Selected tags

Further tags

Χρησιμοποιείται για προϊόντα μιας άγνωστης προς πολλούς μάρκας, τα οποία όμως συνήθως είναι και χαμηλής ποιότητας, ή φοβούμαστε πως θα είναι τέτοια (καθότι έχουμε άγνοια για την μάρκα).

- Αγόρασα ένα νέο DVD players χθες!
- Ναι; Τί μάρκα;
- Μάρκα μ' έκαψες, αλλά ήταν πάμφθηνο. Ελπίζω να τη βγάλει μερικούς μήνες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Στην έκφραση την κάνω Λάκης, σημαίνει πως κάποιος φεύγει γρήγορα, συνήθως όταν προκύπτει μια δύσκολη κατάσταση. Συνώνυμο με το την κάνω Λούης.
  1. - Τι έγινε ο Θανάσης; Βγήκε με αυτήν που γνώρισε στο chat;
    - Πήγε, και μόλις είδε τι σαύρα ήταν, την έκανε Λάκης επιτόπου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μυθικός τόπος τιμωρίας. Επίσης, κατάσταση απίστευτης στενότητας - και φως δεν φαίνεται από πουθενά.

Φανταστείτε, λοιπόν, τον λάκκο των λεόντων ή τη στέρνα με τα πιράνχας από παλιές ταινίες του Τζέιμς Μποντ. Αλλά, αντί για λιονταράκια ή ψαράκια στον πάτο υπάρχουν κάτι γιγαντιαία κωλοδάχτυλα όρθια και ντούρα και ο δυστυχής ο οποίος έχει πέσει στο λάκκο δεν μπορεί παρά να κάτσει πάνω σ 'ένα απ' αυτά. Αν με τα χίλια ζόρια ξεφύγει από το ένα, το πιθανότερο είναι ότι θα πέσει πάνω στο διπλανό. Κι αν προσπαθήσει να ξεφύγει προς τα τοιχώματα του λάκκου όπως παραδοσιακά έκαναν τα παλληκαράκια στα έργα, και αυτό έχει προβλεφθεί και δεν υπάρχει σωτηρία - διότι εκεί εκτελούν κυκλική περιπολία άλλα κωλοδάχτυλα, μικρότερα μεν αλλά πολύ πιο ευκίνητα και επιθετικά.

Η έκφραση συντομεύεται και ως «στο λάκκο».

  1. - Καλά, αυτόν τον μήνα έχω μπει στον λάκκο με τα κωλοδάχτυλα. Κανονικά. Φοβερό χώσιμο στο γραφείο, οι κάρτες με κυνηγάνε, το αμάξι θέλει σέρβις και η Πέπη ντε και καλά έχει φαγωθεί μ' αυτή την τσάντα τη Μάλμπερι - Μάλμπορο πώς την είπε δεν ξέρω ... Γάμησε τα πρόεδρε ...

  2. Παλιά γηπεδική ιαχή με στόχο τον ποδοσφαιριστή Μάικ Γαλάκο:

Στον λάκκο, στον λάκκο
τον πούστη τον Γαλάκο

(από electron, 02/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είμαι μπασίστας ή ντράμερ (ροκ αργκό, από δημοφιλές ανέκδοτο).

— Θέλω να φτιάξω καινούργια μπάντα εδώ και μισό χρόνο ρε να πάρει, έχω πρώτη κιθάρα –τρελός σολίστας ο τύπος, σου μιλάω, παίζει τις κάλτσες του· έχω βρει και τύμπανα· ένας παπάρας μπασίστας μου λείπει.
Κλασικά. Δύσκολο να βρεις άνθρωπο να κάνει παρέα με μουσικούς το σήμερον ημέρα.

(από jesus, 26/11/09)παρά τις αυτοκτονίες (βλ.σχόλια) τα κυρήγματα μίσους συνεχίζονται (από xalikoutis, 24/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως μεταβατικό ρήμα, αυτοκτονώ κάποιον: (α) φέρνω κάποιον στα πρόθυρα αυτοκτονίας, στα όριά του, (β) σκοτώνω (λέγεται ως αστείο).

  1. Βρε καλή μου, βρε χρυσή μου, βρε κολόνα του σπιτιού μου, τί διαζύγια μου λες; Να με αυτοκτονήσεις θέλεις;

  2. Παίξτε μπάλα ρέεεεεεεε!... Ψόφιοιοιοιοι!... Κουνηθείτε ρέεεεε!... (γυρνάει στον διπλανό) Θα μας αυτοκτονήσουν οι μαλάκες έτσι όπως παίζουνε σήμερα.

  3. Άμα ξαναπιείς απ' τον καφέ μου θα σε αυτοκτονήσω!...

Μερικές φορές αποτελεί αίτημα του θύματος. (από Galadriel, 26/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη φράση κόβω (τις) φλέβες (μου) (για κάτι): λατρεύω, αγαπάω, είμαι απόλυτα αφοσιωμένος, ποθώ. Συνώνυμα: χύνω κασέρια.

Η Φιφή είναι ο έρωτας της ζωής του. Κόβει φλέβες για πάρτη της. Μην του πείς κουβέντα για τη Φιφή, σε σκότωσε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πλήττω αφόρητα ή καταθλίβομαι.

  1. - Είχε βιντεοβραδιά ο Κωνσταντίνος χθες. Κόβαμε φλέβες πάλι, μιλάμε...
    - Όχ, κατάλαβα. Βαρεμάρα κιέτσι; Τί έφερε πάλι; Τεό;
    - Όχι, αυτή τη φορά ήθελε να μας αυτοκτονήσει. Πώς τηνε λέγαν την ταινία να δείς... «Ρέκβιεμ και ένα όνειρο»;...

  2. Άσε ρε, πίκρα. Σκοτώθηκε χθές η κόρη των αποπάνω, αυτοκινητιστικό, κι' όλη μέρα τους ακούω να ουρλιάζουν. Πάμε για καμιά μπίρα, αλλιώς με βλέπω να κόβω φλέβες.

(από jesus, 14/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είμαι απόλυτα βέβαιος (για αυτό που ισχυρίζομαι). Συνώνυμα: βάζω το χέρι μου στη φωτιά, κόβω το κεφάλι μου.

- Ρε είσαι σίγουρος ότι τους είδες μαζί;
- Κόβω τις φλέβες μου!... Ρώτα και το Μικέ, μαζί ήμασταν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είμαι ενθουσιασμένος, έχω πωρωθεί. Παράβαλλε και κόβω τις φλέβες μου

- Τελικά εσένα σ' άρεσε το τελευταίο των Ουλτραμεγκασκιζομάνιακς;
- Ε, εντάξει... Δεν τραβάω και τα βυζιά μου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μυστήρια έκφραση που παίρνει διαφορετικές σημασίες ανάλογα με τα συμφραζόμενα και την κατάσταση.

  1. Ο λάθος άνθρωπος στη λάθος θέση. Διότι, τσολιάς στο υποβρύχιο; Βασικά, ούτε να σταθεί όρθιος μπορεί.

  2. Προέκταση, και συγχρόνως ανατροπή, της σημασίας του τσολιά που θα βρείτε εδώ. Δηλαδή, κοπέλα που έχει μεν ευθυτενή και καλλίγραμη κορμοστασιά, αλλά που δεν είναι 1.80 μ - αντιθέτως, είναι ένα κι ένα μίλκο προφανώς για να χωράει εύκολα στο υποβρύχιο. Δες επίσης: πινεζοπούτανο, κοντοπούτανο.

  3. Και λεβέντισσα και εξπέρ στις καταδύσεις. Δηλαδή, στα τσιμπούκια πρώτη και καλύτερη. Το ύψος εδώ δεν έχει σημασία. Μπορεί να λεχθεί και για άνδρες οι οποίοι την ξεφλουδίζουν την μπανάνα.

  1. - Καλά, γιατρός άνθρωπος και σού 'δωσαν ειδικότητα αποθηκάριος;
    - Μην την ψάχνεις. Πάλι καλά που δεν με στείλαν τσολιά στα υποβρύχια.

  2. - Ένα σαράντα με σηκωμένα χέρια η Μαιρούλα, αλλά εδώ πατάει και κει βρίσκεται ... κι από βυζί δεν με χαλάει ... τσολιάς στα υποβρύχια ...

  3. - Καλά ρε μαλάκα, τι τσιμπούκια κάνει η δικιά σου ... με ξεζούμισε ...
    - Καλά, δεν το ξέρεις ... αυτή έχει υπηρετήσει τσολιάς στα υποβρύχια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified