Further tags

Σημαίνει ότι ήμαστε πολύ χάλια, τόσο ώστε να μας κλαίνε ακόμη και οι ρέγγες. Τώρα, γιατί οι ρέγγες και όχι κάποιο άλλο ψάρι, ή άλλο ζώο, ή πρόσωπο, είναι απορίας άξιον. Εικάζω ότι η επιλογή της ρέγγας οφείλεται στην εμφάνιση της αποξηραμένης (καπνιστής, λιαστής κ.λπ.) ρέγγας που λέγεται και τσίρος. Ο όρος τσίρος χρησιμοποιείται για τον πολύ αδύνατο άνθρωπο, τον λιπόσαρκο, αυτόν που είναι για λύπηση· επομένως όταν μας κλαίνε οι ρέγγες σημαίνει ότι έχουμε μεγάλο χάλι, πιάσαμε πάτο.

  1. Ρε, κλωτσοσκούφι βλέπουμε! Σέρνονται όλοι, είναι να τους κλαίν' οι ρέγγες.

  2. Έφυγε η Μερόπη με τον Αντώνη και τον παράτησαν μπουκάλα. Είναι να τον κλαίν' οι ρέγγες.

  3. Αν μας φέρουν προϊσταμένη την Ανθούλα είμαστε να μας κλαίν' οι ρέγγες.

Ρέγκες καπνιστές (από panos1962, 08/11/09)(από panos1962, 08/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν αναφερόμαστε στο αιμοσταγές (αλλά και σέξι) βαμπίρ των Καρπαθίων, ούτε στην εν Ελλάδι μετενσάρκωσή του, αλλά στην ακατανόητη και μάλλον φλώρικη ενδυματολογική συνήθεια κάποιων συμπολιτών μας να σηκώνουν τον γιακά σε μπλουζάκια τ. Lacoste ή Polo, θυμίζοντας τον ομώνυμο σινεματικό ήρωα που είχε ως σήμα κατατεθέν τους σηκωμένους γιακάδες του μελανέρυθρου πανωφοριού του.

Γιατί όμως κάποιος τον σηκώνει τον γιακά; Αν και η συνήθεια πρέπει κατ' αρχήν να στιγματιστεί, όπως είπαμε, ως ακατανόητη, μπορούμε να επιχειρήσουμε ορισμένες προσεγγίσεις, κραξίματος χάριν. Μάλλον επρόκειτο αρχικά για ένα είδος σπρετσατούρας, δηλαδή δείχνω πως είμαι πολύ κουλ, δεν τα σκέφτομαι όλα, οπότε δεν σκέφτηκα να κατεβάσω τον γιακά, έτσι το βρήκα έτσι το φόρεσα, ή ξεχάστηκα να το κάνω, επιτηδευμένη ατημέλεια κιέτσ'. Ή ότι επειδή είμαι υπεραπασχολημένος, δεν έχω τον χρόνο να σκεφθώ τις τετριμμένες ενδεχομενικότητες της ένδυσής μου. Ωσεκτουτού, το σήκωμα του γιακά συνηθίζεται σε βουπουδίτες, που προσπαθούν να προμοτάρουν για τον εαυτό τους στυλ πολυάσχολου αλλά και κουλέζου μπίζνεσμαν- μάνατζερ. Εναλλακτικώς, ο γιακάς υποτίθεται ότι σε προστατεύει από δυνατούς ανέμους, οπότε αποτελεί συνήθεια ιστιοφλώρων και άλλων φλωρεντιών, που προσπαθούν να προσδώσουν λίγη αβαντούρα στην υπερβολικά βολεμένη ζωή τους. Ασφαλώς, είναι αστείο όταν κυκλοφορείς με σηκωμένο γιακά εντός λ.χ. ενός αεροστεγούς κλαμπακίου.

Βεβαίως, θα ήταν πιο ασφαλές να πούμε ότι το σήκωμα του γιακά είναι απλώς ένα στυλ, που δεν έχει ντε και καλά να κάνει με κάποια εξήγηση, και ερμηνείες όπως η σπρετσατούρα ή η περιπετειολάγνα επίκληση στην προστασία από τους ανέμους λειτουργούν μάλλον ως α πουστεριόρι αιτιολογικοί μύθοι. Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι καλύτερο να ψάχνει κανείς την συνάφεια του φαινομένου. Και εδώ νομίζω ότι πρόκειται μάλλον για ναϊντίλα και διαδόθηκε ως ένα κουλέζικο στυλ. Περαιτέρω, μπορούμε να διακρίνουμε ανάμεσα: α) στα νεαρά έφηβα παιδιά που σήκωναν τους γιακάδες χάριν κουλεζισμού, τα λεγόμενα και δρακουλίνια , β) τους μεσόκοπους και άνω, που ήταν είτε μεγαλοαστοί βουπουδίτες, είτε μικροαστούληδες που μιμούνταν ανεπιτυχώς τους πρώτους. Η όλη φάση πήγαινε πακέτο με την κουλτούρα των μπλουζακίων Polo και Lacoste, οπότε οι Δράκουλες ήταν και κροκοδειλάκια, συχνά και δαπόσκυλα. Απαραίτητο συμπλήρωμα ήταν και τα γυαλιά Rayban, έστω περιπτερέημπαν. Σήμερα που η μόδα έχει περάσει προ πολλού, ο κόμης Δράκουλας θεωρείται φριχτά πασέ τύπος, γραφικός και συχνά είναι late αντάρης αποτυχημένος, σαπιοκοιλιάς, καράφλας που παλιμ(κωλο)παιδίζει ασύστολα. Το ίνδαλμα του τοιούτου κόμη Δράκουλα είναι ο Γιώργος Λιάγκας. Πάντως, για τον σηκωμένο γιακά ως διακριτικό κλαμπάρχη δες εδώ.

Το κωμικό εφέ της έκφρασης βέβαια είναι ακριβώς ότι σε αντίθεση με τον ορίτζιναλ κόμη Δράκουλα που ήταν σκληρός και μοβόρος, ο σλανγκικός τοιούτος αποτελεί φλωρεντζέτουλα.

Η έκφραση κυκλοφορεί και ως γιακάς άλα κόμης Δράκουλας, Δράκουλας (σκέτο), Δρακουλίνι (=ο νεαρός Δράκουλας). Συνώνυμο: Καντονά.

  1. - Που πας ρε Δράκουλα με το γιακά σηκωμένο;!;!;!
    - ooooooooooooox, nta3 simera eida kai drakoulini, 8-10 xronon me to giaka sikomeno..ti exoun na doun ta matia mas sto mellon!
    - back apo 20imeres diakopes, oi drakouliarides dustixos kukloforoun akoma!
    - Άντε να δούμε πόσοι Δράκουλες θα κυκλοφορούν αυτό ΣΚ στο ποσείδι, ο θεός να μας φυλάει!
    (Εδώ).

  2. Γιατί για να είμαι ΔΑΠίτης πρέπει να φοράω πόλο μπλουζάκι με σηκωμένο γιακά αλα κόμης δράκουλας και να φοράω Ray Ban Aviator ή τα άλλα τα Carrera και δεν ξέρω ‘γω τι άλλο (Εδώ).

  3. Σε όσους σηκώνουν το γιακά του Λακόστ: Ο µόνος που το 'κανε πριν γίνει µόδα ήταν ο Κόµης Δράκουλας και όλοι ξέρουµε πως κατέληξε αυτή η ιστορία. (Εδώ).

  4. - Με εκνευρίζει αφάνταστα να βλέπω άντρες με σηκωμένους γιακάδες και με ύφος καυλ@μένου κόκορα. Ειδικά κάτι 50ρηδες με μπάκα και καράφλα, αλλά γιακά σε ανάταση, σαν τον Κόμη Δράκουλα...
    Άσε που ως μόδα πάλιωσε πια. Δέκα χρόνια πέρασαν από την εμφάνιση του φαινομένου. Ο Λιάγκας πάντως συνεχίζει ακάθεκτος!

Got a better definition? Add it!

Published

Λέμε ότι κάποια μας φωτογραφίζει όταν φαίνεται το βρακί ή (ακόμα καλύτερα) το μουνί της καθώς κάθεται ανέμελα με ανοιχτά τα πόδια.

Όπως με όλες τις μορφές φωτογράφισης, μερικές είναι αυθόρμητες κι άλλες στημένες.

Συνειρμικό ασίστ από τα σχόλια του Πονηρόσκυλου εδώ.

- Αίαντα, για γύρνα διακριτικά στο τρεις η ώρα...η Σβετλάνα μάς φωτογραφίζει.

- Ἂτσα ἑξώμουνο μίνι ἡ Φωτεινοῦλα, Ἁλλῖβε!

Κλασική φωτογράφιση της Sharon Stone, καικαλά όχι στημένη. (από Vrastaman, 04/11/09)"Φωτογράφε, όλη την τέχνη σου να βάλεις", αφιερωμένο στην Φαιη Σκορδά και την Πετρούλα Κωστίδου (από Khan, 04/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντομογραφία τςη προσφιλούς σε όλους φυλής των κλαρινογαμπρώνε. Ο κλάριν αποτελεί την μετεξέλιξη του βλαχοκυριλέ κάγκουρα:

  • Συχνά φέρει μαλλιά μακριά από πάνω (αλλά ξυρισμένα στα πλάγια), μπλουζάκι με V μέχρι τον μπούτσο (à la μαγιό του Borat), αμάνικα μπουφάν, παντελόνια-σωλήνες και πατούμενα Air Max.
  • Ενίοτε κραδαίνει μπλιμπλίκια τ. Apple χάριν εντυπωσιασμού, αλλά δεν το' χει καθόλου με την τεχνολογία.
  • Τσακωμένος με τα σαπούνια, ο κλάριν καμουφλάρει την βουκολική του οσμή θυμαριού και φασκόμηλου με σφοδρά αποσμητικά τ. Axe.
  • Από τους χίπστερ, δανείστηκε μούσια και τα τατουάζ, χωρίς όμως ειρωνικές αναφορές. Περισσότερο χιπστεροκάγκουρες, σε αντίθεση δε με τους «γνήσιους» χιπστεράδες δεν έχουν ιδιαίτερα ενδιαφέροντα, ανησυχίες ή φετίχ (πέραν του να πηδήσουν - συνήθως ανεπιτυχώς - καμιά εύκωλη μπίμπω). Για πλήρες crash test κλάριν vs χίπστερ, βλ. βινδεάκι του Mikeius, στον οποίον αποδίδεται και η πατρότης τση λεξιπλασίας.

    Σλανγκασίστ: Dr. Steve Brule.

1.
- ακου μαλακαμου τι εκανε ενας κλάριν σ'ενα γαμο.Ενω χορευε επεφτε κατω ξερος κ πηγαινε ο αλλος με ουίσκι κ τον ελουζε-ανασταση

2.
- Κλάριν, hipster και ψώνια ενωθείτε selfie,instagram,twitter

3.
Συναζιστή Thulsa όμως δεν απαντάς στο ερώτημα, είσαι το 40χρόνο κλάριν του webwar;

4.
Άμα είσαι κλάριν και γουστάρεις να φοράς τον σωλήνα παντελόνι ή κανένα κολάν της μάνας σου, τι να σου πω ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην γραφιστική αργκό, το ξεγύρισμα είναι η απομόνωση ενός στοιχείου της φωτογραφίας για να χρησιμοποιηθεί σε άλλη φωτογραφία ή για να δημιουργήσουμε μία νέα σύνθεση.

Η πιο συχνή εφαρμογή ξεγυρίσματος είναι η απαλλαγή από το φόντο, γι' αυτό και ακούγεται και η λέξη ξεφοντάρισμα.

Εφιάλτης του γραφίστα είναι το ξεγύρισμα προσώπου, όταν μάλιστα έχει κυματιστά μαλλιά ή μαλλιά που ανεμίζουν (αν και κάποιοι φαίνεται να μην ιδρώνουν πολύ -βλ 1ο μύδι), κι αυτό γιατί όσο προσεκτικό ξεγύρισμα κι αν κάνει πάντα θα μείνουν σκουπιδάκια που θα τον αναγκάσουν να χρησιμοποιήσει και άλλες τεχνικές (φλουτάρισμα, ελαφριά διαφάνεια των ακραίων πίξελ, πείραγμα στα χρώματα ή τον φωτισμό, χρήση φίλτρων κ.α. ή κόψιμο μέρους των μαλλιών) που όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα να χάνει η φωτογραφία την φυσικότητά της.

Παραγγελιά: ironick

- ενθυμούμαι αξέχαστα πρώτη μέρα , πρώτη δουλειά να πρέπει να ξεγυρίσω άπειρες φωτογραφίες με σχολικά είδη σε διάφορα τρελά σχέδια και με διάφορα διακοσμητικά να κρέμονται ....και να διορθώσω προηγούμενα χάλια ξεγυρίσματα που είχε κάνει ...ένας « χειριστήs » photoshop!!!!!!! στη 50η φωτό έβλεπα το πενάκι σα σπαθί , εμένα chief of da clan , ανά φωτό αναβάθμιζα το σπαθί μου στισ 10 άλλαζα πίστα στην 150η τερμάτισα!!!!!.... το παιχνίδι :lol: (απ' εδώ)

- Μια από τις πιο δύσκολες εργασίες στο Photoshop είναι η επεξεργασία και το ξεγύρισμα μιας ανθρώπινης φιγούρας με μαλλιά με σκοπό την μεταφορά της σε άλλο φόντο. (απ' εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στέκομαι κλαρίνο. Σημαίνει στέκομαι όρθιος, ευθυτενής σαν κλαρίνο όρθιο (βλ. και στέκομαι σούζα). Να μην συγχέεται με το κλαρίνο/τσιμπούκι, καθώς δεν έχει καμία σχέση ο ένας ορισμός με τον άλλο.

Ο όρος προέρχεται από το μουσικό όργανο κλαρίνο ή, πιο ορθά, κλαρινέτο, το οποίο είναι πνευστό που ανήκει στα λεγόμενα «ξύλινα» πνευστά μαζί με το όμποε (οξύαυλος, κοινώς πίπιζα), αγγλικό κόρνο (μεγάλο όμποε), φαγκότο (βαρύαυλος), κόντρα φαγκότο, φλάουτο (πλαγίαυλος), σαξόφωνο κλπ. Προφανώς ο όρος «ξύλινα» δεν αναφέρεται τόσο στο υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένα τα όργανα αυτά, αλλά πιο πολύ στον τρόπο παραγωγής του ήχου: όσα πνευστά παράγουν ήχο με «μπουκίνο» (μεταλλικό «ποτηράκι» στο οποίο εφαρμόζουν τα χείλια) ονομάζονται «χάλκινα» (τρομπέτα, τρόμπα - καμία σχέση με την τρόμπα μαρίνα, η οποία είναι έγχορδο αναγεννησιακό όργανο), τρομπόνι, κόρνο, τούμπα κλπ), ενώ τα υπόλοιπα που παράγουν ήχο με καλάμι (διπλό ή μονό), είτε με άλλο τρόπο, ανήκουν στα «ξύλινα» πνευστά.

Ο επίσημος όρος για το κλαρίνο είναι ευθύαυλος, αλλά είναι παρεξηγήσιμο να πει κανείς «παίζω ευθύαυλο», αντί του ορθού «παίζω κλαρίνο» ή «παίζω το κλαρίνο».

  1. Βγήκε ο στρατηγός και στάθηκα κλαρίνο!

  2. Τους είχε σαν στρατιωτάκια. Να φανταστείς, μόλις έμπαινε στην αίθουσα, στεκόταν όλοι κλαρίνα!

κλαρινέτο (από panos1962, 30/10/09)Μπουκίνο, τσι-μπουκίνο ἢ σκέτο μποκίνο; (από aias.ath, 30/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημείο των καιρών, παρατηρείται στη σόουμπιζ (κινηματογράφος-τηλεόραση-θέατρο).
Να μην συγχέεται με εν γένει πουστλέ εμφάνιση στα μήδια (π.χ. πρωινάδες, haute-κοπτοραπτούδες, κορδελλιάστρες κλπ) ή καφενόβιους αφορισμούς του τύπου «οι πούστηδοι κι οι οβραίοι έχουνε πιάσει τα πόστα», διότι είναι ειδικότερη έννοια. Εξ άλλου οι συνεπείς αδερφές είναι αξιότιμες.

Πρόκειται λοιπόν για σύχρονη κακέκτυπη έκδοση του πρωτότυπου στύλ του αξιολογώτατου Μαρίνου, που προβάλλει λουμπινίστικα απωθημένα, αποτυπωμένα σε χαριεντισμούς του τριπτύχου «λίγο σεξισμός, λίγο οτινανισμός και τ’ αγοριμού» δίκην χιούμορ, υποτιμώντας τη νοημοσύνη του κοινού για να τα κονομήσουμε.

Η δε πλάκα είναι οτι στη λούμπα της μίμησης-διάδοσης του πουστρομανιερίστικου ανθυποστύλ «it’s fun 2B gay» ξεπέφτουν τόσον οι γυναίκες (ας μην ξεχνάμε οτι γνωστή και ήδη εκλιπούσα παρουσιάστρια-τραγουδιάρα σημείωσε τεράστια επιτυχία ξεθάβοντας την καλιαρντή), όσο και άντρηδοι που ενσωματώνουν (απο άγνοια της αργκό) στην καθομιλουμένη τους, τα βαθειά λατινικά...

Κλασσικά παραδείγματα τα αστειάκια γνωστού αργυρώνητου τηλε-κήνσορα, η «θεατρική δουλειά» επιφανούς υπέρβαρου (ταλαντούχου ωστόσο) συνθέτη, η «φρεσκάδα» τηλεοπτικής σειράς της οποίας το σήμα έγινε ρίνγκ-τόνε λιπγκλοσσοφόρων πορτοκαλοκοκκινονύχων γκομενακίων προ ολίγων ετών, καθώς και γνωστό ζεύγος σκηνοθετών των μεγάλωνε κινηματογραφικώνε επιτυχιώνε, που διατυμπάνιζε εκδικητικά την ποσοτική υπεροχή των εισιτηρίων του έναντι της αδικομούνας της Υπολοχαγού Νατάσσας!

Αλλά κάτι τέτοιες συγκρίσεις έκανε κι ο Εθνικός μας Στάρ...

Ο Αλμοδόβαρ επεχείρησε απο τα 80’ς επισταμένως διά μέσου της (πραγματικής) ιβηρικής τρέλλας στα πλαίσια της πρωτοπορίας της λεγόμενης «Movida Madrileña», να απενοχοποιήσει την ομοσεξουαλική προτίμηση και καθημερινότητα, ενώ εν Ελλάδι μόλις και περί τα μέσα των 90’ς κατεβλήθη προσπάθεια να νομιμοποιηθεί αρπακολλατζήδικα (πουλώντας τρελλίτσα), η ετεροσεξουαλική συνεύρεση (!) λόγω της άκρατης συντήρησης της μπιρσιμόβιας-γιομπαζολίσιας τηλεόρασης των 80’ς και συν αυτή, όπως-όπως βρήκαν χώρο να ξετσουμίσουν τσόντα κι οι λούγκρες.

Ακολούθησε η λαίλαπα των φυλλάδων του γνωστού επαρχιώτη εστέτ (sic), που διαμόρφωσε «άποψη» συμμεριζόμενος το καλτ του σεξουαλικού τιραμισουρεαλισμού, κατά το δημώδες «στη μάπα πάρε τα ευθύς, που λέει και το Νίτρο - ο γιάπης δεν εμπόραγε και κάθησες στο Μήτρο».

Υπ’ αυτήν την σύγχυση, όντως η Αθήνα κατέστη η Μητρόπολη της Ελλάδας...

Καίτοι είναι συγκινητική μια κραυγή κοινωνικής αποδοχής, εν τούτοις τέτοιες μανιέρες ουσιαστικά αποτελούν το δούρειο ίππο της ψευτο-ανέμελης ταραντέλλας στην μίζερη καθημερινόπιτα της κυρα-Περμαθούλας (η οποία περιφρονείται εμμέσως αφού καταξιώνεται το μοντέλο του σταρχιδιστικού «να περνάμε καλά»).

Η δε «παρεΐστικη» ατμόσφαιρα καθηλώνει τον θεατή σε ρόλο οφθαλμοπόρνου, αφού οι πύλες του χαβαλέ παραμένουν ερμητικά κλειστές γι’ αυτόν.

Άσε που διαιωνίζουν διαδραστικά το μπανάλ πρότυπο του νεήλυδος, που εμφανίζεται ως «βασιλικότερος του βασιλέως», προκειμένου να ενταχθεί στις κοινωνικές δομές, όμοια όπως κάνουν σήμερα οι αλλοδαποί αλλά και οι κνίτες της μεταπολίτευσης, που αμιλλώντο τας κορασίδας της αστικής τάξεως, προκειμένου να ψ/πείσουν το κοινό της Αλλαγής, ότι δεν βαστούν πλέον κονσερβοκούτια, αλλά άνθη...

Κρύβουν υπεραναπληρωματικά έναν βαθύτατο συντηρητισμό, προσκομίζοντας εκπρόθεσμα πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων τύπου «δικαίωμα στον ομόφυλο γάμο» κλπ, ο οποίος αφ’ ενός είναι από μακρού παρωχημένος (δηλ. κλασμένος) θεσμός για την ίδια την «φυσιολογική κοινωνία», αφ’ ετέρου προσβάλλει τον ίδιο τον πυρήνα της κουλτούρας της διαφορετικότητας.

Είναι επίσης γνωστή η μούφα της πλαστής αυτοϋπονόμευσης (έστω και ως αυτοκριτική), η οποία σπεύδει να καλύψει όλα τα τυχόν κενά της επερχόμενης κριτικής, ώστε να την «εκμηδενίσει» a priori και να μην πληγωθεί ο ναρκισσισμός του απολογουμένου (άνευ κατηγορίας).

Τέτοια καμώματα όμως και ανέντιμα είναι και μεταβάλλουν άδικα εκόντες-άκοντες τους κοινωνούς της λοιπής ομόφυλης πραγματικότητας σε τζουτζέδες, όπως κατηγορήθηκε κι ο Ζαμπέτας για τα τερτίπια του, που κατέστησαν προσιτή στους νεόκοπους αστούς τη λαϊκή κουλτούρα για να βγάλει το ψωμάκι του, με την διαφορά ότι ο τελευταίος είχε μιαν ανεπαίσθητη ειρωνική λάμψη στο βλέμμα κι ένα κρυμμένο μαχαίρι στο λόγο...

Αφιερούται τη(ι) Χότζαινα(ι).

-Πάμε κανα θέατρο απόψε;
-Ναι αμέ! Παίζει τίποτα καλό;
-Να, έχει εδώ κοντά το «Σόι του Καστριώτη», μεγάλη επιτυχία. Τι λες;
-Πάλι στην πουστρομανιέρα θα τη βγάλουμε; Χαζογελάκια και ατάκες; Μπούχτισα μωρ’ αδερφάκι μου, τα ίδια και τα ίδια...

Αθάνατος ελληνικός κινηματογράφος! (από Khan, 08/02/10)Παράδειγμα μανιερισμοῦ (από aias.ath, 09/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση παρμένη από διαφημίσεις νεοσύστατων εταιρειών ή νεοσύστατων υποκαταστημάτων τους. Αναφέροντας τη φράση αναφερόμαστε σε γυναίκες που είναι προκλητικά ντυμένες. Τα 'χουν πετάξει όλα έξω. (Δες φωτογραφίες)

Πώς λέμε φάτε μάτια ψάρια. Με αυτόν τον τρόπο οι τύπισσες μαγνητίζουν τα βλέμματα προσπαθώντας να διαφημίσουν τα προσόντα τους και να κλέψουν την παράσταση. Αυτοδιαφημίζονται μάλιστα.

Η καλύτερη βεβαίως προώθηση του «εμπορεύματος», απαιτεί κατάλληλη κίνηση, κατάλληλο βλέμμα και προκλητική φωνή (π.χ.: φωνή α λα Μάγκι Χαραλαμπίδου) που παραπέμπει σε βαθύ λαρύγγι.

Αν είναι καλλίγραμμη πάντως, η τύπισσα αξίζει το πράγμα. Παρελαύνει κι όλα τα βλέμματα στραμμένα πάνω της. (Ας θυμηθούμε τη Ρίκα Διαλυνά στο «Λαός και Κολωνάκι». Άλλες εποχές βέβαια τότε. Πιο σεμνοντυμένες οι εκφυλογκόμενες). Σταματάει η κυκλοφορία. Κυκλοφορεί κίνδυνος, όπως έλεγε η Τζίνα Σπηλιωτοπούλου κάποτε.

Αν όμως είναι μπάζο, κατεβάζει το επίπεδο αισθητικής. Μπορεί να ακούσει και γιουχαΐσματα, και να της πετάξουν και κέρματα κ.λπ.

Αυτές οι εκφυλογκόμενες, δεν είναι σίγουρο πως πάντα προσδοκούν Μπαίνυ βγαίνει χίλ σόου. Μπορεί να λειτουργούν ως ανάφτρες που φτιάχνονται από τον πανικό που δημιουργούν και να μη γυρεύουν τίποτα άλλο.

Προκαλούν τα βλέμματα, δημιουργούν πρόσθετη κατ' οίκον εργασία, φαντασιώσεις, χειρωνακτική εργασία, γυρεύουν να πάνε Καβάλα, ή επιδιώκουν να πετύχουν κάποιο στόχο, π.χ. να κατορθώσουν να γίνουν με τον προϊστάμενο τους το ζευγαράκι της Αγίας Παρασκευής.

Στην περίπτωση όμως που αυτές θέλουν να πάνε Καβάλα, δίνουν το πράσινο φως στον θεωρούμενο κάτοχο βουκεφάλα, ενώ τους άλλους τους κερνάνε handmade χυλόπιτα ή ό,τι άλλο αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο.

Αν βεβαίως επιλέγουν αδιάφορα ό,τι κάτσει τότε ή πέσαμε σε οτινανιστριες, ή σε κάποιες που χουν τρελαθεί στις νηστείες, ή σε περιπτώσεις που χρήζουν γιαλομιά, ή σε εταίρες που απλά γυρεύουν πελάτες.

Η φράση μπορεί να λεχθεί από κάποιους/ες που θεωρούν πως πιάνουν το υπονοούμενο κατά την κρίση τους, κάτι που σύμφωνα με τα παραπάνω, δεν είναι απαραίτητο να ισχύει, αφού υπάρχουν περιπτώσεις και περιπτώσεις.

Σημείωση:Φυσικά ο όρος θα μπορούσε να αναφερθεί από κάποιους/ες και στην περίπτωση ανδρών που είναι προκλητικά ντυμένοι. Οι προβληματισμοί εδώ αφορούν κάποιους ψωλοπερήφανους, ορισμένους Σάββες, κάποιους που επιδιώκουν κάποιο σκοπό, π.χ.: να πάνε με κάνα πουρό πού ‘χει αρκετό ψιλικό οξύ, κάποιον επαγγελματία ζιγκολό, κ.λπ.

  1. Στην εταιρεία πρωί πρωί εμφανίζεται μια λικνιζόμενη ημίγυμνη ανάφτρα. Ρωτάει που είναι το γραφείο του διευθυντή προσωπικού γιατί την έχει προσκαλέσει, λέει… για συνέντευξη με σκοπό να προσληφθεί γραμματέας του προέδρου.
    Δύο υπάλληλοι σχολιάζουν:
    -Πω ρε μαλάκα, μη μου πεις πως μ' αυτή τη αμφίεση ήρθε για να ζητήσει δουλειά. Αυτό το ντύσιμο δε λέει :«Ήρθα για δουλειά»!
    -Ακριβώς. «Ανοίξαμε και σας περιμένουμε», λέει.

  2. Πρωί πρωί στη γειτονιά δυο γείτονες βλέπουν μια γειτόνισσά τους τη Μαιρούλα, να φτάνει σπίτι. Εμφανή τα σημάδια αϋπνίας πάνω της. Κι όσο για την περιβολή της....
    -Τι γίνεται μ' αυτή ρε; Κάθε βράδυ τα ίδια και τα ίδια.Πάλι δεν έκλεισε μπούτι όλη νύχτα.
    -Κοίτα όσο βλάκας κι αν είναι κάποιος δεν μπορεί, βλέποντας το ντύσιμο της να μην αντιληφθεί πως έχει σηκώσει πινακίδα που γράφει: «Ανοίξαμε και σας περιμένουμε».

Ρίκα Διαλυνά. Η φρεγάτα της εποχής (από GATZMAN, 31/01/09)Τζίνα Σπηλιοτοπούλου:Κυκλοφοράει κίνδυνος (από GATZMAN, 31/01/09)Προσοχήν εις τας απομιμήσεις! (από MXΣ, 11/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για δική μου τυχαία επινόηση. Αφορά τον προσδιορισμό μίας γκόμενας σε υψηλό κλιμάκιο ομορφιάς, αλλά και σεξουαλικότητας. Επίσης πιο σπάνια χρησιμοποιείται για άνδρες.

Δύναται να χρησιμοποιηθεί και για την περιγραφή αντικειμένων, αλλά ακόμα και αφηρημένων εννοιών.

Γενικότερα δηλώνει το αχανές και άνευ μέτρου (όπως είναι το διάστημα) μίας κατάστασης.

Για γυναίκα:
Κώστας: Πω ρε Χάρη, τι γκόμενα που είναι αυτή η γκαρσόνα!!!!
Χάρης: Όντως!!! Διαστημική γκόμενα!!

Για αφηρημένη έννοια:
Χάρης: Άσε ρε συ Μήτσο... έφαγα μία χλαπάτσα διαστημική εχθές στο γραφείο...

Για αντικείμενα:
Χάρης: Μιλάμε πήρα ένα πουκάμισο εντελώς διαστημικό!! Δεν υπάρχει σου λέω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λεξιπλασία του Τζίμη Πανούση, προερχόμενη δηλονότι από το life-style και τον Ιωσήφ Βησσαριώνοβιτς Τζουγκασβίλι, τουπίκλην Στάλιν.

  1. Η κυρίως έννοια είναι το λαϊφστάιλ των σκληροπυρηνικών κουκουέδων, δηλαδή η απόλυτη αντίθεση στο καπιταλιστικό λαϊφστάιλ. Πρόκειται για το στυλ της Παπαρήγα της καλής, για ένα στυλ, όπου πρυτανεύει η απλυσιά, οι αξύριστες μασχάλες και, στις συντρόφισσες, φούστες τ. χριστιανόφουστα, γενικά όλα όσα μπορούν να εμπνεύσουν επαναστατική αλληλεγγύη και συντροφικότητα, αμέριστη αφοσίωση στον επαναστατικό αγώνα και σεξ απήλ μόνο για τεκνοποίηση των μελλοντικών μελών του κόμματος (trivia: sex στα λατινικά σημαίνει κόμμα). Επίσης, παντελή αδιαφορία για παρακμιακά φαινόμενα, όπως image-making, debates κ.ο.κ.

  2. Η παραπάνω είναι η ορθόδοξη έννοια. Με την ευρεία έννοια ο όρος μπορεί να χαρακτηρίσει το λαϊφστάιλ κάθε αριστερίζοντος, έτσι όπως περιγράφεται γλαφυρά σε λήμματα του athens as it really is, του Χαλικούτη, του Ιησού κ.ά. Λ.χ. πρόκειται για το λατέρνατιβ στυλ ενός νεανία αλτερνιού, που δεν έχει απαραίτητα ασχημindie, αλλά μπορεί και να έχει ομορφindie. Περιλαμβάνει οπωσδηπότουσλυ διακοπές στην Ίφκινθο και μαγείρεμα με το αλάτι από την μπαρικάδα Ιφκίνθου, χαϊμαλιά, τζιβομπίχλες, και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις. Με ευρύτατη καθόλου ορθόδοξη έννοια μπορεί να δηλώσει και το λάιφσταϊλ συνασπισμένου νεανία με μπόλικη τσίπρα μέσα του, κουκουλοφλώρου ή και το στυλ της διαδήλωσης.

  3. Τέλος, μπορεί καταχρηστικά να χρησιμοποιηθεί και για το ψαγμένο λαϊφστάιλ ψαγμένου αριστεροκράτη Μαρξ εντ Σπένσερ, που στην ιδανική αισθητική περίπτωση μπορεί να αποτελεί το αντίστοιχο του ναζιάρη στο έτερο άκρο του πολιτικού φάσματος (άλλωστε τα άκρα συμπίπτουν). Χαρακτηριστικές περιπτώσεις οι εστέτ Luchino Visconti, Heiner Muller και πολλοί άλλοι.

Ασίστ: Vrastaman.

«Από την εποχή του Λωτ μέχρι την εποχή του Λόττο το λαϊφστάιλ παίζει σημαντικό ρόλο στο πλασάρισμα των πολιτικών αρχηγών εκτός από την περίπτωση της συντρόφισσας της Αλέκας όπου σε αυτή την περίπτωση διαφοροποιείται κάπως και γέρνει προς το λαϊφστάλιν με τα δολοφονικά πατρόν της Ιωσηφίνας της δολοφονικής λούγκρας του βορρά με το παχύ μουστάκι». (Τζίμης Πανούσης, Δούρειος Ήχος, 1/6/09).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified