Selected tags

Further tags

Κλασική ρητορική ερώτηση με ειρωνική / πειρακτική διάθεση.

Απευθύνεται κατά κανόνα σε άνδρα, άρτι κουρευθέντα. Ο λόγος της καζούρας είναι το αμφιλεγόμενο αισθητικό αποτέλεσμα της νέας κόμμωσης, η οποία συνήθως είναι πολύ απλή κι όχι τίποτα το εξεζητημένο.

Ακόμη όμως και σ' αυτήν την απλότητα και λιτότητα ενός κοντού κουρέματος, δύναται να εμφιλοχωρήσει η γελοιότης, μετά πολλών τρόπων, π.χ. όταν ξυρίζονται τελείως οι φαβορίτες και το μαλλί φαίνεται σαν ένα είδος κολλημένου κράνους.

Η πιο κλασική όμως περίπτωση που θα ακούσεις ότι κουρεύεσαι στο ΙΚΑ, είναι όταν τα έχεις πάρει όλα πολύ κοντά, με την ψιλή που λέγαμε παλιά. Διότι το να κάνεις ένα κεφάλι να μοιάζει με γλόμπο ουδόλως απαιτεί εξειδικευμένες γνώσεις ωτ κουαφύρ και τα ρέστα, το αναλαμβάνει κι η κουτσή Μαρία, ακόμη και μόνος σου τη βολεύεις.

Το ΙΚΑ λοιπόν, ταυτίζεται με την έλλειψη οποιασδήποτε δημιουργικής ικανότητας, την αδράνεια, την στείρα επανάληψη, την τυποποίηση, το «δε βαριέσαι τώρα πού να τρέχω», όλα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του ένδοξου ελληνικού δημοσίου τομέα.

Οποιαδήποτε αναφορά στο ΙΚΑ εμπεριέχει ένα βαθμό τιραμισουρεαλισμού. Κούρεμα στο ΙΚΑ δεν υπάρχει, κι ας ελπίσουμε οτι ποτέ στο μέλλον δε θα υπάρξει. Το ΙΚΑ είναι επίσης ένας ουτοπικός προορισμός για όσους μόλις άκουσαν κάτι κουλό.

Εν τέλει, με το να χρεώσεις σε κάποιον ότι κουρεύεται στο ΙΚΑ (για το οποίο όλα τα εθνίκια καμαρώνουν, αναμασώντας τη γνωστή πίπα περί ίδρυσής του από Μεταξά), επισημαίνεις αφενός πόσο σκιτζής ήταν αυτός που έκανε το κούρεμα, αφεδύο, τον αποκαλείς εμμέσως πλην σαφώς καρμίρη και σπαγγόραμα, που λυπήθηκε τα 10 ευρά (παλιότερα 1 χελίρικο) που παίρνει ο μπαρμπέρης και προτίμησε τη τζαμπαρία της κενωνικής ασφάλισης.

- Μεγειές, μεγειές, αγορίνα μου! Αυτό είναι κούρεμα, τώρα επιτέλους έδειξες! - Αλήθεια ρε φίλε, καλό είναι; Γιατί νομίζω πως τα πήρε λίγο παραπάνω απ' ότι έπρεπε.
- Όχι ρε ξεκόλλα. Μόνο να μου πεις σε ποιο ΙΚΑ πήγες και κουρεύτηκες για να κλείσω κι εγώ ραντεβού, χαχαχα χαχα!
- Σού 'χω πει τίποτα για τη μάνα σου τώρα τελευταία;

Βλ. και χειροβομβίδα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άνδρας, ιδίως ο ωραίος, ο εμφανίσιμος.

Ίσως το χαρακτηριστικότερο δείγμα μιας σοκαριστικής νέου τύπου σλανγκ, αποκλειστικά χρησιμοποιούμενης από γυναίκες. Η καθαρά γυναικεία αυτή σλανγκ, σηματοδοτεί την πλήρη αντιστροφή του κοινωνικού φύλου (gender), που επιχειρείται τα τελευταία χρόνια από θηλυκά νεαρής ηλικίας. Σε απλά λόγια, οι γυναίκες υιοθετούν συμπεριφορές και λεξιλόγιο καθαρά ανδρικά, σε μια προσπάθεια να υποκλέψουν το ρόλο του κυρίαρχου αρσενικού και να το υποβιβάσουν σε μια θέση εξ ορισμού παθητική.

Στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες η γυναίκα έχει σχεδόν ολοκληρωτικά αρρενοποιηθεί, στο τέλος μιας μακράς πορείας που ξεκίνησε με το φεμινιστικό κίνημα των σίξτις. Αυτή η αρρενωπή γυναίκα - τερατούργημα κατά ορισμένους - νομοτελειακά παράγει το αντίθετό της, τον θηλυπρεπή, ή μάλλον τον εκθηλυσμένο, άνδρα. Ο ανδρισμός δεν αποτελεί πλέον μια οριστικά κεκτημένη κατάσταση, οφείλει να αποδεικνύεται διαρκώς μέσω νέων δοκιμασιών. Όπως παρατηρεί ο Pierre Bourdieu, «αρκεί πλέον να πεις σ' έναν άνδρα ότι είναι άνδρας, προκειμένου να τον επαινέσεις».

Η ίδια η αρρενωπότητα τείνει να θεωρείται όλο και λιγότερο ως βιολογικό δεδομένο, όλο και περισσότερο ως ιδεολογικό κατασκεύασμα (construction). Ο βιολογικός ντετερμινισμός χάνει καθημερινά έδαφος προς όφελος των τάσεων εκείνων που πρεσβεύουν τον πολιτισμικό καθορισμό και τη σχετικότητα κάθε αλήθειας.

Οι πιο μαχητικοί εκπρόσωποι των νέων επιστημολογικών ρευμάτων, οι κονστρουκτιβιστές που εμπνέονται από την αποδόμηση του Γάλλου φιλόσοφου Jacques Derrida, εμμένουν στην πλήρη κατεδάφιση των διαχωριστικών γραμμών ανάμεσα στα φύλα, την οριστική εξάλειψη κάθε ειδοποιού διαφοράς ανάμεσα στο αρσενικό και το θηλυκό. Οδεύουμε λοιπόν ολοταχώς προς ένα καθεστώς πλήρους ελευθερίας, ένα καθεστώς που θα αφήσει μια για πάντα πίσω του, τα οποιαδήποτε ζητήματα σεξουαλικής ταυτότητας.

Οι σημερινές teenager δε σκαμπάζουν εννοείται χριστό από γαλλική κοινωνιολογία, ενώ οι όποιες αναφορές σε πολιτισμικό καθορισμό τους ακούγονται σαν κινέζικα. Γνωρίζουν όμως πολύ καλά πως πλέον βρίσκονται σε θέση ισχύος απέναντι στα δόλια τα αγοράκια. Αυτές είναι πλέον οι κυνηγοί, αυτές επιλέγουν το θήραμά τους, στο οποίο άμα καυλώσουν ρίχνουν κανά δυο μουνιά. Την ίδια στιγμή απευθύνονται η μία την άλλη με την κλασική ανδρική προσφώνηση «μαλάκα» (βλ. το σχόλιο της Mes στο συναφές λήμμα του αγαπητού Bubis).

Συνήθεις σε γυναικοπαρέες οι φράσεις του τύπου: «ωραίο μουνάκι αυτός ο Γιώργος, θα τον έγλειφα χαλαρά». Πρέπει άραγε να το θεωρήσουμε ως την υπέρτατη ξεφτίλα, τον ξεπεσμό του πάλαι ποτέ περήφανου αρσενικού σε ένα μουνί; Οι πιτσιρίκες θα μας απαντούσαν όχι, και με το δίκιο τους: ο χαρακτηρισμός τους είναι απλά διαπιστωτικός μιας νεοδιαμορφωμένης κατάστασης πραγμάτων, ΔΕΝ εκφέρεται με εμφανή και άμεση διάθεση υποτίμησης.

Μια άλλη νεόκοπη ονομασία για το αρσενικό, στο ίδιο πνεύμα με το μουνί αλλά σαφώς κοσμιότερη και διακριτικότερη, είναι το γκομενάκι. Τα θηλυκά ήταν και παραμένουν οι γκόμενες, όμως τα αγόρια από γκόμενοι που ήταν κάποτε, υποβιβάστηκαν στη β' κατηγορία ως ουδέτερα γκομενάκια. Είναι πλέον απλά αντικείμενα σεξουαλικής εκτόνωσης, στερημένα από την πολύτιμη ιδιότητα του γένους.

- Μαλάκα Μαίρη, τι μουνί ήταν αυτό που πέρασε, το είδες;
- Άχου, ο Βαγγελάκης... Τον έχω πάρει, δε στο 'χω πει μωρή;
- Κι αυτόν μωρή πουτάνα; Άσε και κανά κόκαλο για μας τις αγάμητες...
- Εσύ μωρή μαλάκω το παίζεις και δύσκολη, λες και είμαστε στο 1800... Ξύπνα λίγο βρε καημενούλα, δες τι γίνεται γύρω σου...
- Καλά, άστα τώρα αυτά... Για πες, τι έλεγε το γκομενάκι...;
- Τίποτα σπουδαίο, μας κουνιότανε για γαμιάς αλλά τα έφτυσε στο δεκάλεπτο. Τότε τον βάζω που λες από κάτω, καρφώνομαι πάνω του και πάρε να 'χεις... Τα είδε όλα το παλικαράκι, τέτοιο γαμήσι δε νομίζω να του 'χει ρίξει άλλη...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περιφρονητική έκφραση για κάποιον δύσμορφο σωματικά που έχει ετερότητα φυσιογνωμικών χαρακτηριστικών. Μεταφορικά, ειρωνικό σχόλιο σε κάποιον για να τον υποτιμήσουμε. Πλάγια ύβρις για να αποφευχθεί η βλασφημία εναντίον της μητέρας του.

Φύγε ρε από δω, που θες και πουκαμισάκι αρμάνι, σαν παιδί από παρτούζα είσαι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά, το κουνάβι. Μτφ., ο άσχημος άνθρωπος. Τουρκικής προέλευσης λέξη, χρησιμοποιούμενη στις Σέρρες.

Υπάρχει φήμη ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής όταν είδε τον Σπύρο Μαρκεζίνη είπε: «Α βε, σαν μπουρσούκι είναι αυτός!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός σε άσχημη γυναίκα, εν είδει έμμεσης απόρριψης.
Ταυτόσημα: λούτα, σαύρα, σαβούρα, σαλούπα.

- Στην πέφτει η τάδε γκόμενα!
- Ε και; δεν την βλέπεις; Σκέτη κιούσπα είναι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πλάσμα.

Σχολική έκφραση για όμορφους και όμορφες...

...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση, η οποία χρησιμοποιείται όταν κάποιος έχει αφήσει μούσι και δεν του πηγαίνει με τίποτα, αλλά από την άλλη δεν παίρνει από λόγια και δε θέλει να το κόψει με καμία Παναγία.

Σαν ύστατη λύση λοιπόν, επιστρατεύεται αυτό το επιχείρημα με ρίμα.

Εννοείται πως αφορά σε κολλητά και αγαπητά σε εμάς πρόσωπα.
Η χρήση σε αγνώστους ή παραξηγιάρηδες αντενδείκνυται, προς αποφυγήν κλωτσομπουνιδίων.

- Σπυρέτος: Γεια χαρά σας μάγκες...
- Μάγκες (εν χορώ): Ξύρισε το μούσι να μη σε λενε πούστη!

Του κραξίματος αυτού συχνά προηγείται το «Νάτος! Νάτος! O πούστης ο μουσάτος»!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπουζουκογκόμενα καλείται η συνηθισμένη γκόμενα που:

  • Νυχτοπερπατά σε όλους τους χώρους άνευ εξαίρεσης όπου κυκλοφορούν αμάξια τύπου Mercedes, αγωνιστικά και γενικά μουράτα.
  • Το μαλλί είναι σταθερά ντεκαπαρισμένο με καμένες τούφες από το πολύ πιστολάκι και τις πάρε να 'χεις βαφές ή extreme ανταύγειες.
  • Δεν κυκλοφορεί ποτέ χωρίς το make-up της ή το φρουτένιο lip της.
  • Ακόμα και το πρωί μπορεί να την πετύχεις με γόβα-πίπτω και με μαλλί που να μην έχει ξεφύγει ούτε τρίχα από το πιστολάκι.
  • Δεν ξέρει ποτέ απ' έξω τον αριθμό του κινητού της.
  • Τα μπλουζάκια της είναι σχεδόν όλα έτσι ώστε να αφήνουν ένα σημείο hot για εκείνη τουλάχιστον ακάλυπτο.

Πάντα όμως υπάρχουν και οι μπουζουκογκόμενες high-classάτες. Αυτές που:

  • θα κρατήσουν την Louis Vuitton τους αλλά το μαλλί θα παραμένει καμένο και το νύχι σταθερά επιμηκυμένο.
  • Χρησιμοποιούν φράσεις όπως: ρε μωρό, ρε συ, ρε κοίτα τι αμάξι έχει, αχ σταμάτα (ακόμα κι αν τίποτα δεν έχει αρχίσει αυτές το θεωρούν πολύ σέξυ).
  • Οι σχέσεις τους διαρκούν ένα μήνα το πολύ.
  • Κάθε Σάββατο πηγαίνουν σε club ή μπουζούκια και ακούνε γενικά Σάκη, μπουζουκοτράγουδα, ενώ αν τις ρωτήσεις τι είναι έντεχνο θα σου πουν όλες Χατζηγιάννης.
  • Τρελαίνονται για άντρες που φορούν mocassinia με φόρμες (έλεος), πουκάμισο οπωσδήποτε λίγο ανοιχτό το βράδυ και αρκετά τζελαρισμένοι.
  • Έχουν κάψει αρκετά έως πολλά εγκεφαλικά κύτταρα με το να διαβάζουν Cosmopolitan και να τα μαθαίνουν απ' έξω μέχρι να έρθει ο κατάλληλος για να τα εφαρμόσουν.

Ενώ ο όρος χρησιμοποιείται και για τα σκυλιά, η μπουζουκογκόμενα έχει μία πιο προσεγμένη εμφάνιση.

– Αχ ρε συ κοίτα ένα αμάξι!
– Λες να πηγαίνει στο club που πάμε;
– Σκέφτεσαι;
– Αχ σταμάτααα! Λες να μου την πέσει;
– Αυτός που το οδηγεί ή το αμάξι;
– Ε;!

(Διάλογος μπουζουκογκoμενών)

Βλ. και μπουζουκομούνι καθώς και -μούνα, -γκόμενα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τον συναντάμε σε ηλικίες από 15 έως και 23. Είναι αυτός που έχει ξεχάσει το εσώρουχό του (συνήθως μποξεράκι με σχεδιάκια) λίγο πιο πάνω από το κανονικό και το τζιν του πέφτει διαρκώς. Αυτό το τζιν είναι συνήθως βρώμικο και μάρκας Lee (εξ ού και το ντερτιλής > dirty Lees) ή κι αν δεν είναι, θα είναι ξεβαμμένο και πάντα θα πέφτει όλως τυχαίως προς τα κάτω...

Ο ντερτιλής επίσης σιχαίνεται καθετί trendy αλλά όταν έγιναν τα Αll Star της μόδας όλως τυχαίως πάλι έτρεξε να τα αγοράσει. Του αρέσει να τον κοιτάνε σε κείνο το σημείο όπου πέφτει το τζιν και φαίνεται το εσώρουχο.

Φιλική σημείωση: δεν κάνει για άτομα τα οποία έχουν λίγη παραπάνω κοιλίτσα.

Οι γυναίκες το χρησιμοποιούμε για να δείξουμε και το ότι κάποιος έχει μείνει ακόμα στα λυκειακά χρόνια.

Επίσης τα προσόντα που πιθανόν να είχε ένας ντερτιλής δε διαγράφονται με το συγκεκριμένο είδος ντυσίματος άρα εντελώς δημοκρατικά κατηγορείται πολλές φορές για μικρότητες... κάθε είδους!

*Ουδεμία σχέση με τον κρατούμενο Νίκο Ντερτιλή για όσους τον έχουν ακουστά.

– Αν εσύ καταλάβεις πες το μου και μένα...
– Το ότι είναι ντερτιλής δεν σημαίνει ότι δεν έχει, απλά δεν του αρέσει να φαίνεται, προτιμά να επιδεικνύει το μποξεράκι του...

O Nικόλαος Ντερτιλής εν δράσει (από allivegp, 16/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ψηλή και ατσούμπαλη γυναίκα της συνομοταξίας «ανεβείτε να φιλήσετε, κατεβείτε να γαμήσετε».

Εάν όμως είναι ψηλή και εύχαρις, τότε αποκαλείται λεβεντομούνα.

(Σκηνή ξεκατινάζ)

Λάουρα: - Ασταδγιάλα παλιαλόγα που σε είχα για φίλη! Ακόμα δεν κρύωσε το κουφάρι του Πέρι και συ ρίχτηκες στον Νώντα μου!

Λίλιαν: - Ουναμουχαθείς μωρή μουλάρα, σιγά τον βερμουδιάρη τον τουλομοτύρη !

(εν τω μεταξύ στις ακτές της Ναμίμπια ο Πέρι βλέπει μια σκιά ...)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified