Καρακλασική έκφραση που σημαίνει ότι αδιαφορώ τελείως για κάποιον, τον περιφρονώ, και κυρίως αδιαφορώ για υποδείξεις, συμβουλές, προτροπές, νόρμες, κανόνες.

  1. Ποιο σύστημα; Τους γράφω στα αρχίδια μου. Το σύστημα δε με αντέχει εμένα, το έχω χακάρει. Τώρα προσπαθεί να με αγκαλιάσει, τώρα που βλέπει ότι δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά. (Εδώ).
  2. Στ' αρχίδια μου γράφω τους νόμους. (Εδώ).
  3. Άνδρας των ΜΑΤ: "Τον γράφω στα αρχίδια μου τον Υπουργό". (Εδώ).

Σωστή χρήση

Λίγο πιο εύσχημο είναι το γράφω στα παλιά μου τα παπούτσια, ενώ το γράφω στα αρχίδια μου έχει δώσει το έναυσμα για τις παρακάτω εκφράσεις:

"Στ' αρχίδια μου τον γράφω τον Αρούλη, σύνθημα του ΠΑΟΚ"

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολιτισμένη έκφραση για εκτόνωση, αποφεύγοντας έτσι να βρίσεις κάποιο πρόσωπο και να δημιουργήσεις έχθρα μαζί του, αφού για όλα είναι υπεύθυνη η γη και τα τρελλά που κάνει.

Γαμώ της γης τον άξονα, πάλι αυτός πάρκαρε στην θέση μου!

(από Khan, 22/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος του γυναικωτού, μαλθακού, μυγιάγγιχτου, φοβιτσιάρη και γενικώς υποτιμημένο!!!

- Με πήρε τηλέφωνο και τελευταία στιγμή με ακύρωσε...
- Αφού είναι γυναικοθαλής μωρέ...

Τι να τον πάρουμε μαζί μας τον γυναικοθαλή ρε... Ούτε πίνει, ούτε καπνίζει, δεν τα μπορεί αυτά, είναι μη μου άπτου το παιδί!!!

Κοίτα τον γυναικοθαλή, ντρέπεται να πει ότι είναι άντρας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παμπάλαια ποδοσφαιρική ιαχή, όπου στα πλαίσια της ευγενούς άμιλλας οι αντίπαλοι φίλαθλοι καλούνται να κάμουν γκέηκα κούνηματα.

Κάπου στα ογδόνταζ το άκουσα για πρώτη φορά σε μη ποδοσφαιρικά πλαίσια από μπαόκι συμφοιτητή («Αθηναίοι θύματα, κάντε μας κουνήματα!»).

Από το φίλαθλο κοινό

1. Χανούμια, του Μελισσανίδη θύματα, κάντε μας κουνήματα

2. Βαζελάκια θύματα κάντε μας κουνήματα!

3. Γουσουφάκια «βλήματα» - κάντε μας... κουνήματα!

Εκτός γηπέδου

4. Πλουτοκράτες θύματα, κάντε μας κουνήματα

5. Όσο κινήματα καθοδηγούνται από επαγγελματίες της υποκίνησης εμείς θα λέμε κάνουμε κινήματα και οι εξουσιαστές θα λένε «κάντε μας κουνήματα».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που έχει συνδεθεί με σεξουαλική δραστηριότητα (τον παίρνεις τον πέοντα). Όποτε και αναφερθεί σε συζήτηση με άλλη σημασία, τα πρόστυχα παρευρισκόμενα μυαλά αλαλιάζουν ή αναστατώνονται γενικότερα.

Συνήθως χρησιμοποιείται στο δεύτερο πρόσωπο και συνοδεύεται από τα εξής: από πίσω κι από μπρος, και γέρνεις, ολότελα, από πίσω κ.α.

Εκτός από την κυριολεκτική έννοια που δεν την απαντάμε συχνά, τον παίρνεις είναι γνωστή γείωση, ή, στην ερωτηματική μορφή, χρησιμοποιείται για να κομπλάρουμε, να προσβάλλουμε ή να χρεώσουμε κάποιον.

Παράλληλα, εκτός από την πρόστυχη έννοια, αναφέρεται από νυσταγμένους που «πάνε να πάρουν έναν υπνάκο» .

Βέβαια υπάρχει και το γνωστό άσμα «Πότε τον παίρνεις, πότε τον τρως, λίγος είναι ο μισθός» του Μπουγά.

  1. Ουυυυυααααααργγκχχχχ... Θα πάω να τον πάρω λιγάκι.

  2. - Καυλό η Ντίνα που σου γνώρισα ε;;
    - Α, καλά, εσύ αγόρι μου τον παίρνεις...

  3. συγκάτοικοι:
    -Τα 'παιξα λάθος και πρέπει να μου 'φυγε ένα πενηντάρικο παραπάνω στη ΔΕΗ.
    -Καλά ρε μαλά, τον παίρνεις; Τι θα τρώμε; Τρέχα γύρευε τώρα να σ' το δώσουν πίσω.

(από Khan, 30/04/14)

Δες και σχήμα γνωστού αγνώστου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

χέστον, χέστονα, χέστονε

Προστακτική αορίστου του ρήματος χέζω μαζί με την αντωνυμία τον. Χέσε τον. Στην καθομιλουμένη κατόπιν έκθλιψης προέκυψε χέσ' τον > χέστον > χέστονα. Σπανιότερα χέστονε.

Το «α» γεμίζει περισσότερο το στόμα. Από τις πρώτες φορές που συναντάμε στην Νεοελληνική ένα φωνήεν στο τέλος της αντωνυμίας «τον», η οποία ακολουθεί ρήμα σε προστακτική, είναι στο τραγούδι «Πέντε χρόνια δικασμένος» στην ηχογράφηση του 1934 σε ερμηνεία Περπινιάδη: φύσα ρούφα τράβα τονε πάτα τονε κι άναφτονε.

Το χέζω κάποιον έχει μεταφορική σημασία. Δεν εννοούμε πως κυριολεκτικά αφοδεύουμε πάνω σε κάποιον (κοπρολάγνεια), αλλά πως τον έχουμε χεσμένο, δηλαδή τον έχουμε γραμμένο στα παλιά μας παπούτσια ή/και στα αρχίδια μας, δηλαδή δεν τον υπολογίζουμε. Έντονη απαξίωση προς κάποιον ενοχλητικό.

- Πάλι πήρε τηλέφωνο ο από κάτω να μην παίζω ντραμ.
- Χέστονα μωρέ το μαλάκα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιομοδίτικο, χέβυ ντιούτυ μπινελίκι για μισητούς νεκρούς. Μονοθεϊστικής προέλευσης, εφόσον ξεκάθαρα συνδέεται με διαόλους, τριβόλους, τα καζάνια της κόλασης, θειάφια, σκατόλακκους, φωτιές, κολασμένες λυσσάρες καλόγριες και ταλιμπάν. Υποψιάζομαι ότι το χρησιμοποιούν τύποι δυσκοίλιοι, στερούμενοι άλλων μέσων έκφρασης της απέχθειάς τους προς τον μεταστάντα.

Λέγω (αλλά ποιος μ' ακούει), ότι και αυτή η έκφραση μάλλον εμπίπτει στην κατηγορία των μη χρησιμοποιούμενων πλέον στον προφορικό λόγο, που ωστόσο επιζούν στον γραπτό τοιούτο, και δη τον ιντερνετικό.

Να σας εξομολογηθώ τέλος ότι έφερνα και πίπουλα για να διακοσμήσω το λήμμα, αλλά τα πήρε ο αέρας τα γαμημένα. Ο ίδιος που σκόρπισε και καναδυό επιπλέον λογοτεχνικά παραδείγματα που (νόμιζα ότι) είχα να σας παραθέσω, από Καζαντζάκη μεριά μου φαίνεται. Οπότε θα βολευτείτε με τα βρισκούμενα, και μην πυροβολείτε τον πιανίστα παρακαλώ.

  1. [...] ΤΙΣ ΒΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΕΒΑΛΕ Ο ΠΙΣΣΟΚΟΚΚΑΛΟΣ ΠΟΛΩΝΟΕΒΡΑΙΟΣ [...]

Ιντερνετική επάλειψη / στεγανοποίηση οστών τεθνεώτος Βαλκάνιου σοσιαλιστή ηγέτη, περί τα τέλη του παρελθόντος αιώνος.

  1. Ο Παπαδογιάννης κατώρθωσε να καταβάλη τον Μουσταφάν και, αφού του έδωκε της χρονιάς του, του είπε:
    - Μπουρμά! Επεράσαν κείνα πού κάτεχες. Επέρασ’ ο καιρός που μαχαίρωνε ο κύρης σου ο πισσοκόκκαλος για το σημαντήρι. Εδά κτυπά καμπάνα και γλήγορα θα την ακούσης και στ’ αυτί σου κοντά!

Ι. Κονδυλάκης «Η καμπάνα», από το «Όταν ήμουν δάσκαλος», εκδ. Νεφέλη 1988.

  1. Η σιγανομουρμουριστή ψαλμουδιά, π' αρχίνησε ο παπάς τράβηξε σαν κλώσσα πίσω της το πλήθος και καθώς κατηφόριζαν ακούστηκε η στριγγιά φωνή της Καλλιρώς:
    - Στ' ανάθεμα και στην πισόβραση, κολασμένε!

Στρ. Αναστασέλλη «Το μοσακό», από τη συλλογή διηγημάτων «Κερατοζωή», εκδ. Θεμέλιο 1975.

  1. Πίσσα στα κόκκαλά του, που έλεγαν κάποτε.

Πισσοκόκκαλης (από σφυρίζων, 29/11/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλαγή μαθηματικής έννοιας που όλοι μας ακούσαμε - έστω και από σπόντα - στα σχολικά μας χρόνια. Είναι φράση που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ανύποπτο χρόνο και να προσφέρει στιγμιαίο γέλωτα (ακόμα και σε γκόμενα - τεσταρισμένο).

Ωστόσο, δεν ανήκει στην κατηγορία «Φατσέας», δηλαδή δεν πρόκειται να την ακούσεις από έναν αγράμματο / παντελώς αμόρφωτο χωριάτη επειδή την έχει μάθει λάθος από μικρός, για τον απλούστατο λόγο ότι είναι τόσο γυφταίος, τόσο υπάνθρωπος και νεάτερνταλ, που αποκλείεται να βρέθηκε ποτέ σε σχολική αίθουσα για να την ακούσει.

Επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί λεκτικά μετά το «θα σε γανώσω», για να προσδιορίσει τον τρόπο με τον οποίο θα το κάνει ακριβώς.

- Θα σε γαμήσω ρε... Θα σε γαμήσω εντός εκτός και επί τα αυτιά ρε..
- Κλαν μάι πουτς ρε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γνωστός αφορισμός αναβαθμισμένος όμως πλέον σε hardened edition, για να μας υπενθυμίζει ότι στη ζωή καμιά κατάσταση δεν είναι τόσο άσχημη ώστε να μη μπορεί να γίνει ακόμα χειρότερη.

- Από το βλέμμα σου καταλαβαίνω τι έγινε με την αύξηση που πήγες να ζητήσεις από το αφεντικό.
- Α τον μαλάκα, σκατά να φάει και νερό να μη πιει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε ως απειλή, είτε ως προειδοποίηση, προς κάποιον ο οποίος εκνεύρισε / προσέβαλε τον υβρίζοντα ή προς κάποιον ο οποίος έκανε ένα σοβαρό λάθος, αντίστοιχα.

Συγκεκριμένα:

  • Όταν η φράση χρησιμοποιείται ως απειλή, μπορούμε με ασφάλεια να θεωρήσουμε πως ο υβρίζων έχει φτάσει στα όριά του. Ο στόχος της ύβρεως του επιτέθηκε ψυχικώς, λεκτικώς ή σωματικώς και ξεπέρασε τα όρια ανοχής του, με αποτέλεσμα ο υβρίζων να προβεί στην εκτόξευση της προαναφερθείσας απειλής. Παρά τον ήδη εμφατικό τόνο της έκφρασης, ο απειλών, μπορεί να προσθέσει δραματικότητα και να εντείνει το στοιχείο του εκφοβισμού/πρόκλησης, προσθέτοντας το «τώρα» στην αρχή της φράσης και ένα κοσμητικό επίθετο στο τέλος της, ήτοι «τώρα τη γάμησες καριόλη
  • Από την άλλη, η φράση χρησιμοποιείται και ως προειδοποίηση προς κάποιον ο οποίος έκανε κάποιο σοβαρό λάθος και τον προετοιμάζει ψυχικά για να υποστεί τις βαρείες συνέπειες των πράξεών του. Εκφέρεται συνήθως από κάποιο πρόσωπο κοντινό στον δέκτη της έκφρασης, με ήρεμο και συγκαταβατικό τόνο.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το από που προέρχεται η έκφραση, η οποία, κατά πάσα πιθανότητα, άρχισε να χρησιμοποιείται χάριν συντομίας, αντικαθιστώντας κάποια άλλη ολοκληρωμένη μορφή της. Πιθανοί πρόγονοι της έκφρασης:

α) Τη γάμησες την τύχη σου.
β) Τη γάμησες τη ζωή σου.
γ) Τη γάμησες τη Λάουρα και τώρα θα σε σπάσω στο ξύλο βρωμιάρη.

Από το Δ.Π.: Vrastaman

  1. - Πού πας ρε μαλάκα, το STOP δεν το βλέπεις;!;!;
    - Χέσε μας ρε πούστη, γαμώ τη μάνα σου!!!
    - Τώρα τη γάμησες καριόλη!!!
    (ακολουθεί αποβίβαση από το όχημα και πιθανότατα χειροδικία)

  2. - Πω ρε φίλε, ποιος γράφει διαγώνισμα άλγεβρα πρωινιάτικα;
    - Τι διαγώνισμα ρε μαλάκα;;
    - Καλά ρε, χθες μας το είπε ο Σφατσόλιας. Το ξέχασες;
    - Μαλάκα, δεν διάβασα τίποτα!
    - Πω φίλε, τη γάμησες!

Ένα υπέροχο "τη γάμησες!" (από galoba, 09/11/12)

βλ. και την πουτσίζω, ψωλιάζω κάποιον

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified