Selected tags

Further tags

  1. Οδυνηρή επαφή βλάχου σε θάλασσα με οκτάποδι.
  2. Δηλώνει και γκαντεμοκατάσταση. Αναποδιά.
  1. - Τι ιν τούτ' ρε παιδιά στο ποδ' μ;
    - Χταπόδι μπάρμπα. Μπράβο, πιάστο.
    - Το φοβαμ' βρε παιδι 'μ τουτ'. Πουτάνα θάλασσα που σε γαμούν τα ψάρια και βγάζεις χταπόδια...

  2. Τι έγκυος;... Όχι ρε Λίτσα... τι θα πω στην γυναίκα μου; Πουτάνα θάλασσα που σε γαμούν τα ψάρια και βγάζεις χταπόδια...

Όχι πουτάνες στην πλατεία. Όχι σκουπίδια σε θάλασσες και ακτές. (από Galadriel, 28/02/09)(από Jonas, 15/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκόπιμα και με επιμονή. Το φυρί είναι και καλά παραφθορά από το θυρί, δλδ την πόρτα και σημαίνει ότι κάποιος προσπαθεί να πετύχει κάτι τόσο επίμονα που πάει κυριολεκτικά πόρτα πόρτα για να πείσει τους εμπλεκόμενους. Το φυρί δεν παίζει μόνο του, υποθέτω διότι αν χρειάζεται να πας να χτυπήσεις μόνο μία πόρτα για να πετύχεις το σκοπό σου, ε δεν είναι και τίποτε άξιο λόγου.

Η έκφραση φυρί φυρί βέβαια δεν είναι η μόνη που ανήκει στην οικογένεια με την συλλογική ονομασία «λέξη^2». Παραθέτω μία μη εξαντλητική λίστα μπας και φιλοτιμηθεί κανείς να τα ανεβάσει ως λήμματα ένα ένα (λέμε τώρα):

τσίκι τσίκι = με το σταγονόμετρο, σιγά σιγά
μπαμ μπαμ = γρήγορα, με μία κίνηση
λάχα λάχα = με βιασύνη και μάλλον πρόχειρα
τάκα τάκα = γρήγορα, ίσως τόσο γρήγορα όσο παίρνει να καρφώσεις ένα καρφί (;)
τσίμα τσίμα = ακριβώς, χωρίς καθόλου περιθώριο για κάτι παραπάνω
τσάκα τσάκα = κάτι σαν το τάκα τάκα, για αυτούς που δε φοβούνται το σίγμα
γιαβάς γιαβάς = τούρκικο / σιγά σιγά, με αργό ρυθμό
λάου λάου = με αργό ρυθμό, αλλά όχι τόσο ανατολίτικο όπως το παραπάνω
μάνι μάνι = γρήγορα

Γράφεται και «φιρί φιρί»

- Έλα ρε αρκίδι άμα σου βαστάει!
- Ε, εσύ το πας φυρί φυρί να σου γαμήσω το τρίκι τρίκι βραδιάτικα.

Σχετικό: τακ τακ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολύ νυσταγμένος, αυτός που μόλις ξύπνησε και είναι σαν χαμένος, ή αλλιώς με την τσίμπλα στο μάτι.

- Πάμε μια βόλτα εδώ κοντά;
- Κάτσε ρε φίλε να πιω πρώτα τον καφέ μου γιατί μόλις ξύπνησα και είμαι σαν κοτόπουλο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το also known as (a.k.a.)

Λέγεται προς αντικατάσταση του δηλαδή, λέγε με, βλέπε κλπ.

  1. - Κάποιος, άκα εσύ, θα έχει το πρόβλημα τoυ με την ψηλή του όταν μάθει τα καμώματα μας χτες.

  2. - Ρε, πώς θα πάμε το βράδυ;
    - Άκα;
    - Δεν έχω αμάξι, με άφησε η κουρέλα.

Βλέπε και ότι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δηλώνει αυτό που έχω κανονίσει (συνήθως αναφέρεται σε club και παρεμφερή κέντρα διασκεδάσεως). Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε μορφή ερώτησης.

(δίνοντας 100 ευρώ στον μετρ και δείχνοντάς του το καλύτερο τραπέζι του μαγαζιού)
- Αύριο που θα ξανάρθω θέλω να είμαι αυτός.

(απευθυνόμενος στην υπόλοιπη παρέα)
- Ρε μαλάκες, σήμερα ποιοι είμαστε;

Σχετικό: αυτός είσαι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αποχή από τη δουλειά ενώ είναι ώρα εργασίας - να μην κάνεις τίποτα παραγωγικό.

- Καλά, προσέλαβες αυτό το άτομο στην εταιρεία σου; Αυτός το μόνο που ξέρει είναι να το ρίχνει στη λούφα!

Βλ. και σχετικά λήμματα Λούφεν Τούφεν, λούφινγκ, φιδιάζω, ξύνω και ξυσαρχίδι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτό που ελκύει τις (χαζο)γκόμενες, συνήθως το λέμε για ακριβά αμάξια ή για ακριβά μοδάτα ρούχα.

- Πολύ γαμάτο το νέο cabrio που αγόρασες! Να το χαίρεσαι!
- Ε ναι, είναι για τα γκομενάκια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξεφτιλίζομαι, βλ. και τσόντα γίναμε.

Άσε ρε, πάλι τσιμπούκι έγινα. Ήμουνα με τη Μαρία πρώτο ραντεβού και εκεί που κάνω κίνηση να της σκάσω το γλωσσόφιλο, αφήνω μια κλανιά από την κλανιέμπα μου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνειδητοποιώ κάτι που είναι εδώ και καιρό οφθαλμοφανές σε όλους τους άλλους.

- Να πα να γαμηθεί η βρώμα! Παρασχολήθηκα, επομένως game over.
- Επιτέλους πήρες τα χαμπάρια σου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βιομηχανικός όρος, χησιμοποιείται στην καθομιλουμένη για να περιγράψει τις κατώτερης εμφάνισης γυναίκες, ή γενικά τα ανεπιθύμητα άτομα.

- Ρε μαλάκα, από τα τόσα μουνιά που κάλεσα μόνο το σκραπ ήρθε...

(σε γιορτή-κηδεία με βαρετούς συγγενείς)
- Μόλις φύγει το σκραπ, βάζουμε Pulp Fiction;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified