα μεγάλε. Θέλω να της τον περτσινώσω τώρα όμως.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ακατάδεκτη. H Diva. Φράση προερχόμενη από την θρυλική Λατινοαμερικανική σειρά «Carrusel», ηρωίδα της οποίας ήτο ανάμεσα σε άλλα παιδάκια και πλούσια ξανθογάλανη κορασίδα περί τα 10, ονόματι Maria Joaquina Villaseñor, η οποία απέρριπτε μετά βδελυγμίας τον ερωτευμένο συμμαθητή της Cirrilo, κυρίως διότι ο τελευταίος ήτο φτωχός και μαύρος.

- Τι λεει Μάκη; Το βαλες χέρι το Χριστινάκι ψε;
- Άσε με ρε μαλάκα.. Στα καλύτερα την πήγα και σημασία δεν με έδινε.. Με το 'παιζε Μαρία Χοακίνα...

(από jesus, 06/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γκόμενα που προσελκύεται από τον οποιονδήποτε τύπο κάγκουρα που κατέχει οποιοδήποτε είδος μηχανής (απαραιτήτως)... Είναι γκόμενα που το μόνο στάνταρ που έχει για τον υποψήφιο γκόμενο είναι αν έχει μηχανή και πόσο μακριά την πάει στη μια ρόδα...

Αλλιώς: η καγκουρομάνα, η ποντικοπηδιόλα.

1
- Ωραίο μουνάκι ρε η Σοφία... φαίνεται και εύκολη... θα πάω να χωθώ...
- Αφού δεν έχεις πάπια...
- Ε και;
- Είναι σελογκόμενα.

2
Γιούλη: -Θέλω ο άλλος να είναι ευγενικός, δυναμικός, έξυπνος, αστείος, όμορφος, πιστός. Θέλω να τον θαυμάζω και να έχει μεγάλη πούτσα.
Μαρία: -Εγώ θέλω να έχει μηχανή.

Η Μαρία είναι σελογκόμενα.

Βλέπε και -μούνα, -γκόμενα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified