Selected tags

Further tags

Οι ξινομούνες μπουζουκογκόμενες που εργάζονται στα απανταχού Duty Free των αερολιμένων.

Καίτοι περιβάλλονται από πληθώρα προϊόντων καλλωπισμού, στερούνται πάσας πηγαίας ομορφιάς και σου κάθονται όλη την ώρα στο σβέρκο «Μπορώ να σας αξυπηρετήσω; (ένρινα)», «Εάν ο πρωκτός σας επιδίδεται σε πεολειχίες ασφαλώς και μπορείτε!»

Εξαιρέσεις υπάρχουν αλλά απλώς επιβεβαιώνουν.

Χρησιμοποιείται μόνον στον πληθυντικό.

- Ρε συ Χρήστο, μήπως είδες που είναι οι Azzaro;
- Χέσε με ρε με τις Azzaro! Ρώτα τις beauty free! Ώχου.... (...λοιπόν Talisker πήραμε...)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το Παλαμήδι είναι φρούριο στο Ναύπλιο το οποίο κατασκευάστηκε το 1687 από τους Βένετους, ύστερα από την κατάληψη του λόφου (216 μ.) στον οποίο βρίσκεται, μετά από σφοδρή μάχη με τους Τούρκους κατά τον Βενετοτουρκικό Πόλεμο. Η ανάβαση στο Παλαμήδι γίνεται είτε μέσω αμαξιτής οδού είτε μέσω μιας σκάλας με 999 σκαλοπάτια.

Εδώ ως παλαμήδι, δεν αναφέρουμε το συγκεκριμένο κάστρο αλλά το παλαβό μήδι (με απαλοιφή του «βο» κατά τη συνένωση των λέξεων παλαβό και μήδι), το τρελό μήδι, το ιδιαιτέρας επιλογής μήδι που προσδιορίζει την έμπνευση του Αρχιμήδη που το επέλεξε και αντανακλά το χιούμορ του. Μπορεί να είναι φωτογραφία, ήχος, ή video.

Μπορεί ένα παλαμήδι να σχετίζεται:

1) άμεσα με την ονομασία του λήμματος αλλά να μην έχει καμιά σχέση με τη slang σημασία του λήμματος (βλ. παράδειγμα 1) 2) άμεσα με την ονομασία και τη σημασία του λήμματος, αλλά να είναι δοσμένο με υπερβολή ώστε να βγάζει γέλιο. (βλ.παράδειγμα 2), κλπ.

Το σίγουρο είναι πως ένα τέτοιο μήδι δεν περνά ποτέ απαρατήρητο. Πολλές φορές αποτελεί το βιάγκρα προβολής ενός λήμματος, αφού αποτελεί κίνητρο κατά την ανάγνωση ενός λήμματος. Συμβάλλει έτσι στον έξοχο τρόπο προβολής του λήματος.

Το μήδι αυτό δεν μπαγιατεύει ποτέ και διατηρεί μόνιμα τη φρεσκάδα του.

Το παλαβό μήδι συμβάλλει στην ανάδειξη στοιχείων της προσωπικότητας του Αρχιμήδη εμπνευστή του και έτσι βοηθά στην επαύξηση της επικοινωνίας του με τους άλλους χρήστες.

Το παλαβό μήδι προκαλεί την έκπληξη και την εντύπωση και πολύ συχνά τη λολ και την καραλόλ κατάσταση.

Όπως το κλασσικό Παλαμήδι έτσι και το slang, βρίσκονται σε περίοπτη θέση, κερδίζοντας έτσι την εκτίμηση των περαστικών.

  1. Πω ρε, τι παλαμήδι έβαλε ο yahbiten! εδώ;

  2. Ε ρε, τι παλαμήδια ανέβασαν ο Χαλικιού κι ο Βράστα... εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα είδος πουστρινιού, που λόγω της ακραίας μυτερής προεξοχής του είναι ιδανικό για να σκοτώνεις κατσαρίδες. Από μερικούς θεωρείται σούπερ σικ.

Σλανγκασίστ: Red alert.

-Καλά που φόρεσες τα πουστρίνια για κατσαρίδες, γιατί στην υπόγα που θα «βγούμε», μπορεί να μας χρειαστούν!

Βλ. και κατσαριδοκτόνο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που ντύνεται σαν γαμπρός για να βγει. Τον καταλαβαίνεις από το πολύ ζελέ στο μαλλί, τα παπούτσια -συνήθως κροκό ή φίδι- που πετυχαίνουν κατσαρίδα στη γωνία και τα 15 κιλά άρωμα που έχει λουστεί. Πιθανολογείται ότι προέρχεται από την επτανησιακή διάλεκτο. Δυνητικά λέγεται και τζιτζιφιόγκος.

Πού πας έτσι ντυμένος κονιόρδος; Πας να ρίξεις καμιά γκόμενα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά τους αστρολάγνους, ο γενέθλιος χάρτης (γενέθλιο ωροσκόπιο) δείχνει τις τάσεις που σε σημαδεύουν σε ολόκληρη τη ζωή σου. Κατ' αυτούς, κεντρικοί πρωταγωνιστές του γενέθλιου ωροσκοπίου είναι οι πλανήτες, τα ζώδια στα οποία αυτοί βρίσκονται κατά τη γέννηση, οι θέσεις τους στο ωροσκόπιο (γενέθλιοι οίκοι), οι μεταξύ τους γωνίες (γενέθλιες όψεις) κλπ.

Το μαλακίζειν των πλανητών (πρωταγωνιστών στο χάρτη κάποιου, κατά τους αστρολάγνους) κατά τη γέννηση, αντί να παραπέμπει σε μια δημιουργική ζωή, παραπέμπει σε μια μαλακισμένη ζωή. Έτσι, όταν εκφέρουμε τον όρο αναφερόμαστε σε έναν που θεωρούμε:

1) γκαντέμη, και σε οποιονδήποτε ζει μία βασανισμένη ζωή
2) μαλάκα, ή σε έναν που περιστασιακά κάνει ή λέει μαλακίες 3) πως έχει κωλοχαρακτήρα
4) πως είναι κουασιμόδος, κλπ

Σχετικά τραγούδια: Γεννήθηκα στην κιβωτό, Γενέθλια

- Πω ρε ο Μήτσος, ασχημομούρης, σαν ανάποδο γαμώτο, γκαντέμης, τον χώρισε η πρώτη γυναίκα του, τον κερατώνει η δεύτερη γυναίκα του, είναι άνεργος, και χρωστάει τα μαλλιοκέφαλά του. Οπότε απ' την πολλή απογοήτευση το άτομο εκφράζεται ακούγοντας Καζαντζίδη και βλέποντας Ξανθόπουλο.
- Κι είναι κι άλλα που δεν ξέρεις. Εμ βλέπεις πήγε και γεννήθηκε την ώρα που οι πλανήτες του βαρούσαν μαλακία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παιδική έκφραση, η οποία περιγράφει απλά τον εξαιρετικά ψηλό άνθρωπο. Ο συνειρμός εμφανής και απλός: χίλια μέτρα ψηλός. Η δυναμική της έκφρασης ενέχεται στο στοιχείο της υπερβολής.

- Μπαίνω φίλε στο κλάμπ το Σάββατο και βλέπω από μακριά ένα όρθιο χιλιόμετρο. Ξέρεις ποιος ήταν; Ο συμμαθητής μας ο Γεωργίου, τον θυμάσαι;
- Ποιος ρε, εκείνος ο ψηλός, ο δίμετρος;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για μεγάλα, μιλάμε όμως για ΠΟΛΥ μεγάλα βυζιά, ή μάλλον βύζους, τα οποία μαλώνουν μεταξύ τους ποιο είναι το πιο μεγάλο κι έρχονται ισοπαλία. Κατά τον στίχο του γνωστού δημοτικού τραγουδιού.

- Πώς ήταν η Τζέσικα χτες;
- Ένα θα σου πω: Ο Όλυμπος κι ο Κίσσαβος τα δυο βουνά μαλώναν!
- Κατάλαβα!
- Τελικά μερικές εκφράσεις δεν χρειάζεται νά 'χεις εντρυφήσει στο slang.gr, για να τις πιάσεις!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Εικόνα από τον στίβο και τα αγωνίσματα δρόμου, όπου ένας αθλητής που προπορεύεται, νιώθει στον σβέρκο την καυτή ανάσα τού αθλητή που είναι λίγο πίσω του κι ετοιμάζεται να τον προσπεράσει. Είναι μια ατάκα που την έλεγε πάρα πάρα πολύ η Σχολή αθλητικών δημοσιογράφων κυρίως παλιότερα, και την λέμε πλέον όταν κάποιος νιώθει να απειλείται από κάποιον άλλον που πάει να τον υπερκεράσει.

  2. Μπορεί να λεχθεί και για κάποιον που γαμεί κάποιον άλλο από πίσω.

  1. Η Αμερική νιώθει την καυτή ανάσα της Κίνας στον σβέρκο της.

Με 207 λήμματα το Ντέρτι είναι η καυτή ανάσα στον σβέρκο του άρχοντα acg.

  1. Ο Βάγγελας είναι η καυτή ανάσα στον σβέρκο του Πέρι.

(σ.ς.: Το 1 να μην συγχέεται με το 2).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τόσο μικρό ώστε χωράει σε μια τσέπη. Συνήθως πρόκειται για βιβλίο (εκδόσεις τσέπης - pocket editions) ή για σκυλάκια (τσιουάουα κττ). Όμως μπορεί να είναι και οτιδήποτε ή οποιοσδήποτε που έχει μικρές διαστάσεις. Σε αυτή την περίπτωση είναι συνώνυμο με την κατηγορία πτερού ή μύγας της πυγμαχίας.

  1. Ρε συ ο Φραγκίσκος, τι καλό παιδί, ε; ... και όμορφο πρόσωπο... αλλά είναι τσέπης ρε γμτ αυτός, πού να βρει γκόμενα... Κάνε ένα ψυχικό, ρε Λίλιαν, να χαρεί και το πικραμέν' αχείλι...

  2. - Μπαμπά κοίτα τι ωραίο σκυλάκι που βρήκα!
    - Τί είναι αυτό ρε Λουκία, περίληψη σκύλου είναι αυτό!
    - Είναι καλό μωρέ μπαμπάαα, είναι τσέπης, δεν θα μας ενοχλεί, όπου πάμε θα το παίρνουμε μαζί...
    - (&#^$)@&*^)... Εντάξει γλυκιά μου, ό,τι πεις...

για τους γαλλομαθείς (από ironick, 18/02/09)Ναιμ Σουλειμανογλου  (από Vrastaman, 18/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μπαγαποντοπλαστική που γίνεται από τον πλαστικό χειρουργό Tom Pousti (και τους ομοίους του).

Βλ. σχόλιο Χάνκι.

Κάνει κι ο Φουστάνος πουστιές, αλλά σαν τον Pousti κανείς! Έχει το όνομα έχει και την χάρη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified