Selected tags

Further tags

Είναι η στάνταρ αντίδραση στην αναζήτηση τάσου τη απουσία αυτού. Του τάσου. Ο τάσος είναι που δεν είναι κει, ντε!

Η σωστότερη απόδοση θα ήταν «το μεγάλο, κάτω», όπου εννοείται «το μεγάλο τασάκι, κάτω», και το διευκρινίζω γιατί επί μακρόν το απέδιδα ως «το μεγάλο Κάτω», βλέποντας ούτως την απεραντοσύνη του κόσμου αυτού του μικρού, του μέγα, αναγιγνωσκομένην ως πεδίο τινάγματος κάφτρας λαμπρόν.

Κρίμα, γιατί η αφαίρεση, η φιλοσοφία και όλα τα παραφερνάλια κάνουν κάτι ποστ-σμόουκινγκ.

διάλογος Σπινόζα με μια πιπόζα μετά το πήδημα:
- Έχεις τασάκι στο γαμηστρώνα σου, κροταλία μου;
- Το μεγάλο κάτω.
- Κάτι τέτοια μου λες και σου κάνω έκπτωση.

where is Tasos? (από xalikoutis, 01/02/09)το μεγάλο κάτω κατά τους ΝΙΝ (από Jonas, 26/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέει κάποιος που είναι τόσο πηγμένος στη δουλειά ή σε υποχρεώσεις που να μην έχει ούτε καν ελάχιστο ελεύθερο χρόνο.

- Γιάννη αύριο πάμε για ένα καφεδάκι;
- Σόρυ φίλε μου αλλά με τη δουλειά δεν προλαβαίνω ούτε να κλάσω! Αν μπορέσω πάμε την άλλη βδομάδα.

Got a better definition? Add it!

Published

Παράφραση, που περισσότερο μοιάζει με διόρθωση, κλασικής παροιμίας, που ξεστομίζεται από εξυπνάκηδες, σοφούς του κώλου.

Διότι, αφενός, κανείς δεν είναι σε θέση να συμβουλεύσει κάποιον τόσο ανεύθυνα, και αφετέρου, υπάρχουν τόσα και τόσα πράγματα που απαιτούν τη βιασύνη μας, που μόνο ένας ηλίθιος θα προσέθετε ακόμα ένα.

- Μαλαααάκα... πρέπει να πάμε την ντουλάπα στην αποθήκη και να φέρουμε από την αυλή το ποδοσφαιράκι! Σήκω!
- Πωωω ρε, καλά δεν αράζουμε όμορφα και ωραία; Μην κάνεις σήμερα ό,τι μπορείς να αφήσεις για αύριο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το γνωστό 'Έλα ρε' μειωμένο μόνο στα φωνήεντα του για λόγους λιωσίματος και ταχύτητας.

Το έαε χρησιμοποιείται όταν συναντούμε κάποιον ή όταν νιώθουμε έκπληξη ή θαυμασμό.

- Έαε μαλάκα τι λες τώρα!
- Έαε, που χάθηκες ρε μαλάκα.

(από pavleas, 31/01/09)(Μεγαλύτερη έκδοση της εικόνας του pavleas) (από patsis, 08/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση παρμένη από διαφημίσεις νεοσύστατων εταιρειών ή νεοσύστατων υποκαταστημάτων τους. Αναφέροντας τη φράση αναφερόμαστε σε γυναίκες που είναι προκλητικά ντυμένες. Τα 'χουν πετάξει όλα έξω. (Δες φωτογραφίες)

Πώς λέμε φάτε μάτια ψάρια. Με αυτόν τον τρόπο οι τύπισσες μαγνητίζουν τα βλέμματα προσπαθώντας να διαφημίσουν τα προσόντα τους και να κλέψουν την παράσταση. Αυτοδιαφημίζονται μάλιστα.

Η καλύτερη βεβαίως προώθηση του «εμπορεύματος», απαιτεί κατάλληλη κίνηση, κατάλληλο βλέμμα και προκλητική φωνή (π.χ.: φωνή α λα Μάγκι Χαραλαμπίδου) που παραπέμπει σε βαθύ λαρύγγι.

Αν είναι καλλίγραμμη πάντως, η τύπισσα αξίζει το πράγμα. Παρελαύνει κι όλα τα βλέμματα στραμμένα πάνω της. (Ας θυμηθούμε τη Ρίκα Διαλυνά στο «Λαός και Κολωνάκι». Άλλες εποχές βέβαια τότε. Πιο σεμνοντυμένες οι εκφυλογκόμενες). Σταματάει η κυκλοφορία. Κυκλοφορεί κίνδυνος, όπως έλεγε η Τζίνα Σπηλιωτοπούλου κάποτε.

Αν όμως είναι μπάζο, κατεβάζει το επίπεδο αισθητικής. Μπορεί να ακούσει και γιουχαΐσματα, και να της πετάξουν και κέρματα κ.λπ.

Αυτές οι εκφυλογκόμενες, δεν είναι σίγουρο πως πάντα προσδοκούν Μπαίνυ βγαίνει χίλ σόου. Μπορεί να λειτουργούν ως ανάφτρες που φτιάχνονται από τον πανικό που δημιουργούν και να μη γυρεύουν τίποτα άλλο.

Προκαλούν τα βλέμματα, δημιουργούν πρόσθετη κατ' οίκον εργασία, φαντασιώσεις, χειρωνακτική εργασία, γυρεύουν να πάνε Καβάλα, ή επιδιώκουν να πετύχουν κάποιο στόχο, π.χ. να κατορθώσουν να γίνουν με τον προϊστάμενο τους το ζευγαράκι της Αγίας Παρασκευής.

Στην περίπτωση όμως που αυτές θέλουν να πάνε Καβάλα, δίνουν το πράσινο φως στον θεωρούμενο κάτοχο βουκεφάλα, ενώ τους άλλους τους κερνάνε handmade χυλόπιτα ή ό,τι άλλο αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο.

Αν βεβαίως επιλέγουν αδιάφορα ό,τι κάτσει τότε ή πέσαμε σε οτινανιστριες, ή σε κάποιες που χουν τρελαθεί στις νηστείες, ή σε περιπτώσεις που χρήζουν γιαλομιά, ή σε εταίρες που απλά γυρεύουν πελάτες.

Η φράση μπορεί να λεχθεί από κάποιους/ες που θεωρούν πως πιάνουν το υπονοούμενο κατά την κρίση τους, κάτι που σύμφωνα με τα παραπάνω, δεν είναι απαραίτητο να ισχύει, αφού υπάρχουν περιπτώσεις και περιπτώσεις.

Σημείωση:Φυσικά ο όρος θα μπορούσε να αναφερθεί από κάποιους/ες και στην περίπτωση ανδρών που είναι προκλητικά ντυμένοι. Οι προβληματισμοί εδώ αφορούν κάποιους ψωλοπερήφανους, ορισμένους Σάββες, κάποιους που επιδιώκουν κάποιο σκοπό, π.χ.: να πάνε με κάνα πουρό πού ‘χει αρκετό ψιλικό οξύ, κάποιον επαγγελματία ζιγκολό, κ.λπ.

  1. Στην εταιρεία πρωί πρωί εμφανίζεται μια λικνιζόμενη ημίγυμνη ανάφτρα. Ρωτάει που είναι το γραφείο του διευθυντή προσωπικού γιατί την έχει προσκαλέσει, λέει… για συνέντευξη με σκοπό να προσληφθεί γραμματέας του προέδρου.
    Δύο υπάλληλοι σχολιάζουν:
    -Πω ρε μαλάκα, μη μου πεις πως μ' αυτή τη αμφίεση ήρθε για να ζητήσει δουλειά. Αυτό το ντύσιμο δε λέει :«Ήρθα για δουλειά»!
    -Ακριβώς. «Ανοίξαμε και σας περιμένουμε», λέει.

  2. Πρωί πρωί στη γειτονιά δυο γείτονες βλέπουν μια γειτόνισσά τους τη Μαιρούλα, να φτάνει σπίτι. Εμφανή τα σημάδια αϋπνίας πάνω της. Κι όσο για την περιβολή της....
    -Τι γίνεται μ' αυτή ρε; Κάθε βράδυ τα ίδια και τα ίδια.Πάλι δεν έκλεισε μπούτι όλη νύχτα.
    -Κοίτα όσο βλάκας κι αν είναι κάποιος δεν μπορεί, βλέποντας το ντύσιμο της να μην αντιληφθεί πως έχει σηκώσει πινακίδα που γράφει: «Ανοίξαμε και σας περιμένουμε».

Ρίκα Διαλυνά. Η φρεγάτα της εποχής (από GATZMAN, 31/01/09)Τζίνα Σπηλιοτοπούλου:Κυκλοφοράει κίνδυνος (από GATZMAN, 31/01/09)Προσοχήν εις τας απομιμήσεις! (από MXΣ, 11/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πνίγομαι στη δουλειά ή στις υποχρεώσεις, δεν προλαβαίνω ούτε να κλάσω.

- Από τώρα φεύγεις;
- Ρε συ καίγεται ο κώλος μου και συ μου θες ξενύχτια; Να ξεμπερδέψω και μετά ξαναβγαίνουμε και το τραβάμε όσο θες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται για μία κατάσταση, της οποίας έχουν ωριμάσει πλέον οι συνθήκες (κοινωνικά, πολιτισμικά ή οικονομικά) για να συμβαίνει εύκολα. Προέρχεται από τη διαδικασία ζύμωσης του γάλακτος για την παρασκευή γιαουρτιού.

Φερέλπις νέος πίνει καφεδάκι με τον παππού που δεν επικοινωνεί με τις κάτω χώρες σε πλατεία. Περνάει ένα ξέκωλο και ο παππούς σκανάρει..περνάει δεύτερο, τρίτο..στο τέταρτο ο παππούς δεν κρατιέται και αναφωνεί με θλίψη και απογοήτευση: «Τώρα που το μουνί έγινε γιαούρτι, εγώ δεν έχω κουτάλι».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχικά, χαρακτηρισμός ανθρώπου εξακριβωμένα φαύλου και διαβόητου για την ανηθικότητα του.

Στην πράξη, χρησιμοποιείται με μεγάλη δόση υπερβολής και με διάθεση πειραχτική για κάποιον που υπέπεσε σ' ένα αμελητέο παράπτωμα και είτε έχει ψαρώσει είτε έχει κορδωθεί από καμάρι.

Συναντάται συνηθέστατα στη φράση «καλό κουμάσι είναι και του λόγου του».

Η ετυμολογία της λέξης είναι προβληματική. Και ο Μπαμπινιώτης και το Ίδρυμα Τριανταφυλλίδη αλλά και ο φίλος krepsinis λένε ότι προέρχεται από την τούρκικη λέξη kumaş που σημαίνει κομμάτι υφάσματος, ρετάλι. Το ρετάλι, και το παρτάλι, χρησιμοποιούνται έτσι κι αλλιώς στα Ελληνικά για να δηλώσουν άτομο χαμηλής υποστάθμης.

Μια θεωρία λέει ότι η σύνδεση ανάμεσα στη λέξη kumaş με τον απατεώνα προέκυψε όταν δυο καζικτσήδες έμποροι από την Πόλη έκαναν εισαγωγή ρετάλια τελευταίας διαλογής από την Αγγλία και τα φούσκωσαν πανάκριβα για μέγκλα πράμα. 'Οταν η απάτη αποκαλύφθηκε αυτοί την είχαν κάνει αλλά τους έμεινε ο χαρακτηρισμός «καλά κουμάσια».

Ίσως, όμως, η εκδοχή αυτή να είναι τραβηγμένη. Κουμάσι είναι βέβαια, όπως έχει σημειώσει και ο panos2, και το κοτέτσι, ο ορνιθώνας —από το τούρκικο kümes που σημαίνει το ίδιο— και, όπως και το κοτέτσι, έτσι και τον διεφθαρμένο άνθρωπο τον χαρακτηρίζει η βρώμα και η δυσωδία. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι το κουμάσι από το kümes είναι αντιδανεισμός διότι οι Τούρκοι πήραν αυτή τη λέξη από το βυζαντινό κουμάσιον που ήδη απαντάται στον 5ο μ.Χ αιώνα —δες σχετικά και εδώ.

  1. Η διαφθορά δεν είναι η μοναδική κατηγορία που προσάπτεται στον πρώην πρωθυπουργό. Η κυβέρνησή του (2001-2006) κατηγορήθηκε συχνά πυκνά και για εθνική προδοσία, δημαγωγία, διαπλοκή, παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αυταρχισμό, καταστρατήγηση των θεσμών και της ελευθεροτυπίας, ξεπούλημα περιουσίας της χώρας στους ξένους. Καλό κουμάσι του λόγου του... (άρθρο για τον πρώην πρωθυπουργό της Ταϊλάνδης Τακσίν Σιναβάτρα, Ελευθεροτυπία, 23/06/07)

  2. – Κατά τη γνώμη μου, ο Περικλής κακώς κάνει και ασχολείται με αυτή τη Λίλιαν... Παντρεμένος άνθρωπος τώρα, δεν επιτρέπεται...
    Άσε, ρε Βασιλάκη... Όταν εσύ έτρεχες με τη γλώσσα έξω πίσω από κείνο το παστάκι τη Λάουρα, καλά ήτανε... Καλό κουμάσι είσαι και του λόγου σου κι έρχεσαι τώρα να κάνεις και κήρυγμα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μικρό σε μέγεθος πτηνό. Το σπουργίτι, το καναρίνι, καθώς και το μικρό κοτοπουλάκι. Χρησιμοποιείται τόσο κυριολεκτικά, όσο και μεταφορικά, για να δηλώσει κάτι που ενώ είναι μικρό στο μάτι, είναι εν δυνάμει ελπιδοφόρο.

  1. - ...κι εκεί που έψαχνα στην αποθήκη του παππού για το πριόνι, βρήκα δυο παγίδες, που τις είχε φτιάξει όταν ήτανε νέος! - Για μουνιά; - Για τσόνια ρε λιγούρη… τι μουνιά;

  2. Πατέρας με υιό τα πίνουνε στο στέκι του δεύτερου, σε μια προσπάθεια να γεφυρωθεί το χάσμα των γενεών, που είναι πιο φαρδύ και από τη Μάγχη. - Ρε Τάκη, σαν πολύ δε σου τρίβεται το Σοφάκι; Το «έβαλες»; - Τι λες ρε πατέρα; Αυτή πάει ακόμα σχολείο και εγώ πήρα πτυχίο πρόπερσυ…
    - Μικρό είναι και το τσόνι, το καλαμπόκι το καταπίνει όμως!

(από pavleas, 30/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευχή στην αρχή της ημέρας, για μια μέρα που προβλέπεται/ ή ευχόμαστε να είναι καυλερή.

Επίσης: Η καυλημέρα φαίνεται απ' το πρωί.

Πω πω τι σηκωμάρες είναι αυτές πρωϊνιάτικα! Η καυλημέρα απ' το πρωί φαίνεται!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified