Μεταλιά της λάσπης, εκ του αγγλικλάνικου sludge metal.

Η σλατζ είναι συνομοταξία καφρομέταλ που συνδυάζει στοιχεία πεθαμενάδικου ντουμ μέταλ και πανκορίλας. Ο ήχος είναι τραχύς, οι φωνές ουρλιαχτές, τα όργανα ξεκούρδιστα και παραμορφωμένα, το δε τέμπο αργό σαν επιτάφιος με διάσπαρτες τσακίρ-αναλαμπές όπου γαμάει ο κουφός τον μουγκό.

- Lords of Bukkake: φοβερές σλατζιές που όσο και να ψάξετε στην ελλάδα δε θα τις βρείτε...(εδώ)

- καμιά σλατζιά θα ακούσουμε ή κάθε κομμάτι θα είναι κάτω του λεπτού πάλι :Ρ (εκεί)

- Ντουμ-ο-σλατζιά με εξτρήμ στοιχεία! Ναι είναι όλες γυναίκες, δες φώτο στο Metal Archives :P (παραπέρα)

Achtung μερακλήδες: η εν λόγω φωτό

Εκ του αγγλικλάνικου sludge (λάσπη). Βλ. επίσης τα σλάτζια, την λάσπη των λιμανιώνε στην λαλιά των μη στεριανώνε (Ξηροσφύρης και Δων ακούν;).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι η δράση του εναλλά, όστις αρέσκεται σε τέτοιο βαθμό στην εναλλακτικίλα, που τελικώς καθίσταται σταθεροτυρόπιτας.

  1. Πινω καφε εδώ και πέρασαν 3 γκομενες και ένας τύπος σχολιάζοντας ελληνικά την "ιδιαίτερη αλτερνατιβιά" του Αμβούργου:
    "- Πωωω ρε φιιιιίλε, φοβερή αλτερνατιβιά!
    -Ναι ναι! Και ιδιαίτερη αλτερνατιβιά, όχι σα του Βερολίνου!"

    Πώς θα τους ξεφορτωθούμε αυτούς;

  2. Μπορεί απλά να είμαι hipster και να μην άντεξα τόσο underground-ίλα και alternativε-ιά

  3. - Η άλλη πάει διακοπές Σαντορίνη με το γκόμενο και εγώ τρώω καρπούζι με τη μάνα μου.
    - από επιλογή στάνταρ ε? Αλτερνατιβιά και έτσι

  4. Κατέθεσε την αλτερνατιβιά σου και την φέικ αναρχοαγάπη πάρα πέρα, ξερνάω

  5. Τελικά εκτός απ τη βλακεία , είμαι φουλ αλλεργική & στην αλτερνατιβιά . #μπλιαχ

  6. Ντάξει αφού πήγα κ σε αλτερνατιβιά μαγαζί του περιστερίου δεν θέλω τίποτα άλλο τα 'ζησα όλα

  7. Πινω κοακολα με στεβια και φυσικη καφεινη και μαρεσει. Ξερναω αλτερνατιβια.

Δες και λατέρνατιβ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέραν από την προφανή ρίζα και την κυρίαρχη χρήση της σλανγκοπεριγραφής του ανδρικού ενδύματος, το παρόν λήμμα προέρχεται από τον αγγλικό όρο «customization», ήτοι επί το ελληνικότερον κι επικουρικότερον την «προσαρμογή» και χρησιμοποιείται εν προκειμένω για να περιγράψει την μετατροπή που υπέστη κάτι.

Ειδικότερα, αφορά σε κατά παραγγελία κατασκευή/προσθήκη η οποία υπέστη τροποποίηση ως προς το σχήμα και το μέγεθος προκειμένου να εξατομικευθεί, συνιστώσα σαφώς ενοχή είδους κι ουχί γένους, που βγάζει μάτι ότι μετρήθηκε, σχεδιάστηκε, τοποθετήθηκε και εντέλει κούμπωσε με ακρίβεια και μεράκι (και συνήθως ένα σκασμό λεφτά) πάνω στις ιδιόμορφες ανάγκες του όποιου την παρήγγειλε και η οποία επουδενί θα μπορούσε να συγκριθεί προς το αγοραστό τυπικών γιουνιβέρσαλ διαστάσεων πράγμα.

  1. Γιώργος: Πλάτωνα έβαλα το γαμιστερό "Χ" ηχοσύστημα στο πέρσοναλ για να κάνουμε την κάθε διαδρομή πανηγύρι. Καλό;
    Πλάτων: Πλάκα κάνεις!; Αυτό έχει μεγαλύτερα ηχεία από τη μπάκα μου, που τα χώρεσες;
    Γιώργος: Μην ξεχνάς σαμπγούφερ, πυκνωτές και ενισχυτές. Κουστουμιά στο πορμπαγάζ. Πλέον θα παίρνεις τις βαλίτσες στα πόδια σου.
    Πλάτων: βάλε και χαντρολαίμι, θα στο ματιάσει κάνας κάγκουρας.

  2. Πλάτων: #!@^@@ το τάμπλετ μου μέσα.. μα δεν πουλάει κανείς #$!!%^ μια @^$&* θήκη για οθόνη 12,1";
    Γιώργος: Εμ πήγες και πήρες ό,τι πιο γκουμούτσα κυκλοφορούσε. Μόνο κουστουμιά σε βιοτεχνία αδερφέ.
    Πλάτων: Μήπως να πουλήσω και το τάμπλετ για να ράψω τη θήκη;
    Γιώργος: Εγώ φταίω.

Βλ. και καστομιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπογραφή, Ψευδώνυμο καλλιτέχνη Τοίχου.

Το γκράφιτι δεν είναι μόνο χρώμα, είναι λόγος και στάση ζωής. Είναι κι αυτή μία μορφή τέχνης, η οποία λειτουργεί και ως φορέας κοινωνικοποίησης. Τα γκράφιτι είναι μία προσπάθεια επικοινωνίας και έκφρασης των σκέψεων και των αισθημάτων των γκραφιτάδων. Όταν βάφεις έναν γκρίζο τοίχο, κάνεις μια δήλωση. Ο τοίχος είναι εκείνος ο ανοιχτός χώρος όπου μπορείς ελεύθερα να επικοινωνήσεις και να εκφραστείς.

Ο καθένας writer προσπαθεί να συνθέσει το δικό του στυλ, χρησιμοποιώντας όχι μόνο την φαντασία του και την ικανότητα στους συνδυασμούς χρωμάτων, ή την τοποθέτηση των γραμμάτων με τη χρήση του κατάλληλου φόντου, αλλά και κάποια στοιχεία που πιθανόν έχουν συμβολικό χαρακτήρα.

Η ταγκιά ειναι κάτι που μπορεί να κάνει ο καθένας, απλά χρησιμοποιείται για να δείχνει πόση μαγκιά έχει ο writer, ανάλογα με το πού την βάρεσε! Τα tags χρησιμεύουν στο να οριοθετήσουν τον χώρο τους και όχι τόσο για την αυτοπροβολή τους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ευρηματική πατέντα που λύνει ιδιαίτερα πολύπλοκα προβλήματα χρησιμοποιώντας ευτελή εργαλεία της καθημερινότητας.

Από το τηλεοπτικό γατόνι των έητηζ Μαγκάιβερ (που μπορούσε να αφοπλίσει πυρηνικές κεφαλές με έναν ελβετικό σουγιά, δύο συνδετηράκια και λίγη μονωτική ταινία) και του σλανγκοεπιθήματος -ιά.

Αγγλιστί: MacGyverism.

Πάσα: Señor Cadmus στο Δ.Π., Βίκαρ.

- Το ξηλωνω, του βαζω διακοπτη η μηπως γινεται καμια Μαγκαιβερια σε επιπεδο BIOS ή S/W και υπακουσει στας διαταγας μου;
(εδώ)

- Ωραιος! Χρησιμοτατο μηχανημα και το κολπακι με το κομπουτερακι πολυ μαγκαιβερια!!!!
(εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος ταινίας Β-movie («δεύτερης κατηγορίας») που χαρακτηρίζεται από ακούσια ή (συνήθως) εκούσια κακογουστιά και ακραίο κιτς. Πολλές τρασιές είναι τόσο τραγικά άθλιες, που παραδόξως αποκτούν αίγλη καλτ αριστουργήματος.

Τα έργα Plan 9 from Outer Space του Ed Wood και Pink Flamingos του John Waters θεωρούνται οι κορυφαίες ίσως τρασιές όλων των εποχών.

Στην Ελλάδα, πολλές τρασιές του αισχίστου είδους μαγνητοσκοπήθηκαν την δεκαετία του '80. To 2002 o Πάνος Κούτρας αποπειράθηκε να σκηνοθετήσει την πρώτη Ελληνική τρασιά με αξιώσεις, την Επίθεση του Γιγαντιαίου Μουσακά.

Εκ του αγγλικού trash culture.

Η σκηνή που ακολουθεί είναι από την ταινία En Büyük Yumruk, τουρκικής παραγωγής 1983, τρελή τρασιά στη γείτονο χώρα, περιπέτεια από αυτές που αντιγράφουν σκηνές από καρατερίστικα, Bond, πορνό και γενικά ό,τι του έρθει. Για να μην κράζουμε μόνο τα δικά μας.
(από εδώ)

Καλά, μιλάμε για αριστούργημα! «Τρασιά»...παρασημοφορημένη για τη κακοτεχνία της μας έρχεται από το Αμέρικα μας ζητά να τη δούμε.
(από εδώ)

Το θέμα με την Τρασιά είναι να την αποδέχεσαι, να την αγκαλιάζεις, να τη χαίρεσαι όταν έρθει η ώρα να την κάνεις. Γιατί άμα είναι μάνα μου να είσαι στα μπουζούκια και να το παίζεις της Λυρικής το έχασες όλο το νόημα. Είναι σα να είσαι στη Λυρική και να κοιμάσαι πριν τη Δεύτερη Πράξη.
(από εδώ)

Δες και σλανγκιές διαφημιστών.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φωτογραφία ή εικόνα που έχει υποστεί επεξεργασία στο Photoshop (άλλως γνωστό και ως φωτομάγαζο) ή οποιοδήποτε αντίστοιχο πρόγραμμα, όπως Corel.

Συνήθως αναφέρεται σε φωτομοντάζ (είτε για πλάκα, είτε στεγνά για παραπλάνηση του κοινού), ή σε διορθώσεις που αποκοπούν στο να φαίνεται ομορφότερο το εικονιζόμενο πρόσωπο/κορμί (από μοντέλες και τραγουδιάρες μέχρι δημοσιογράφους και πολιτικούς) - και όχι σε αθώα επεξεργασία τύπου «διόρθωση κόκκινων ματιών».

Ετυμ. (εν μέρει αντιδάνειο) < αγγλ. photoshop <
photo (= φωτογραφία) < photograph < ελλ. φως + γράφειν
+ shop (= μαγαζί) < παλ. αγγλ. sceoppa (= πάγκος πωλητή).

- Χαχα, την είδες την τελευταία φωτοσοπιά στη Σαλάτα Εποχής; Κολλήσανε τη μούρη του Κακλαμάνη σε πόστερ του Σχιζοφρενή δολοφόνου με το πριόνι. Μιλάμε, έκλασα στο γέλιο.

(κοιτάζοντας φωτογραφία περιοδικού)
- Πωωω, πολύ παιδί αυτή η Δούνια... Τούμπανο...
- Φωτοσοπιά είναι ρε στόκε, ξέρεις τι κυτταρίτιδα έχει αυτή κανονικά;
- Δηλαδή, άμα σου κάτσει, θα της πεις όχι, ε;
- ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος ταινιών τρόμου, συνήθως δευτεροκλασάτων, όπου κυριαρχεί το συνεχές πλατσούρισμα των σκηνικών και της κάμερας από λουτρά αίματος. Εκ του αγγλικού splatter.

Ποοοο, μαλάκα, νοικιάσαμε χτες μια σπλατεριά ... Άλλο να σου λέω και άλλο να βλέπεις. Ο τύπος να της τραβάει το λαρύγγι με τα δόντια και να 'χει γεμίσει ο τόπος κέτσαπ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified