Further tags

Κυρίως χρησιμοποιείται εντός του σχήματος γνωστού αγνώστου ως τα σκατώνω, το οποίο σημαίνει ότι αποτυγχάνω εντελώς σε μία κατάσταση και την κάνω κυριολεκτικά σκατάσταση, δηλαδή μια κατάσταση σκατά, κώλος, θάλασσα, μπουρδέλο. Μπορεί δηλώνει μια αίσθηση ολικής αποτυχίας, όταν κάποιος λ.χ. αποτυγχάνει σαν γονιός, σαν σύζυγος, σαν σχέση, σαν πολιτικός, σαν εκπρόσωπος μιας ιδέας κ.τ.ό.

  1. Με αλλα λογια...ο καθένας είναι υπευθυνος για τις επιλογές του... Kαι δεν του φταιει κανένας άλλος αν τα έχει σκατώσει.. (Πχόρουμ).
  2. Νομίζω πως ο αλγόριθμος "αλλάζω κόμμα δικοματισμού, τα σκατώνω, αλλάζω αρχηγό, αλλάζω κόμμα δικοματισμού, τα σκατώνω, αλλάζω αρχηγό ...." δείχνει περίπου τι θα γίνει κι αν αλλάζουν και τα πρόσωπα. Θα αλλάζουν προφυλακτικό και θα σε ξαναπηδάνε... (4 Τροχοί).
  3. Το πρόβλημα για τον μυστακοφόρο δημαρχοσυνδικάλα Πάρι μέχρι σήμερα, ήταν η ολοκληρωτική ανυπαρξία φωτογραφιών ή οποιουδήποτε ντοκουμέντου που να αποδεικνύει ότι ο Τσίπρας συναντήθηκε με δυο από τα πιο πλούσια κούγκαρ του πλανήτη. Από σήμερα, το πρόβλημα του καμαριού της Κοζάνης είναι ο τρόπος με τον οποίο θα διαχειριστεί την επική κωλοτούμπα που αναγκάστηκε τελικά να κάνει, χωρίς να τα σκατώσει ακόμα περισσότερο. (Luben, Η υψηλή τέχνη της κωλοτούμπας).
  4. Κάθε γενιά είναι αναπόφευκτο να επινοήσει νέους και ευφάνταστους τρόπους για να τα σκατώσει στο θέμα του σεξ. (Vice).
  5. Χριστέ, οι παπάδες σου τα έχουνε σκατώσει. (Στίχος από τραγούδι του Νίκου Καρβέλα).

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και με έναν πιο ενεργητικό τρόπο, όταν ρίχνω σκατό, λεκτικό σκατό εννοείται, σε κάποιον. Βασικά, όταν α) τον βρίζω βάναυσα, κάτι σαν ένα σκατοψύχι αλλά σε ζωντανό ένα πράμα, ή β) τον λασπολογώ, συκοφαντώ, ή γ) τον επιπλήττω, ξεχέζω.

  1. ΣΚΑΤΩΝΩ ΤΟΥΣ ΑΡΙΣΤΕΡΟΥΣ. ΜΗΝ ΜΟΥ ΠΕΙΤΕ ΟΤΙ ΤΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΕΡΙΞΕ ΤΗ ΧΟΥΝΤΑ… ΑΛΛΑ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΕΝΑ ΧΡΟΝΟ. ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΕΓΙΝΕ ΤΟ 1973….ΚΑΙ Η ΧΟΥΝΤΑ ΕΠΕΣΕ ΤΟ 1974. (Μακελειό).
  2. (Φαντάρος πάει να μπει στους θαλάμους και τον προλαβαίνει άλλος)
    - Σειρά πρόσεχε, είναι πάνω ο στρατοπεδάρχης και σκατώνει κόσμο! - Ωχ, τον πούλο τον τρεχάτο! (Παράδειγμα απ' το σλανγκρ).

Παράγωγα: ανασκατώνω, ξεσκατώνω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

πουλάρω, μπουλάρω

Πληθωρικό ρήμα που αντιστοιχεί στις εκφράσεις παίρνω και -για λόγους αμοιβαιότητας- δίνω (μ)πούλο. Αυτό το αλισβερίσι πεόντων συντάσσεται ως μεταβατικό ή ως αμετάβατο, ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες.

  1. Να πάει να γαμηθεί το #grexit! Να την πουλάρει η Γερμανία μέχρι να αποκτήσει κυβέρνηση της προκοπής. Δεν φεύγουμε ρε! #deutschgang ρε! (απ' αδακά)
  2. Στην τελίκη μπουλάρουμε τον στουη και δε τρέχει τσάι. Μας χαλάει και το στυλ της ομάδας έτσι κι αλλιώς με το να έρχεται κοντοπαντέλονος στα λαν. (απ' αδακά)
  3. Ο.Κ. Έβαλα την αρνητική ψήφο μου, ώρα να την πουλάρω [...] (απ' αδακά)
  4. Πω ρε φίλη, γεμάτο το βροντοπούλι σου από ουρολαγνικά μέλια! ...Τα χρειάζεσαι ή να τα μπουλάρω;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντικαθιστά με λολοπαιγνιώδη διάθεση, το χύδην εκφερόμενο γαμήσου, πχ στα:
σάλτα και γαμήσου
γαμήσου παραπέρα
άι γαμήσου
άντε και γαμήσου
Χριστίνα Γαλάνη-Άντε γραμμήσου Η Χριστίνα τραγουδάει Ρωμανό (Μελωδό?)

  1. "Σεξοχωτάτη", τραγουδάρα απ' τον δίσκο "ΑΝΤΕ ΓΡΑΜΜΗΣΟΥ".

  2. άντε γραμμήσου ρε χοντρέ "@failosK μετά τον Μελιγαλά ήρθε ο Γράμμος" (εδώ)

  3. -Αυτο το "Δεν ήθελα να σε πληγώσω" που δεν πήρε ποτε πίσω την απάντηση που του άξιζε ... βρε τράβα κ γραμμήσου
    -Προτιμω το σαλτα (εδώ)

  4. όλο ακούω πως η κυβέρνηση θα τραβήξει μια κόκκινη γραμμή ... για την ώρα αντε γραμμηθειτε και οι 300 (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Α. Δυναμώνω.

  1. -καλή η γράμμωση του σώματος μα καλύτερη η γράμμωση του πνεύματος
    -γι αυτό κ εγώ γραμμώνω το πνεύμα και έχω κ την κοιλίτσα μου (εδώ)

Β. Αντί να πληγώ ή να λουφάξω από επιθετική ενέργεια/στάση/συμπεριφορά, πωρώνομαι, θωρακίζομαι και τελικά ισχυροποιούμαι, μοτιβαρισμένος από την επίθεση.

~ Προέρχεται από την έκφραση των μποντιμπιλντεράδων, "είμαι στη γράμμωση".
~ Καμία σχέση με το ιατρικό γραμμώνω και το αριστερίστικης προέλευσης γραμμώνομαι που, παρεμπιφτού, έχει πλέον ευρύτερη χρήση.

  1. Γράμμωσέ μας Γιάννη! (Πρετεντέρη) (εδώ)

  2. -Τις πιο μεγάλες παπαριές δεν τις ακούσαμε ακόμα.
    -Άντε, ξεκίνα.
    -Το μόγγολο που θεωρεί τη γκέι σλανγκ ομοφοβία και συγχέει την κλιμακα με το κλειδι μιλάει για παπαριές
    -Δικαιολογείται. Όποιος συναγελάζεται περισσότερο από μία μέρα με ακροδεξιά σαμαροτρόλ χάνει 60% του iq του.
    -Όποιος χαριεντίζεται με ακροδεξιούς δεν έχει και δεν είχε ποτέ iq.
    -Να μιλάτε για τον εαυτό σας αγαπητοί εγώ με δαύτους τώρα γραμμώνω τραπεζοειδείς. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παίζω μπαρμπούτι, παίζω ζάρια στα καλιαρντά.

- Ἄντε μωρή, ξεκοῦνα νὰ πᾶς γιὰ τροτουάρ νὰ δοῦμε Θεοῦ πρόσωπο!
- Νάκα Ἀντρέα κατετζόρνα, βαρυέμαι! Θὰ ντὶκ κρυσταλλοσινοῦ... Ἂει κυβοκοκκαλιάσου νὰ ματσωθῇς, οὔφ...
- Ἴσα ρὲ σπαριλόμπεη (εἰρωνικά)! Ντὰπ, ντούπ (τὸν πλακώνει...). (Παράδειγμα Αἴαντος).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάω με κάποιον/α σημαίνει συνουσιάζομαι, κάνω σεξ μαζί του/της. Ελλειπτικό στη διατύπωση (ολόκληρο θα ήταν κάτι σαν "πήγε μαζί του/της στο κρεβάτι να κάνει σεξ"), κλασικό και σχετικά άχρωμο ως προς τη φόρτιση, ούτε επίσημο, ούτε ιδιαίτερα σλανγκιάρικο.

Ότι έχει πάει με 4000 γυναίκες δήλωσε ο Γιάννης Σπαλιάρας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έρχομαι σε συμφωνία με κάποιον μετά από διεργασίες που περιλαμβάνουν υποχωρήσεις και άλλα μυστήρια. Συχνά έχει προηγηθεί κρίση, καβγάς ή ρήξη, οπότε, χάσαμε αυτά που μας ένωναν και τώρα τα βρίσκουμε πάλι.

Αντώνυμο: τα σπάω

  1. - Γιατι ειναι σπασμένα τα πιάτα?
    - Μαλωσαμε
    - Και ο καναπές?
    - Τα βρήκαμε (εδώ)

  2. 30χρονη σε φίλη της: Τώρα ζω τον τέλειο γάμο φιλενάδα, από τότε που τα βρήκα με τον Γιώργο (γκόμενος), δεν με νοιάζουν οι μαλακίες του αντρα μου (εδώ)

  3. -τι ζώδιο εισαι?
    - δίδυμοι
    - και τα βρίσκεις με τον εαυτό σου?
    - με ποιον απ τους δυο? (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Α. Μου γυάλισε κάτι και το σταμπάρισα με σκοπό να το αποκτήσω, είτε βάσει σχεδίου ή όταν με ευνοήσει η συγκυρία.

  1. έβαλα στο μάτι τη φουρνάρισα, 35αρα ψηλοκώλα, θα το ρισκάρω, έτσι κάνουν οι άντρες, ή ταν η τον πετάς, θα την κουτουπώσω την χωριάτα (εδώ)

  2. Ο Σουλτάνος, δεν είχε παρά να κοιτάξει έντονα μία κοπέλα, ή να της κάνει σχόλιο θαυμασμού και κέρδιζε το προσωνύμιο «guzdheh» που σήμαινε ότι ο σουλτάνος την έχει «βάλει στο μάτι». (Τι πραγματικά συνέβαινε στα χαρέμια των Σουλτάνων)

  3. Μωρέ άμα σε βάλει στο μάτι ο Δίας, δεν πα να λέγεσαι και Ευρώπη... (εδώ)

Β. Επιβουλεύομαι κάποιον, θέλω το κακό του. Μ' αυτό το νόημα αναφέρεται κι από την Galadriel στο 'μπαίνω στο μάτι', δηλ. στην παθητική φωνή του ρήματος.

  1. κακό του κεφαλιού του του νουμπά. Τον έβαλα στο μάτι. (εδώ)

  2. Το τσίπουρο στο 23% κ οι εφημερίδες παραμένουν στο 6%. Άμα έχεις βάλει στο μάτι τη διαπλοκή κ τα συστημικά ΜΜΕ φαίνεται! #gelanetatsimenta (εδώ)

  3. Κοντοπούτανε επιτηρητή που με έχεις βάλει στο μάτι άμα σε πετύχω εκτός σχολής τη γάμησες. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ήμαν(ε), ήσαν(ε)

Ο παρατατικός του ρ. "είμαι", όπως λεγόταν παλιότερα στην περιοχή της ανατολικής μακεδονίας και στα δυτικά παραθεσσαλονίκια (αναφορά vikar στο νάμαν) και όπως χρησιμοποιείται ακόμη σήμερα στο διαδίκτυο, (επιβεβαιώνεται η βόρεια χρήση) εν είδη πλάκας, μαγκιάς (μοιάζει δηλ. αρκετά με την χρήση του μαρή).
Συγκεκριμμένα

  • (στο στο α' ενικ.) ήμουν, ήμουνα --> ήμαν, ήμανε
  • (στο στο β' ενικ.) ήσουν --> ήσαν, ήσανε
  • (στο στο γ' ενικ.) ήταν --> ήντουν, ήντουνε
  • (στο στο γ' πληθ.) ήταν --> ήνταν, ήσαντε

Σημειώσεις:
1. Από το εν λόγω σημαντικό σχόλιο του vikar στο νάμαν, δεν μπόρεσα να βρω παραδείγματα για τα α' και β' πρόσωπα πληθυντικού ημάστε, ησάστε.
2. Στο 6ο παράδειγμα φαίνεται οτι πιθανόν οι τύποι αυτοί ήταν ή είναι ακόμη σε χρήση και στη θεσσαλία.
3. Σλανγκασίστ --> η πάσα που έδωσε ο vikar στον HODJA και μετά από 4 χρόνια την έπιασε η αφεντιά μου.
Ήμαν εκεί πέρσι

  1. Πούστης δεν είμαι, αλλά αν ήμαν γυναίκα θα σε κάθομαν.. Είσαι πολύ ωραίο παιδί αδερφέ μου και το ωραίο πρέπει να το λέμε. Εύγε. (εδώ)
  2. αησιχτιρ παλιομαγισες οποτε μενσιωνατε ματιασμενος ημανε (εδώ)
  3. σουρτουκο που ησαν μεχρι τετια ωρα μαρη (εδώ)
  4. Άσε το άλλο επιχείρημα που λένε τα ερπετά "εγώ δεν ήμανε σύριζα, πάντα έκανα κριτική" ΉΣΑΝΕ ρε βρομιάρη ....κι αν δεν, πάλι βρομιάρης ήσανε (εδώ)
  5. -Που ήντουν ο γιος μου;
    - Ήρτα! (εδώ)
  6. όσο να πεις λίγο θάλασσα αν είχε το χωριό μου καλά θα ήνταν.. -που λέμε και οι Λαρισαίοι-.. (εδώ)
  7. αυτοι δεν ησαντε που μας ταζανε ανταρτικο πολεων με μπροσταρη στην αιματοχυσια τον κουρακη??? Τι??? Όχι??? (εδώ)
  8. -και που είναι αυτό το μέρος; ενδιαφέρομαι τρομερά σήμερις να κάμω ένα σαματά να ξεγκανιάζω
    -όχι ρε σύ!! το καλοκαίρι λειτουργεί η ΣΠΗΛΙΑ, το ΠΟΜΟΛΟ είναι χειμερινό αφού!
    -ναμανε τώρα θεσσαλονίκη, θα σε παιρνα αλα μπρατσέτα και θα σεργιανάγαμε τη παραλία να φάμε παγωτό στο λιμάνι #kaigometha (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτερος όρος του Τουίτερ -ρήμα αυτή τη φορά- από το αγγλικό mention (= αναφέρω κάποιον). Σημαίνει κάνω αναφορά (μένσιο) σε κάποιον ή σε κάτι.
Όταν ο τουιτεράκιας, ο τουιτεράς, τουιτάρει και δεν μενσιώνει, πάει στο αμένσιοτο (Khan).

Απ' το ... τουίτερ

  1. Σπύρο τόσο καιρό σε μενσιώνω και δε τσιμπάς να σπάσουμε λίγο πλάκα, δλδ μόνο μέσω τούρκογλου έρχεσαι;
  2. Ο άλλος μενσιωνει τον εαυτό του και κάνει ερώτηση. Ξεκολλάτε ανάψτε κλιματιστικό και πέστε για ύπνο να χαλαρώσετε θα γίνετε τζημεροι

  3. Αυτο που βρίζετε εδω μεσα χωρις να μενσιωνετε, δεν σας κανει έξυπνους, αρχιδια σας κανει.

  4. μου προκαλείτε το ενδιαφερον που μου προκαλεί μια κατσαρίδα. Μη βαυκαλίζεστε, δεν θα σας μενσιωνα ποτε

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified