Selected tags

Further tags

Γιοργάδα = το τρέξιμο του αλόγου με σωστό ρυθμό, ο καλπασμός (ίσως από το γοργός).

Γιοργαλίδικο = το άλογο που πάει γιοργάδα.

Μεταφορικά για άνθρωπο που τον έχουν βάλει κάποιοι να δουλεύει.

  1. Να έβλεπες εχθές πως έτρεχε ο Νίκος με το άλογο, το πήγαινε γιοργάδα.

  2. Πάρε αυτό το άλογο, είναι γιοργαλίδικο, θα με θυμηθείς.

  3. Άμα πεις του Νίκου τι να κάνει, μετά πάει γιοργάδα μόνος του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασικός σλανγιωτατισμός τση εκφράσεως κάνω την πάπια.

Ορισμένοι μπαμπάδες νέας κοπής το εκφέρουν συνεκδοχικά κι όταν αι θυγατέραι των (ή, Θεός φυλάξοι, οι υιοί των) βγάζουν σέλφι με ντάκφεϊς.

Εναλλακτικά, όταν κάποιος καγκουρόσαυρος κάνει μοντιφιές στην Nissan του.

Αγραμματιστί: ποιώ την νήσσαν.

Λαμπυριζούσης και σελαγιζούσης της νυκτός, περίπου στα 400 π.Χ. οι Γαλάται επεχείρησαν αιφνιδιαστικήν επίθεσιν ίνα καταλάβωσιν την αιωνίαν πόλιν (Roaming).

Αι καλοθρεμμέναι χήναι του Καπιτωλίου, λαβούσαι πρέφαν τι διημείβετο, επάτησαν τας τσιρίδας, με αποτέλεσμα να αφυπνισθώσιν οι ημικαθεύδοντες φλουροί (εκείνα τα χρόνια επετρέπετο να φυλώσι σκοπέτο καθιστοί και τον ψιλο-έπαιρναν) και να απωθήσωσιν τς εισβολείς.

Έκτοτε εις την πρωτεύουσαν της αυτοκρατορίας, αι χήναι ετιμώντο δεόντως υπο των Ρωμαίων ως σωτήρες της πόληώς των, ενώ εμισούντο βαθέως υπό των Γαλατών, οίτινες τας κατέσφαζον ευκαιρίας δοθείσης και εκατασκεύαζον η-πατέ φουα γρά με το ήπαρ των ινα τας εκδικηθώσιν (εν συνεχεία το εσυνήθισαν και τους ήρεσεν).

Ότε μετεφέρθη η πρωτεύουσα του ιμπέριου εν Κωνσταντινουπόλει (330 μ.Χ.), ο Κωνστάντιος ο Α΄ (ο Ξηρός) μιμούμενος τας συνηθείας της Ρώμης, εκτός του ότι διήρεσεν ομοίως αύτην εις 14 περιοχάς, διετήρη τάφρον με ιερά παπάκια (διότι δεν τους ηυρίσκοντο παρεπιδημούσαι χήναι) πλησίον του παλάτσου, ίνα κρώζωσιν και να ειδοποιεί η ακάθιστος (πλέον) φρουρά τον Πρωτοκουβικουλάριον διά τυχόν κίνδυνον (Συμεών Πικραμένος τ. ζ΄ σελ. ιθ΄ στιχ. κγ΄).

Όπως παρατηρεί ο Λεπενδρηνός στα 1178, η πόλις της Θεσσαλονίκης ως δευτέρα της αυτοκρατορίας, εμιμήθη εν συνεχεία τα μεγαλεία της πρωτευούσης και εκατασκεύασεν χαβούζαν με παπάκια πλησίον της Αχειροποιήτου, η χρησιμότης των οποίων όμως είχεν από μακρού λησμονηθεί, προϊόντων των αιώνων.

Πράγματι, μνημονεύει ο Ευστάθιος Θεσσαλονίκης ότι «… ο Μανουήλ Κομνηνός ως ηδέως ηρέσκετο πλατσουρίζειν μετά νησσών πολλών λουόμενος…», έθιμον το οποίον και εξεπόρτισεν (export) εις Εσπερίαν ο Αλδουίνος των Νορμανδών.

Ούτω πως, η τάφρος εφυλάσσετο υπο βλοσυρών Τσιφίτ-μπασήδων (Εβραίων), οίτινες ουχί μόνον ωλιγωρούσαν ως προς την δίαιταν των πτηνών από καρμιριά, αλλ’ επωφελούντο πωλούντες το σιτηρέσιόν των και ενθυλακούντες το αντίτιμον.

Ως εικός, αι νήσσαι (παπάκια) τω προαναφερθέντι μόδω σκαιώς μεταχειρισθείσαι, εμουλάρωσαν (τρόπος του Ленин) και ότε επλάκωσαν οι Νορμαντέζοι το 1185, αύται έκαναν τη γκορόιδα…

(Χότζας, εδώ)

Ένα από τα περίφημα ντακ-φέισιζ της Σώτης Τριανταφύλλου. (από Khan, 10/12/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάποιος μπαίνει Σόλων κυριολεκτικά, όταν χάνει ένα παιχνίδι στην πρέφα και δίνει πόντους σε όλους τους αντιπάλους. Μεταφορικά για κάποιον που πληρώνει για όλους.

Λογοπαίγνιο με το σ' όλων < σε όλων, δηλαδή «σε όλους, δίνει σε όλους».

Σολαρία, η κατάσταση κάποιος να μπαίνει σόλων τακτικά στη πρέφα.

Του κάναμε μεγάλο χουνέρι, χωρίς να έχει καλό χαρτί, την πάτησε και τονε βάλαμε Σόλων.

Σόλων ο Αθηναίος (από Khan, 03/12/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάνω ντρίτσα - κάτσα = δεν ακολουθώ τις οδηγίες, δεν κάθομαι ήσυχα, δεν συμφωνώ ή δεν έχω τη διάθεση να συμφωνήσω σε κάτι.

  1. Αυτός μου κάνει ντρίτσα-κάτσα, πού θα μου πάει, θα τον καταφέρω να συμφωνήσει.

  2. Αυτός δεν κάθεται στα αυγά του, μου κάνει ντριτσα-κάτσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όσοι με βλέπουν νιώθουν φρίκη και αποτροπιασμό.

Από ρήμα φρίττω.

Μεταφορικά, ντροπιάζομαι μπροστά σε όσους είναι παρόντες.

  1. Εχθές μαλώσαμε στον δρόμο και γίναμε έφριγο στο κόσμο.

  2. Άμα δε σταματήσεις να φωνάζεις θα γίνουμε έφριγο στο χωριό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας ακόμα slang μπαμπαδισμός (βλ. «ορθώς ομίλησες καίτοι καθήμενος»). Ο Αττικής είναι ο Μητροπολίτης Αττικής. Το λέγαν παλιά οι μάγκες για κάτι που είναι (ή δεν είναι και κακώς παρουσιάζεται ως τέτοιο) θέσφατο.

Κολλάει σε όλα τα θέματα, από το σκυλάκι μου μέχρι την πολιτική.

- Έτσι είναι, αφού μας το είπαν!
- Ναι ξέρω το λέει και ο Αττικής...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος είναι πολύ γκαντέμης, λέμε ότι έχει τύχη από γκορτσιά.

Η γκορτσιά (pyrus spinosa) είναι αλλιώς η αγριαχλαδιά, ταπεινό αλλά ανθεκτικό δέντρο που φύεται στην Πίνδο και αλλαχού.

- Έβαλα 50 ευρώ στην Μπάρτσα, άσσο και όβερ και βγήκε διπλό και άντερ.
- Τύχη από γκορτσιά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαμός, πανικός, της πουτάνας, σφαγή (περισσότερο μεταφορικά), γαμάει ο κουφός τον μουγκό. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει βίαιες συγκρούσεις και όχι μόνο σε γήπεδα ποδοσφαίρου (παράθεση από εδώ), έως και ελαφρώς κυριολεκτικά (βλ. τρίτο παράδειγμα), αλλά και μη βίαιες τέτοιες, που δεν φορτίζουν ιδιαίτερα τον ομιλητή. Εφαρμογή έχει, στην δεύτερη περίπτωση, το φαινόμενο που ο συσλανγκιστής vikar ονοματίζει εύστοχα «αλλαγή προσήμου» στην αργκό.

Από την ομότιτλη νουβέλα του Vicente Blasco Ibáñez η οποία έγινε αρκετές φορές ταινία: το 1916 από τον ίδιο το συγγραφέα, το 1922 με το Ροδόλφο Βαλεντίνο, το 1941 με τον Ταϋρον Πάουερ και την Ρίτα Χέϊγουορθ και το 1988 με την Σάρον Στόουν (παράθεση από εδώ).

  1. Από εδώ:

Οικολόγοι Πράσινοι: αίμα και άμμος ή βελούδινο διαζύγιο;

  1. Από εδώ:

Γουστάρουμε ντέρμπυ Μιλγουολ-Γουεστ Χαμ. Αίμα και άμμος
Κι αφήστε τα άλλα για τους άλλους

  1. Από εδώ:

Αίμα και άμμος στη Νέα Μανωλάδα: Πυροβόλησαν 25 εργάτες που ζήτησαν να πληρωθούν

  1. Από εδώ:

Αίμα και... άμμος η Κάρολιν
Η Κάρολιν Στούμπερ είναι Γερμανίδα που θα ήθελε να βρίσκεται στις ελληνικές παραλίες αφού σύρθηκε στην άμμο για το Playboy της πατρίδας της.

(Σ.σ.: Μάλλον ατυχής χρήση για γυμνή φωτογράφιση γυναίκας)

(από patsis, 05/12/13)

Got a better definition? Add it!

Published

Στα καπάκια, στο τσακ-μπαμ, αμέσως, τάχιστα.

  1. Από εδώ:

Εξάλλου με τον Κριό να διατάζει όλα γίνονται στα μπαμ. Γνωρίζεσαι, εκδηλώνεις το ενδιαφέρον σου και παίρνετε και οι δύο φωτιά!

  1. Από εδώ:

- τελιωνουμε το single palyer και παμε σε multi θα ειναι ωραιο!
- μικρό το single palyer έφυγε στα μπαμ

Got a better definition? Add it!

Published

Ζητώ δυσανάλογα υψηλό τίμημα για κάτι που πουλώ ή ζητώ χρήματα για κάτι εκ του περισσού ή εκβιαστικά, σαν νταβατζιλίκι.

Προέλευση της έκφρασης, πιθανολογώ, από την έννοια ότι βλέπω, με εξοργιστικά εγωιστική νοοτροπία, μόνο το δικό μου συμφέρον από μια συναλλαγή.

  1. Από εδώ:

Πάω λοιπόν σε ένα κατάστημα στη Στουρνάρη που είχε όλο collectibles από ταινίες και τον ρώτησα πόσο κάνει να μου τα φέρει. Μου ζήτησε 150 ευρώ. Του είπα τόσα σου λείπουν; Τα παρήγγειλα από το amazon μαζί με τα DVDs και μου κόστισαν 20 ευρώ μαζί με τα μεταφορικά...

  1. Από εδώ:

Ο τέως πλέον πρόεδρος του Ιωνικού Κώστας Χαραλαμπίδης, μήνυσε φιλάθλους του Ιωνικού ζητώντας... 300.000 ευρώ απ' τον καθένα για το παιχνίδι με τα Τρίκαλα! Τόσα σου λείπουν ρε θηρίο;

  1. Από εδώ:

ΜΟΥ ΕΙΠΕ ΟΤΙ ΕΠΕΙΔΗ ΔΕΝ ΕΧΩ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΜΟΥ ΔΙΝΕΙ ΔΙΟΡΙΑ 2-3 ΜΗΝΕΣ ΝΑ ΤΟΥ ΔΩΣΩ 250 ΕΥΡΩ ΝΑ ΤΑ ΠΑΕΙ Ο ΙΔΙΟΣ ΣΤΗΝ ΕΦΟΡΙΑ ΩΣ ΠΡΟΣΤΙΜΟ ΠΡΟΦΑΝΩΣ ΤΟΣΑ ΤΟΥ ΕΛΕΙΠΑΝ ΝΑ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΕΙ ΓΙΑ ΤΑ ΕΙΣΗΤΗΡΙΑ ΤΩΝ ΔΙΑΚΟΠΩΝ ΤΟΥ

Got a better definition? Add it!

Published