Ο τύπος που καθαρίζει τα χύσια με σφουγγαρίστρα ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο σε μπουρδέλα.
- Ρε χυσομάπα, μάζεψε τα χύσια από το πάτωμα, είπε ο νταβατζής.
Ο τύπος που καθαρίζει τα χύσια με σφουγγαρίστρα ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο σε μπουρδέλα.
- Ρε χυσομάπα, μάζεψε τα χύσια από το πάτωμα, είπε ο νταβατζής.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Στη αργκό των μπουρδελιάρηδων περιγράφει υπηρεσία κατά την οποία το πέος του πελάτη τρομπάρεται παλινδρομικά από την επαγγελματία μέχρι να παραχθεί το ζητούμενο σπερμώδες γάλα. Το τρομπάρισμα γίνεται συνήθως χειρωνακτικά και ενίοτε στο πόδι (βλ. ποδοφραπέ).
Για τους θαμώνες των στριπτιζάδικων, πρόκειται για τον υπέρτατο βαθμό περιποίησης που μπορεί να προσφέρει μια χορεύτρια σε ένα στριμωγμένο και συνωστισμένο «πριβέ» χώρο.
Για τους πελάτες οίκων απωλείας, αντιθέτως, το φραπέ είναι το πιο κοινότοπο και απέριττο συστατικό μιας μισθωτής ξεπέτας.
«Πήγα le cabaret με κάτι φίλους χρησιμοποιώντας τις καρτούλες που βρήκα στο ίντερνετ για δωρεάν χωρό. Δεν είχαμε λεφτά όλοι οπότε είχαμε σκοπό να κάτσουμε να πιούμε ένα ποτό να κάνουμε κ έναν χορό και να φύγουμε έχοντας πληρώσει 20€. Ε πήρα και εγώ μια κοπέλα για χορό, με πήγε πάνω και κατευθείαν άρχισε να μου τον πιάνει πάνω από το παντελόνι. Ε πήρα λίγο πιο πολύ θάρρος και άρχισα να την πιάνω παντού (ακόμα και κάτω) και αυτή με άφηνε. Σε κάποια στιγμή μου λεει με 100€ έξω από το μαγαζί κάνω ότι θες, θα σου δώσω το τηλ μου μετά... Ε τις λεω και εγώ για φραπέ, και μου λεει ότι μπορεί με 20€ φραπέ με γάλα, χωρίς να το μάθει το μαγαζί. Ε έσκυψε λίγο πάνω μου για να μην φαίνετε κ ξεκίνησε ο φραπές. Μόλις τέλειωσε τις έδωσα στα πεταχτά 20€ και έφυγα από το μαγαζί. με 40€ ήπια ποτό, μπάνισα τις γκόμενες, χούφτωσα αυτές που ήρθαν στο τραπέζι να με πείσουν για πριβέ και είχα και φραπέ με γάλα. Πραγματικά πολύ ευχαριστημένος!!!»
«..παλιά στο Ανατολή, θα το θυμούνται οι παλιότεροι έπαιζε πολύ φραπέ με πόδια στον πριβέ στο πατάρι! εμένα μου είχε τύχει πολλές φορές αλλά μόνο πάνω από τα ρούχα! Μια φορά όμως είχα πετύχει σε πριβέ μια τύπισσα που τον είχε βγάλει έξω σε ένα τύπο και του τον έπαιζε κανονικά με τα πόδια της μέχρι που έχυσε!!!! Σας έχει τύχει σε στριπτιζάδικο;»
(Αμφότερα από το forum του bourdela.com)
Got a better definition? Add it!
Στην ιδιόλεκτο των εν Ελλάδι πορνών (ημεδαπών & αλλοδαπών) σημαίνει γαμήσι ή νουμεράκι (τραβάω ή πάω ένα νουμεράκι, βλ. και έκφραση «τους πήρε όλους νουμεράδα»), δηλαδή η τάνα ξεπετάει τον «χύστη» (πελάτη) στο ντέλο. Ίσως να έχει σχέση με το πρωθύστερο τζάω, -ώ ή τζάζω (=διώχνω μάνι-μάνι τον ανεπιθύμητο εραστή).
Οι τιμές της συνουσίας (καθ’ οιονδήποτε τρόπο) ποικίλουν αναλόγως της κατηγορίας της πόρνης ή του αιτουμένου βίτσιου. Π.χ. άλλο χρεώνει η Ελληνίδα τηλεγαμήτρια, άλλο το call girl, άλλο η Ελληνίδα (αποκλειστικά πρεζού) της περιπατητικής σχολής οδού Βουκουρεστίου και πέριξ, άλλο η εκ περιστάσεως παρταόλα, άλλο το βέλι, άλλο η αλλοδαπή των πρεσβειών (μπουρδέλων – Σ.Σ. «πρεσβεία» σημαίνει και το κελί όπου διαβιούν οι πιο σκληροί κρατουμένοι) της οδού Φυλής, άλλο οι δηλωμένες –άλλο οι αδήλωτες κι άλλο η τελευταία υποστάθμη, δηλ. οι μη έχουσες στον ήλιο μοίρα καλντεριμιτζούδες αλλοδαπές (και δη νέγρες), που υφίστανται τα πάνδεινα (και απ’ τους νταβάδες και απ’ τους πελάτες) κ.ο.κ.
Οι αλλοδαπές καλντεριμιτζούδες, αναλόγως στην περίπτωση π.χ. εθνικότητας ή αν συνεργάζονται με μπουρδελοξενοδοχείο ή αν έχουνε νιονιό, στην καλύτερη τσιμπάνε ένα μικρό ποσοστό (να φάνε ένα σαντουί) από τη βάρδια τους και στην χειρότερη κατατρομοκρατούνται από τους νταβάδες μένοντας τελείως άφραγκες και δαρμένες. Μάλιστα, ιδιαίτερα τις αραπίνες, οι πάτρονές τους τις εκμεταλλεύονται όχι μόνο με συμβατικές απειλές (κατά των ιδίων ή των οικογενειών που έχουν αφήσει πίσω), αλλά χειριζόμενοι την αμάθεια και την δεισιδαιμονία τους (π.χ. «θα σου κάνω μάγια» και τέτοια)! Μιλάω πολύ-πολύ σοβαρά...
Στα τρισάθλια «χοτέλ» κατηγορίας μετά το λεξάριθμο σαμπί, ιδίως στην περιοχή του Μεταξουργείου των Αθηνών, το τζαζ τιμάται σήμερα περίπου 15,00 ΕΥΡΩ, όπου αισίως έχει κατέλθει μετά την ανεξέλεγκτη έλευση και δραστηριότητα αλλοδαπών πορνών. Αφού ξαναγυρίσαμε που ξαναγυρίσαμε στην εποχή του Μεσοπολέμου (οικονομικώς, εργασιακώς και ιδεολογικώς), ας μην λείψει και η σύφιλη από την σύγχρονη στιχουργική.
Εκ των 15,00 αυτών ευρώπουλων, συνήθως τα πρώτα πέντε τζαζ πάνε στο σπίτι και στην συνέχεια παίρνει 10 η πόρνη, 3 το σπίτι και 2 οι φύλακες ή οδηγοί, για κάθε γαμήσι (κάτι ανάλογο συμβαίνει και στη βίζιτα, αλλά με διαφορετικά ποσά φυσικά). Μέσος όρος περίπου 30-50 επισκέψεις ανά βάρδια (αλλά υπάρχουν κι οι υπερωρίες)...
Η Ιστορία κάνει διάφορους κύκλους, άλλους με μεγαλύτερη ακτίνα (δηλ. παρέλευση μεγαλύτερου χρονικού διαστήματος ως την επανάληψη ή αντιστροφή των όρων του φαινομένου) κι άλλους με μικρότερη (λένε ότι ήδη άρχισαν να φεύγουν Ελληνίδες πουτάνες για Βουλγαρία). «Προσεχώς Ελληνίδες», λοιπόν!
Ο κοσμάκης, διατηρεί διάφορες αντιλήψεις στη γκλάβα του περί πορνών: Π.χ. «τις κακομοίρες ζουν καθεστώς σκλαβιάς», «ά’ να χαθούνε οι ξεκωλιάρες, κονομάνε σε μια μέρα όσα βγάζω το μήνα κι αφορολόγητα», «καλύτερο γαμήσι από Ρωσάκι δεν έχει», «χτύπησα μια καταπιόλα 20 ευρά έξτρα ακάποτο», «στα ρδελαμπού δε δίνουνε κώλο» κλπ-κλπ. Τίποτα απ’ αυτά δεν ισχύει απόλυτα. Οι γενικοί κανόνες ορίζονται από την αγορά και οι ειδικοί από τη μαντάμα, αλλά οι αλλοδαπές κι αδήλωτες καλντεριμιτζούδες αντιμετωπίζονται σαν κρέας.
Εκείνο που παρατηρείται όμως συχνά, είναι η (διαγεγραμμένη σε όλη την κινησιολογία τους) απροθυμία των γυναικών αυτών να επιδείξουν έστω και επίφαση συμμετοχής στην πράξη, που συχνά μαρτυρεί περισσότερα κακοπαθήματα από φιληδονία. Φυσικά, οι περισσότεροι γαμιάδες δεν ορρωδούν προ ουδενός (αλλά αλίμονο στο νιόβγαλτο παιδαρέλι)...
Άλλωστε, ένα γκραφίττο στα Εξάρχεια έλεγε: «Όποιος στα μπουρδέλα ψάχνει οργασμό, δέκα ευρώ πληρώνει τον κάθε βιασμό»...
- Πόσο πάει κορίτσια;
- Ντεκιπένντε γιούρο το τζαζ ια σένα σωλαρά μου!
Got a better definition? Add it!
Μπουρδελοσλάνγκ χαιρετισμός αλληλεγγύης μεταξύ ανωμαλιάρηδων που ξημεροβραδιάζονται σε μπουρδέλα, φραπενέδες κ.ά. ευαγή ιδρύματα.
- Συναγωνιστες, ποσα χρηματα χαλαμε σε Μπουρδελα;
- Αννα απο Ρουμανια .. ουτε 22 χρονων το μικρο, ωραια φατσουλα κ γοητευτικη.. στο σαλονι χουφτωνει πουτσους και καθεται πανω σε καθιστους συναγωνιστες.. Μεσα μια χαρα ευδιαθετη, χειρομαλαξη του εργαλειου, πιπα καλουτσικη, ανεβηκε απο πανω, μετα ιεραποστολικο οπου αδειασα..
- Η πρώτη καταδρομική έγινε στο Διδύμου 16Α για να πάρουμε λίγο μπουρδελίλα.Μέσα γεμάτο το υπόγειο απο συναγωνιστές που είχαν ξεχυθεί για να δούνε γυναικείο κώλο να κουνιέται.Στη βάρδια ήταν η μιλφ Λίλιαν ξακουστή και τρανταχτή.
(από τρία διαφορετικά μπουρδελοσάη)
Got a better definition? Add it!
Ο οίκος ανοχής, το σπίτι. O Ηλίας Πετρόπουλος αφήνει να εννοηθεί ότι το σχετικά σπάνιο αυτό λήμμαν προσεγγίζει περισσότερο την έννοια του διαφθορείου παρά του μπουρδέλου. Και πράγματι, οι ελάχιστες καταγραφές στον γούγλη είναι μεταφορικές.
Αντί να αποτολμήσω εικασίες για το πώς κολλάει η έννοια «ρουφιάνος», σας παραπέμπω σε μια εξαιρετική ανάλυση εδώ προκειμένου να αποφασίσουμε μαζί.
Ασίστ: deinosavros.
- Για τον οίκο ανοχής, και γενικότερα, για την στέγη / στέγαση του αποκαλούμενου παράνομου έρωτος διαθέτουμε πολλά συνώνυμα: πουτανόσπιτο / ρουφιανόσπιτο / παλιόσπιτο / πορνόσπιτο / κερχανές ή κερχανάς / πουταναριό / τα δημόσια / τα καλά τα σπίτια ή και απλώς σπίτι. Οι δημοσιογράφοι ελάνσαραν την λέξη διαφθορείον που, για την ακρίβεια, σημαίνει: ρουφιανόσπιτο - και όχι μποντέλο.
(Ηλία Πετρόπουλου, «Το Μπουρδέλο», Εκδόσεις Γράμματα, 1980, σ. 8-9)
- Ρουφιανοσπιτο των λαμόγιων (Βουλη) (εδώ)
- Η καταγγελία της φοροδιαφυγής είναι ρουφιανιά, η φοροδιαφυγή τότε τί είναι; Το γεγονός ότι η οικονομία στενάζει, οι μισθοί κόβονται, και θα κοπούν και άλλο, ότι του ΦΠΑ μένει στο 23%, με τον υδραυλικό να σου κλείνει το μάτι (με απόδειξη 80, χωρίς απόδειξη 60) τί είναι;;; Πάντως αυτό το σύστημα εφαρμόστηκε στη Γερμανία από το ’80 με ουσιαστικά αποτελέσματα. Με τη λογική του «καταγγελία για φοροδιαφυγή είναι ρουφιανιά» τότε και η αποκάλυψη για τα αυθαίρετα των υπουργών είανι ρουφιανιά και τα μπλόγκς που τα αποκαλύπτουν είναι ρουφιανόσπιτα.
(εκεί)
Got a better definition? Add it!
Η αναπληρώτρια ταναπού που αντικαθιστά στο ντέλο την τακτική, όταν εκείνη ρεπάρει.
Η λέξη “ρεπατζού” (απο το ρεπό, γαλλικό repos) δηλώνει την πόρνη που δουλεύει εκτάκτως, στο μπορντελάκι τις μέρες της αδιαθεσίας της πόρνης- οικοδέσπινας, ώστε να μη κλείσει το μαγαζί. Η ρεπατζού καλύπτει τον εργάσιμο της χρόνο συνεργαζόμενη με πεντέξι συναδέρφισές της. Φυσικά η ρεπατζού δεν έχει δικό της στέκι. Η λέξη ρεπατζού προέρχεται απο την ειδική φτωχή αργκό των πορνών.
(Ηλίας Πετρόπουλος, “Το Μπουρδέλο” Εκδόσεις Γράμματα, 1980, σελ 89)
- Για τν ακρίβεια μπουρείς να πεις ότι είμαστε καλντεριμτζού, χαμούρα, βιζιτού, τ’ δρόμου, φακλανιαζμέν’, καραπτανάρα, πτανομστουρεμέν’, δηλουμέν’, πρόστυχ’, πτανοθήκα, πομπεμέν’, κούρβα, δημόσια, φτωχοπτανί, ρεπατζού κι τα ρέστα γαζουζούδες. (εδώ)
Χρησιμοποιείται βεβαίως βεβαίως και ευρύτερα με κακεντρεχή διάθεση:
Εναλλακτικά, η αναπληρώτρια γκαρσόνα.
Got a better definition? Add it!
Στην διάλεκτο των μπουρδελιάρηδων τα κανονικά ρούχα που φοράει μια λικνιτζού, όταν δεν είναι εν ώρα υπηρεσίας, για να περιφέρεται (εν υπηρεσία) με τα ξυλοπόδαρα και τον κορδονούρη.
Συμβαίνει πού και πού μια στριπτητζού να έρθει στο ευαγές ίδρυμα σε χρόνο ανύποπτο (τουλάχιστον από φραπεδικής απόψεως) και τότε δεν φοράει τα ρούχα της δουλειάς (ρούχα είναι σχήμα λόγου). Τότε ο στρηπτιτζόφιλος συνήθως τρώει ήττα, βλέποντας το ίνδαλμά του να αποδομείται.
Trivia: Ο όρος δεν είναι και τόσο ανοίκειος, μια και στην βυζαντινή περίοδο και Τουρκοκρατία «πολιτική» ονομαζόταν η εταίρα, η «κοινή». Και σήμερα βέβαια η πολιτική είναι πουτάνα κι οι πολιτικοί τσάτσοι, αλλά αυτό είναι μια άλλη μεγάλη κουβέντα...).
-Πήγα χτες στο κλαμπ κι είδα την Τζέσικα με πολιτικά. Δεν δουλεύει πια εκεί, λέει, αλλά ήρθε να χαιρετήσει κάτι φίλους. Άσε έφαγα μεγάλη ήττα! Τελικά αν δεν δεις την γυναίκα άβαφη το πρωί, δεν μπορείς να την εκτιμήσεις σωστά!...
Got a better definition? Add it!
Τα παλιά χρόνια, τότε που υπήρχαν ακόμη Αξίες και Ιδανικά στον τόπο αυτό, πριν εκχυδαϊστεί εντελώς το σύμπαν δηλαδή, ακόμη και στους οίκους ανοχής υπήρχε μία αξιοπρέπεια στον τρόπο με τον οποίο η τσατσά διαφήμιζε τις παρεχόμενες υπηρεσίες στους εν δυνάμει πελάτες.
Περιποίηση ήταν (και είναι ακόμα στα παραδοσιακά μπουρδέλα) το γνωστό, πολυαγαπημένο και χιλιοτραγουδισμένο τσιμπούκι. Την εποχή που ο όρος χρησιμοποιείτο κατά κόρον, το στοματικό σεξ ΔΕΝ ήταν στάνταρ στο μενού, οπότε υπήρχε η ανάγκη να διαφημισθεί με ιδιαίτερη αναφορά, ώστε ν' αποτελέσει τον καταλύτη για την καταφατική απάντηση του πελάτη στο τελικό ερώτημα της τσατσάς «θα περάσει κανείς;».
Η περιποίηση πήγαινε πακέτο με τον όρο «ελεύθερα πιασίματα». Χρήσιμη πληροφορία για τον εκλεκτό πελάτη διότι ελεύθερα πιασίματα σήμαινε ότι αν άπλωνε τα ξερά του να πιάσει κανα βυζάκι ή κανα μουνάκι πάνω στην τρελή γκάβλα, δεν θα 'πεφτε καμιά αδέσποτη σφαλιάρα.
Στην προαναφερθείσα εκθείαση των παρεχομένων υπηρεσιών υπήρχαν και υπάρχουν και άλλες στάνταρ εκφράσεις, οι οποίες παρατίθενται παρακάτω σε μία μικρή και σίγουρα μη εξαντλητική λίστα, αν και δεν συνιστούν σλανγκ, έτσι για την ιστορία:
DISCLAIMER
Το παρόν αποτελεί αποκλειστικά προϊόν (α) επιστημονικής έρευνας του γράφοντος στο διαδίκτυο και (β) προσωπικών συνεντεύξεων με θαμώνες των εν λόγω οίκων. Ο γράφων δηλώνει εν γνώσει των συνεπειών του νόμου περί ψευδούς δηλώσεως ότι ουδεμία σχέση διατηρεί με οίκους ανοχής, διευθύντριες των οίκων αυτών, εργαζόμενες / εργαζόμενους των οίκων αυτών, μη σου πω ότι δεν έχει περάσει ούτε καν απ' έξω, το φελέκι μου μέσα.
Αυτό με κάνει και εμένα να απορώ. Υποθέτω ότι ήταν τόση η στέρηση πριν από 30 χρόνια ώστε μαζί με το σχετικό χαβαλέ υπήρχε και αρκετός ερεθισμός. Επειδή η πορνεία σαν θέμα με έχει απασχολήσει κατά καιρούς θα σου πω και μια ιστοριούλα: παλιά (25 και βάλε χρόνια πριν) οι πόρνες ήταν πολύ σεμνές. Ας πούμε ότι 30 ή 40 χρόνια πριν πήγαινες στο μπουρδέλο και η γυναίκα σήκωνε τη νυχτικιά να κάνεις τη δουλειά σου και να φύγεις. Δεν σου χάριζε πλήρη θέα του κορμιού της και ήταν δύσκολο να βρεις κάτι πιο πικάντικο από το κολπικό σεξ. Πρωκτικό και στοματικό ήταν σχεδόν ανήθικα και περιορισμένα.
Από την δεκαετία του 80 αρχίζει λοιπόν να αλλάζει το αγοραίο σεξ και από εκεί που αρχικά ήταν απλώς για εκτόνωση αρχίζει και απευθύνεται στην απόλαυση. Όλο και περισσότερες πόρνες έβαλαν στο στάνταρ την στοματική επαφή αλλά επειδή οι πελάτες στους οίκους ανοχής είχαν μπερδευτεί σχετικά με το ποια προσφέρει στοματικό και ποια όχι η τσατσά έλεγε πάντα την λέξη “περιποίηση” που σήμαινε στοματικό. Οι τακτικοί θαμώνες το ήξεραν αλλά οι ουρανοκατέβατοι γίνονταν ανέκδοτο γιατί πάνω στην κάβλα τους - με το συμπάθειο - άκουγαν την τσατσά να λέει “περιποίηση, ελεύθερα πιασίματα” και επειδή δεν άκουγαν αυτό που ήθελαν ρωτάγαν με αγωνία: “τσιμπουκάκι κάνει η κοπέλα;”
Από εδώ
Got a better definition? Add it!
Θα πραγματευτούμε τρεις (από τις πάρα πολλές) χρήσεις κι εφαρμογές του πελατακίου.
Η πρώτη μας έρχεται από την μπουρδελοσλάνγκ: πρόκειται για τον τακτικό θαμώνα πόρνης, μπουρδέλου, φραπενέ, ή άλλου ευαγούς ιδρύματος.
- Παρασκευή βράδυ και ήμασταν μισή ντουζίνα πελατάκια. Τεμαχια? Δεν έχω λόγια να τα κακοχαρακτηρίσω. Εκεί να δεις δράμα, μια Τζούλια απί Ρομανία ψιλοέσωζε την κατάσταση από τον εμετό που κινδύνευε οιοσδήποτε έβλεπε μέχρι και 50άρα χοντροτζίλφ που επέμενε ότι είναι από Ισπανία(!), μια ξανθιά αλβανόμορφη ρουμούνα και κάνα 2 άλλες που δε γυρνάς να κοιτάξεις καν. (από μουρδελοσάη)
- Με καλημέρισε και χωρίς διακοπή ενημέρωσε για το πρόγραμμά της: «Τσιμπουκάκι, μουνάκι, πάνω-κάτω, πισωκολλητό, 10 έουρω!» Υπηρεσία ήταν καποτούλα-χωρίς: «Έλα μωρό μου να περάσεις, θα γίνεις πελατάκι, έλα μωρό μου!» Η οποία, αφού της έδωσα το ακριβές αντίτιμο, με πέρασε στα ενδότερα: «Έλα από δω γιαβρί μου, ένα από δω!» (από μουρδελοσάη)
Η δεύτερη μας έρχεται από τον χρηματιστηριακό κόσμο: πελατάκια αποκαλούν τα μπροκεράκια τους πιστούς αλογομούρηδες πελάτες τους, οι οποίοι ακόμα και στις αρκουδιάρες αυτές μέρες στην αυγή του Δραχμαγεδδώνα παράγουν τζίρο. Οι προμήθειες από ένα και μόνο καλό πελατάκι είναι ικανές να συντηρήσουν μιαν ολιγομελή οικογένεια.
- Οι brokers είναι πάντα κερδισμένοι αν αρκούνται στις προμήθειες τους (αρκει να συντηρούν τα πελατάκια τους) (εδώ)
- Τα καλύτερα πελατάκια (παγκοσμια) είναι τα ασφαλιστικά ταμεία με ρευστά διαθέσιμα εκατοντάδων εκατομυρίων, ασφαλιστικές εισφορές κάποιων κακομοίρηδων, εσένα, εμένα, κλπ. (εκεί)
Η τρίτη και μακρύτερη αφορά στις συμβιωτικές πελατειακές σχέσεις στην πολιτική (αλλαξοκώλι βολευτών - ψηφοφόρων) και στην πουτάνα μπάλα (ασχήμειες τση παράγκας παραγόντων - οπαδώνε):
- Στριπτίζ για τα πελατάκια: Όσο πλησιάζουμε προς τις εκλογές εκείνοι που έσκιζαν τα ιμάτιά τους στο όνομα των μεταρρυθμίσεων και μιας νέας αντίληψης για το κράτος δικαίου και τη σχέση με τους πολίτες, αρχίζουν το στριπτίζ σε μια προσπάθεια να κλείσουν το μάτι στην πελατεία τους (εδώ)
- Τα κόκκινα πελατάκια γουστάρουν ξανά ΤΣΟ κ ΛΟ ΚΑΙ στην Ευρωλίγκα! Για ακόμη μια φορά...(εκεί)
Got a better definition? Add it!