Further tags

Συντομογραφία του «να πα να γαμηθεί» ξάδερφο λήμμα του «δεμπαναγά» εκ του «δε μπα να γαμηθεί». Χρησιμοποιείται κυρίως απαξιωτικά για το άτομο ή το αντικείμενο στο οποίο αναφερόμαστε.

Είναι μια έκφραση φιλική για τα παιδιά, καθώς δεν βρίζουμε με την ουσιαστική έννοια του λόγου, αλλά περνάμε το νόημα που θέλουμε. Συνοδεύεται πάντα από ρυτίδες έκφρασης στο μέτωπο της κεφαλής, και σηκωμένο χέρι (σε διάταση / παλάμη ανοιχτή) δείχνοντας τα βουνά.

- Γιάννη, πήρε τηλέφωνο ο Ταδόπουλος.
- Σοβαρά; και τι θέλει ο μάλαξ;
- Το ενοίκιο του προηγούμενου μήνα
- Μα το έχω καταθέσει στον λογαριασμό του μέσω ΓουίνΜπάνκ!!!! (με σηκωμένο χέρι, τσαντίλα / απαξίωση). Άϊντε ναπαναγά!

(από perkins, 25/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άκλιτη λέξη ή μεξικάνικος πληθυντικός για τον κρητικό ντάκο.

Ο ντάκος είναι παραδοσιακό σαλατοειδές πιάτο τση Κρήτης με παξιμάδια (και ουχί σκέτο παξιμάδι, αν και λέγεται και κουκουβάγια ή παξιμάδι), ντομάτες, τυρί και λάδι.

Το άκλιτο ντάκος ή τα μεξικάνικα ντάκος τείνουν πλέον να αντικαταστήσουν ολοκληρωτικά το ντάκο.

  1. Θα θέλαμε ένα καραφάκι τσίπουρο χωρίς γλυκάνισο κι ένα ντάκος.

  2. Πρώτο πρώτο αποτέλεσμα στη γούγλη:
    Κρητικά ντάκος!!! ...
    Συστατικά
    - 5 κρητικά ντάκος
    ...
    Οδηγίες

  3. Στη συνέχεια περιχύνουμε τα ντάκος μας με το μίγμα.
  4. Πασπαλίζουμε τα ντάκος με τριμένη φέτα (οσο σας αρέσει).
    ...
    Λίγα μυστικά ακόμα
    Αν βρίσκετε τα ντάκος πολύ σκληρά μπορείτε να τα μαλακώσετε βρέχοντάς τα ...
    Την ποσότητα των ντάκος την καθορίζετε εσείς προσθέτοντας η αφαιρώντας ντάκος. Καλή σας όρεξη!!!!!!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάληξη που σχηματίζει αρσενικό όνομα-χαρακτηρισμό. Ο χαρακτηρισμός που προκύπτει παίρνει τη σημασία του από το πρώτο συνθετικό, το οποίο πρόκειται για ουδέτερο ουσιαστικό που καταλήγει σε -μα, ή σπανιότερα -μο (ο χαρακτήρας πάντα -μ-), και δηλώνει συνήθως πράξη ή ενέργεια. Ένας -ατίας τείνει να κάνει αυτήν την πράξη συχνά, τακτικά, συστηματικά.

Προέρχεται από την γενική πτώση των ουσιαστικών αυτών σε -ατος και το γνωστό παραγωγικό επίθημα -ίας, και φαίνεται ότι στην αργκό έχει διαδοθεί σε έναν βαθμό ως παλαιοελληνισμός, αντί για επιλογές της καθομιλουμένης όπως θα ήταν πιχί το -ατάκιας (< -ατ(ος) + -άκιας). Το -ίας απο μόνο του δεν φαίνεται να λειτουργεί ως επίθημα στην αργκό, αν και υπάρχει ως κατάληξη σε απευθείας σχηματισμούς από θηλυκά που λήγουν σε -ία (αφασίας, παραλίας, σπανομαρίας και άλλα).

Στα παραδείγματα, λέξεις που υπάρχουν ήδη στο σλανγκ τζι αρ.

αραγματίας, γλειψιματίας, πεσιματίας, σκαλωματίας, σπασιματίας, στησιματίας, τσακωματίας, χωσιματίας

Ακόμη: απεναντίας (λογοπαίγνιο με το ομόηχο επίρρημα), επιχρηματίας (λογοπαίγνιο με το επιχειρηματίας), μεγαλολημματίας (λογοπαίγνιο με το μεγαλοκτηματίας)

Matias (από GATZMAN, 16/09/10)Κολλημένος με την... ΑΤΙ (από GATZMAN, 16/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγγλισμός. Έκφραση ή λέξη η οποία έχει μεταφερθεί στα ελληνικά από τα αγγλικά έτσι όπως ακριβώς χρησιμοποιείται εκεί -ενώ δεν έχει καμία θέση στα ελληνικά έτσι, παρά μόνο μεταφρασμένη σωστά, ει δυνατόν...

Ακολούθως έχουμε και γαλλιά, γερμανιά, κλπ.

Προσοχή: οι αγγλιές κλπ δεν είναι δάνεια, δεν είναι frangrec ή greeklish, ούτε λογοπαίγνια όπως τα we have not seen him yet, and we have removed him John.

Οι αγγλισμοί κλπ είναι κυρίως λάθη (και συναντώνται σε σοβαρά περιβάλλοντα, όπως πχ σε μια λογοτεχνική μετάφραση) ή είναι μεταφραστικές αδυναμίες οι οποίες έγιναν με τον καιρό δόκιμες ελληνικές εκφράσεις / λέξεις.

Στην καθομιλουμένη πολλά συγχωρούνται και όλοι μας πια χρησιμοποιούμε κατά κόρον, δεκαετίες τώρα, άπειρες τέτοιες αγγλογαλλιές (βλ. πχ εδώ).

Μεγάλη ζημιά σε αυτό έχουν κάνει οι υποτιτλιστές και οι δημοσιογράφοι, κατά την ταπεινή μου. Οι δε μεταφραστές θα έπρεπε να είναι απολύτως ευσυνείδητοι ως προς το θέμα αυτό. Αλλά πού τσάρος...

Παραδείγματα από αγλλιές και γαλλιές:

  1. Κλασικό παράδειγμα αγγλιάς που περνάει πια απαρατήρητη: η αγγλική λέξη typical . Ενώ σημαίνει «χαρακτηριστικός», λέγεται και στα ελληνικά με την σημασία των αγγλικών (ενώ κανονικά η δική μας λέξη «τυπικός» είναι το αγγλικό formal).

  2. Τα «κάνω ναρκωτικά» και «πάρε τον χρόνο σου» έχουν αρχίσει να χρησιμοποιούνται και άρα είναι αγγλισμοί (αν θέλετε γουγκλίστε).
    Ακόμα και το «ευχαριστώ για το τίποτα» βγάζει μια δεκαπενταριά γουγκλιές.
    (από το ίδιο)

  3. βλ. στο σλανγκρ το λήμμα συγγνώμη ή λυπάμαι γι' αυτό / ευχαριστώ γι' αυτό

  4. Στα γαλλικά, το αλεύρι είναι farine. Στα ελληνικά, φαρίνα δεν είναι το οποιοδήποτε αλεύρι, είναι μάλιστα και μια παιδική κρέμα. Επομένως, είναι γαλλισμός να λέμε «να προμηθευτεί κανείς φαρίνα, βούτυρο ή κρέας» (σ. 178).

Ο Ζινόβιεφ δεν έκανε τίποτε άλλο από το να εκχυδαΐζει τις ιδέες του Λένιν (203), αλλά στα γαλλικά vulgariser σημαίνει «εκλαϊκεύει» και αυτό έκανε ο Ζινόβιεφ.

Σελ. 262, η κυβέρνηση βρέθηκε ενωμένη στην κηδεία του Τάδε. Στα γαλλικά se trouva réuni αλλά ‘συγκεντρώθηκε’ στα ελληνικά.

Σελ. 381, το diatribe μεταφράζεται ‘διατριβή’ ελληνοπρεπώς, ενώ η σημασία της λέξης έχει αλλάξει στα γαλλικά και σημαίνει ‘επιθετική κριτική, λίβελλος’.

Σελ. 392, το Hydrocentrale μεταφράζεται ‘Υδροκεντρικός σταθμός’, αλλά στα ελληνικά λέμε «Υδροηλεκτρικός σταθμός»¨

Σελ. 478 δεν δημοσίευε ποτέ τα ντοκουμέντα μας. Στα γαλλικά nos documents, στα ελληνικά ‘τα κείμενά μας’.

Σελ. 706, μιλώντας για κάποια εφημερίδα: εμφανίστηκε από τον Νοέμβριο του 1913 μέχρι τον Ιούλιο του 1917. Στα γαλλικά a paru, αλλά στα ελληνικά ‘κυκλοφόρησε’.

Σελ. 713, λέγεται για κάποιον ότι εξασφάλισε τα πρώτα πέντε τεύχη του τάδε περιοδικού. Στα γαλλικά a assuré, άρα ανέλαβε, επιμελήθηκε, ήταν υπεύθυνος

Σελ. 743, υπουργός των εξωτερικών υποθέσεων. Στα γαλλικά affaires étrangères αλλά στα ελληνικά Υπουργός Εξωτερικών

Και το καλύτερο, σελ. 761: τις ατάκες ενάντια στον Τρότσκι. Όμως στα ελληνικά, ατάκα είναι η πνευματώδης απάντηση, άρα «επιθέσεις».
από εδώ

  1. Το «θα σε πάρω πίσω» είναι ένας αγγλισμός, που τον βρίσκω πολύ χιουμοριστικό. Μπορεί να το έχω χρησιμοποιήσει μια - δυο φορές, πάντα με ένα ύφος όλο υπονοούμενο, για να εισπράξω, φυσικά, την ανάλογη απάντηση:))))

Χρησιμοποιείται όμως και στα σοβαρά μια χαρά.
από εδώ

  1. Για γκραν φινάλε, σας έχω το εξής (οκ, δεν είναι γαλλιά, είναι όμως ένα αγαπημένο μου μεταφραστικό λάθος, δεν άντεξα να μην το βάλω):

Ξέρατε ότι ο Αλφόνς Ντωντέ έχει γράψει το βιβλίο «Τα γράμματα από την Μουλίν»; Ω ναι, σύμφωνα με την εμπνευσμένη μετάφραση της κυρίας Ευηνέλλας Αλεξοπούλου ή του κυρίου Νίκου Λαζαρίδη (2 μεταφραστές) και παρά την επιμέλεια των Έλενα Παπαθανασοπούλου και Νίκου Στασινόπουλου (2 επιμελητές...), στις εκδόσεις Ροές, το σωτήριον έτος 2003, στο βιβλίο με τίτλο «Οι φυλακές της παιδικής μας ηλικίας» (μάπα, μην το πάρετε), στην σελίδα 59, σας περιμένει πρώτη-πρώτη αυτή η μετάφραση του γαλλικού τίτλου «Lettres de mon moulin» του καημένου του Ντωντέ.

Moulin στα γαλλικά είναι ο μύλος. Μύλος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(κρητική διάλεκτος) Το διαζευτικό «ή». Λέγεται και «γης».

Ωψές επήγες να μαζέψεις τσ' ελιές γη με ξέχασες;;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γενική είναι σλανγκ όταν τίθεται (από το ρ. τίθω, όπως λέει η Άνζελα) αντί ονομαστικής. Πάντα γενική ενικού, όχι πλήθους.

πχ:
απιστεύτου
απάρτου
αγαμίδου
πλουσίου

Σημείωση ότι τα παραπάνω λέγονται. Μην πιάσει κανείς και κάνει την τρίχα τριχιά και εφευρίσκει απ' τη γκλάβα του γενικές. Μόνο ό,τι έχει ακούσει.

  1. Η γκόμενα είναι απιστεύτου.

  2. Έχει να γαμηθεί από τον καιρό του μελχισεδεκ, απαρτου και αγαμίιδου γωνία σου λέω.

  3. Έσκασε κι ο κλασικός ο μαλάκας ο πλουσίου με το κουγιέν να μας κάνει επίδειξη την ψωλή του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Μεθώνννη είπαμε, όχι Μεθώνη».

Έτσι διαμαρτύρομαι όταν δεν προφέρουν σωστά τον τόπο καταγωγής μου. Κατά το Μεθωναίο λοιπόν - και όχι μόνο - όταν το Ν ακολουθείται από Η, Ι, Υ, ΕΙ, αποκτά ένα χαρακτηριστικό, βαθύ ήχο, που βγαίνει κατευθείαν από τον ουρανίσκο του.

Τρία λοιπόν Ν αντί για ένα, και λίγα είναι.

- νννιαου - νννιαου
- μια νννύχτα στο νννιου γιορκ
- έφτιαξε η Ελενννίτσα ένα νννύχι
- φοβερο μουνννί η πουτανννίτσα

Αλλα γράμματα που χρησιμοποιούνται x3:
- τα τρία A του επιφωνήματος «Aαα !¨
- τα τρία Χ του πορνό
- τα τρία Ρ της Βραζιλίας, Ρονάλντο,Ριβάλντο και...Μπεμπέτο! (κατά Μανώλη Μαυρομάτη) - τα τρία Λ της Αμαλίας του Παρα Πέντε

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρήμα της Κυπριακής Ελληνικής που ενδέχεται να ακουστεί σε συναναστροφές με Κύπριους φοιτητές ανά το παγκόσμιο. Το ρήμα περικλείει διάφορες συνειδητές αλλαγές στον τρόπο ομιλίας οι οποίες θα αναλυθούν αμέσως μετά το σύντομο ετυμολογικό διάλειμμα.

Το ρήμα προέρχεται από τον χαρακτηρισμό «καλαμαράς» που στην καθομιλουμένη κυπριακή σημαίνει Έλληνας της Ελλάδας, σε αντιδιαστολή με τον ελληνόφωνο πληθυσμό της Κύπρου.

Όταν κάποιος (κύπριος) καλαμαρίζει, σημαίνει ότι (συνήθως) συνειδητά προβαίνει σε αλλαγές στο λεξιλόγιο, την σύνταξη και την φωνολογία ώστε να μοιάζει με την Κοινή Νέα Ελληνική. Πρόκειται για φαινόμενο μαζικής υπερδιόρθωσης (hypercorrection)

Ο όρος έχει υποτιμητική χροιά αλλά το φαινόμενο καθεαυτό γίνεται όλο και πιο αποδεκτό καθώς παρατηρείται σύγκλιση των κυπριακών διαλέκτων σε μια κοινή Κυπριακή που αποτελεί μείγμα χαρακτηριστικών της κυπριακής διαλέκτου και της κοινής Ελληνικής.

Οι Αλλαγές:

Α. Φωνολογικά

  • Στα κυπριακά ιδιώματα επιβιώνουν τα διπλά σύμφωνα των αρχαίων (πχ άλλος: /'alːos/ αντί /'alos/) αλλά αναπτύσσονται και σε άλλες θέσεις που δεν υπήρχαν αρχικά (πχ σκύλος: /'ʃilːos/ αντί /'/'scilos/). Όταν κάποιος καλαμαρίζει, δεν προφέρει τα διπλά σύμφωνα.
  • Στα κυπριακά ιδιώματα διατηρείται και η προφορά των δασέων [pʰ], [tʰ] και [kʰ], τα οποία σε αρκετές περιπτώσεις έχουν και λεξιλογική σημασία (πχ κούπα (δοχείο) /kupʰa/ VS κούπα (έδεσμα) /kupa/). Και αυτά είναι πιθανόν να απουσιάσουν από το λόγο κάποιου που καλαμαρίζει.
  • Στο κυπριακό ιδίωμα παρατηρούνται τα σύμφωνα [ʃ], [ʧ] (και τα μακρά/δασέα/ηχηρά variants τους) που υποκαθιστούν τα [ç] και [c] σε συγκεκριμένα φωνητικά περιβάλλοντα. Και πάλι, αυτά τα σύμφωνα θα αποφευχθούν από αυτόν που καλαμαρίζει. Μερικές λέξεις όπως ο σύνδεσμος «και» /ʧe/ (αν είναι ήχηρο: /ʤe/) αντιστέκονται στον τύπο της Κοινής /ce/.
  • Αντιστροφή της αποσιώπησης των β, δ, γ, πχ η κατάληξη ουσιαστικόν -ούδιν προφέρεται συνήθως -ούιν. Κάποιος που καλαμαρίζει όχι μόνο θα προφέρει αυτά τα σύμφωνα, αλλά θα τα προφέρει και σε θέσεις που δεν υπήρχαν αρχικά.

    O γράφων δεν έχει παρατηρήσει άλλα φωνολογικά χαρακτηριστικά της κυπριακής να διορθώνονται από τους καλαμαρίζοντες.

Β. Μορφολογία/Σύνταξη

Στην Κύπρο η κυπριακή γραμματική και η γραμματική της Κοινής βρίσκονται σε σύγκρουση. Διάφορα κλιτά μέρη του λόγου σχηματίζονται διαφορετικά.

  • Το ρήμα «είναι» στα κυπριακά κλίνεται ως: είμαι, είσαι, ΈΝΙ/ΕΝ, είμαστεΝ, είσαστεΝ/είσαστΙΝ, ΈΝΙ/ΕΝ. Ο καλαμαρίζοντας πιθανόν να αντικαταστήσει το ένι με το είναι σε μια καθόλα κυπριακή πρόταση προκαλώντας μια awkward κατάσταση.
  • Οι προσωπικές αντωνυμίες είναι: εγιώ/εγιώνι /e'ʝo/ /~ni/, εσού, τζείνος/η/ο /'ʧinos/ /~i/ /~o/, εμείς, εσείς, τζείνοι/ες/οι. Όπως και πιο πάνω.
  • Οι καταλήξεις των ρημάτων -ούμεν(τε), -όννετε για α' και β' πληθυντικού αντικαθίστανται από αυτές της κοινής.
  • Περιφραστικοί χρόνοι. Παρόλο που αποφεύγονται στην Κυπριακή, οι καλαμαρίζοντες τείνουν να τους χρησιμοποιούν, ωστόσο σχηματίζονται διαφορετικά: Κυπριακή | Ελληνική | Καλαμαρισμός Είπα της |Της είχα πει| Είχα της πει. <- παρατηρείστε ότι το «της» αντιστέκεται και παραμένει μετά το κυρίως ρήμα αντί να πάει μπροστά από αυτό.

    Παρατηρείται και υπερδιόρθωση άλλων δομών σύνταξης για τις οποίες ο γράφων επιφυλάσσεται να γράψει αφού μελετήσει εις βάθος.

Γ. Λεξιλογικά

Απάνθισμα Κυπριακών λημματουθκιών.

Αρκετές λέξεις στο πιο πάνω λινκ είναι απαρχαιωμένες και δεν χρησιμοποιούνται πλέον, άλλες χρησιμοποιούνται καθημερινά και αρκετές από αυτές θεωρούνται μιάσματα από τους καλαμαριστές.

Ο Κύπριος που χρησιμοποιεί αδιάκριτα την κοινή γλώσσα λέγεται ότι «ελληνικουρίζει» ή «καλαμαρίζει». http://greeksurnames.blogspot.com/2010/06/blog-post.html

(από perkins, 23/06/10)(από perkins, 23/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ό,τι ιταλικά μάθαμε από το mediterraneo, τους τουρίστες στην Ίο, και τα ιταλικά εστιατόρια.

Όλοι μας ξέρουμε τα «κάτσο», « βά φα κούλο», «ίο πουτάνα», «σαλάτα ντι βέρντε», «τζελάτο λιμόνε», «σκούζι», «αμορε μίο», «μποτζόρνο» κ.α στον προφορικό λόγο, αλλά δεν το παίζουμε και γλωσσομαθείς... Μόνο ο greek kamaki το κάνει αυτό, μπας και ρίξει όποιο θηλυκό δεν μιλάει ελληνικά.

2 φίλοι στο παγωτατζίδικο (που λόγω σαιζόν έχει ιταλίδα υπάλληλο):
- Άντε ρε, πες της κάτι από αυτά τα τηλεγραφικά ιταλικά που ξέρεις...
- Αlora, voglio crema fragola e limone.
- Τι παγωτά και πράσιν' άλογα κορίτσι μου, Τι να σου πω κούκλα μου... Δεν αφήνουμε τα παγωτά και να πάμε κάπου να σε γλύψω... Τι να λέμε τώρα, έχω πάθει πλάκα!

βλ. και me you bed

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για λεξικογραφημένες χρήσεις βλ. π.χ. εδώ.

Τραπεζική και επιχειρηματική αργκό. Σημαίνει ότι η τράπεζα σφραγίζει ως «ακάλυπτες» επιταγές που έχω εκδώσει και συνεπώς η ευθύνη μου πια εκτός από αστική (χρηματική) είναι και ποινική. Η τράπεζα αναγγέλλει την σφράγιση στον Τειρεσία, μέσω αυτού ενημερώνονται όλες οι Τράπεζες και, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, αποκλείουν τον εκδότη από άμεση ή έμμεση πιστοδότηση. Σε δεύτερο επίπεδο ενημερώνονται οι πελάτες των τραπεζών που προμηθεύουν τον εκδότη με αγαθά και πράττουν αναλόγως, δηλαδή αρνούνται να αποδεχθούν επιταγές του, κάτι που οδηγεί στο να μην μπορεί αυτός να προμηθευτεί τίποτα αν δεν έχει μετρητά. Και αν είχε μετρητά δεν θα είχε σφραγίσει.

Η σφράγιση είναι η ώρα μηδέν για τον επιχειρηματία. Όλη η προσπάθεια σε μια δοκιμαζόμενη επιχείρηση είναι να μην χάσεις την φερεγγυότητά σου. Και τίποτα δεν φωνάζει πιο δυνατά και ταυτόχρονα πιο απλά και συνοπτικά στην πιάτσα «αφερέγγυος» από την οριστική αδυναμία σου να καλύψεις μια επιταγή.

Για να προλάβω τις δικαιολογημένες αντιρρήσεις στην καταχώρηση του λήμματος, διευκρινίζω το εξής: Το λεξικογραφικό ενδιαφέρον έγκειται στην ενεργητική φωνή και στην παράλειψη του αντικειμένου. Όταν λέω «σφραγίζω», εγώ δεν σφραγίζω τίποτα, ούτε εμένα σφραγίζει κανείς. Σημαίνει σφραγίζουν επιταγές μου. Και μάλιστα χρησιμοποιείται κυρίως ο ενεστώτας για να καταδείξει αυτήν την φάση στην οποία βρίσκεται η επιχείρηση για την οποία μιλάμε.

Συμβολικό ενδιαφέρον υπάρχει στον παραλληλισμό «σφραγίζω» και «σταμπάρομαι», τα οποία συγγενεύουν νοηματικά.

  1. Κλασικός τηλεφωνικός διάλογος μεταξύ τραπεζικών υπαλλήλων της ίδιας ή διαφορετικής τράπεζας:

- Καλημέρα, ο τάδε είμαι από τάδε Τράπεζα, πληροφορίες για έναν πελάτη σας θα ήθελα...
- Ο διευθυντής είμαι, λέγε όνομα...
- Σκορδομπούτσογλου Σταμάτης, εξοπλισμοί καφετερ...
- Σφραγίζει.
- Τι;
- Σφραγίζει. Τέλος. Πάπαλα. Τρία τεμάχια χθες από το γραφείο συμψηφισμού και δύο του σφράγισα εγώ ο ίδιος στο Κατάστημα.
- Ευχαριστώ... Α ρε Παναή, πάλι δολάρια Λιμνούπολης σου πασάρανε...

  1. - Έλα ρε, από Λάρισα σε παίρνω, να κάνουμε έναν έλεγχο στον Τειρεσία;
    - Δημήτρη αυτά τα πράματα δεν γίνονται από το τηλέφωνο, φυλακή θα με βάλεις καμιά μέρα. Θά ’ρθει επιθεώρηση της Τράπεζας της Ελλάδος και θα με ρωτάει για τα ΑΦΜ που ψάχνω. Τεσπά, ακούω, λέγε.
    - Ταδόπουλος Α.Ε., βιομηχανία ζωοτροφών...
    - Ο Γιώργος ή ο Γιάννης;
    - Ο Γιώργος.
    - Δεν χρειάζεται να το ψάξω καν. Άμα είναι ο Γιώργος είσαι οκ, λίρα εκατό. Μόνο πρόσεξε να είναι ο Γιώργος γιατί ο άλλος σφραγίζει. Πόσα;
    - Είκοσι με εξάμηνες.
    - Απ’ τ’ ολότελα...

  2. [Σε παρελθοντικό χρόνο]
    - Τι θα γίνει με τον θείο σου; Θα τον βάλεις στο μαγαζί ρε άχρηστε;
    - Και τι να τον κάνεις; Σφράγισε κι αυτός, πάει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified