Οι φράσεις του παρακάτω καταλόγου έχουν συνδυαστεί στο μυαλό μου με μέση ελληνική μικροαστική οικογένεια (βλ. και την αποτύπωσή τους στο γυαλί Ρετιρέ και Μικρομεσαίοι), πλέον άτομα ηλικίας τουλάστιχον 50-φεύγα, αλλά ίσως να ξεφεύγουν οριακά απ' αυτά τα συμφραζόμενα.

Με τέτοιες εκφράσεις θα περιγράψει κάποιος κάποια στιγμή που διασκέδασε στη ζωή του, ενώ γενικά μιζεριάζει. Τη μοναδική φορά που τον ζάλισε λίγο το αλκοόλ, και ο ίδιος βίωσε ως μεθύσι, αλλά δεν θα μιλήσει για μεθύσι, προτιμώντας φράσεις από αυτές της λίστας και εκφράσεις όπως του παραδείγματος.

Κάποιες άλλες χρησιμοποιούνται για την περιγραφή καθημερινών ευτράπελων καταστάσεων, στις οποίες ειδικεύεται και η στήλη «δεξιό χιούμορ» στο Μετέχνιο.

  • Πήγαμε σε ένα κέντρο διασκέδασης (ή διασκεδάσεως, αλλά κεντράκι για πιο χάρκορ καταστάσεις μικροαστίλας): Πρόκεται για ταβερνοειδή μέρη, αλλά με μεγαλύτερους χώρους, χειρότερη μουσική, σέρβις και φαγητό, πλην όμως με πίστα. Το τελετουργικό επιβάλει φαγητό πρώτα (συνήθως μπριτζόλες (σικ), τηγανιτές πατάτες, σαλάτες, αλλά μάλλον όχι κοκορέτσια, συνοδευόμενα από κοκακόλες και για τους πιο τολμηρούς κρασί). Είναι πιθανόν ο ομιλών να χαίρει ειδικής μεταχείρισης, καθότι ο μαγαζάτορας είναι καλός άνθρωπος και γι αυτό πηγαίνει μόνο σ' αυτόν γιατί οι άλλοι είναι απατεώνες αλλά αυτός βρήκε τον σωστό επιχειρηματία που σέβεται τον πελάτη. Εναλλακτική επιλογή είναι το τοπικό κουτουκάκι, το οποίο είναι ταβερνοειδές επίσης, αλλά χωρίς πίστα, με εξ ίσου κακό φαΐ και κρασί, αλλά έχει μία εσάνς απ' τον παλιό καιρό, που «δεν ήταν έτσι οι άνθρωποι».
  • Πήγαμε σε μια εκδήλωση: λέγεται όταν η μάζωξη στο κεντράκι δεν οργανώνεται κατά μόνας από την παρέα, αλλά από κάποιον εκπολιτιστικό παύλα εξωραϊστικό σύλλογο, η κορυφή των δραστηριοτήτων του οποίου είναι τέτοιου τύπου «εκδηλώσεις».
  • Ήπιαμε (κι) ένα ποτηράκι παραπάνω: Συνήθως κρασί, το οποίο ο ομιλών θα σπεύσει να χαρακτηρίσει ως χωριάτικο, χωρίς φάρμακα, το αγοράζει ο ίδιος (ο μαγαζάτορας), κοκκινέλι. Το παραπάνω σημαίνει ότι άρχισε να ζαλίζεται, πιθανόν στο 2ο ποτήρι, και μετά το γύρισε στην κοκακόλα ή στο νερό, ενδέχεται να του έκαναν και καφέ για να συνέρθει, αν βρίσκονταν σε σπίτι.
  • Ήρθαμε στο κέφι: Η φυσική συνέπεια του «ενός ποτηριού παραπάνω». Τουτέστιν, αν πρόκειται για έξοδο σε κάποιο κέντρο, η πίστα γέμισε και κάποια στιγμή κάποιος χόρεψε και το ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας, ή αν πρόκειται για μάζωξη σε σπίτι, έβαλαν το σιντί απ' το τελευταίο «περιοδικό Πίστα»*. Η περιγραφή διανθίζεται με φράσεις του τύπου «πού να σ' τα λέω», «και το τι έγινε, δεν περιγράφεται».
  • Το ρίξαμε έξω: συνοψίζει όλα τα παραπάνω.
  • Είδα ένα έργο (στην τηλεόραση): η κατ' εξοχήν ασχολία όταν, τον περισσότερο καιρό, δεν βγαίνει απ' το σπίτι. Έργο ίζολ ταινία, και η φράση σημαίνει ότι άνοιξε την τηλεόραση και είδε ό,τι έπαιζε. Σε εξτρήμ καταστάσεις, έχει νοικιάζει ντιβιντί απ' τη γωνία, αλλά μάλλον απίθανο. Εναλλακτική επιλογή διασκέδασης, το Δελφινάριο και ο Σεφερλής.

Βλέπε και ταΐσαμε τις πάπιες στο πάρκο....

Ευχαριστώ και θείο χότζα και τον cavallino απ' το φόρουμ των 4Τ που μου θύμισαν κάποιες απ' αυτές. Επίσης και τον μπρο μου και κάποιους σύσλανγκους που έχουν υπομείνει την καΐλα μου με το θέμα. Βοήθειά σας και μή γίνετε ποτέ έτσι.

*για τον μελετητή πρόκειται για περιοδικό μουσικής, χειρίστου ποιότητος ήτοι σκυλάδικο το οποίο διαφημιζόμενο στην τηλεόραση εντυπώνει την φράση «το περιοδικό πίστα» στο τάργκετ γκρουπ του, που αποτελείται από τέτοιου τύπου άτομα. Δεν θα πει ποτέ κάποιος ότι η Φιλιώ Πυργάκη έδωσε συνέντευξη στο «πίστα», αλλά στο περιοδικό πίστα.

  1. - Τι κάνατε τα χριστούγεννα θείο;
    - Ε, διακοπές, μελομακάρονα, το ρίξαμε και λίγο έξω...

  2. - Πήγαμε χτες σε ένα κεντράκι, που λες, τι να σου λέω. Είχανε και μουσική, όχι ονόματα, αλλά καλοί. Κάνανε κέφι.
    - Περάσατε ωραία δηλαδή.
    - Ναι, ναί. Ήπιαμε κι ένα ποτηράκι παραπάνω, και όταν άρχισε ο χορός, το τί έγινε, δεν περιγράφεται.

  3. - Είδα κι ένα εργάκι παραπάνω χτες στην τηλεόραση, και μετά έβαλα Τριανταφυλλόπουλο και όλη μέρα στη δουλειά κοιμόμουνα.

(από Vrastaman, 28/01/12)(από Khan, 29/07/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέμε για δύο άτομα ότι «κάνουν σαν τους δυο γέρους στο μάπετ σόου», παρομοιάζοντάς τους δηλαδή με τους δύο γνωστούς παππούδες του γνωστού σόου, σε μία ή και τις δύο από τις παρακάτω περιπτώσεις:

  1. Τα έχουν βρει τέλεια μεταξύ τους, θαυμάζουν ο ένας τον άλλο, κάνουν τέλεια παρέα μεταξύ τους, αλλά ΜΟΝΟ μεταξύ τους, είναι δηλαδή περιθωριακοί. Λένε φοβερά αστεία, αλλά που τα καταλαβαίνουν μόνο οι ίδιοι, δηλαδή inside jokes.

  2. Θεωρούν ότι έχουν το δικαίωμα ή μάλλον την υποχρέωση να κρίνουν τους πάντες και τα πάντα. Λειτουργούν ως αυτόκλητη κριτική επιτροπή. Επειδή είναι επαΐοντες επί παντός επιστητού.

Να μην συγχέεται με το μάπετ σόου.

Από τα σχόλια στο λήμμα: πρέκια (Μιλάμε για 2η έννοια εδώ).

Mes: Κάτι δεν πάει καλά. «Θα σου γαμήσω τα πρέκια» θα πει «θα σου γαμήσω τους όρχεις»;

GATZMAN: Ναι mes. Καλά το παρατήρησες.Τι παίζει άραγε;

Ironick: φοβερό! όλα τα λεφτά! καλά και σεις οι δύο πια... σαν τους παππούδες του μάπετ σόου... δεν παίζεστε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ό,τι ανέλπιστο και ευπρόσδεκτο προκύπτει λόγω συμμετοχής σε συγκεκριμένη αδιάφορη ή και δυσάρεστη διαδικασία / κατάσταση. Μια κουραστική δουλειά, μια βαρετή αγγαρεία ή μια απεχθής συγκυρία, μπορεί να έχει παράπλευρο όφελος (οικονομικό, σεξουαλικό και ταλιμπάν), τα τυχερά της.

Ο παπάς, που αναγκάζεται να ξεποδαριάζεται από σπίτι σε σπίτι για να διώχνει τα κατσιμπουχέρια, έχει τα τυχερά του: παίρνει μισθουλάκο τσεπώνει και τα χαρτζιλίκια - που ενίοτε απαιτεί, άλλο εκείνο, δεν έχει να κάνει. Σε αυτή την περίπτωση το όφελος είναι μονομερές, ο παπάς γελάει και ο άντρας της θειας που κάνει το ευχέλαιο κλαίει.

Ο υδραυλικός που τον καλούν απρόοπτα και του χαλούν τα ούζα στο καφενείο, έχει τα τυχερά του: πα να φτιάξει το σωλήνα, ρίχνει και κανα πουτσαρίκο στην κυρία του σπιτιού που, τι να κάνει κι αυτή, βαρέθηκε να βλέπει μενεγάκη. Σε αυτή την περίπτωση η βλάβη της υδροδότησης έχει τα τυχερά της και για την κυρία, σο κοινό το όφελος.

Ο σωματοφύλακας, με το επικίνδυνο έργο του, έχει τα τυχερά του (βλ. μήδι)

Η γιαγιά Αντιγόνη - άσχημο πράμα τα γηρατειά: Εχει και η τρίτη ηλικία τα τυχερά της! Πριν κάμποσους μήνες είχα μια κατάκτηση! Μη γελάτε σκασμένα, νομίζεται ότι είναι προνόμιο των νιάτων;

Ο φαντάρος - άσχημο πράμα η θητεία : ...και ολη μου η θητεια ηταν σε ενα γραφειο εφοαδιασμου οταν ημουν στον εβρο και εβγαινα για ψωνια 2 φορες την εβδομαδα και ειχα και τα «τυχερα» μου. (σ.ς. γαμούσε ο φαντάρος)

Κρίση - άσχημο πράμα η κρίση: Έχει και η κρίση τα τυχερά της…. [...]Έχουν την εντύπωση ότι ήμαστε κορόιδα. Σίγουρα τα πράγματα δεν είναι καλά, αλλά και αυτοί τα κάνουν χειροτέρα. Πάντως, εγώ την ευκαιρία μου τη βρήκα και την τσίμπησα και άσε τη κρίση να λέει τα δικά της!

Το βυζί της Ριχάνας (sic). (από Galadriel, 11/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε για κάποιον που, αν και θεωρείται άμεσα υποψήφιος για να εγκαταλείψει τον μάταιο τούτο κόσμο (βλ. λ. απογείωση) λόγω ιδιαίτερα προχωρημένης ηλικίας ή εύθραυστης υγείας, εντούτοις, εκείνος αρνείται να παραδώσει πινακίδες και ζει περισσότερο (outlives) έναντι άλλων ατόμων με φαινομενικά περισσότερα ψωμιά.

Παράδειγμα πολιτικού ανδρός που έχει φάει το στάρι πολλών νεότερων συναδέλφων του, είναι ο Μητσοτάκουλας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη μία μνημειώδης φράση που αποδίδεται στον Θεό της αθλητικής δημοσιογραφίας, Γιώργο Γεωργίου.

Γεωργίου: - Πόσων ετών είσαι φίλε;
Τηλεθεατής: - 60.
Γεωργίου: - 60;
Τηλεθεατής: - Ναι.
Γεωργίου: - Φίλε, θα σου πω κάτι αλλά μην παρεξηγηθείς.
Τηλεθεατής: - Εντάξει.
Γεωργίου: - Παππού παππού, τον παίρνεις πού και πού;
Τηλεθεατής: - Ε, sometimes.
(Χαμός στο στούντιο)

(από BuBis, 27/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σοφή λαϊκή ρήση που σημαίνει: δεν ακούς την έμπειρη γυναίκα, και νά τι παθαίνεις... Λέγεται και από άντρα και από γυναίκα. Συνήθως το λένε όσοι τη βρίσκουν με το να αποδεικνύεται πως είχαν δίκιο.

Βλ. και παλιά καραβάνα γενικώς.

- Ρε γαμώτο, δίκιο είχες, δεν έπρεπε να πάμε στο Galaxy για ποτό... Δήθεν σπεσιαλιτέ στα κοκτέιλ, δήθεν τό 'να μου, δήθεν τ' άλλο μου, αμίτες μας σερβίρανε, φρέσκο χυμό ούτε για δείγμα, και πληρώσαμε μαζί με κάτι μεζεδάκια 1200 ευρώ για 8 άτομα, μας πήρανε τα σώβρακα σου λέω...
- Εεεμ, δεν ακούς τη γριά πουτάνα... Όταν σου τά 'λεγα με έλεγες μίζερο... Λύσσαξες «έχει θέα» κι «έχει θέα», φάτηνα τώρα. Δούλευε να τα ξαναβγάλεις που μου ήθελες και πολυτέλειες, μαλάκα. Για κάτι ηλίθιους σαν και σένα στήνουν τους ιστούς τους αυτοί... Άκου τώρα, μου θες και θέα.. πού την έμαθες τη θέα, στο εσωτερικό διαμέρισμα στο Πατήσι;
- Ε σκάσε πια, μου ζάλισες τ' αρχίδια, τί 'θελα και στο 'πα...
- Όχι, καλά έκανες, γιατί ...
(κλπ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

άμπε λαλέ, αμπελαλέ

Ο όρος αποτελεί παραφθορά του Amber Alert, του γνωστού σήματος για τα εξαφανισμένα παιδιά, από τον έγκριτο δημοσιογαύρο Τάκη Τσουκαλά και χρησιμεύει, ιδιαίτερα στα συμφραζόμενα του σχολιασμού αθλητικών σάιτ, για να δηλώσει ότι κάποιος εξαφανιζόλ, μούγκαφον και τα τοιαύτα.

AEK ολέ και...ΑΜΠΕ ΛΑΛΕ!
[...]Στο γήπεδο, λοιπόν, υπήρξε η ΑΕΚ και οι… ΑΜΠΕ ΛΑΛΕ ντε. Ο αντίπαλος με εκτός τόπου και χρόνου προπονητή (ακόμη να καταλάβει τι, που και με ποιον έπαιζε) δεν παρουσιάστηκε ΠΟΤΕ, μα σε κανένα σημείο του αγώνα στο γήπεδο με κάποιο αγωνιστικό σχέδιο, ή έστω με κάτι σαν αγωνιστικό σχέδιο…
Απ'εδώ.

(από ThomasTheBarbarian, 12/02/15)(από ThomasTheBarbarian, 12/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που τη λένε οι μικροαστοί που δεν κάνουν τίποτα έντονο στη ζωή τους. Το ιδανικό του χωροφύλακα. Τη λένε και άνθρωποι μετά από κάποια ηλικία, που είναι μπαμπάδες, μαμάδες και δεν έχουν και κανένα συνταρακτικό νέο.

- Τι γίνεσαι Γιώργο; Πώς τα πας; - Πώς να τα πάω; Ησυχία, τάξη, ασφάλεια. Δέκα χρόνια παντρεμένος πώς θες να τα πάω;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπερήλικες κοκέτηδες συνηθίζουν να φορούν το παντελόνι εξαιρετικά ψηλά. Έτσι εμφανίζεται συχνά παππούς να το δένει στο ύψος της μασχάλης.

Το υφασμάτινο αυτό παντελόνι, συνήθως γκρι-ποντικί χρώματος με ρεβέρ στο μπατζάκι που δένει με στενή ζώνη πολύ ψηλά, καταλήγει να γίνεται γιακάς σχεδόν στο μπεζοζαχαρί κοντομάνικο πουκάμισο του γεράκου, γιαυτό και ονομάζεται παντελόνι ζιβάγκο.

Τελευταία παρατηρείται η χρήση του και από νεανίες μαλακίδες (κατά το παλλακίδα), οι οποίοι το συνδυάζουν με κινέζικο σκαρπίνι 3 νούμερα μεγαλύτερο από το πόδι τους.

Δεν μπορώ να το περιγράψω. Σκεφτείτε την εικόνα ενός μπαμπόγερου να πηγαίνει στο ΚΑΠΗ και είμαι σίγουρος πως έχετε πέσει μέσα.

Χαρακτηριστικότερος εκπρόσωπος του παντελονιού-ζιβάγκο (από lxar, 18/06/09)(από Vrastaman, 28/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του ατόμου με τάση να τρώει ξύλο από τους άλλους αδιαμαρτύρητα, του κακομοίρη καρπαζοεισπράκτορα.

Προκύπτει από τον μικρόσωμο ηλικιωμένο συμπρωταγωνιστή του Benny Hill, (κατά κόσμον Jackie Wright), ο οποίος σε κάθε επεισόδιο της τηλεοπτικής σειράς «The Benny Hill Show» έτρωγε μπόλικες γρήγορες ψιλές στο καραφλό του κεφάλι από τον πρώτο και μάλιστα με το φιλμ να παίζει σε πολλές στροφές.

- Το βλέπεις εκείνο κει το ντούκι απέναντι;
- Ναι, τι;
- Στο σχολείο που τον είχαμε ήταν σαν το γεράκο του Μπένυ Χιλλ. Μέχρι που του τη βάρεσε μια μέρα και πλακώθηκε στα κικμπόξ και τις κρεατίνες και στο τέλος μας έδειρε όλους μόνος του...
- Πίκρα...

Ο Jackie Wright (από Jonas, 21/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified