Further tags

Θηλυκό ή/και ουδέτερο άκλιτο. Χαϊδευτικό, φιλικότερο και ευγενικότερο προς τις ιδιαιτερότητες και τα ανθρώπινα δικαιώματα των εν λόγω ατόμων στο άκουσμά του από το εκχυδαϊσμένο τραβέλι.

Από το άκλιτο (αρσενικό ή/και θηλυκό) τραβεστί εκ του Γαλλικού «travesti» και Ιταλικού «travestire» (vestire/ντύνομαι).

Άρρεν που ντύνεται (και ικανοποιείται με το να ντύνεται ή/και να κυκλοφορεί και δημοσίως) με γυναικεία ρούχα, ο παρενδυτικός.

- Όταν λες φίλη εννοείς τίποτα καμιά τράβυ;
- Όχι γυναίκα καλέ. Καλέ Χριστός και Παναγία!
- Πωπω αυτό μου ενισχύει αυτό που είπα περισσότερο! Καλέ Χριστός κι Αποστολάκης!

(Από εκπομπή του Γιώργου Γεωργίου)

(από Mpiliardakias, 09/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη από τις λέξεις πούστης και μικρούλα. Η πουστρούλα είναι πάντα παθητική. Η ηλικία της κυμαίνεται μεταξύ 13-14 εφηβικό και 23-24 μετεφηβικό στάδιο a.k.a. στάδιο του εκκολαπτόμενου πούστη. Οπωσδήποτε όμως κάτω των 25. Η πουστρούλα πάει σχολείο ή σπουδάζει συνήθως κομμωτική, ονυχοπλαστική, ενδυματολογία, θεατρικές σπουδές κτλ.

Η εξωτερική της εμφάνιση είναι από θηλυπρεπής έως θηλυπρεπέστατη και τονίζεται από παντελή απουσία τριχοφυϊας στο σώμα και το πρόσωπο (λόγω έλλειψης τεστοστερόνης), μακρυά ή μέσου μήκους μαλλιά και εξεζητημένα/προκλητικά χτενίσματα, μακιγιάζ στο πρόσωπο κτλ.

Οι συνήθεις σωματικές διαστάσεις μιας πουστρούλας είναι παρόμοιες με εκείνες μιας συνηθισμένης αδύνατης και μικρόσωμης γυναίκας: 1,50-1,70 εκ. ύψος και 45-70 κιλά βάρος χωρίς αυτό να αποκλείει και την ύπαρξη φυσικά μεγαλύτερων διαστάσεων (νταρντανοπουστρούλες).

Ψυχικά η πουστρούλα είναι συνήθως μπερδεμένη λόγω της νεαρής της ηλικίας για την μετέπειτα πορεία της ζωής της. Ακροβατεί και αμφιταλαντεύεται ανάμεσα σε δύο επιλογές. Το σχετικά εύκολο μονοπάτι του κλασσικού πούστη και το σχετικά δύσκολο και δυσβάσταχτο ηθικά, επαγγελματικά και κοινωνικά μονοπάτι της τραβεστί.

- Ρε συ τι ήταν αυτό που έκατσε στο διπλανό τραπέζι; Αγόρι ή κορίτσι;
- Αγόρι ήτανε ρε φίλε, την είδες βάψιμο την πουστρούλα; χαχαχα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τέως νυμφίδιο που διατηρεί την πιτσιλογένεια του 20+ χρόνια μετά. Εναλλακτικά, πολύ νεαρά μιλφ (κάτω των 25 ετών).

Άλλη μια ευφάνταστη ελληνική απόδοση του αγγλικάνικου MILF(mother I'd like to fuck). Βλ. επίσης: μιλφ, μιλφ σέηκ, μιλφάρα, μιλφέιγ, μιλφομάνα, μιλφού κ.ά.

Αγγλογαλλιστί: milfette.

1.
- η Χριστίνα Αλεξανιάν έχει εξελιχτεί σε απείρου κάλλους μιλφίδιο.

2.
- παντως στο στομα της τα χα δωσει καποτε....τα πηρε γελωντας κιολας....βασικα το μιλφιδιο ειναι για πολυ αγριο σεξ και ξυλο...... :2funny: :2funny:

3.
- Και εγώ θα ήθελα χωρίς ενδοιασμούς να κάνω τις βλακείες του.Να βγάζω γκόμενα μιλφίδιο και να βαράω τατού με το όνομά της.Μετά απο 1-2 μήνες που θα έβρισκα άλλη,ξανά τατου και πάει λέγοντας.Να εφτανα στα 50,γεμάτος τατού απο ονόματα γυναικών(ε) και να τα έπινα στο καφενείο διηγώντας ιστορίες μέχρι να πεθάνω απο αλκοολισμό

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ναζιάρα φασιστογκόμενα, η χρυσαβγίτισσα, το πάσης φύσεως φασιστόμουνο μεναγκό.

Πέραν των ναζών, η συγκεκριμένη συνομοταξία -μούνας αποτελεί αντικείμενο πόθου και για ορισμένους μπουντουσουμού μερακλήδες που αυνανίζονται πρωκτικά στην τουαλέτα ονειρευόμενοι αυταρχικό με nazi chic ινδάλματα τ. Ilsa Λύκαινα των SS.

Μεταφορικά, η αυταρχική και πρηξαρχίδω γκόμενα.

Έτερες πολιτικομουνοποιημένες εταίρες: πασοκομούνα, αναρχομούνα.

1.
- Ε καλα ειναι γνωστό χρονια οτι τα κορίτσια στην original ειναι αξύριστες αναρχοκομμουνιστριες ....
- Εφη αυτο το ακυρο που ειπες το ειπες γιατι εχεις γκομενο τον imitation Μητρογλου, η γιατι εισαι απλα μια ηλιθια, ανεγκεφαλη, τραγικη, φασιστομουνα;
(διάλογος στο φουμπού)

2.
Ο γερό Καίσαρης νομίζει ότι του έκατσε το λόττο και αρχίζει και τρίβει επιδεικτικά την τσουτσούνα του, ενώ τα χρυσαφικά που τους δίνει δεν τα έδινε ούτε η θειά μου η Γιωργία η φασιστομούνα στον βαφτισιμιό της.

3.
Χρυσαβγίτισσα φασιστομούνα είναι...Μόλις δει μελαμψό δέρμα, κλωτσάει!!!

  1. ♪♫ I want to fuck her on the floor
    Among my books of ancient lore
    So I will make a full report
    I got a Nazi Girlfriend ♪♫
    (Iggy Pop, Nazi Girlfriend)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπερβολικα άσχημη και αποκρουστική γυναίκα.

Ακόμη αγάμητη είναι η σαπιομούνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολύ πιο χυδαία, μπρουτάλ και χαμουροειδής εκδοχή τση κουμπαρομπεμπέκας (q.v.), με ότι αυτό συνεπάγεται.

Εκ του γεροντομπεμπέκα και του σκληρού γαμοσλανγκοπροθήματος κουραδό-.

Συνειρμικό ασίστ: Dirty Khank.

1.
Εσύ τουλάχιστον άκουσες Καζάκη, εγώ θες στην ΚΟΕ που άκουγα μια κουραδομπεμπέκα της Ανταρσία και ένα γενικόλογο παπάρα, που δε θυμάμαι καν το όνομά του δεν το έκανα θέμα!

2.
Ρεπορτάζ
«E. Παπαρίζου: Δείτε το νέο της κopμί με... απoκαλuπτiκό μαγιό ...»
Κακεντρεχές σχόλιο πιο κάτω
- Η ΚΟΥΡΑΔΟΜΠΕΜΠΕΚΑ..ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΧΑΧΑΑΧΑΑΑ...

3.
Ρεπορτάζ
Ντόρα Μπακογιάννη: Ο μάρτυρας υπεράσπισης είναι εν δυνάμει «τρομοκράτης»
[img]http://www.slang.gr/media/img/201311/611c238c8db294bb0f10be00e7ba92aa.jpg[/img]
Κακεντρεχές σχόλιο πιο κάτω
- Συλεκτικη φωτο δεν μπορεις νσ πεις! Και τα τρια μπουμπουκια! Ενας αρχιμιζαδορος καταχραστης δημοσιου χρηματος μαζι με μια ανοργασμικια αγαμητη κουραδομπεμπεκα το γενος βαμπίρ και εναν σαπιοκοιλιά, κρυφόπουστα που δεν εχει δουλεψει ποτε και τρωει: 1)Απο τα ετοιμα που εχει βρει,2)Μια γουρουνοπουλα στην καθησια και 3)Πουτσες οπου βρεθει και οπου σταθει!

(από σφυρίζων, 26/11/13)

Got a better definition? Add it!

Published

Έκφραση η οποία υπήρχε από παλιά με επιφανές παράδειγμα τη Δέσπω Διαμαντίδου στον ρόλο της κουμπαρομπεμπέκας στην ταινία Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα (1965) σε σκηνοθεσία- σενάριο του Γιώργου Τζαβέλλα με τον Γιώργο Κωνσταντίνου και τη Μάρω Κοντού, πλην διέρχεται αναβίωση στις μέρες μας κυρίως ως ένα θηλυκό αντίστοιχο του κλαρινογαμπρού.

Εκ των κουμπάρα και μπεμπέκα το λεπόν προφάνουσλυ ετυμολογείται, οπότε μπορεί να σημάνει ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω:

- Γυναίκα ευρισκόμενη στην ευαίσθητη ηλικία μεταξύ μιλφ και κούγκαρ (την οποία ηλικία δεν θα προσδιορίσουμε, άλλωστε η ψυχική ηλικία μετράει), η οποία καίτη (Γαρμπή) γεροντομπεμπέκα, ή μάλλον επειδή είναι γεροντομπεμπέκα, μπεμπεκίζει και προσπαθεί να δείχνει με την εμφάνισή της νεώτερη, για να ψαρεύει τεκνά, ή, έστω, κουγκαροθύματα.

- Γυναίκα που ως το θηλυκό αντίστοιχο του κλαρινογαμπρού εκτίθεται υπερβολικά προσπαθώντας να προκαλέσει με την εμφάνισή της ώστε να προσελκύσει τα βλέμματα. Αν ζούσανε σ΄ άλλη εποχή, ο κλαρινογαμπρός θα παρίστατο βλαχοκομψευόμενος σε γάμους με κλαρίνα, ενώ η κουμπαρομπεμπέκα θα έτρεχε από γάμο σε γάμο για να πιάσει την ανθοδέσμη της νύφης. Σήμερα, απλώς περιδιαβαίνει τα νυφοπάζαρα, ή, μάλλον, τα κουμπαροπάζαρα νέας κοπής, διαδικτυακά, μουτσουνοτεφτερικά (copyright: dryhammer) ή παραλιακά.

- Στον χαρακτήρα της κουμπαρομπεμπέκας υπάρχει και η ζήλεια προς την πρωταγωνίστρια νύφη και ένας ορισμένος ιζνογκουντισμός που της βγαίνει σε μπίτσιασμα.

- Στην εμφάνιση έχει μια βιντατζιά πλην όχι σε χιπστερική τρέντι αλτέρνατιβ φάση, αλλά μάλλον σε πασέ λατέρνατιβ φάση, μια νεοσιξτίλα ένα πράμα τουλάχιστον ως προς το εσωτερικό μουντ. Μαστ η δωδεκάποντη γόβα σκυλέτο και οι περίεργες κομμώσεις, για αναλυτική περιγραφή βλ. πρώτο παράδειγμα. Συναφώς γίνονται πού και πού διαδικτυακοί διαγωνισμοί για την καλύτερη κουμπαρομπεμπέκα, ανάλογοι αυτών για τον μεγαλύτερο κλαρινογαμπρό.

- Χαρακτηριστικό της είναι ότι σκάει μύτη παντού ντυμένη σαν να έχει πάει σε γάμο, ακόμη κι αν βγει το πρωί μέχρι το περίπτερο.

- Πρόκειται για Ελεεινίδα με νοοτροπία μικροαστικής μιζέριας με τα επίπεδα νυφουλίνης να έχουν χτυπήσει ταβάνι. Απώτερος σκοπός της η αποκατάστασή της ως καλοβλαμμένης μικροαστής ή μεγαλοαστής. Εκεί θα γίνει και η σχετική πάλη των φύλων, αν η κουμπαρομπεμπέκα θα τυλίξει τον κλαρινογαμπρό ή αν ο κλαρινογαμπρός θα βολέψει την κουμπαρομπεμπέκα και θα γίνει καπνός.

- Η κουμπαρομπεμπέκα βγάζει κάτι το οικογενειακοδιαστροφικό τ. στην κουμπάρα και τη θεία το γαμήσι πάει ευθεία. Την φανταζόμαστε ως χαμηλοβλεπούτσα παπαδοξηλώτρα που καίτη σεμνυνόμενη τα οικογενειακά τάμπου δεν θα διστάσει να προβεί στις (νοερές ή σαρκικές) αιμομικτικές σχέσεις που επιβάλλει ο συμβιωτισμός της ελληνικής οικογένειας.

- Συναφώς μπορεί να είναι μία εκ πολλών απαντήσεων στο τσουβαλοειδές ερώτημα «γιατί φτάσαμε εδώ που φτάσαμε;», οπότε εννοείται ότι οι νεποτιστικοί διορισμοί και άλλες χάρες σε κουμπαρομπεμπέκες μας έφεραν ως εδώ.

- Πλην η κουμπαρομπεμπέκα βγάζει και κάτι πρόσχαρο από γυναίκα διπλανής πόρτας, νοικοκυρά, μιλφέιγ με την καυλή έννοια, τρε μαμισάμπλ.

Αλλά δεν περιγράφω άλλο, δίνω τον λόγο στα παραδείγματα, αφού αναφέρω το γουγλοτρίβιο ότι ως επιφανείς κουμπαρομπεμπέκες ο γούγλης δίνει, μετά την κουμπάρα όλων των κουμπάρων Δέσπω Διαμαντίδου, την Κατερίνα Καραβάτου, την Ευγενία Μανωλίδου και τον Ευάγγελο Βενιζέλο.

1. Βέβαια δε θέλω να αδικήσω την εξελιγμένη μορφή της κουμπάρας. Κάτι σαν τα pokemon έχουν γίνει πια. Κάτω από τις 3 εξελίξεις δεν πέφτει. Την γνωρίσαμε ως κουμπάρα. Ψηλά high heels, τρέσσα μαζεμένη προς τα πάνω και πίσω με ένα γλαστράκι απ' τα δεξιά να φωτοσυνθέτει και ένα maxi ανθισμένο φόρεμα-συνέχεια του γλαστρακίου-δίχως ύφασμα από τον αφαλό και πάνω. Άμα έκανε δε σβούρα με τον κώτσο Αμαζονίου, θρηνούσαμε θύματα κι όλοι ρώταγαν «Από παθολογικά; Όχι από κουμπαριά».

Πλέον η κουμπάρα πήρε τα πάνω της και έγινε η γνωστή σε όλους μας Κουμπαρομπεμπέκα με τ' όνομα. Σου θυμίζει λίγο τον ομώνυμο ρόλο στην ταινία με τον Αντωνάκη και το καπελάκι του να φεύγει; Όχι αδίκως. Παραμένει η κυρα-Ανακατωσούρα που θα σε βάλει να γίνεις οπίσθιο ξεύγλωτο. Το μόνο που αλλάζει είναι ότι ντύνεται λατέρνα από το πρωί που θα ξυπνήσει, η τρέσσα πλέον έχει το μαλλί της καθώς όταν τη ρωτάς σου απαντά «Καλέ δικά μου είναι τα μαλλιά, εγώ τ' αγόρασα» και τρέχει από γάμο σε γάμο κάθε Κυριακή μετά τα βαφτίσια για να ψαρέψει όλους τους κλαρινογαμπρούς που της ξέφυγαν. Η κατάληξη, ίδια κάθε φορά: στις τουαλέτες να μετρά τα πλακάκια και αναρωτιέται αν θα βάλει τέτοιο στο σπίτι τους. Λίγο πριν αποφασίσει ο τύπουλας έχει γίνει ένα με αέριο που προέρχεται από την καύση αντικειμένων και δη ξερών: καπνός. Η μόνη τεράστια αλλαγή που θα παρατηρήσεις πάνω της θα 'ναι στη βαφή. Άκουσα ότι τσακώθηκε με την ντεκαπαζ και αν δε φτάσει η ρίζα στην ανακύκλωση δεν πάει να την στοκάρει.

Άμα τη δεις μην την πλησιάσεις. Είναι απελπισμένη για σεξ και γονιμοποιείται εύκολα. Πέτα της βελάκια από μακριά. ΠΡΟΣΟΧΗ! Φέρει μυστικό όπλο μαζί της που θα σε αντικρούσει στην εκτόξευση αντικειμένων. Το λεγόμενο μαλλί-τσάντα. Μέσα σ' αυτό θα βρεις κλειδιά, μακιγιάζ, κινητό, cosmpolitan, αντισυλληπτικά (γεμάτο κουτί) για να σε ψήσει ότι δε θέλει γάμους και τη θεία μου την Τούλα που τόλμησε να φορέσει τα ίδια με αυτήν μια Τετάρτη του Μάη.

2. Ένα κομμάτι φανουρόπιτα από τα χεράκια της Μαριέττας Χρουσαλά έτρωγε η Κατερίνα Καραβάτου ,όταν πήρε μια κορδέλα και την έδεσε στα μαλλιά της. Τότε, γύρισε η Κωνσταντίνα Σπυροπούλου και είπε στην Κατερίνα Καραβάτου: «Ξέρεις τι μου θυμίζεις; Μη θυμώσεις όμως. Μου θυμίζεις κουμπαρομεμπέκα».

3. Ο γάμος του Αντωνάκη και της Ανγκέλας με κουμπαρομπεμπέκα τον Βενιζέλο.

4. Εχουν χωρίσει ζευγάρια και ζευγάρια για τις φουσκάλες του. Διότι όταν μπαίνει ο Αντωνάκης μέσα στο σπίτι του, ποια βλέπει να πίνει καφέ με τη γυναίκα του, την Ελενίτσα; Την κουμπαρομπεμπέκα Δέσπω Διαμαντίδου βλέπει. Δεν βλέπει την Κέιτ Μός ούτε την Αρβελέρ. [...] Ομως οι γιαγιάδες είναι της σχολής «κουμπαρομπεμπέκα» και δεν θέλουν να βλέπουν μια ξυλάγγουρη μοντέλα, αμερικάνικο στυλ, να λέει κρυάδες. Καλή η Βίκυ, αλλά δεν γνωρίζει να λέει το φλιτζάνι. Οπότε, πάμε Μανωλίδου.

5. 6.000 μονάδες, αφού έχουμε δομήσει παρανοϊκά ομόλογα για να εισπραχθούν απίστευτες προμήθειες σε εξ αγχιστείας συγγενείς (γεια σου κουμπαρομπεμπέκα!)

6. Οταν ένας άνδρας τα φτιάχνει με την κουμπαρομπεμπέκα του αυτό λέγεται πουστιά, όταν μια γυναίκα κάνει το ίδιο με τον συμπέθερο/κουμπάρο/κολλητό αυτό λέγεται πουτανιά. Και όλα μαζί αν τα βάλεις σε ένα τσουβάλι, ανηθικότητα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκληρό μπινελίκι με τουλάστιχον τέσσερις μεγάλες κατηγορίες εφαρμογώνε:

1.
σημερα πετυχα το σταθη ψαλτη,σε γνωστη ντισκοτεκ της αθηνας. αρχισε παλι ο μαλακας να κανει εκει μεσα,τα καγκουριλικια που εκανε στα 80s,και την επεφτε στις γκομενες με το γνωστο ηλιθιο καμακι του. ε φυσικα,δεν αντεξα,του τις εβρεξα και τον πεταξαν εξω με τις κλωτσιες απο τη ντισκοτεκ μετα. και φευγοντας μας απειλησε,οτι την επομενη φορα θα μπει με μοτοσυκλετα στη ντισκοτεκ και θα τα κανει ολα λιμπα. σα δε ντρεπετε ο ασχημομουρης που ειναι σα πουστογρια.

2.
Μέρκελ, ρε πουτάνα άντε γαμήσου, πουστόγρια!!!

3.
Κάθε φορά που την βλέπω αυτή την πουστόγρια (σ.ς. την Γιάννα Αγγελοπούλου)με πιάνει ταραχή από την ασχήμια της. Κοντή, άσχημη μέσα στις πλαστικές ΚΑΙ ΜΕ ΜΙΑ ΚΕΦΑΛΑ ΣΑ ΚΑΖΑΝΙ ΑΠΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ!

4.
ΚΑΙ ΟΙ ΠΟΥΣΤΟΓΡΙΕΣ ΤΟ ΠΑΙΖΟΥΝ ΚΑΙ ΑΝΑΡΧΕΣ.... ΤΑ ΣΙΧΑΜΑΤΑ....ΕΚΕΙ ΕΚΕΙ ΣΤΗ Β ΕΘΝΙΚΗ ΚΑΙ ΜΕ ΑΛΛΟ ΑΦΜ, ΓΑΜΩ ΤΟ ΧΡΙΣΤΟ ΣΑΣ...ΑΡΗΣ ΚΑΙ ΓΑΜΩ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΣΑΣ...

5.
ΠΟΥΣΤΟΓΡΙΕΣ ΜΙΑ ΖΩΗ ΣΑΣ ΓΑΜΑΜΕ ΚΑΙ ΒΓΑΖΕΤΕ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΑ ΜΟΥΝΟΠΑΝΑ!!! ΓΡΙΕΣ ΕΚΕΙ ΣΤΗ Β' ΕΘΝΙΚΗ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΑ ΣΚΟΥΛΗΚΙΑ Η ΠΟΛΗ ΚΑΘΑΡΗ!!! ΜΙΑ ΠΟΛΗ ΜΙΑ ΟΜΑΔΑ ΠΑΟΚ 1926

6.
ΜΩΡΗ πουστογρια θα στειλης να καθαρισουνε τα σκουπιδια η θα συνεχιζεις να κανεις πιπες στους συνδικαλιστες;!

7.
Βέβαια καλοί μαλάκες και οι θεσσαλονικείς που δεν πήγαμε να ψηφίσουμε και αφήσαμε αυτή την αλκοολική πουστόγρια να το παίζει τώρα δημαρχίνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το μπόντι που σημαίνει σώμα και το μεγεθυντικό καρα-, είναι η κορμάρα, η σωματάρα, ήτοι το γυμνασμένο λατσότεκνο στα καλιαρντά. Μοιάζει παρεμπίπταμπλυ και με το μποντέος / μπονταίος.

  1. «Η Σαλονίκη είναι καραμποντού, γεμάτη απ' το ερωτικότερο τρεμόζουμο». (Δήλωση του Ηλία Πετρόπουλου για την ερωτική πόλη αποκατέ).

  2. Η καραμποντού θέλει καραμποντού και όλα τα άλλα εγώ τα ακούω βερεσέ. Και καλά κάνει, δηλαδή, δεν το παρεξηγώ καθόλου. [...]
    Το κακό με τις καραμποντούδες, όμως, είναι που είναι και προκλητικές! Με τον πλέον φυσικό τρόπο, σου λένε ότι δήθεν σαβουριάζουν τα πάντα και ότι ποτέ μα ποτέ δεν πήραν στη ζωή τους ούτε μια πρωτεινη. Καλά τώρα… και όλοι εμείς, που έχει σιχαθεί η ψυχή μας το ψητό με τα λαχανικά και πάμε και στα γυμναστήρια, γιατί ντρεπόμαστε να βγούμε στις πλαζ; Που μια φορά πήγα στα βαθιά σε ένα νησί του Αιγαίου κι έκανα τον ξερό και να ‘σου έρχεται μια τουρκική ακταιωρός, κατεβαίνουν κάτι κομμάντα και μου έβαλαν μια σημαία στο κεφάλι! Με είχαν περάσει για βραχονησίδα. Των Ιμίων κόντεψε να γίνει! (Καραμποντούδες ή περί ματαιότητος).

  3. - Καλέ, εκείνη η τσαούσα που έρχεται τις Κυριακές και θέλει μιζ αν πλι η τσουράπω…που τα είχε με εκείνη την καραμποντού από το γυμναστήριο απέναντι.
    - Αααα, τώρα κατάλαβα. Αλλά δεν ήξερα ότι τα είχε με εκείνο το αγλαροτεκνό. (Αποκατέ).

  4. Λατσάβελες καραμποντού στο πρεζαντέ. (Από )

(από Khan, 12/11/13)

Got a better definition? Add it!

Published

Όταν θέλεις να πεις σε κάποια πως είναι καρ!όλα με «ευγενικό» τρόπο, το λες (η γνωστή ιστοσελίδα της Sirina -τσοντοκάναλο-).

- Ωραία η Δούκισσα Νομικού;
- Για την sirina tv.

(από Khan, 31/10/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified