Η κατάσταση είναι μούφα ή άξια αδιαφορίας, χέστηκε η φοράδα στ' αλώνι με λίγα λόγια.
- Αγκαλιές, φιλιά, σορόπια και τ' αρχίδια μας κουνιούνται... Αφού θα την χωρίσει κι αυτή σε δύο βδομάδες, δεν τον ξέρουμε τι γυναικάς που είναι;
Η κατάσταση είναι μούφα ή άξια αδιαφορίας, χέστηκε η φοράδα στ' αλώνι με λίγα λόγια.
- Αγκαλιές, φιλιά, σορόπια και τ' αρχίδια μας κουνιούνται... Αφού θα την χωρίσει κι αυτή σε δύο βδομάδες, δεν τον ξέρουμε τι γυναικάς που είναι;
Βλέπε και παπαριές μανίτσα μου.
Got a better definition? Add it!
Έκφραση απορίας για κάποιο γεγονός ή περιγραφή γεγονότος. Η πλήρης έκφραση συμπληρώνεται από το «και πούτσο μη γυρεύεις», περιπλέκοντας τα πράγματα αισθητά, αφού η ρήση με την απουσία του δεύτερου στίχου δημιουργεί εύλογους συνειρμούς για το ποιος ακριβώς είναι ο εν θέματι τόπος. Τα μονογαμικά στοιχεία εκτιμούν ότι ο τόπος είναι όντως αυτός που φανταζόμαστε όλοι (κάποιο ανδρικό γεννητικό όργανο) και όχι άλλο / ξένο προς το επίσημο. Μπερδεμένα πράγματα.
Συνώνυμο του «μνήσθητι μου Κύριε» και του «τι λε ρε πούστη μου».
- Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι βγαίνοντας από το σπίτι έσβησα όλα τα φώτα. Θυμάμαι την κίνηση ρε παιδί μου, το κλικ στον διακόπτη. Ε, όταν ήρθα ήταν όλα αναμμένα. Άντε πες μου εσύ τώρα.
- Έλα μουνί στον τόπο σου...
- ...και πούτσο μη γυρεύεις. Αυτό λέω κι εγώ.
Got a better definition? Add it!
Τοπική έκφραση της συμπρωτεύουσας την οποία έφερε στο προσκήνιο η δημοφιλής εκπομπή του Λαζόπουλου «10 μικροί Μήτσοι» και συγκεκριμένα το σκετσάκι με τον Λαζόπουλο και τον Σταρόβα, λες και δεν έφθανε ένα εκατομμύριο Θεσσσαλονικείς που τη λένε ακατάπαυστα. Τέλος πάντων, μεγάλο εργαλείο η τηλεόραση.
Έχει διπλή σημασία: αφενός αποτελεί τη μονολεκτική περιγραφή του τι σημαίνει να είναι κάποιος Θεσσαλονικιός (σ.σ. τρίωρος φράπες στην παραλία, μεσημεριανή σιέστα και μια γενικότερη αντίληψη περί χρόνου η οποία δεν συμφωνεί με την κρατούσα) και αφετέρου σηματοδοτεί την καταφατική αποδοχή και μάλιστα προσδίδοντας έμφαση σε κάτι που λέγεται από τον συνομιλητή (βλ. σχετικά παραδείγματα).
Προφέρεται αποκλειστικά με παχύ λάμδα, αλλιώς ασ' το καλύτερα.
Αθηναιος: - Ρε βιαζόμαστε σου λέω, δεν καταλαβαίνεις; Μας περιμένουν οι άλλοι στο Μπελ Αιρ από τις 9 και είναι 10 και τέταρτο. Έλεος. Μέχρι να πάμε και να βρούμε να παρκάρουμε θα πάει 11. Άντε. Άντε λέμε. Γαμώ την καταδίκη μου μέσα.
Θεσσαλονικιός: - Χαλαρά ρε φιλαράκι, κούλαρε λίγο.
- Έτσι όπως πάει η ομάδα, μας βλέπω να τρώμε 3 μπαλάκια την Κυριακή, να τα 'χουμε να πορευόμαστε. - Ω, χαλαρά.
Got a better definition? Add it!
Συνήθως περιγράφει καταστάσεις όπου το υποκείμενο χωρίς ιδιαίτερο κόπο, χρόνο, χρήμα και εν γένει επένδυση πόρων έχει πολύ θετικά αποτελέσματα, προκαλώντας τον εκάστοτε περιγράφοντα να τον εντάξει στην κατηγορία των «αεριτζήδων», εξού και το πρώτο συνθετικό. Το δεύτερο, αν μη τι άλλο, κάνει καλή ομοιοκαταληξία.
- Ο Κοσμάς έχει στήσει μια φάμπρικα στο ιντερνέτ, ούτε ξέρω κι εγώ πώς και τι, αλλά έχει χεστεί στο τάλιρο. Κάτι μπλογκ, μογκ, πώς τα λένε αυτά τα πράγματα και βγάζει λέει λεφτά από κάτι μπανεράκια.
- Αέρα πατέρα λεφτά δηλαδή.
- Ε τι λέμε τόση ώρα;
Got a better definition? Add it!
Αρχή των απανταχού της επικρατείας χρηματιστών και επενδυτών/τζογαδόρων/αλογομούρηδων. Παρά την σαφή αναφορά σε ισπανόφωνο άνδρα, η έκφραση ΔΕΝ έχει καμιά απολύτως σχέση με την Ιβηρική ή τη Λατινική/Νότια Αμερική. Προέρχεται από το ελληνικό ρήμα χώνω (προστακτική χώσε) το οποίο παραπέμπει στην πώληση μετοχών, το κοινώς λεγόμενο χώσιμο στην αγορά. Το γιατί η μάνα του Χοσέ δεν έκλαψε ποτέ είναι προφανές: αν προλάβεις να ρευστοποιήσεις μέρος ή το σύνολο του χαρτοφυλακίου μετοχών πριν από την πτώση της αγοράς, δεν έχεις λόγο να κλαις ούτε εσύ (ο Χοσέ) ούτε βέβαια και η μάνα σου, αφού έχεις παντελονιάσει τα κέρδη. Το είδος αυτό του επενδυτή-τζογαδόρου-αλογομούρη ΔΕΝ υπήρχε κατά την περίοδο του 1999-2000, οπότε πολλές μάνες έκλαψαν με μαύρο δάκρυ.
- Ντίνο, σκέφτομαι να δώσω εκείνα τα Χαλυβδόφυλλα και τα Κλωνάρια (σ.σ. εξαιρετικές μετοχές αμφότερες), πώς το βλέπεις;
- Τι να σου πω αγόρι μου; Ξέρεις τι λένε: η μάνα του Χοσέ δεν έκλαψε ποτέ. Να τα χώσω;
- Χώστα να παν στο διάολο να γλιτώσω.
Got a better definition? Add it!
Συνώνυμη της έκφρασης τσιμέντο να γίνει (και μπετόν αρμέ). Ενώ το τσιμέντο να γίνει... έχει κάποια λογική βάση, υπό την έννοια του ας γίνει κι ας παραμείνει έτσι όπως το τσιμέντο που έχει μιαν άλφα μονιμότητα, η φράση ντέφι να γίνει δεν υπακούει σε απολύτως καμία λογική. Η μαγεία της ελληνικής γλώσσας...
Χρησιμοποιείται κυρίως (πού αλλού...) στη Θεσσαλονίκη.
- Θα πάμε τελικά στο Μέγαρο; Έναν μήνα σε παρακαλάω ρε Παντελή και κάνεις τον Κινέζο.
- Ρε κακό μπελά βρήκαμε. Πάμε, ντέφι να γίνει. Αλλά αν ροχαλίζω, δεν θα μου την πεις κι από πάνω!
Got a better definition? Add it!
Ενισχυμένο λιαξ με την προσθήκη του αρακατάνγκ, το οποίο, άγνωστο γιατί, φέρνει σε μια γενικότερη αηδία.
- Έκλανα και ρευόμουν μαζί ρε μαλάκα. Πρώτη φορά το κατάφερα αυτό!
- Λιαξ αρακατάνγκ ρε νεάτερνταλ! Τι μάρκα μαλάκας είσαι εσύ;
Got a better definition? Add it!
Εκ του αγγλικού you're gonna shit (your pants). Πέραν της φυσικής ανάγκης που οδηγεί στην αφόδευση, το υποκείμενο μπορεί να οδηγηθεί στην εν λόγω πράξη λόγω (α) φόβου και (β) έκπληξης.
- Άμα την δεις το πρωί άβαφτη θα κάνεις κακά. Μην τρελαίνεσαι.
- Το πήρα τελικά το εργαλείο. Μαύρο με μαύρα δέρματα και ΟΖ μαγνησίου. Άμα το δεις θα κάνεις κακά σου λέω.
Got a better definition? Add it!
Προέρχεται από το πρόγραμμα που προσφέρεται στα μπουρδέλα, γνωστό και ως τσιμπούκι-πισωκολλητό, αποδίδοντας, έτσι το ανεπιθύμητο της κατάστασης για το άτομο στο οποίο αναφέρεται.
Τι βατά θέματα και μαλακίες. Πίπα-κώλο μας πήγε ο %$@#@#$ πρωϊνιάτικο...
Got a better definition? Add it!
Επιφώνημα θαυμασμού από οπαδούς του Ηρακλή (και όχι μόνο) για τον Βασίλη Χατζηπαναγή, συνδυάζοντας τα θεία με το επώνυμο του επονομαζομένου «μάγου της μπάλας».
- Τι σέντρα έβγαλε το άτομο πάλι ρε πούστη μου; Έλα αγόρι μου, έλα!
- Χριστέ και Χατζηπαναγιά μου! Βάλ' το ρε Βάσια!
Got a better definition? Add it!