Β πρόσωπο αορίστου της ενεργητικής φωνής του ρήματος φεύγω.

Χρησιμοποιείται αυτόνομα στο λόγο με προστακτική σημασία, ως δηλωτικό βεβιασμένης λήξης συνομιλίας η οποία οφείλεται είτε στην έλλειψη χρόνου, είτε στον (μεγαλύτερο ή μικρότερο) εκνευρισμό του προσώπου που το απευθύνει.

  1. Δεν είναι ώρα τώρα να μου κάνεις ανάλυση. Ίσα που προλαβαίνεις το λεωφορείο. Άντε! Έφυγες, έφυγες!

  2. Κόφτο. Είσαι υποκριτής και στην τελική μεγάλο καθίκι. Δε θέλω μα και μου. Τέλος. Έφυγες!! Τώρα! Πριν σ' αρχίσω στις γρήγορες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τύπος ευκτικής μέλλοντος μαζί με υποτακτική.

Σημαίνει και αντικαθιστά ενδεικτικά τα παρακάτω:

  • θα ήθελε να
  • θα έπρεπε να
  • θα πρέπει να
  • θα όφειλε να
  • θα μπορούσε να
  • θα μπορεί να κλπ

    Λέγεται λίγο αστεία, περιπαικτικά, ειρωνικά, φολκλορικά, ερωτηματικά.

  1. - Και δε μου λες; Πώς θαλανά δουλέψει αυτό το μαραφέτι;

  2. - Και τώρα, όλοι μαζί θαλανά πάμε εκεί και μετά να γυρίσουμε;

  3. - Σήμερα το βράδυ αυτός θαλανά 'ρθει εδώ.

  4. - Καλά φτάσαμε στο χωριό σου. Τι θαλανα κάνουμε τώρα μες σ' αυτή την ερημιά;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρήμα της Κυπριακής Ελληνικής που ενδέχεται να ακουστεί σε συναναστροφές με Κύπριους φοιτητές ανά το παγκόσμιο. Το ρήμα περικλείει διάφορες συνειδητές αλλαγές στον τρόπο ομιλίας οι οποίες θα αναλυθούν αμέσως μετά το σύντομο ετυμολογικό διάλειμμα.

Το ρήμα προέρχεται από τον χαρακτηρισμό «καλαμαράς» που στην καθομιλουμένη κυπριακή σημαίνει Έλληνας της Ελλάδας, σε αντιδιαστολή με τον ελληνόφωνο πληθυσμό της Κύπρου.

Όταν κάποιος (κύπριος) καλαμαρίζει, σημαίνει ότι (συνήθως) συνειδητά προβαίνει σε αλλαγές στο λεξιλόγιο, την σύνταξη και την φωνολογία ώστε να μοιάζει με την Κοινή Νέα Ελληνική. Πρόκειται για φαινόμενο μαζικής υπερδιόρθωσης (hypercorrection)

Ο όρος έχει υποτιμητική χροιά αλλά το φαινόμενο καθεαυτό γίνεται όλο και πιο αποδεκτό καθώς παρατηρείται σύγκλιση των κυπριακών διαλέκτων σε μια κοινή Κυπριακή που αποτελεί μείγμα χαρακτηριστικών της κυπριακής διαλέκτου και της κοινής Ελληνικής.

Οι Αλλαγές:

Α. Φωνολογικά

  • Στα κυπριακά ιδιώματα επιβιώνουν τα διπλά σύμφωνα των αρχαίων (πχ άλλος: /'alːos/ αντί /'alos/) αλλά αναπτύσσονται και σε άλλες θέσεις που δεν υπήρχαν αρχικά (πχ σκύλος: /'ʃilːos/ αντί /'/'scilos/). Όταν κάποιος καλαμαρίζει, δεν προφέρει τα διπλά σύμφωνα.
  • Στα κυπριακά ιδιώματα διατηρείται και η προφορά των δασέων [pʰ], [tʰ] και [kʰ], τα οποία σε αρκετές περιπτώσεις έχουν και λεξιλογική σημασία (πχ κούπα (δοχείο) /kupʰa/ VS κούπα (έδεσμα) /kupa/). Και αυτά είναι πιθανόν να απουσιάσουν από το λόγο κάποιου που καλαμαρίζει.
  • Στο κυπριακό ιδίωμα παρατηρούνται τα σύμφωνα [ʃ], [ʧ] (και τα μακρά/δασέα/ηχηρά variants τους) που υποκαθιστούν τα [ç] και [c] σε συγκεκριμένα φωνητικά περιβάλλοντα. Και πάλι, αυτά τα σύμφωνα θα αποφευχθούν από αυτόν που καλαμαρίζει. Μερικές λέξεις όπως ο σύνδεσμος «και» /ʧe/ (αν είναι ήχηρο: /ʤe/) αντιστέκονται στον τύπο της Κοινής /ce/.
  • Αντιστροφή της αποσιώπησης των β, δ, γ, πχ η κατάληξη ουσιαστικόν -ούδιν προφέρεται συνήθως -ούιν. Κάποιος που καλαμαρίζει όχι μόνο θα προφέρει αυτά τα σύμφωνα, αλλά θα τα προφέρει και σε θέσεις που δεν υπήρχαν αρχικά.

    O γράφων δεν έχει παρατηρήσει άλλα φωνολογικά χαρακτηριστικά της κυπριακής να διορθώνονται από τους καλαμαρίζοντες.

Β. Μορφολογία/Σύνταξη

Στην Κύπρο η κυπριακή γραμματική και η γραμματική της Κοινής βρίσκονται σε σύγκρουση. Διάφορα κλιτά μέρη του λόγου σχηματίζονται διαφορετικά.

  • Το ρήμα «είναι» στα κυπριακά κλίνεται ως: είμαι, είσαι, ΈΝΙ/ΕΝ, είμαστεΝ, είσαστεΝ/είσαστΙΝ, ΈΝΙ/ΕΝ. Ο καλαμαρίζοντας πιθανόν να αντικαταστήσει το ένι με το είναι σε μια καθόλα κυπριακή πρόταση προκαλώντας μια awkward κατάσταση.
  • Οι προσωπικές αντωνυμίες είναι: εγιώ/εγιώνι /e'ʝo/ /~ni/, εσού, τζείνος/η/ο /'ʧinos/ /~i/ /~o/, εμείς, εσείς, τζείνοι/ες/οι. Όπως και πιο πάνω.
  • Οι καταλήξεις των ρημάτων -ούμεν(τε), -όννετε για α' και β' πληθυντικού αντικαθίστανται από αυτές της κοινής.
  • Περιφραστικοί χρόνοι. Παρόλο που αποφεύγονται στην Κυπριακή, οι καλαμαρίζοντες τείνουν να τους χρησιμοποιούν, ωστόσο σχηματίζονται διαφορετικά: Κυπριακή | Ελληνική | Καλαμαρισμός Είπα της |Της είχα πει| Είχα της πει. <- παρατηρείστε ότι το «της» αντιστέκεται και παραμένει μετά το κυρίως ρήμα αντί να πάει μπροστά από αυτό.

    Παρατηρείται και υπερδιόρθωση άλλων δομών σύνταξης για τις οποίες ο γράφων επιφυλάσσεται να γράψει αφού μελετήσει εις βάθος.

Γ. Λεξιλογικά

Απάνθισμα Κυπριακών λημματουθκιών.

Αρκετές λέξεις στο πιο πάνω λινκ είναι απαρχαιωμένες και δεν χρησιμοποιούνται πλέον, άλλες χρησιμοποιούνται καθημερινά και αρκετές από αυτές θεωρούνται μιάσματα από τους καλαμαριστές.

Ο Κύπριος που χρησιμοποιεί αδιάκριτα την κοινή γλώσσα λέγεται ότι «ελληνικουρίζει» ή «καλαμαρίζει». http://greeksurnames.blogspot.com/2010/06/blog-post.html

(από perkins, 23/06/10)(από perkins, 23/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μάζεψέ τα. Δεν βρίσκω άλλη ερμηνεία παρά να προέρχεται από συντόμευση του «μάζεψέ τα». Γνωστό το τραγούδι του Τσιτσάνη, «τα λερωμένα, τ' άπλυτα, τα παραπεταμένα, μάσ' τα και φύγε φίλε μου, δεν κάνεις πια για μένα». Φυσικά συντάσσεται και με άλλους τρόπους, «μασ' το, το 'μασα» κλπ. Λίγο ξεπερασμένο, αλλά νομίζω κλασικό και χρησιμοποιείται και σήμερα.

Μάσ' τα πράγματά σου και άδειασέ μου την γωνιά.

(από electron, 02/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόσφατα ενδεχομένως τυποποιημένη μορφή του ρήματος μπερδεύομαι με ειδικές συνδηλώσεις. Το αδόκιμο της έκφρασης έγκειται στην προστακτική, η οποία ζητά από τον ακροατή να μη μπερδευτεί, ωσάν το μπέρδεμα να ήταν κάτι που κανείς μπορεί να υποστεί ή να αποφύγει ηθελημένα («λέω να μη μπερδευτώ σήμερα»). Αυτό το μη μπερδεύεσαι δεν σημαίνει εδώ φυσικά «μην αναμιχθείς» (το οποίο λέγεται «μη μπερδευτείς / μπλεχτείς», με αυτή την προστακτική της στιγμής, μιας και το μπλέξιμο είναι κάτι που γίνεται ακαριαία κι άντε μετά να ξεμπλέξεις). Και σ' ένα στοιχειώδες και μόνο επίπεδο σημαίνει «μην επιτρέψεις να σου προκαλέσουν σύγχυση» (οι περιστάσεις, οι άλλοι κλπ). Δεν είναι όμως καθόλου το ίδιο με το μη μπερδευτείς (αν και είναι κοντά στο πιο παλιό συγκεντρώσου!).

Νοηματικά αυτή η προστακτική ενεστώτα, που πολύ συχνά συντάσσεται με γενική προσωπική, του πατροναρίσματος θα έλεγα (βλ. λχ. μη μου εκνευρίζεσαι, μη μου χαίρεσαι κλπ) δεν είναι μια απλή σύσταση για αυξημένη προσοχή, αλλά ένας ακόμα τρόπος με τον οποίο ο ένας βγαίνει από πάνω, καθώς βοηθά / παρηγορεί / συμβουλεύει κλπ τον άλλο (όπως τα εγώ θα σου πω, άκου με και μένα τη γριά πουτάνα και τα παρόμοια).

Έτσι, μη μπερδεύεσαι κυρίως σημαίνει: «Η πραγματικότητα είναι απλή και τις βασικές της συντεταγμένες μόλις στις εξήγησα, απλοποιώντας περαιτέρω προκειμένου και απλοϊκά άτομα σαν και σένα να τις συλλάβουν. Μην εμπιστευτείς, λοιπόν, τον εαυτό σου, αλλά εμένα και τις συμβουλές μου για να τη βγάλεις καθαρή, και να με ευγνωμονείς που το έκανα όλο αυτό για σένα».

Σε μια σύνθετη κοινωνία, βέβαια, που η συμβουλή εμπιστοσύνης γίνεται όλο και περισσότερο αγαθό εν ανεπαρκεία (μέσα στην υπερπληθώρα συμβούλων), στην οποία όλοι /-ες ψάχνουν το «κέντρο» και το «focus» τους, και που το πατρονάρισμα –γλωσσικό ή έμπρακτο– κανέναν δεν προσβάλλει ιδιαίτερα, αν αυτός το έχει ανάγκη, το «μη μπερδεύεσαι» γίνεται συνήθως ευμενώς δεκτό. Ώστε με τη γενίκευση της χρήσης της γραμματικής μορφής, αυτή δεν αντηχεί πλέον αρνητικά αλλά, για τον πολύ κόσμο, στα πλαίσια του κοινωνιογλωσσικού αυτοματισμού υπό συνθήκες ελεγχόμενου πανικού, ως δείγμα αυτοπεποίθησης και γνώσης του ομιλούντος –ακόμα κι αν αυτός είναι ο Λιακό.

  1. Νεκρική σιωπη η σχεση μας. Όχι μη μπερδεύεσαι, δεν ειχαμε ποτε σχεση. Ειχαμε κατι που οι αλλοι δε θα καταλαβουν ποτε [...] τελειωσαμε.τελειωσαμε αγαπη γιατι οι δυο μαζι ειμαστε ονειρο.ονειρο χωρις πραξη.

(Ερωτικό πατρονάρισμα σε blog, η ανορθογραφία του πρωτότυπου).

  1. Τι γλυκο πουτανακι που εχω εγω....Ακομα και οταν λειπω με σκεφτεσαι...;Κοιταξε να δεις επειδη εγω σε γαμαω δεν σημαινει οτι οποιος σε γαμαει ειμαι εγω.Δεν ειμαι κτητικος γτ ξερω οτι παντα γυρνας σε εμενα.Μη μπερδευεσαι.

(Σεξουαλικό πατρονάρισμα από φόρουμ, η ανορθογραφία του πρωτότυπου).

  1. Μη μπερδευεσαι, το οτι βαζω ενα κειμενο εδω δεν σημαινει οτι συμφωνω πληρως με αυτο, αν παρατηρησεις τα κειμενα που διαλεγω θα καταλαβετε οτι το βαζω ως προβληματισμο.

(εδώ η φράση έχει λειτουργία disclaimer αλλά στοιχεία πατροναρίσματος είναι και πάλι ανιχνεύσιμα).

  1. Οχι ρε παιδι μου !! Ειναι γκολφ κλασσ. Το σουπερμπ ειναι πασσατ. Μη μπερδευεσαι. μη συγκρίνεις φαμπια με οκταβια. Καμια σχεση. Ειχαμε και φαμπια... Οπως και το μαζντα 3 σε σχεση με το 6. Γη και ουρανος.

(από φόρουμ σχετικά με αυτοκίνητα, κάποιος μπερδεύτηκε κι έμπλεξε για την ορθογραφία τα είπαμε).

  1. Στο σημειο αυτό σου θυμιζω οτι οπου, λεμε οπου, υπηρξε καποια επαρκεια με καθοριστικη τη συμβολη εξεχουσων προσωπικοτητων, δε συνιστα «μεσσιανισμο», μη μπερδευεσαι.

(συζήτηση για το ΠΑΣΟΚ και την Αριστερά, από εδώ, στοιχεία πατροναρίσματος είναι και πάλι ανιχνεύσιμα, ορθογραφία μια απ' τα ίδια).

Κάπου μετά 0.45 (από Khan, 23/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση πασπαρτού που ετυμολογείται από το «μία φορά» ή «μία στιγμή», και σημαίνει το ξεκίνημα μιας ενέργειας.

Το μία μπορεί να παραλειφθεί χωρίς να αλλάξει το νόημα, η χρήση του όμως δίνει ένα νόημα σπιρτάδας, αμεσότητας, ή ταχύτητας στην έκφραση.

  1. Το σ/κ πάμε μια Αράχοβα; [εννοείται: θεωρώ ότι μας είναι εύκολο να αποφασίσουμε να πάμε, γίνεται μπαμ μπαμ. προφανώς προ κρίσης γιατί τώρα μετράμε τα χιλιόμετρα για να φύγουμε :)]

  2. Ρε συ ξέχασα το αλατοπίπερο, πας μία στην κουζίνα να το φέρεις; [εννοείται σου είναι εύκολο να πας και να έρθεις]

  3. Πάμε μία skype; [δηλαδή θέλεις να ξεκινήσουμε έναν διάλογο στο skype; εννοείται ότι δε μας είναι δύσκολο]

  4. - Πάμε;
    - Κάτσε, πάω μία τουαλέτα και φύγαμε [εννοείται θα κάνω γρήγορα, δε γεννάται θέμα]
    (γυρνάει) - Πάμε;
    - Κάτσε να πληρώσουμε μία τον λογαριασμό... [εννοείται μπαμ μπαμ]

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάρα πολλοί Έλληνες, όταν χρησιμοποιούν λέξεις που καταλήγουν σε -ήσεις, -ίσεις, κάμουν το πρώτο σίγμα silent (tres chic). Αυτό συμβαίνει καθότι απλοποιείται και διευκολύνεται πολύ η προφορά της λέξης, καθώς τα δύο σίγμα απαιτούν καθαρότερη άρθρωση και μεγαλύτερη προσπάθεια από τον ομιλών.

Οι ερευνητές κατέληξαν ότι δεν προέρχεται από κάποιο μέρος της Ελλάδας ως ιδιωματισμός, αλλά μάλλον εμπίπτει στην κατηγορία Κό'α Κόλα , σε ένα τέ'αρτο, καθώς έχουν παρατηρηθεί από Καταυλακιώτες αλλά και Καρδιτσιώται.

  1. - Νjίκο, Νjίκο!
    - Έλα Γιώργο!
    - Έλα ήρθε ο κόσμος! Έλα να με βοηθή'εις! Μάζεψε και τις αιτή'εις από τις αυξή'εις από τις επιδοτή'εις μην τα πάρει κανένας!

  2. (Σε κατάστημα ειδών τεχνολογίας)
    - Και νά σε ρωτήσω, τι απαιτήσεις έχει αυτό το μηχανάκι;
    - Απαιτή'εις, απαιτή'εις, πρόσεχε μην την πατή'εις.... Καρ καρ καρ καρ!
    - Καλά...Μπορώ να απευθυνθώ σε κάποιο άλλο τμήμα;
    - Ναι, καλέστε τις πωλή'εις.

  3. - Έλα μωρό μου, θα έρθεις αύριο κατά τις 8 και τέ'αρτο να με ξυπνή'εις;
    - Να σε πάρω τηλέφωνο καλύτερα;
    - Όχι έλα να μου χτυπή'εις... Μπας και κάνουμε και τίποτα γυμναστικές ασκή'εις... Πρωινές...

πρβλ και -άειζ, -ήειζ, -ίειζ, -ώειζ, αύξη, ζγκατάψυξ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση-απάντηση σε ενθουσιώδεις προτάσεις που μας βρίσκουν αδιάφορους. Κάνει χρήση της βρετανικής τεχνικής της συσσώρευσης (buildup) και της κατάρρευσης (collapse) των συναισθημάτων του ακροατή, ο οποίος από το πρώτο μισό προκαταλαμβάνεται για την ντεμέκ θετική μας στάση και στο δεύτερο μισό τσιμπάει το άκυρό του.

Σ.σ.: Ράντομ σάιενς, μην τα πάρετε τοις μετρητοίς...

- Λοιπόν, πολύ χαίρομαι που βγήκαμε τελικά για έναν φρέντο.
- Κι εμείς Χαρίλαε, κι εμείς! Έτσι αγάπη μου;
- Ναι, ναι...
- Κι όποτε θέλετε και μπορείτε να πάμε στην Πανεπιστημίου, στην Λυρική, που έχει φέτος κάτι παραστάσεις σούπερ!
- Α, τι καλά! Τι λες μωρό μου;
- Να μαζευτούμε να πάτε αγάπη μου...

Mel Brooks, Blazing Saddles, 1974. Το απόσπασμα αφορά τα σχόλια. (από patsis, 25/04/11)

Δες και κάποιος περισσεύεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαριτωμένη ορθογραφική διατύπωση ενός εθνικοσοσιαλιστή, φασίστα ή ακροδεξιού. Εκ του γερμανικού national-sozialist).

Βλ. επίσης: χρυσαύγουλο, αυγά, εγέρθουτου, κασιδιάζω, σκινάς, χρυσά αυγά, χρησοί αβγύ, ναζιάρης, χουντάλας, πλευρίτιδα.

«...κάποιοι »ΝΕΟΕΛΛΗΝΕΣ« αφαίρεσαν εξαρτήματα από την μηχανή για να τα έχουν ενθύμια στα σπίτια τους….. κάποιοι άλλοι έκανα γκράφιτι στο βαγόνι μεταφοράς επιβατών.... ώστε να »δείξουν« την τέχνη τους σε ένα μνημείο που το σεβάστηκαν ακόμη και οι Ναζοί κατακτητές το 1943....» (από το βλόγιο για τον Οδοντωτό Μουτζούρη)

- Es_Pagan έγραψε: Και οι Τσιγγανόγυφτοι Άρυοι; Μπερδεψομουνιές οι ναζοί :-)
- Πεπόνιος ΚαρπουΖΕΥΣ έγραψε: Ναζός είναι ο Αντίοχος ο Αχαρνεύς; Δεν είναι ομόθρησκός σου;
(από το phorum.gr)

«Ο αγγυλοτος σταυρός που χρησιμοποήσαν οι ναζοί, είναι σύμβολο υγείας και ευημερίας είτε σε κάποιες περιοχές στην Ταϋλάνδη, είτε κάπου από εκεί κοντά, και συζητάμε για πολύ πρίν τον Χίτλερ» (από κάποιο φόρουμ κάπου)

(από Vrastaman, 01/10/12)♪♫ Don\'t be stupid, be a smarty, come and join the Nazi Party ♪♫ (από σφυρίζων, 06/09/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που χρησιμοποιείται για να αποκτήσει μάγκικη ισχύ ο λόγος.

Προέρχεται από το να πούμε.

- Πήγα να τον παίξω μία πόρτες και μέτραγε τα πούλια ναούμε. - Άμα δε το κατέχεις το τάβλι άσ' τα - βράστα ναούμε, πάνε παίξε τις κουμπάρες!

Βλ. και ναούμ', άμα λάχει (ναούμ'), νταξναούμ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified