Selected tags

Further tags

Το σόι είναι η οικογένεια, για περισσότερα βλ. εδώ, όπου μας δίνονται και οι εκφράσεις:

Σόι πάει το βασίλειο (παρ.1)

Τι σόι = τι είδους, τι λόγου (και όχι αυτό που λέει εδώ στον β ορισμό) (παρ.2).

Δεν είναι σόι (παλιά έκφραση): (κάποιος/κάτι) δεν είναι της προκοπής (αφού μόνο όταν βαστάς από σόι είσαι της προκοπής). Εδώ σόι είναι το τζάκι, δηλαδή το καλό σόι, όχι απλώς το όποιο σόι.

====
Να προσθέσω και τις λοιπές εκφράσεις που δεν έχει ο τριαντάφυλλος:

Δεν είμαι σόι: δεν είμαι καλά (από υγεία, ψυχική κατάσταση, κλπ) (παρ. 4. και 5.)

(γαμώ)... το σόι μου... (μέσα) (παρ.6)

Σόι σόπι συνξυλές.

  1. ΑΕΙ: σόι πάει το βασίλειο
    Την ώρα που κυβέρνηση και υπουργείο Παιδείας ευαγγελίζονται ένα νέο, σύγχρονο και αξιοκρατικό πανεπιστήμιο, τα ανώτατα ιδρύματα της χώρας αποκαλύπτουν τις χρόνιες παθογένειές τους. Οι λίστες οικογενειοκρατίας που ετοιμάζονται να στείλουν τα ιδρύματα στο υπουργείο Παιδείας, ύστερα από σχετική κατεπείγουσα εντολή, επιβεβαιώνουν όλες τις κακές φήμες, αν και η αλήθεια είναι ακόμη χειρότερη.

  2. Τεστ: τι σόι μάνα θα γίνεις;
    Τελικά, πόσο καίγεσαι να γίνεις μάνα και τι είδους μάνα πρόκειται να γίνεις; Πόσο αυστηρή θα είσαι με τα παιδιά σου; Η μητρότητα είναι κάτι που σε ενδιαφέρει πραγματικά; Απάντησε στις παρακάτω ερωτήσεις και βρες το προφίλ της μητέρας που θα γίνεις... στην διασκεδαστική του διάσταση.

(αμφότερα από το νέτι)

  1. Μαμά, να αγοράσουμε αυτό το τραπεζάκι για το δωμάτιό μου;
    - Μπα, δεν είναι σόι, θα σπάσει με τη μία.

  2. - Δε σε βλέπω καλά, λίγο κομμένος μου φαίνεσαι.
    - Ναι, δεν είμαι σόι σήμερα. Θα περάσει.

  3. Τον γνώρισα τον καινούργιο γκόμενο της Στέλλας, δε μου φαίνεται και πολύ σόι, λίγο ψυχάκι τον κόβω.

  4. «Γαμώ το σόι σου μέσα, γαμημένο!», αναφώνησε προσπαθώντας να καταλάβει πώς δούλευε το γαμιδάκι που του είχε χαρίσει η γυναίκα του για την επέτειό τους.

Δεν άντεχα να μην το ανεβάσω (από Khan, 28/03/11)Η γάτα, 1:17->Τώρα έγινε από σόϊ και τα ψάρια δεν τα τρωει (από GATZMAN, 28/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα που απαντάει στην πρόποση «γεια μας», «βίβα» κτλ. Παίζει κυρίως σε ταβερνεία, αλλά και σε συμμαζώξεις φίλων, οι οποίοι βέβαια είναι παλαίουρες, εβδομήντα και. Μάγκικη έκφραση.

Κατά βάση ειναι περιπαικτικό, ίσως γιατί κάποιοι από αυτούς είχαν ασχοληθεί με προβατάκια, στο νεαρό της ηλικίας τους σαν τσομπανάκοι.

— Άντε γεια μας.
— Άντε, καλορίζικα τα πρόβατα.

(από χάβαλος, 25/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο κρυφτό, η κατάσταση όπου αυτός που τα φυλάει, δεν απομακρύνεται από την έδρα του, υπερβολικά φοβούμενος μήπως φτύσει κάποιος.

Ένας κρυμμένος παίχτης τότε συνήθως φανερώνεται, φωνάζοντας αγανακτισμένος «φτου καμηλοπάρδαλη!» και ο φυλών χάνει το παιχνίδι.

Αντίστοιχη κατάσταση με το περίπτερο στο ποδόσφαιρο.

(Μονολογώντας)
- Κοίτα ρε, το βλάκα, δεν έχει κουνήσει ρούπι, πώς θα φτύσουμε;
(Δυνατά)
- Φτού καμηλοπάρδαλη! Ρε Μάκη, τι θα γίνει, θα παίξουμε καμιά ώρα σοβαρά;
(Πιο δυνατά, για να ακούσουν όλοι)
- Φτου καμηλοπάρδαλη, βγείτε!

Κρυφτό με καμηλοπάρδαλη. (από patsis, 25/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φρέσκια εκδοχή του «σωστό;», «ωραίο;», «βρίσκεις;», «γαμώ;», «καλό;» κλπ. Μαγκολούγκρικο.

Και στο αρσενικό όλ' αυτά -όταν αναφερόμαστε στον εαυτό μας, άσχετα αν είμαστε είτε άντρας είτε γυναίκα.

Στο ίδιο στυλ αλλά με άλλη σημασία: νομίζω;, τυχαίο;

  1. Έλεγα να καλέσουμε και την Ελενίτσα στο πάρτυ. Άρτιο;

  2. Λέω να βάλω ένα κόκκινο βαφτιστικό από πάνω για να δείχνω πιο κυριλέ. Άρτιος;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα που απαντάει στην πρόποση «Εβίβα».

Ο Γεώργιος Γρίβας (Διγενής) ήταν αξιωματικός του ελληνικού στρατού, που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην απελευθέρωση της Κύπρου από τους Άγγλους ως ιδρυτής και αρχηγός της οργάνωσης ΕΟΚΑ και, σε αναγνώριση της προσφοράς του, πολλοί πίνουν και νερό στο όνομά του. Άλλοι πάλι, το πετάνε μετά τα εβίβα έτσι απλά στο άσχετο, ιδιαίτερα υπό την επήρεια της αιωρούμενης κρασοκατάνυξης.

Βλέπετε και το προτελευταίο σχόλιο εδώ.

- Άντε, εβίβα!
- Και στην ψωλή του Γρίβα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από την γαλλική λέξη «début», που σημαίνει πρώτη εμφάνιση. Συνώνυμο του «επανακυκλοφορώ».

Χρησιμοποιείται για την πρώτη και εκθαμβωτική εμφάνιση που πραγματοποιεί κάποιος μετά από μεγάλη απουσία από τις νυχτερινές εξόδους, κυρίως μετά από χωρισμό.

  1. - Θα πάμε πουθενά απόψε; - Θα ακολουθήσεις; Εσύ έχεις να μας κάνεις την τιμή μήνες! - Ε,ναι λοιπόν. Απόψε ντεμπουτάρω!!!

  2. Πάρ' το απόφαση επιτέλους! Πλύσου, ντύσου, στολίσου! Πρέπει να ντεμπουτάρεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που περιγράφει την επιτυχημένη κατάληξη προσπαθειών, ύστερα από καλά μελετημένες κινήσεις.

Προέρχεται από διαφήμιση παιδικών βιβλίων εκμάθησης σχεδιασμού σκίτσων (βλ. πρώτο παράδειγμα), το οποίο συνήθως προβαλλόταν σε κανάλια τύπου Τηλετώρα, 0-6, High Channel, Κανάλι 5 κτλ, όπου ένα τυχαίο παιδάκι περιέγραφε τις κινήσεις του, καθώς σχεδίαζε το κεφάλι ενός ζώου, μάλλον γάιδαρου ή κούνελου, και στο τέλος ολοκλήρωνε με την εν λόγω θριαμβευτική έκφραση.

  1. Πρώτα σχεδιάζω το κεφάλι, έτσι στρογγυλό, ...μετά φτιάχνω μια μύτη... ύστερα τα δόντια του... τα ματάκια του... τα αυτιά του... και έτοιμος ο Φώντας!

  2. - Να σου πω ρε συ, πως το συνδέω τώρα το XBOX;
    - Ε ρε μαλάκα πάλι, κοίτα για να μην ξαναρωτάς: συνδέεις με αυτό το καλώδιο την τηλεόραση με το XBOX εδώ, το άλλο το βάζεις στην κονσόλα και την άλλη άκρη στην πρίζα, συνδέεις τα χειριστήρια εδώ, και έτοιμος ο Φώντας. Μην ξαναρωτήσεις, σε γάμησα.

(από χάβαλος, 22/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κοινωνικός και ευπροσήγορος, ο λίγο υπεράνω προς τους συναδέλφους και κολλητός του διευθυντάκου, κάτι δωράκια, φιλοφρονήσεις, γελάκια και γενικά γλύψιμο. Απώτερος σκοπός η κατάληψη μετά από καιρό της θέσης αυτού.

Να ο φίλος του λελέτη ...Α ναι, ρε τον μπαγαπόντο, αυτός πάει με τα μπούνια να κάνει τον διευθυντή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για να δείξει έντονη απαξίωση ή αίσθημα παραίτησης λόγω αδυναμίας αντιμετώπισης μιας κατάστασης.

Συνοδεύεται συχνά από έκφραση αηδίας ή ξινίλας.

Μπορούμε επίσης να ενισχύσουμε τη φράση προσθέτοντας ένα απλό «A... Καλά... Εντάξει...» πριν από αυτή...
Φαινόμαστε πιο cool και ατάραχοι έτσι...

Τι έκανε λέει;; Μόλις μπήκες για μπάνιο;;; A... Καλά... Χεστήκαμε που κλάναμε... Δεν θα προλάβουμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που συντάσσεται με ειρωνικό τόνο, και συνδυάζεται με εκφράσεις του στυλ:

- Καταπληκτικό παιδί, να τον καλέσεις στο γάμο σου να σου πει και του χρόνου.
ή - Καταπληκτικό παιδί, να τον στείλεις στο φούρνο να σου πάρει ψωμί

και τα σχετικά.

(αν έχετε κι άλλα σχετικά παραδείγματα, προσθέστε)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified