Φράση που χρησιμοποιείται όταν δεν υπάρχει τίποτα σημαντικό να ειπωθεί και απλά πέφτει κάτω...
-Βαριέμαι ρε μαν, κατς κατς μιχάλη...
Φράση που χρησιμοποιείται όταν δεν υπάρχει τίποτα σημαντικό να ειπωθεί και απλά πέφτει κάτω...
-Βαριέμαι ρε μαν, κατς κατς μιχάλη...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η φράση προέρχεται από τη διασκευή του Σαββόπουλου στο «Perfect Day» του Lou Reed (από το δίσκο του τελευταίου Transformer).
Σε αυτόν τον εκτρωματικό θούριο της -πρόωρης ή όχι, δεν έχει σημασία- αρσενικής εμμηνόπαυσης του νιόνιου -που καθόλου μα καθόλου δεν τον αγαπάμε όλοι κι ας τον λιβανίζει το σύμπαν- διεκτραγωδείται όλη η συναισθηματική πανούκλα και ρούχλα της μονογαμίας, από την οποία βέβαια μπορεί κατά καιρούς κανείς να μην μένει απρόσβλητος, αλλά δε θα το τραγουδάμε κιόλα...
Αν και στιχουργικά ο Σαββόπουλος είναι τόσο πιστός και τόσο ταλαντούχος στη μετάφραση όσο και το systran (πρβ. το πρωτότυπο εδώ) έχω την εντύπωση ότι ο Λούης ο διαβασμένος έχει κάποια ειρωνεία στους στίχους... Αλλά τέλος πάντων, μπορεί και να 'ναι αυθεντικά το υπέρτατο ίσως, αλλά τουλάχιστον ακομπλεξάριστα (και γι' αυτό μη παιζόμενο εκεί), τραγούδι ναμαγαπάδικου.
Ευτυχώς ο Πανούσης το διασκεύασε ως «Πρέζα όμορφη» και μας επέστρεψε στις παλιές καλές μέρες των Velvet.
Το «πρέζα όμορφη» μπορεί να ακουστεί και σκέτο ως σχόλιο για πρεζάκι σε φάση απόλυτης ντάγκλας ευρισκόμενο σε σωματικές πόζες-πρόκληση για την ανθρώπινη ισορροπία.
Κυρίως όμως ακολουθεί τη φράση «σινεμά και σπιτάκι μετά» ως φωναχτό ρεφραίν-σχόλιο για την μονογαμία που τρώει τα σωθικά του εθισμένου -τώρα πια χωρίς να βγαίνει κι απ' το σπίτι, βλ. δωδ και σπιτάκι και πριν και μετά. Πρόκειται για φράση-κόλαφο για τους κατά συρροή προδότες της μπύρας και της μπαρότσαρκας, τους εκπρόσωπους του δωσιλογισμού, του γουτσισμού και του παρά φύση χουχουλιασματισμού.
Στίχοι της διασκευής του Σαββόπουλου
Μέρα όμορφη
Μέρα όμορφη το πάρκο γυρίσαμε,
Όσο φέγγει, ας πιούμε μια
σαγκριγιά
Μέρα όμορφη τις πάπιες ταΐσαμε,
Σινεμά
και σπιτάκι μετά
Μα τι μέρα όμορφη!
Χάρηκα που ήσουν εδώ.
Αχ, μέρα πανέμορφη,
με βοηθάς να κρατηθώ
Μέρα όμορφη το πρόβλημα κρύφτηκε
και μόνοι εμείς
κυριακάτικοι εκδρομείς.
Μέρα όμορφη μαζί σου ξεχάστηκα
κι αισθανόμουν αλλιώς
υγιής και καλός.
Θα κοιμηθείς
έτσι όπως έπεσες.
παράδειγμα
- Πάμε ρε μαλάκα για κάνα μπυράκι;
- Μπαααα
- Τι «μπαααα»;
- Θα πάω σινεμά...
- Με την Αργυρώ;
- Ναι...
- Σινεμά και σπιτάκι μετά;
- Ειρωνεύεσαι;
- Όχι όχι, είσαι καλά;... Ω ΝΑΙ, ΠΡΕΖΑ ΟΜΟΡΦΗ, ΤΙΣ ΠΑΠΙΕΣ ΤΑΪΣΑΜΕ!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η φράση χρησιμοποιείται (αν και είναι λίγο παιδική / απαρχαιωμένη) στην προστακτική και σημαίνει «πήγαινε φέρε κάτι...».
α. Είχε μεγάλη χρήση στο ποδόσφαιρο όταν κάποιος ξορούσε* (εξόριζε) την μπάλλα με τζούκο πίσω από μάντρες και φράχτες και οι άλλοι του λέγανε να πάει να τη φέρει (πηδώντας σαν καλός καουμπόης τις μάντρες και τους φράχτες του ράντσου).
β. Η φράση χρησιμοποιείται και από ενήλικες σε περιπτώσεις που κάποιος (σαν καλός μαλάκας) ξέχασε να φέρει κάτι που έπρεπε και πρέπει να ξανακάνει τη διαδρομή μέσα από την έρημο.
Η φράση κρύβει μέσα της λίγο από γκάου [προφέρεται φυσικά «κάνε το γκα(ου)μπόι»] και λίγο από μη μας κάνεις τον καμπόσο, κάνε καλύτερα τον καουμπόι.
*βλέπε και το αρχαίο παιδικό ρητό «ο ξορών, κυνηγών» (όποιος έριξε τη μπεκάτσα, να πάει και να τη φέρει).
- (πιτσιρικάς μιμείται μεγάφωνο γηπέδου) Παρακαλείται όποιος σκότωσε την μπεκάτσα να την παραλάβει από την κερκίδα του σταδίου... επαναλαμβάνω...
- Ποια μπεκάτσα μωρέ, κόντραρε η μπάλα στην κοτρώνα...
- Ναι, ναι, άντε τώρα, κάνε τον καμπόι κι άλλη φορά να βλέπεις δίπλα σου, ατομίσταρε...
- ...ώπα!
-...τι ώπα...
-...τον έφερα τον προτζέκτορα....
-...ναι...;
-...αλλά δεν έφερα τα καλώδια...
-...κορακατσουλέισονς, άντε, κάνε τώρα τον καμπόι...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Άλλη μια παραδοσιακή ύβρις από Κρήτη (Χανιά μεριά) που διαδόθηκε έναν καιρό από την ύπαιθρο στην πόλη μέσα από τη γνωστή οδό η οποία θα μπορούσε να περιγραφεί ως
«τ' ακούω στο χωριό μου, το λέω στο σχολειό μου»
η οποία είναι νομίζω πολύ συνήθης για τις σλανγκ των επαρχιακών πόλεων.
Κυριολεκτικά σημαίνει: «άντε στο διάολο για να ξέρω που σε έχω [τοποθετήσει, αφήσει, εντοπίσει]»...
- Ουσιαστικά είναι μια φράση που χρησιμοποιείται για να μειωθεί κάπως η ένταση της αποστολής κάποιου στο διάολο μέσα
α. από το γεγονός ότι σε στέλνω στο διάολο όχι για άλλο λόγο, παρά μόνο χρηστικά για να ξέρω πού βρίσκεσαι τοπικά, πού συχνάζεις....
β. από το γεγονός ότι, για να χρησιμοποιώ τον διάολο ως αποθηκευτικό μου χώρο, παναπεί πως κι εγώ τα ξέρω τα κατατόπια, είμαι δλδ κι εγώ διαολοσταλμένος ουκ ολίγες...
- Καμιά φορά λέγεται και σε 2 χρόνους δηλαδή «άμε στο διάολο [παύση] να κατέω που σ' έω«, και τότε πραγματικά έχει στόχο να ελαφρύνει λίγο το πράμα, δλδ να τονίσει ότι σε στέλνω στο διάολο καθαρά για λόγους γεωεντοπισμού.
- Από την άλλη όμως, το ότι με τη βρισιά αντιμετωπίζεις τον άλλο ως αντικείμενο ή και ζώο που το πας, το φέρνεις και το αποθηκεύεις, κάνει τη φράση αρκετά ηχηρή βρισιά....
- Μανώλη, σου βάλε απουσία ο Ρακοκαζανάκης...
- Κι εσύ ρε τσίρακα γιατί την έγραψες...
- Δε μπορούσα να κάνω αλλιώς γιατί το υπογράφει αμέσως...
- Ο μπεκρής ρε μαλάκα; Τ' αρχίδια του ελέγχει... απουσιολόγε, άμε στο διάολο... άμε στο διάολο να κατέω που σ' έω...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
H φράση προέρχεται από γνωστό τηλεπαιχνίδι που παιζόταν παλιότερα στο Mega με παρουσιάστρια την Έλενα Ακρίτα και αποτελούσε μεταφορά του ομώνυμου κουίζ σόου του BBC με τηλεπαρουσιάστρια την Αν. Ρόμπινσον. Η τελευταία είχε κερδίσει τον τίτλο της πιο στριμμένης τηλεοπτικής πρωταγωνίστριας. Η ελληνική έκδοση ξεκίνησε το 2001 και η Έλενα Ακρίτα κινείτο σε αντίστοιχη ρώτα με την Αν. Ρόμπινσον και γι' αυτό ο Μητσικώστας είχε σατιρίσει δεόντως το αυστηρό και βλοσυρό ύφος της. Τα σκηνικά του παιχνιδιού ήταν σκούρα. Οι παίκτες έπαιζαν ως ομάδα και στο τέλος κάθε γύρου καλούντο να επιλέξουν τον παίκτη που χαντακώνει την ομάδα. Τόσο το στυλ της πρωταγωνίστριας, όσο και τα σκηνικά του παιχνιδιού, δημιουργούσαν την κατάλληλη ατμόσφαιρα. Η χαρακτηριστική φράση με την οποία η παρουσιάστρια εκτελούσε τον παίκτη ήταν: «Λυπάμαι, είστε ο πιο αδύναμος κρίκος». Στο τέλος διαγωνίζονταν μεταξύ τους οι δυο εναπομείναντες με στόχο να προκύψει ο νικητής.
Άρα η έννοια του όρου βασίζεται στην εύρεση του αδύναμου κρίκου της ομάδας. Η εύρεση δηλαδή του παίκτη που χαντακώνει την ομάδα. Αντίστοιχα, όταν λέμε πως κάποιος είναι ο αδύναμος κρίκος, θεωρούμε πως τα αποτελέσματα ή οι επιδόσεις του υπολείπονται των άλλων και τον καλούμε ή να διορθωθεί ή να αποχωρήσει. Επίσης λέγοντας τη φράση, μπορεί να θεωρούμε πως η γνώμη του δεν ταυτίζεται με την άποψη της πλειοψηφίας και τον καλούμε να συμβιβαστεί με αυτή την άποψη ή να αποχωρήσει.
Η φράση αυτή λέγεται με χιουμοριστικό στυλ, ωστόσο διατηρεί μέσα της έναν τόνο, κάτι σαν ετυμηγορία, σαν πόρισμα, που παραπέμπει στο στυλ της τηλεπαρουσιάστριας. Συνήθως, μια τέτοια ανακοίνωση κρύβει στο background της συσσωρευμένη αντίδραση για την επίδραση του αδύναμου κρίκου στην ομάδα.
Σε ορειβατική αποστολή, ο τελευταίος που δεν έχει σχέση με το άθλημα βρίσκεται μακριά από τους άλλους, αγκομαχεί και είναι καταϊδρωμένος. Ο αρχηγός της αποστολής τον παίρνει παράμερα και με χιουμοριστικό στυλ του λέει:
- Θανάση μην το πάρεις προσωπικά, αλλά… είσαι ο αδύναμος κρίκος της ομάδος.
- Γιατί το λες αυτό;
- Ο καιρός χαλάει, σε λίγο νυχτώνει κι αν ακολουθούμε τους ρυθμούς σου δεν θα προλάβουμε να φτάσουμε σύντομα σε ασφαλές μέρος. Θα αντιμετωπίσουμε κίνδυνο. Γι 'αυτό λέω να την αράξεις στο καφενεδάκι που θα συναντήσουμε σε κανά πεντάλεπτο και να μας περιμένεις εκεί.
- Ντίνα, μην το συζητήσουμε άλλο. Όλη η ομάδα θέλει να πάμε στο στέκι του Αχαΐρευτου. Μόνο εσύ θέλεις να πάμε στο καφέ της Χαράς. Άρα είσαι ο αδύναμος κρίκος. Οπότε, ή έρχεσαι μαζί μας ή... καληνύχτα.
Got a better definition? Add it!
Πρόκειται για παράφραση της στρατιωτικής επιχείρησης των Αμερικλάνων στο Ιράκ τo 2003, που εφάρμοσε την τακτική «Σοκ και δέος» («shock and awe»). Κύριος σκοπός της τακτικής αυτής είναι η άμεση συντριβή του αντιπάλου, ώστε να σπάσει το ηθικό του από την αρχή και να συνθηκολογήσει.
Το σοκ και πέος από την άλλη πλευρά χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει τη μεγάλη νίλα που παθαίνει κάποιος, ο οποίος τρώει τον πέοντα ασάλιωτα και ζορίζεται για τα καλά (παραδείγματα 1 και 2). Μπορεί όμως και να σημαίνει ότι κάτι είναι τέλειο και φοβερό, με λίγα λόγια ότι γαμάει και δέρνει (παράδειγμα 3).
- Τι γίνεται με την εξεταστική; Γράφεις τίποτα;
- Ραμού έχω να γράψω...
- Πώωω, σοκ και πέος! Αυτή κόβει αβέρτα...
- Πάμε για μπάσκετ;
- Τι να πάμε ρε, αφού θα σε ρεζιλέψω...
- Άντε ρε καραγκιόζη που μου κουνιέσαι! Θα σε πάω σοκ και πέος!
(Από δημοψήφισμα για το καλύτερο hard rock συγκρότημα)
Σοκ και πέος, 100% οι Scorps! Αναμενόμενο από εμένα να τους ψηφίσω βέβαια γιατί δεν είναι απλά το αγαπημένο μου συγκρότημα από τον συγκεκριμένο χώρο αλλά γενικά το αγαπημένο μου συγκρότημα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Χρησιμοποιείται για να εκφράσει αγανάκτηση και μεροληψία.
Όμορφα μπορεί να προηγηθεί η έκφραση: νισάφι πια...
Σε περίπτωση ανεξήγητης μεροληψίας που οδηγεί στην καταφανή πάτηση των δικαιωμάτων του ομιλητή, ο τόνος της φωνής είναι υπαινικτικός και ταυτόχρονα παραπονιάρικος (βλ. Οβελίξ μπροστά από τη χύτρα).
(Νεκταριος): - Γιώργο, ο Δημήτρης και εγώ θα πάμε για γκολφ με τον Τηλέμαχο...
(Γιωργος): - Καλά, ρε φίλε... Εγώ τα βυζιά στην πλάτη τα 'χω;
(Λίζα): - Πέτρο, μην ψάχνεις άδικα... Ο μπαμπάς έφαγε όλο τον ταραμά.
(Πετρος, εναλλακτική απάντηση 1): - Χέστηκα.
(Πετρος, εναλλακτική απάντηση 2): - Και γιατί δεν είπε τίποτα; Εγώ τα βυζιά στην πλάτη τα 'χω;
Σχετικά: αν σ' αδικήσει ο κατής, σε ποιον θα πας να δικαστείς, έχει τον κώλο πίσω; σε πηγάδι κατούρησα;, μάνα με γέννησε και μένα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Μια έκφραση η οποία χρησιμοποιείται για να εκφράσει κυρίως έκπληξη και πιθανή δυσαρέσκεια.
Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε αντιστοιχία με το: καλώς τα αρχίδια μας τα δυο.
Είναι μια αντι-έκφραση για το: εκεί που μας χρωστάγανε μας πήραν και το βόδι.
ΠΡΟΣΟΧΗ στον τόνο της φωνής. Το κόμμα ορίζει παύση και συνοδεύεται από αντίστοιχη κίνηση του δεξιού (κατά προτίμηση) χεριού. (βλ. αρχαία τραγωδία)
Μια παρέα πίνει κρασάκι σε ένα κουτούκι... (κατόπιν ραντεβού)
Ξαφνικά έρχεται κι ο Αντώνης (ακάλεστος)
Και τότε...
με υποχθόνιο τόνο και χαμηλή μπάσα φωνή προς τους συνδαιτυμόνες...
Πφφφφφ... Τυρί δεν είχαμε, ψωμί μας ήρθε
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Οι σχιζοφρένειες στις πανκ συναυλίες.
Ό,τι να ναι έκφραση (από το πάτα κιούτα + dancing) της παλαιάς σχολής των Κοζανιτών πανκς της Θεσσαλονίκης.
Αν ο χορευτής δε διαθέτει λοφίο, το μιμείται με το ένα χέρι, και με το άλλο δουλεύει τον αγκώνα.
- Ρε Σάκη, να παίζουν οι Πανικός εν έτει 2008 και από κάτω πατά κιούτα ντάνσινγκ...γούστα...
- Συγκίνηση...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ακραία αλλά και αόριστη απειλή. Η εικόνα ενός κώλου που χέζει πάνω σ' ένα λιβανιστήρι δεν στερείται ενδιαφέροντος, αλλά η έκφραση, βέβαια, δεν κυριολεκτεί - παρεκτός, ίσως, κι αν έχει ως αποδέκτη διάκο, παπά ή, λέμε τώρα, ηγούμενο μοναστηριού.
Το θα σου χέσω το λιβανιστήρι εκφέρεται είτε υπόκωφα μέσα από σφιγμένα δόντια, είτε τσιριχτά με φλέβες πεταμένες. Εκφράζει έντονα μεγάλο θυμό και αγανάκτηση -υπονοείται ότι θά 'ρθω και θα σου ρημάξω ό,τι έχεις όσιο και ιερό.
Η προέλευση της έκφρασης δεν είναι σαφής, αλλά μια εκδοχή ανατρέχει στον συμβολισμό που έχει το λιβανιστήρι στο Ορθόδοξο τυπικό. Το λιβανιστήρι, λοιπόν, -ο θυμιατήρ, που είναι και γαμώ τις λέξεις από την εκκλησιαστική γλώσσα- συμβολίζει «την κοιλίαν τῆς Θεοτόκου, ἡ ὁποία δέχθηκε στά σπλάχνα της σωματικῶς τήν Θεότητα, πού εἶναι 'πῦρ καταναλίσκον', χωρίς νά ὑποστῆ φθοράν ἤ ἀλλοίωση». Μπορεί, συνεπώς, να θεωρηθεί και πολύ βαριά βρισιά.
Ενδιαφέρον έχει επίσης και το γεγονός ότι είναι από τις σπάνιες περιπτώσεις στα Ελληνικά που η εξύβριση των θείων γίνεται μέσω της κοπρολογίας και όχι, ως συνήθως, με αναφορά στην γενετήσια πράξη.
Άλλα σχετικά λήμματα: γαμώ το σταυρίδη μου, γαμώ την πανακόλα, γαμώ το καντήλι σου, βουλγάρικο θυμιατήρι, θα σου γαμήσω το ό,τι έχεις αγάμητο, γαμώ το ταμτιριρί, θα σού γαμήσω το ταμ τιριρί, θα σου ξηγηθώ αλμυρό φυστίκι και, φυσικά, Mecagum και δεν συμμαζεύεται.
Καλά, ας τολμήσει να πει τίποτα τέτοιο και σε μένα ο καραγκιόζης και θα του χέσω το λιβανιστήρι να με θυμάται ... θα τον κάνω εγώ τον πούστη να πει το δεσπότη Παναγιώτη ... γιατί δεν ξέρει ποιος είμαι εγώ μου φαίνεται ...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified