Selected tags

Further tags

Ορός από το αγγλικό (one size) που αναγράφεται πάνω σε ρούχα υποδηλώνοντας το μέγεθος.

Εν προκριμένω αναφέρεται σε ρούχα που προορίζονται για άτομα μικρών διαστάσεων ή τουλάχιστον σε ρούχα που έχουν μεγάλο εύρος ταιριάσματος.

Το σλανγκ υπονοεί γκόμενες μικρού μεγέθους (συνήθως το πολύ 40-45 κιλά) που είναι ευκολόχρηστες κ ευέλικτες κατά την σεξουαλική πράξη!!

Δηλαδή κοινώς η γκόμενα μινιόν, ο πουτσομεζές!

- Ρε μαλάκα το πηδάς αυτό;
- Αυτό το ουάν σάιζ το παίζεις στα δάχτυλα, το κάνεις ό,τι θες και χωράει μέχρι και στην τσέπη σου!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Γουτσιστική προσφώνηση προς μαυρούκους και μαυρούκες που τυγχάνουν σκοτεινά αντικείμενα του ερωτικού μας πόθου. Πρβλ. μουνί τσοκολάτα και σοκολάτα βιενουά. Ακόμη πιο γουτσιστικά: σοκολατάκι.

  2. Όλως αντιθέτως, το αηδιαστικό υπόλειμμα κοπράνων στο πίσω μέρος του βρακιού μας. Πρβλ. σοκολάτα-μπανάνα.

- Αχ, αυτό το σοκολατάκι θα το φάω! Γρρρρ! (σ.ς.: Ερωτική ιαχή αρκούδου)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε σχέση με τον νταβραντισμένο, χαρακτηρισμός τύπου ασουλούπωτου και εύσωμου, κατά βάση άξεστου, που το παίζει γόης και γαμίκουλας. Ιδανικό ταίρι κουλτουριάρας σαβουρογκόμενας, πεινασμένης και κάποιας ηλικίας.

Ο Μητσάρας ο νταβραμπάς την κατάφερε τελικά εκείνη τη μπατάλω τη Γαλλικού!!

Got a better definition? Add it!

Published

Η λαϊκή σοφία εμίλησε ως άλλη σφίγγα! Εκφραση που σηκώνει ανάλυση, και ήρθατε στο σωστό μέρος!

Σπάμε την έκφραση στα δύο, προς ανάλυση της χαράς που μπορούμε να βρούμε:

α) της γκαστρωμένης το μουνί

Τι θέλει να πει ο ποιητής; Αφενός αυτό που υπονοεί και το εφηβικό ανέκδοτο. Σεξουαλική ηδονή από την τριβή εισόδου του ανδρικού μορίου στον γυναικείο κόλπο, και συνάμα πεοθηλασμός από πλευράς εμβρύου (δύο σε ένα). Πιο κυριλέ δεν περιγράφεται! Αφεδύο, είναι γνωστό ότι η εγκυμοσύνη είναι ένα μπλέντερ για τις γυναικείες ορμόνες. Συνήθως, μετά τους πρώτους τρείς μήνες κυοφορίας, ακριβώς μετά από τις ζαλάδες και τις αναγούλες, ανοίγει (ταπεινή περιγραφή) η σεξουαλική όρεξη. Οτι και να σας λέω είναι λίγο (από αυτά που έχω ακούσει από ορμονολόγους, εξυπνάκηδες).

β) της κουτσής τον κώλο

Και εδώ έχουμε δύο εξηγήσεις. Η πρώτη είναι ότι οι κουτσές λόγω της ιδιαιτερότητας τους, για να έλξουν το αντίθετο φύλο, αναπτύσσουν ιδιαίτερες τεχνικές στο κρεββάτι, σαν αμυντική αντίδραση του οργανισμού. Είναι γνωστό ότι άτομα που υπολείπονται σε μία αίσθηση, αναπτύσσουν μία άλλη υπέρμετρα, ώστε να καλύψουν το κενό. Τώρα γιατί οι κουτσές διαλέγουν να αναπτύξουν την σεξουαλική ικανότητα, θα σας γελάσω, και δεν το θέλω, αλλά εγώ θα εμπιστευθώ τη λαϊκή σοφία. Η δεύτερη εξήγηση, έχει να κάνει με την ανισότητα των άκρων της κουτσής. Στην οπίσθια εισχώρηση έχουμε διαμήκη κυματισμό των σωμάτων στα στενά δίπλα από τον κόλπο. Λόγω της ανισότητας των άκρων, δημιουργείται επί πρόσθετα, κι ένα μπότσι, που ως αποτέλεσμα έχει την απογείωση του εισχωρούντα στον έβδομο ουρανό αφού επιτυγχάνεται τριβή και μπρος πίσω, αλλά και τριβή τύπου «πλάθω κουλουράκια».

Συμπέρασμα: Αυτός που ξενογαμεί μία κουτσή την περίοδο που η γυναίκα του έχει περάσει τον τρίτο μήνα της εγκυμοσύνης, έχει ζήσει την απόλυτη σεξουαλική εμπειρία.

Υπάρχει βέβαια και η περίπτωση του πιστού συζύγου, που απλά η γυναίκα του είναι κουτσή. Ο τελευταίος σύμφωνα με τη λαϊκή σοφία, προβλέπεται ότι θα γίνει και πολύτεκνος.

  1. -Τι έμαθα ρε Λάκη; Η κουμπάρα έσπασε το πόδι της;
    -Ναι, όχι τίποτα σοβαρό, αλλά για δύο μήνες θα το 'χει στο γύψο.
    -Αντε ποιος τη χάρη σου!!!
    -Τι εννοείς ρε; θα μου βγεί η παναγία να πηγαινοφέρνω τα παιδιά, συν του ότι θα της κάνω και τον υπηρέτη!
    -Ναι, αλλά ξέρεις τι λένε;
    -Τι λένε ρε Θρασύβουλα;
    -Xαρά σ' εκείνον που γαμεί, της γκαστρωμένης το μουνί, και της κουτσής τον.... , ξέρεις ποιον!
    -Να πω της κουμπάρας σου τις μαλακίες που λες, να σου βάλει το γύψο στον κώλο;
    -Εντάξ μωρέ, ένα αστειάκι κάναμε!!!

  2. -Τι πέρασε απ' έξω ρε!!!!!!
    -Τι πέρασε;
    -Μία κουτσή! Ξέρεις τι λένε...χαρά σ' εκείνον που γαμεί, της γκαστρωμένης το μουνί, και της κουτσής τον κώλο.
    -Τι κάθεσαι; Τρέχα να την προλάβεις, μη στη καπαρώσει κάποιος άλλος. Κι αν τη χάσεις, τράβα στήσου έξω απ' το «Μητέρα»!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλαιά ιαχή της μαρίδας κατά αγριοπουστάρας στην παλιά Αθήνα.

Βέβαια, η Φτερού κι η Πάολα, που σύχναζαν στο «Καφέ Σπορ» κοντά στην Ομόνοια (όπως κι ο «Σωτηράκης» Μπέλλου), έβαζαν στη θέση τους τυχόν κουραδόμαγκες και τους βλάχους που τις έκραζαν.

Κάποιος θηλυπρεπής ντιστεγκές, καλούμενος από τον Φωτόπουλο να πάρει παραγγελία, αφού τον πέρασε για γκαρσόνι (φορούσε άσπρο κοστούμι με μαύρο παντελόνι), απήντησε με χάρη: Δεν θα μπορέσωωω!

Οι νεοέλληνες (όπως κι οι νεότουρκοι) αυτο-θεωρούνται πολύ άντρηδοι και σκώπτουν ανηλεώς τις αδερφές, αλλά τα φαινόμενα απατούν.

Αποκαλούν με θυμηδία «πούστηδες» τους Εγγλέζους, επειδή οι αδερφές στην Αλβιόνα κυκλοφορούν ελεύθερα, αλλά όλο σ’ αυτούς τρέχουνε για να σπουδάσουνε. Κατά την ίδια λογική, οι Εγγλέζοι θα πρέπει να είναι και ανάπηροι, αφού τα καροτσάκια μηδαμώς εμποδίζονται να κυκλοφορούν ισότιμα.

Καλύτερα να μην κατεβάσουμε κανα σεντόνι, με παράξενες ιστορίες για κωλοχανεία (τουρκ. κιουλ-χανέδες), τα κιοστέκια, τα ιτς ογλάνια, τα τσιμπούκ τσογλάνια των καπετανέων του βουνού (από Αντρούτσο μέχρι Βελουχιώτη), την μύηση στα επαγγελματικά ινσάφια (σινάφια) της καθ’ ημάς Ανατολής, ούτε και στα καφέ-πουστ της Ευρώπης, όπου μόνιμοι θαμώνες ήταν (και είναι) Ρωμηοί, Άραβες και Τούρκοι...

Εξ άλλου, οι εν Ελλάδι τραβεστί ιερόδουλες πολλαπλασιάζονται σήμερα σαν τα μανιτάρια, ενώ ο Άνταμ Σμίθ διετύπωσε την θεωρία προσφοράς – ζήτησης εδώ και τρεις αιώνες...

- Μαλάκες! Πουστράκι!
- Όοοοοοοοοοοααααααααααα! Πνίχτε τον με λουκουμόσκονη!

Ν. Ασιμος - Όλοι Δηλώνετε Ιδιότητα (από johnblack, 11/09/09)ο Ανδρέας, "η Φτερού" (από ΠΡΩΤΕΥΣ, 16/07/10)ALOMA (από ΠΡΩΤΕΥΣ, 16/07/10)...έγραφε η "Αυριανή" για τον Μάνο Χατζιδάκι (από σφυρίζων, 04/10/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται ο πούτσος πριν και μετά το σεξ.

Kαλέ πώς είναι έτσι; Σα ζυμαράκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ντυμένη πρόχειρα, δηλ. ουσιαστικά μη εμφανίσιμη. Ένδειξη άνεσης, αδιαφορίας, γκαουσύνης ή καρκατσουλοσύνης.

Με την παντόφλα πάμε στην έβγα της γειτονιάς μας ή στο περίπτερο, δηλαδή πεταγόμαστε στο άψε-σβήσε, άρα δεν χρειάζεται να ντυθούμε με κάτι παραπάνω απ' ότι φοράμε μέσα στο σπίτι.

Με την παντόφλα την βγάζουμε στο σπίτι, επειδή θέλουμε να νιώθουμε άνετα.

Με την παντόφλα δεν θα βγούμε ποτέ για να πάμε για καφέ, ή για ψώνια, ή, εννοείται στη δουλειά, ή σε κανα γάμο (αν και θα είχε πλάκα, τεσπα).

Το λέμε κυρίως για γυναίκες και λιγότερο για τους άντρες, παρόλο που και αυτοί φοράνε παντόφλες. Ίσως επειδή υπάρχει και ο χαρακτηρισμός παντόφλα για μια γυναίκα (βλ. και ρόμπα). Για τους άντρες πιθανόν να έστεκε το «με το φανελάκι» από την διαφήμιση («Και ο παππούς με το φανελάκι;!»), αλλά δεν έπαιξε τελικά κάτι τέτοιο.

Κάτι αμυδρώς αντίστοιχο έχει η έκφραση με την τσίμπλα στο μάτι, δηλαδή απροετοίμαστος, αγουροξυπνημένος, πριν καλά καλά πλυθεί το πρόσωπο μετά τον ύπνο.

  1. - Έλα, πάμε να φύγουμε, τελείωνε!
    - Κάτσε ρε να ντυθώ, δεν μπορώ να βγω με την παντόφλα ρε συ!

  2. - Τι ρούχα να πάρω μαζί μου δηλαδή;
    - Τίποτε καλό, δεν είναι Μύκονος εδώ, είναι άνετη φάση, στυλ με την παντόφλα κιέτσ'...

  3. - Πάω να πάρω τσιγάρα...
    - Έτσι θα βγεις, με την παντόφλα;
    - Ε ναι, χαλαρά, στ' αρχίδια μου...

Got a better definition? Add it!

Published

Η ρόμπα, μεταξύ άλλων αξεσουάρ της γυναικείας σπιτικής ενδυματολογίας (ρόλεϊ, κομπινεζόν, παντόφλα, αξεσουάρ πρακτικά -άρα άχαρα, ή φανταχτερά -άρα καβλερά) είναι το σύμβολο της συζύγου, η οποία:

α. την έχει πάρει από κάτω ο γάμος και το μεγάλωμα των παιδιών και δεν πρόλαβε ποτέ ξανά να περιποιηθεί τον εαυτό της

β. με το που καπάρωσε τον μαλάκα παραιτήθηκε αυτομάτως από την προσπάθεια να κρατιέται φιτ, αφέθηκε, ξεχλείλωσε, έγινε ντεκαβλέ, αντισέξ και μπουχέσα

γ. είναι χαμερπούς καταγωγής, δευτεράντζα ένα πράμα, κλατσάρα, τσόκαρο, παντόφλα

δ. έχει και κάτι το πουτανέ (δηλ. η ρόμπα της δεν είναι της λαϊκής αλλά και καλά σέξι, λαμέ, σατέν, μετάξι, βελούδο, ψεύτικα βέβαια), πουτανέ και καβλέ λοιπόν, αλλά προς το «κουρασμένο» και ξεπεσμένο πια...

ε. είναι όλα τα παραπάνω μαζί, άρα καλύπτει όλη τη γκάμα των φαντασιώσεων ενός άντρα που θέλει τη γυναίκα του μάνα, πουτάνα, φίλη

στ. είναι ακόμα μικρή και νόστιμη, αλλά φαίνεται σαφώς ότι θα εξελιχθεί προς κάποιο από τα παραπάνω πρότυπα.

Η λέξη ρόμπα όμως δεν περιορίζεται στον χαρακτηρισμό μιας ελαστικών ηθών, κακού γούστου και πατσουρέ γυναίκας. Χρησιμοποιείται για όλους, με την σημασία «ρεζίλι», όπως αποδίδεται στον άλλον ορισμό.

Σε κάποιες απ' όλες αυτές τις κατηγορίες πιθανόν να αναγνωρίσουμε τη μάνα μας ή την αγαπημένη μας θεία, αλλά τεσπα αυτή είναι η σλανγκ, τι να κάνουμε. Θεναπω ότι πόσες από τις μανάδες μας δεν αφέθηκαν μετά τον γάμο και έγιναν χάλι μαύρο, ας πούμε... Λίγες το απέφυγαν γιατί η εποχή τους είχε άλλες έγνοιες. Χάρη στην καταναλωτική κοινωνία όμως, που έχει και τα καλά της, οι σημερινές μανάδες είναι πιο φροντισμένες, πιο μέσα στη ζωή, πιο σύμβολα του σεξ από τις των περασμένων γενεών. Δεν ξέρω πόσο «μάνες» είναι, αλλά κι αυτό δεν είναι απαραιτήτως κακό...

Αντώνυμο: αρχοντομούνα

- Ωραίο μουνάκι!
- Ρε φίλε, τελικά σου αρέσουν Κάτι Ρόμπες εσένα, ε;
- Ε όχι και ρόμπα το κορίτσι, έχει το νυχάκι της, τα καβλιάρικα τα ρούχα της, το κραγιονάκι της...
- Ντααααξ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακόμη:

  1. Κατά John Black, στους εν χρω κουρεμένους, το τριγωνάκι που σχηματίζεται στη μέση του μετώπου, εκεί που αρχίζει το τριχωτό της κεφαλής.

  2. Ceci n'est pas tellement slangue, αλλά χρησιμοποιείται ευρύτατα ως συνεκδοχή τύπου μέρος αντί όλου. Δηλαδή για να δηλώσει ολόκληρη την γυναίκα. Υπερθετικό: μουνάρα και άλλα της λίστας Βράσταμαν.

  3. Βρισιά. Κυρίως για δόλιο άνθρωπο, ποταπό.

  4. Το ηλιοκαμένο μαύρο τρίγωνο στο στέρνο είτε φαντάρων λόγω χιτωνίου, είτε χειρωνάκτων κατά το Αλβανικό V.

  1. Φοβερό μουνί ο Ρονάλντο! (Ελλοχεύει και η σημασία στον εναλλακτικό ορισμό του Τζόνι).

  2. Τι βυζάρες είχε το μουνί!

  3. Ποιο μουνί μου πήρε το μπλάνκο μου;
    (Συνήθιζε να το φωνάζει συμμαθητής μου).

Φοβερό μουνί ο Ρονάλντο! (από Khan, 08/09/09)(από perkins, 18/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεγαλοπιασμένος και μεγαλομανής, περιφερόμενος από στέκι σε μαγαζί, από μαγαζί σε πλατεία και από πλατεία σε σπίτια. Όσο χαμηλότερα βρίσκεται στην πυραμίδα τόσο συχνότερη η παρουσία του.

Βάση: πωλητές και ασφαλιστές. Φοράν σπορ κουστούμια ή σακάκι με τζίν. Προσπαθούν να πείσουν τους εν δυνάμει πελάτες τους να αγοράσουν ή να ασφαλιστούν. Ισχυρίζονται ότι εργάζονται για την κορυφαία εταιρία του χώρου και αν τους δώσεις θάρρος γίνονται κολλιτσίδες. Οι ασφαλιστές δε είναι ικανοί να σου κάνουν ώτο στοπ και να προσπαθήσουν να σε ψήσουν στο δρόμο. Είναι από τις σπάνιες περιπτώσεις που δε θα πουν άλλος όταν είναι στην τουαλέτα. Ψάχνουν συνέχεια ευκαιρία για να μιλήσουν και δεν τους σταματάει ούτε το κατούρημα.

Μέσο: Δικηγόροι και μικρομέγαλα στελέχη επιχειρήσεων, κυρίως τραπεζίτες. Η ψυχή του πυραμιδωτού συστήματος. Πάντα ευπρεπώς ενδεδυμένοι. Ακόμη και στη χαλαρή έξοδο τους φοράν πανάκριβα κάζουαλ ρούχα. Είναι ικανοί να βάλουν ενέχυρο την μάνα τους για να αγοράσουν κάμπριο και να πουλήσουν μούρηεπιτυχημένου. Είναι ήρεμοι, πράοι και γαλήνιοι, πάντα έχουν κάτι να πουν και έχουν πάντα τον τελευταίο λόγο σε κάθε διάλογο. Έχουν τη λύση για κάθε πρόβλημα που θα αναφέρεις. Θα προτείνουν αγωγές, δανεισμούς, ευκαιρίες. Προσπαθούν να σε κάνουν να νοιώθεις μαλάκας για να νοιώσουν σπουδαίοι. Φυσικά τα πιπίνια μασάνε γι αυτό και δεν υπάρχει SLΚ χωρίς μια ξανθιά χαζοβιόλα να ανεμίζει τα μαλλιά της από τη θέση του συνοδηγού. Ενίοτε αναλαμβάνουν και το ρόλο του μεσίτη, αν βέβαια η μίζααξίζει τον κόπο, γιατί μην ξεχνάμε, έχουν και τρελές γνωριμίες.

Κορυφή: Πολιτικοί κυρίως, γνωστοί και ως πιγκουίνοι. Τα κουστούμια τους είναι κατά 98% μαύρα με άσπρο πουκάμισο. Εμφανίζονται σπάνια. Νομοθετούν και προβληματίζονται για τους πελάτες τους. Αξιοσημείωτο ότι λύνουν δεκάδες προβλήματα για θέματα που δε γνωρίζουν. Σαν να λέμε: ολοκλήρωμα τεταρτοβάθμιας εξίσωσης με πέντε αγνώστους χωρίς σταθερούς όρους. Μη ρωτάτε πως τα καταφέρνουν. Αυτοί ξέρουν. Αν ξέραμε και εμείς θα βρισκόμασταν και εμείς στην κορυφή της πυραμίδας και όχι στα θεμέλια ή στο βόθρο. Απαντώνται κάθε τέσσερα σχεδόν χρόνια σε πλατείες, καφετέριες και χώρους γενικότερα μαζικής προσέλευσης κοινού για να μην υπάρχει περίπτωση αντίλογου. Η μάζα ποτέ δε ρωτά, ποτέ δεν απαντά. Αποτελούν το όνειρο της μεσαίας κατηγορίας της πυραμίδας. Μιλούν με γρίφους και δεν μπορείς να τους πιάσεις από πουθενά. Είτε γιατί δεν γίνεται είτε γιατί σιχαίνεσαι.

- Τώρα με τις εκλογές θα σκάσουν και οι κουστουμάτοι στο χωριό

Δες και -άτος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified