Further tags

Το "Εμμανουέλα" σε πρώτη ανάγνωση παραπέμπει σε μια γυναίκα ψωλού σε βαθμό εκπόρνευσης. Όμως ο γνήσιος σλανγκιάρης* γυμνοσάλιαγκας της ασφάλτου το χρησιμοποιεί για να πειράξει ή να μειώσει αρσενικά είτε για κάποια αντιαρσενική τους ενέργεια είτε εντελώς αυθαίρετα για τον ανδρισμό τους.

Συνώνυμα/σπέκια: πουστάρα, πουσταρά, πουστράτζα, (κωλ)αδερφή, πούστη νέε, ξεκωλιάρη, γαμιόλη, ψωλορουφήχτρα, πιπαδόρε κτλπ.

Το "Εμμανουέλα" βέβαια είναι πιο ιδιαίτερο και χρησιμοποιείται κυρίως από μερακλήδες αστειάτορες μέσης ηλικίας με φωνή για ντάτσουν. Απαντάται συνήθως σε εξέδρες ποδοσφαιρικών ή μπασκετικών αγώνων, κυρίως από Β' εθνική και κάτω. Είναι εξάλλου μια λέξη που απαιτεί κοινό και ιδιαίτερη ατμόσφαιρα για να αξιοποιηθούν πλήρως οι δυνατότητες της.

Ο χαρακτηρισμός προέρχεται από τη σειρά ταινιών σοφτ πορνό "Emmanuelle" με την αψεγάδιαστη Ολλανδή και-παρθένα-και-πουτάνα Σίβλια Κριστέλ (28 Σεπτ. 1952 – 17 Oκτ. 2012)

*Το σλανγκιστής είναι πολύ ιντελεκτουέλ για τα συμφραζομενα

Σε αγώνα μπάσκετ β΄εθνικής από την εξέδρα:
-Ρε μαλάκα Σορώκο! Βγάλε τον έξω τον Υφαντή να πουμε! Τι κοιτάς μωρή Εμμανουέλα! Άντε και γαμήσου μωρή σημαδούρα!

μωρή Εμμανουέλα 25-2-2018

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Χαρακτηρισμός Ρουμελιωτών, όπως οι Αγρινιώτες ή οι κάτοικοι της Σπερχειάδας με έφεση στην παρασκευή και κατανάλωση κοκορετσιού. (Δες).
    1. Οι κοκανοϊμανείς, επειδή η κόκα σλανγκίζεται ως κοκορέτσι.
    2. Αυτοί που έχουν πάθος με το ποδοσφαιράκι που λέγεται και κοκορέτσι και κυρίως οι άσχετοι παίκτες που δεν επικεντρώνουν στην μπάλα, αλλά γυρίζουν μηχανικά τους "σουβλισμένους" παίκτες σαν σούβλα.
  1. Οι κοκορετσάδες! Από την εποχή της Τουρκοκρατίας το προσωνύμιο (παρατσούκλι) των κατοίκων της Σπερχειάδας, είναι «κοκορετσάδες»! Ως γνήσιοι Ρουμελιώτες, οι Σπερχειαδίτες δεν έπαψαν ούτε στιγμή να τιμούν το παρατσούκλι τους! Μάλιστα, την εποχή των «Τρελών Αγελάδων» όταν η Κομισιόν εξέδωσε οδηγία για μη κατανάλωση εντοσθίων, οι Σπερχειαδίτες γελούσαν, συνεχίζοντας βέβαια να απολαμβάνουν τον ξεχωριστό – λαχταριστό μεζέ τους! (Lamia Now).
  2. Οι κοκορετσάδες που το παιζουν εφοπλιστες (δυο βραχάκια για 5 μοετ να πουλησουμε μουρη μπας και μας κατσει κανενα ανερχομενο μοντελακι..),οι τοκολυφοι και βασικοι οι γιοι τους, το μαυρο χρημα και κοιτωντας δεξια αριστερα μην σκάσει καμια σφαίρα ή καμία σύλληψη δημοσια.... Τα παιδάκια που το παιζουν μπράβακια από την ντόπα στα GYM και ψάχνουν φορτωμένη 40αρα για ζιγκολικι και καμια @@μητη πιτσιρίκα που θα πει "ουάου" και που κλεινουν τραπέζια ανά δεκάδα με 20 ευρω το ατομο(ενα μπουκάλι μίνιμουμ φρι) αλλά αισθάνονται κατι μεταξύ Ανιέλι και Νιάρχου και οποια τσιμπησει.... Αμαξι από την εκθεση αυτοκινήτου ή του μπαμπα αν δεν το πήραν σε ντου της δίωξης ή του ΣΔΟΕ και κοριτσάκια που αναζητουν τον χρυσό χορηγό για γάμο και σχέση ή έστω για το μήνα και την βραδινή έξοδο ελπίζοντας να μην είναι πιεστικός και θέλει κρεβάτι...Οποια έχει μάθει στα κοκορέτσια αναγκαστικά κάθεται βέβαια.... (Red Hoops).
  3. Παίξε μπάλα ρε κοκορετσά που μόνο να γυρίζεις τη σούβλα ξέρεις.

Got a better definition? Add it!

Published

Στην ποδοσφαιροσλάνγκ, αυτός που βάζει γκολ στο 90ο λεπτό, διαψεύδοντας κάθε προσδοκία των αντιπάλων. Βέβαια ήρωας χαρακτηρίζεται και ο τερματοφύλακας που έπιασε πέναλτι, ο σέντερ-μπακ που έβγαλε τον αγώνα με ματωμένο κεφάλι. (Δες).

Άπιαστος ο ήρωας έχωσε γκολάρα στο πέμπτο λεπτό των καθυστερήσεων!

Got a better definition? Add it!

Published

Στην ποδοσφαιροσλάνγκ είναι ο μικρόσωμος και γρήγορος παίκτης που τρυπώνει με επιδεξιότητα στην αντίπαλη περιοχή.

Τι σαμιαμίδι αυτός ο Μέσσι! (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτός που νομίζει ότι γνωρίζει κάτι, αλλά στην ουσία είναι άσχετος. Κυρίως για αθλητικές δραστηριότητες.

-Άκουσες τι είπε ο Γεωργίου για το παιχνίδι;
-Έλα μωρέ τώρα με τον μυρωδιά τον Γεωργίου, νομίζει ότι ξέρει κιόλας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μικρόσωμος ποδοσφαιριστής με έφεση στην πονηριά.

Προσέξτε τον κοντοπούτανο, το δεκάρι, όταν βγαίνει από πίσω.

(από godfatherfunk, 24/10/12)(από godfatherfunk, 24/10/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πρόεδρος του ΠΑΟ όταν ο ΠΑΟ πάρει πρωτάθλημα.

Όταν ο ΠΑΟ πάρει πρωτάθλημα, ο Πατέρας θα είναι παππούς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που περπατάει σαν να έχει φάει άνθρωπο, φουσκωμένος και τεντωμένος... με τα χέρια να μην κλείνουν και το στήθος φουσκωμενο.

Το έλεγε ο Αλέφαντος (Μιτσικωστας) για τον Τζιόλη: όσοι τον έχουν δει να παίζει μπάλα καταλαβαίνουν πώς κολλάει.

Κοίτα τον τύπο πως περπατάει... σαν κονιόρδος!

(από Jonas, 10/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο οπαδός ή αθλητής της ομάδας του Ηρακλή, λόγω της κυανόλευκης εμφάνισης (και δη συχνά μπλε μπλούζα- άσπρο σορτσάκι) που η ομάδα μοιράζεται με τα στρουμφάκια.

Πάσα: allivegp.

  1. - ρουλη ασε τον πρόλογο και ετοιμαζε τα 500.000 για τον Σκορτσιανιτη.. μετα να σε δουμε - τι λέει το στρουμφάκι 500χιλ;
    ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ
    500χιλ φάπες θέλεις να πεις
    - Σατανοερπετό, εσύ έχεις μόνο 1 τίτλο, οι άλλοι είναι του μεγάλου Γκάλη ο οποίος σας έχει πάρει χαμπάρι γι αυτό και σας έχει συνδέσει κανονικά. Αλήθεια θυμάστε που τον παρακαλούσατε να μην έρθει στο μεγάλο ΗΡΑΚΛΗ; Ακόμα και το Γκάλη βρε αχάριστοι δεν το σεβαστήκατε. Ερπετά όνομα και πράμα. Ουστ γλιστεροί τύποι.
    (Στρουμφάκι vs ερπετό εδώ)

  2. Ανύπαρκτα γαλάζια στρουμφάκια την πέσανε στον μπορμπόκη εδώ

Στρουμφάκι επελαύνει (από Khan, 04/10/10)

Βλέπε και γριές.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ των βαζελίνη και Έλληνας ή Ελλάδα αντιστοίχως.

  1. Ο Έλληνας του οποίου ο μεν τράχηλος «ζυγό δεν υπομένει», ο δε κώλος υπομένει πολλά και διάφορα. Αν και κρατάει μία υψηλή εθνική υπερηφάνια υπόκειται σε πολλούς εξευτελισμούς και διασυρμούς, και ως ομορφάντρας βάζει διάφορες σως για να γλυστράει. Η έκφραση δηλώνει ακραία αυτοκριτική για το πώς εντέλει αποτελούμε χώρα γαμιόμαστε, πλην όχι ασάλιωτα, αλλά μέσω διαφόρων εξωραϊσμών, που λειτουργούν ως βαζελίνη.

Ήδη το 1985 ο Χάρρυ Κλυνν είχε τιτλοφορήσει παράστασή του στο Δελφινάριο «Βαζελληνίδες, Βαζέλληνες» (δες εδώ) τρέποντας το «Ελληνίδες, Έλληνες» του Κωνσταντίνου Καραμανλή θείου, οπότε η έκφραση υπάρχει τουλάχιστον από τότε και πιθανόν από παλιότερα.

  1. Χρησιμοποιείται μειωτικά για τους παίκτες ή οπαδούς του Παναθηναϊκού, τους βάζελους. Ενίοτε με την σημασία ότι η Αθηνέζικη ομάδα φτάνει να εκπροσωπήσει όλη την Ελλάδα, ή κυριαρχεί με πλάγιες μεθόδους στο ελληνικό στερέωμα, ως μη όφειλε. Χρησιμοποιείται κυρίως από Ολυμπιακούς.

  2. Σχετικό και το Βαζελλάδα. Έχει κυρίως αθλητική σημασία ως αντώνυμο του κοκκαλιστάν. Δηλαδή σημαίνει λ.χ. μια Εθνική ομάδα που κυριαρχούν παίκτες του Παναθηναϊκού, ως μη έδει, ή το σύστημα μιας ολόκληρης χώρας που ευνοεί τον Παναθηναϊκό. Μπορεί βεβαίως και να μην αναφέρεται στον Παναθηναϊκό, αλλά να δηλώνει απλώς μια ξευτιλισμένη ξεβρακωμένη Ελλάδα.

Επίσης, υπάρχει και το Βαζελλήν, και καλά μάρκα βαζελίνης made in Greece.

  1. Αυτό είναι αλήθεια! Το δροσερό καλομαίρι και ο ήπεος χειμώνας, (που συνιστούν ένα εύκροτο κλίμα) σε συνδυασμό με τους φαλλόξενους κατοίκους και τη Μεσοργειακή διατροφή (λάδι, λαχανητά, φασ Ολη, ρεΒύθη, σπόρδο κ.α.) αναδεικνύουν τους βαζΕΛΛΗΝΕΣ σε ομ φαλλό του κώ…σμου! (Λεξιπλαστικό όργιο σε σχόλιο στο γουορντπρέσι του Πάνου 1962).

  2. α. oi vazellines maxairwsan paidakia,tin epomeni apla de... vrikan ton dromo gia to gipedo! (Εδώ).

β. Σε τρείς βδομάδες, που θα 'ναι μαζί μας κι ο Τζολε και η ομάδα θα ρολάρει καλύτερα και τότε δεν θα έχουν τύχη οι βαζελληνες ;) (Εδώ).

γ. Εμπρός γενναίοι Βαζέλληνες! (Εδώ).

  1. Eγω (αν μου πεφτει λογος) ελπιζω αυτο το πραμα που θα εκπροσωπει το σιχαμα που λεγεται ελληνικο μπασκετ, να διασυρθει κ να φαει 30αρες. Σκατα στη βαζελλαδα του βασιλακοπουλου. (Εδώ).

Ομφαλός της γης. (από Khan, 20/04/12)(από Khan, 05/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified