Το μυρμήγκι στα καλιαρντά. Δηλαδή το τσιγκούνικο ζουζούνι, που καβατζώνει φαί για τη φωλιά.
Η λέξη βγαινει απο τον Εβραίο τοκογλύφο Shylock στον Έμπορο της Βενετίας του Σέξπηρ.
Καγκελόκαρο το τσαρδί. Ούτε ζουζουνοσάιλοκ δεν βιζιτάρει αποκατέ!
Το μυρμήγκι στα καλιαρντά. Δηλαδή το τσιγκούνικο ζουζούνι, που καβατζώνει φαί για τη φωλιά.
Η λέξη βγαινει απο τον Εβραίο τοκογλύφο Shylock στον Έμπορο της Βενετίας του Σέξπηρ.
Καγκελόκαρο το τσαρδί. Ούτε ζουζουνοσάιλοκ δεν βιζιτάρει αποκατέ!
Got a better definition? Add it!
Παμπάλαιος σλανγκ όρος. Με πολλαπλές χρήσεις. Αναφέρω τις κυριότερες:
Κωλόμπαρο: Η κονσοματρίς που στο τέλος της βάρδιας της, αντί να πληρωθεί, το αφεντικό της ζητάει να πληρώσει τα ποτά που ήπιε.
Ο όρος προέρχεται από την χρηστικότητα του συγκεκριμένου συμπαθέστατου ζώου, που είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το γεγονός ότι πρέπει να πατάει γερά και στα τέσσερα πόδια του. Δυστυχώς, ένα κουτσό άλογο ισοδυναμεί με ένα άχρηστο στην αρχή και νεκρό στη συνέχεια άλογο.
-Ο πρόεδρος υποσχέθηκε ότι θα κάνει μεταγραφές του χρόνου. -Ποιος ξέρει τι κουτσάλογο θα μας κουβαλήσει πάλι...
-Όλα τα λεφτά στο 5, έχω πληροφορία.
-Άσε μας ρε Λάκη. Όλο σότα μας δίνεις. Ο ΤΡΕ ΜΠΙΕΝ (το 5) είναι γνωστό κουτσάλογο. εγώ σε πάω στοίχημα, ότι δεν θα τερματίσει καν...
Got a better definition? Add it!
Ο πολύ τσιγκούνης που έχει καβούρια στις τσέπες του.
Σιγά μην κάνει ανακαίνιση στο σπίτι του. Αφού τον ξέρεις τι καβουροτσέπης που είναι!
Got a better definition? Add it!
Το καλοκαίρι με την ευρεία έννοια της καλοκαιρίας που μπαίνει μέσα στο φθινόπωρο διαψεύδοντας (δεν τον χάλασε) τη φούρια κάθε καλοχειμωνάκια να το κηρύξει νεκρό. Με τη στενή έννοια, γαϊδουροκαλόκαιρο είναι καλές μέρες μέσα στον Οκτώβριο γύρω από την εορτή του αγίου Δημητρίου, ή ακόμη και μέσα στον Νοέμβριο. Σαν να λέμε μια υποτιθέμενη σειρά ημερών που κάνει παραδόξως λατσοτέμπα στην καρδιά του φθινοπώρου, αντίστοιχα με τις Αλκυονίδες μέρες τον Ιανουάριο. Με την ευρεία σήμερα, γαϊδουροκαλόκαιρο είναι κάθε εντυπωσιακή καλοκαιρία, και με καύσωνες ακόμη, μέσα στο φθινόπωρο, όπως τώρα καλή ώρα.
Ως προς την προέλευση, πιθανόν είναι αυτό που φαίνεται. Φανταζόμαστε το καλοκαίρι σαν ένα πεισματικό γάιδαρο ή μουλάρι να τα έχει στυλώσει και να μη φεύγει, προς μεγάλη απογοήτευση των καλοχειμωνάκηδων. Εκτός αν παπαρετυμολογώ και υπάρχει κάποια πιο προσγειωμένη, λ.χ. λαογραφική εξήγηση της ονομασίας, την οποία αγνοώ.
Στα αγγλικά λέγεται Indian summer ή été indien που λέει κι ο Joe Dassin (γαλλικά).
Στα ελληνικά, το βρίσκω στην Αριάγνη του Στρατή Τσίρκα, σε ένα συγκινητικό απόσπασμα, που περιγράφει το πώς αυτοί που θα φύγουν από ένα μέρος (όπως λ.χ. οι Αιγυπτιώτες Έλληνες) μπορούν να μεταφέρουν τα υπάρχοντά τους, αλλά δεν μπορούν να πάρουν μαζί τους την αγάπη τους για τον τόπο, και για ένα ζενεσεκουά που περιλαμβάνει μυρωδιές, το γαϊδουροκαλόκαιρο, εμπειρίες, αναμνήσεις...
Τη λεκάνη και τα εικονίσματα μπορείτε να τα πάρετε. Ακόμα και το τραπέζι με τον κίτρινο μουσαμά. Και την Ουρανίτσα την ίδια μπορείτε να τη στείλετε αλλού. Μα τη νύχτα μέσα στο γαϊδουροκαλόκαιρο, το φως της ασετυλίνης, τους δρόμους και το βουητό του μαχαλά, τα σπασμένα τζάμια και τις μεγάλες φωτισμένες γυάλες με το πράσινο και το κόκκινο νερό, το λαχάνιασμα του Γιούνες, το χαμόγελο του γιατρού, αυτά όλα θα μείνουν πίσω, δεν κλείνονται σε βαγόνια. Και δίχως αυτά τι παίρνετε μαζύ σας; Τίποτα!
Στρατής Τσίρκας, Αριάγνη, Αθήνα: εκδ. Κέδρος, 1962, σ. 115
Άλλα παραδείγματα:
Και λίγο ξενόγλωσση μουσική:
Got a better definition? Add it!
Καλιαρντή λέξη, δηλώνει το τεκνό που είναι της απολύτου εμπιστοσύνης αυτού που το έχει για τεκνό. Προφανώς από τον μυθολογικό σκύλο Κέρβερο, που φύλαγε τις πύλες του Άδη.
Σκέφτομαι να στήσω χρυσελεφάντινο ανδριάντα στο με σικ γιάνκη. Είχε όλες τις προϋποθέσεις να μου ήταν συμπαθής. Έσιαξε το μπερντέ του εις την αλλοδαπή και διακατέχεται από μια προτεσταντική ηθική, σε αντίθεση με τους βλαχοκαρνιώτες μικρομέγαλους ιθαγενείς μετόχους και τις δημοσιογραφικές βουβουζέλες τους που μου προκαλούν μια α πριόρι αποστροφή. Από εκεί και πέρα όμως ...Δεν γνωρίζω αν μπενάβει την τσεκουράτη γλώσσα της αλήθειας του Νότη, τη γλώσσα των ψεμμάτων των αλητών-κλεφτών-πολιτικών, τη λογοτιμήτικη των Μελ Μελ & Μελ ή την απροσδιόριστη του πρίκηψ; Δεν ξέρω γιατί μας τίμησε με τη παρουσία του, όσες φορές ήταν εντός ελληνικού πλάνου. 'Ηρθε να προσκυνήσει το δέλτα της Κυριάκου; Να προμηθευτεί με Καλαματιανά σοκολοτάκια ή να βρει κάνα τιβουπί θήλυ να κρεμαστεί; Τον μόνο που μπάνισα ουκ ολίγες φορές ήταν το κερβερότεκνό του, ένα αγνώστου ταυτότητας αντικείμενο, ο οποίος είχε πιάσει στασίδι εντός του κοινοβουλίου και προσέθετε την τελευταία πινελιά γραφικότητας . Κοινώς είχε κουλάρει την παρουσία μας σε τέτοιο βαθμό, που είχαμε καταντήσει πλατινένιοι χορηγοί του αχόρταγου. (Πολιτικό καλιάρντεμα αποκατέ).
Got a better definition? Add it!
Υβριστικός χαρακτηρισμός για κάτοικο της Αιανής Κοζάνης. (Δες).
Κορακογάμηδες, πώς βρίζονταν οι οικισμοί μεταξύ τους. (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Ο Αμφισσαίος λόγω των ονομαστών κουδουνιών και καμηλών. (Δες).
Με στείλανε στους γκαμηλοκουδουνάδες.
Got a better definition? Add it!
Ο ταμπάκης που χρησιμοποιούσε ακαθαρσίες σκύλων (δες) και υβριστικά ο κάτοικος της Άμφισσας που ήταν γνωστή για τα ταμπάκικά της (δες).
Εγώ πάντως ως παιδί πρόλαβα τους σκυλοσκατάδες να μαζεβουν κόπρανα για τα βυρσοδεψεία. Ωραίες εποχές που μας τέλειωσαν όταν όλοι θέλαν να γίνουν σαν την Αθήνα. (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Σκωπτικό προσωνύμιο για τον Μεσολογγίτη. (Δες).
Ο Ναπολέων ΛΑΠΑΘΙΩΤΗΣ και το Μεσολογγιτάκι, ο… ψαρόμυαλος κριτής του! (Εδώ).
Got a better definition? Add it!