Selected tags

Further tags

Παράφραση της αντίστοιχης κλητικής προσφώνησης του ανδρικού φύλου «ρε μαλάκα» μεταξύ τους, η οποία προορίζεται για χρήση από το γυναικείο φύλο.

1) (διάλογος ανδρών) - Ρε μαλάκα, έχεις τίποτα να φάμε ή θα ξεσκιστούμε πάλι στις πίτσες;;

2) (διάλογος γυναικών)
- Μωρή τσούλα, έχεις μαντηλάκια ντεμακιγιάζ ή θα αναγκαστώ να κοιμηθώ με τον σοβά στη μούρη;;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξεχωρίζω. Όταν δεν μπορώ να κρύψω κάτι όσο και να προσπαθώ.

- Κοίτα αυτούς εκεί ρε πώς μας κοιτάνε. - Ω ρε γαμώτο, ασφαλίτες είναι. - Λες ε; - Σίγουρα σου λέω, κάνουν μπαμ. Ετοίμαζε την ταυτότητα, θα έρθουν για εξακρίβωση!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που χρησιμοποιείται ευρέως όταν κάποιος θέλει να διαψεύσει κάτι ή να χαρακτηρίσει ένα στοιχείο ως ψευδές.

- Είπε ότι δεν πρόκειται να με ξανακερατώσει.
- Ναι καλά, αυτά είναι του κώλου!

(από patsis, 30/08/13)

Δικαιολογίες του γκόλουμ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που χρησιμοποιείται κυριολεκτικά και περιγράφει τα φουντωτά μαλλιά κάποιας κοπέλας. Εμπνευσμένη από το στυλ που κυριαρχεί αυτές τις μέρες ως trendy χτένισμα.

«Σε λένε το κορίτσι αφάνα, τα μαλλιά σου τα χτενίζεις με τσουγκράνα!» (μουσική:"Το κορίτσι του Μάη")
σ.σ. Σαν τη Βίκυ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το ήμισυ λατινογενής φράση, αφού συντίθεται από το ελληνικό «σαύρα» και το ιταλικό «ραγκάτσα», που σημαίνει κοπέλα.

Χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάποια κοπέλα είναι πολύ άσχημη.

(εμπνευσμένο από πραγματικό διάλογο σε 5ήμερη εκδρομή λυκείου των Νοτίων Προαστείων)
Αγόρι σε μια κοπέλα γυρισμένη πλάτη αλλά με ωραίο σώμα: -Bella ragazza! (=ωραία κοπέλα)
Το ίδιο αγόρι όταν η κοπέλα γύρισε: -Α!(επιφώνημα φρίκης), σαύρα ραγκάτσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση η οποία ενδείκνυται σε περιπτώσεις περιγραφής απίστευτης ασχήμιας.

Τι σου αρέσει στη Μαρία την άσχημη;; Σαν κινούμενη χλέπα είναι...!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος που προέρχεται σημασιολογικά από γνωστό μήνυμα κινητού τηλεφώνου και σημαίνει τον χώρο στον οποίο υπάρχει πλειάδα ανδρών έτοιμων για όλα.

-Πάμε στο club που σου λέω. Είναι σκέτος ανθισμένος αρχιδόκαμπος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που προτιμάται από τους ιδιαίτερα θρήσκους ανθρώπους σε στιγμές μεγάλου θυμού, αντί για την εξύβριση των θείων.

- Γαμώ το Χριστόφορο τον πούστη, πάλι ξέχασες να πάρεις κωλόχαρτο;;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με κόβει η πείνα. Η πολύ μεγάλη πείνα. Με κόβει λόρδα.

Έξι ώρες ταξίδι και δεν ήθελε να σταματήσουμε να τσιμπήσουμε τίποτα. Με είχε κόψει αλλά τι να κάνω, δεν σήκωνε κουβέντα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν τα έχω ξεφτιλίσει όλα, όταν λειτουργώ χωρίς σεβασμό και ντροπή.

-Άσε, έσκισε την τσόχα ο δικός σου. Δεν σέβεται τίποτα πλέον.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified