Ο τύπος που καθαρίζει τα χύσια με σφουγγαρίστρα ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο σε μπουρδέλα.

- Ρε χυσομάπα, μάζεψε τα χύσια από το πάτωμα, είπε ο νταβατζής.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ξεσκούφωτο λουκάρισμα: όταν κάποιος αναγκάζεται να κρύψει μικρή ποσότητα σταφ στην σούφρα του χωρίς υπόθετο. Το χούσωμα είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη πρακτική και εφαρμόζεται μόνο σαν έσκατη λύση απελπισίας σε δύσκολη στιγμή. Δεν πρόκειται για μορφή λαθραίας διακίνησης ουσιώνε.

Το Λεξικό της Ντάγκλας (Λεωνίδα Χρηστάκη και Μάρκου Επάρατου) μας πληροφορεί ότι το λήμμαν ετυμολογείται από τα καλιαρντά όπου η τρύπα λέγεται χους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται απ’ το πολυσήμαντο çelik (βλαστός / μπόλι από φυτό / πετώ βλαστάρι / κλαδί - βέργα για στερεό φύτεμα / ατσάλι).

Σημαίνει:

  1. βέργα, μπόλι, κλαδάκι αλλά κυρίως ατσάλι (και ατσαλόπλακα). Εξού η τσιλικόβεργα, η τσιλίκα/τσαλίκα και οι τσιλιγκίριδες/τσιλιγκιρίδες (συχνό σύγχρονο επώνυμο το Τσιλιγκιρίδης) ήταν οι μάστορες που έβαφαν κι επεξεργάζονταν το ατσάλι,

  2. όταν μιλάμε για τη σωματική υγεία κάποιου: ατσαλένια και δηλώνει πως ο εν λόγω είναι υγιέστατος / τετράγερος / ρωμαλέος (απ' το τούρκικο çelik gibi),

  3. το παραδοσιακό παιδικό παιχνίδι (κατά τόπους: τσαλίκα τσουμάκα –έτσι το έλεγα εγώ- ή τσελίκ τσομάκ ή τσιλίκα ή τσάλτικα ή τσελίκι) που παίζεται με δυο ξύλινες βέργες τη μια (τσαλίκα) μακρύτερη της άλλης που είναι μυτερή στις άκρες (τσιλίκι) με σκοπό χτυπώντας το τσιλίκι με την τσαλίκα μια ομάδα παιδιών να το στείλει μακρύτερα απ’ την άλλη. (απ’ το τούρκικο παιχνίδι çelik çomak), (μέχρις εδώ, τίποτε το σλαγκικό),

  4. όταν μιλάμε για πράγματα: το γερό, το ανθεκτικό, που δουλεύει άψογα,

  5. το άκαμπτο πέος εν στύση.

  6. Προφανώς, η φράση: «άδειο το μουνί, να παίξει την τσιλίκα» εννοεί στην κυριολεξία πως το μουνί όταν είναι άδειο θα κάνει παιχνίδι με την ψωλή (άδειο: ελεύθερο από ..δουλειά –«δεν αδειάζω» λέμε όταν δεν ευκαιρούμε να κάνουμε κάτι-) . Και παίρνει την κυρίως χρήση της με την ειρωνική έννοια «Δεν μπορώ να ασχοληθώ μ' αυτό τώρα», «άλλη δουλειά / άλλο χαβά δε είχα...», «αυτό μου έλειπε τώρα» που αναφέρεται εδώ, βλ και σχόλιο.

  1. «Μη σε γελάει το μάχιμο αμάξωμα, το μοτέρ είναι τσιλίκι».

2 & 5
-Μα πιο πολύ με τα γεράματα με πειράζει που δε σηκώνεται να κάνω πράξη.
-Σοβαρά; Τι λες ρε συ!! Εμένα, τσιλίκι!!
-Σώπα ρε!! Μεταξύ μας τώρα!!
-Εε!! Δεν ήμαστε μωρά!! Ρώτα και την κυρά!! (sic)

  1. «…Μα την αλήθεια, όμως κόρη μου, δε μου αρέσει, αν όχι για τίποτε άλλο παρά μόνο γιατί είναι στρατιωτικός : όλοι τους είναι φωνακλάδες, μα ψάξε τους και δε θα βρεις ούτε ένανε χωρίς κάποιο κρυφό κουσούρι ή κάτι άλλο• που τους εμποδίζει να την έχουνε τσιλίκι. Και το χειρότερο, δε μ’ αρέσει γιατί κρέμονται τα κωλιά του : μόλο που μπορεί να είχε πέραση αν έλλειπαν οι άλλοι άντρες, πάλι δε θα ’ταν ο άντρας που θα διάλεγα...» (από μεταφρασμένο θεατρικό)

  2. Το παράδειγμα εδώ είναι άψογο. (Το λήμμα το ανέβασα μόνο και μόνο για την κατανόηση μέσω του 5 που θεώρησα πως έλειπε).

Κυνήγι της μπάλιζας (φαλαρίδας) από μονόξυλο στην αποξηραμένη σήμερα, Λίμνα. Διακρίνεται το τσιλίκι, το ξύλο με το οποίο ωθούσαν τη βάρκα στα ρηχά νερά. (από sstteffannoss, 14/12/10)"Οι πιτσιρίκοι". Το ξυλίκι ακούγεται στο 0:16-0:17, αλλά και σε άλλα σημεία του τραγουδιού (από GATZMAN, 15/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. όρος της ξυλουργικής: τραβέρσα, δοκός, «η πελεκητή ξυλεία στέγης, κορμοί ξύλου ελαφρά πριονισμένοι ώστε να διατηρούν την κωνικότητά τους, αποτελούν την ιδανική λύση για εμφανείς κατασκευές ιδιαίτερα σε παραδοσιακά κτίσματα.»
    (από εδώ)

  2. Το τραβέλι, το (η) τραβεστί.

  1. [Στο σαλόνι], κόκκινοι καναπέδες και συνδυασμός υψηλής τεχνολογίας ηλεκτρονικών με το νεολιθικό τζάκι και τις κλασικές νησιώτικες τράβες της οροφής.

  2. Αὐτὰ τὰ «τσόλια» καὶ οἱ «τράβες» εἶναι ὅ,τι κι ἐσύ, μὲ μιὰ πολὺ θεμελιώδη διαφορά: Ἔχουν τὸ θάρρος τῆς γνώμης καὶ τῆς ἐπιλογῆς τοῦ νὰ ζοῦν ἐλεύθερα καὶ ὑπερήφανα, καὶ ὄχι νὰ γκρινιάζουν μὲ ψευδοεπιχειρήματα ὅτι θὰ τρομάξουν τὴν μαμὰ καὶ τὸν μπαμπά.

Got a better definition? Add it!

Published

Στην ιδιόλεκτο των εν Ελλάδι πορνών (ημεδαπών & αλλοδαπών) σημαίνει γαμήσι ή νουμεράκι (τραβάω ή πάω ένα νουμεράκι, βλ. και έκφραση «τους πήρε όλους νουμεράδα»), δηλαδή η τάνα ξεπετάει τον «χύστη» (πελάτη) στο ντέλο. Ίσως να έχει σχέση με το πρωθύστερο τζάω, -ώ ή τζάζω (=διώχνω μάνι-μάνι τον ανεπιθύμητο εραστή).

Οι τιμές της συνουσίας (καθ’ οιονδήποτε τρόπο) ποικίλουν αναλόγως της κατηγορίας της πόρνης ή του αιτουμένου βίτσιου. Π.χ. άλλο χρεώνει η Ελληνίδα τηλεγαμήτρια, άλλο το call girl, άλλο η Ελληνίδα (αποκλειστικά πρεζού) της περιπατητικής σχολής οδού Βουκουρεστίου και πέριξ, άλλο η εκ περιστάσεως παρταόλα, άλλο το βέλι, άλλο η αλλοδαπή των πρεσβειών (μπουρδέλων – Σ.Σ. «πρεσβεία» σημαίνει και το κελί όπου διαβιούν οι πιο σκληροί κρατουμένοι) της οδού Φυλής, άλλο οι δηλωμένες –άλλο οι αδήλωτες κι άλλο η τελευταία υποστάθμη, δηλ. οι μη έχουσες στον ήλιο μοίρα καλντεριμιτζούδες αλλοδαπές (και δη νέγρες), που υφίστανται τα πάνδεινα (και απ’ τους νταβάδες και απ’ τους πελάτες) κ.ο.κ.

Οι αλλοδαπές καλντεριμιτζούδες, αναλόγως στην περίπτωση π.χ. εθνικότητας ή αν συνεργάζονται με μπουρδελοξενοδοχείο ή αν έχουνε νιονιό, στην καλύτερη τσιμπάνε ένα μικρό ποσοστό (να φάνε ένα σαντουί) από τη βάρδια τους και στην χειρότερη κατατρομοκρατούνται από τους νταβάδες μένοντας τελείως άφραγκες και δαρμένες. Μάλιστα, ιδιαίτερα τις αραπίνες, οι πάτρονές τους τις εκμεταλλεύονται όχι μόνο με συμβατικές απειλές (κατά των ιδίων ή των οικογενειών που έχουν αφήσει πίσω), αλλά χειριζόμενοι την αμάθεια και την δεισιδαιμονία τους (π.χ. «θα σου κάνω μάγια» και τέτοια)! Μιλάω πολύ-πολύ σοβαρά...

Στα τρισάθλια «χοτέλ» κατηγορίας μετά το λεξάριθμο σαμπί, ιδίως στην περιοχή του Μεταξουργείου των Αθηνών, το τζαζ τιμάται σήμερα περίπου 15,00 ΕΥΡΩ, όπου αισίως έχει κατέλθει μετά την ανεξέλεγκτη έλευση και δραστηριότητα αλλοδαπών πορνών. Αφού ξαναγυρίσαμε που ξαναγυρίσαμε στην εποχή του Μεσοπολέμου (οικονομικώς, εργασιακώς και ιδεολογικώς), ας μην λείψει και η σύφιλη από την σύγχρονη στιχουργική.

Εκ των 15,00 αυτών ευρώπουλων, συνήθως τα πρώτα πέντε τζαζ πάνε στο σπίτι και στην συνέχεια παίρνει 10 η πόρνη, 3 το σπίτι και 2 οι φύλακες ή οδηγοί, για κάθε γαμήσι (κάτι ανάλογο συμβαίνει και στη βίζιτα, αλλά με διαφορετικά ποσά φυσικά). Μέσος όρος περίπου 30-50 επισκέψεις ανά βάρδια (αλλά υπάρχουν κι οι υπερωρίες)...

Η Ιστορία κάνει διάφορους κύκλους, άλλους με μεγαλύτερη ακτίνα (δηλ. παρέλευση μεγαλύτερου χρονικού διαστήματος ως την επανάληψη ή αντιστροφή των όρων του φαινομένου) κι άλλους με μικρότερη (λένε ότι ήδη άρχισαν να φεύγουν Ελληνίδες πουτάνες για Βουλγαρία). «Προσεχώς Ελληνίδες», λοιπόν!

Ο κοσμάκης, διατηρεί διάφορες αντιλήψεις στη γκλάβα του περί πορνών: Π.χ. «τις κακομοίρες ζουν καθεστώς σκλαβιάς», «ά’ να χαθούνε οι ξεκωλιάρες, κονομάνε σε μια μέρα όσα βγάζω το μήνα κι αφορολόγητα», «καλύτερο γαμήσι από Ρωσάκι δεν έχει», «χτύπησα μια καταπιόλα 20 ευρά έξτρα ακάποτο», «στα ρδελαμπού δε δίνουνε κώλο» κλπ-κλπ. Τίποτα απ’ αυτά δεν ισχύει απόλυτα. Οι γενικοί κανόνες ορίζονται από την αγορά και οι ειδικοί από τη μαντάμα, αλλά οι αλλοδαπές κι αδήλωτες καλντεριμιτζούδες αντιμετωπίζονται σαν κρέας.

Εκείνο που παρατηρείται όμως συχνά, είναι η (διαγεγραμμένη σε όλη την κινησιολογία τους) απροθυμία των γυναικών αυτών να επιδείξουν έστω και επίφαση συμμετοχής στην πράξη, που συχνά μαρτυρεί περισσότερα κακοπαθήματα από φιληδονία. Φυσικά, οι περισσότεροι γαμιάδες δεν ορρωδούν προ ουδενός (αλλά αλίμονο στο νιόβγαλτο παιδαρέλι)...

Άλλωστε, ένα γκραφίττο στα Εξάρχεια έλεγε: «Όποιος στα μπουρδέλα ψάχνει οργασμό, δέκα ευρώ πληρώνει τον κάθε βιασμό»...

- Πόσο πάει κορίτσια;
- Ντεκιπένντε γιούρο το τζαζ ια σένα σωλαρά μου!

(από HODJAS, 27/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μας προέκυψε από το παλιό γαλλικό serpentin, αυτό από το λατινικό serpentinus (ερπετόμορφος, οφιοειδής), που προήρθε απ’ το επίσης λατινικό serpens (ερπετό, φίδι) κι αυτό απ’ το επίσης λατινικό serpere (έρπω).
Αφού υποστεί προληπτική αφομοίωση, κυκλοφορεί και με τη μορφή «σαρπαντίνα»

Πρόκειται βέβαια για την έγχρωμη, λεπτή, χάρτινη κορδέλα με το πολύ μεγάλο σχετικά με τον όγκο της μήκος, που τυλιγμένη σχηματίζει κοντό κύλινδρο. Σε αποκριάτικες, συνήθως, εκδηλώσεις (και) με ένα χαρακτηριστικότατο φύσημα στο κέντρο αυτού του κυλίνδρου, ξετυλίγεται παίρνοντας το πασίγνωστο ελικοειδές σχήμα.

Λόγω λοιπόν των ιδιοτήτων του σχήματός της, έχει δώσει το όνομά της σε διάφορα εξαρτήματα και μηχανισμούς όπως:

---τον ελικοειδή συνήθως μεταλλικό σωλήνα σε πολλές συσκευές τύπου μπόιλερ, που βρίσκεται μέσα στο χώρο όπου υπάρχει το ήδη ζεσταμένο απ’ τον λέβητα ή τον ηλιακό συλλέκτη υγρό (ή και αέριο). Το κρύο νερό (ή όποιο άλλο ρευστό) μπαίνει από τη μια μεριά του σωλήνα και βγαίνει, ζεστό πλέον, από την άλλη μεριά, έτοιμο για διάφορες χρήσεις.

Ή κι αντίστροφα: Στο σωλήνα κυκλοφορεί το ρευστό που έχει ήδη ζεσταθεί, προκειμένου να ζεστάνει το αποθηκευμένο –κρύο σε πρώτη φάση- ρευστό που θα χρησιμοποιήσουμε (βλ, 2ο μήδι),

---τον σωλήνα σε συσκευές όπως κλιματιστικά και αποστακτήρες, που βοηθά στην ψύξη του αέρα και την υγροποίηση ουσιών που βρίσκονται σε κατάσταση ατμού και

---τον μηχανισμό πίσω απ’ το τιμόνι των οχημάτων (κι όχι μόνο) που επιτρέπει να μη χάνεται η ηλεκτρική επαφή του τιμονιού καθώς αυτό στρίβει, με την κόρνα, τον αερόσακο κι όσους άλλους μηχανισμούς ενεργοποιούνται από κουμπιά πάνω στο τιμόνι (βλ 3ο και 4ο μήδι).

Συμμετέχει στις περισσότερο ή λιγότερο δημοφιλείς εκφράσεις:
---«Κάνω κάτι σερπαντίνα», που σημαίνει «το ’χω παρακάνει», «το ‘χω παραχέσει», «το ‘χω τραβήξει απ’ τα μαλλιά» και χρησιμοποιείται κυρίως όταν μακρηγορούμε.

---«Μου ‘κανε τα νεύρα σερπαντίνα», που όπως και τα σαφώς συχνότερα «Μου ‘κανε τα νεύρα τσατάλια / κρόσσια» σημαίνει πως: «ίσα κι είμαι στο παρατσάκ να με πιάσουν τα διαόλια μου, οπότε μη πολλά – πολλά, μη γίνει εδώ το Κούγκι. Ά», στο πιο ευγενικό.

---«Με πάει σερπαντίνα», που σχετίζεται με δυσάρεστα επιτακτικές κωλοεκδηλώσεις διάρροιας, που σ’ αφήνουν νταντέλα, όπως εξόχως γλαφυρά ήδη περιέγραψε ο HODJAS σχεδόν δυο χρόνια πριν.

---«Τη φυσάει τη σερπαντίνα» -σαφώς συχνότερα στο γ’ πρόσωπο- που περιγράφει, σαν ένα ακόμη μέλος μιας ατελείωτης λίστας, τον έχοντα σεξουαλικές προτιμήσεις που πολλοί αντιμετωπίζουν ακόμη συμπλεγματικά, πλουτίζοντας παράλληλα τις απανταχού γλώσσες.

---Επίσης, λόγω του σχήματός της και της εικόνας που δίνει η εκτόξευσή της, περιγράφει τα φλόκια που δεν βρίσκουν τον από τη φύση καθορισμένο στόχο. Σε πολιτιστικά προϊόντα που απολαμβάνουν ακόμη και οι λιγότερο θολοκουλτουριάρηδες για προφανείς λόγους τόσο η καταμέτρηση, όσο και το μήκος τους σε slow-motion, έχει αναδείξει παγκοσμίου φήμης προσοντούχους αστέρες που με τις επιδόσεις τους προβλημάτισαν πολλούς.

1.
…Όταν βρίσκεται εγκατεστημένη η σερπαντίνα μεταφέρει νερό το οποίο ζεσταίνεται καθώς δουλεύει το τζάκι-λέβητας. Η θέρμανση αυτή του νερού γίνεται σε ειδικό δοχείο ξεχωριστά από το νερό που προορίζεται για το δίκτυο των καλοριφέρ. Η θέση αλλά και το υλικό της σερπαντίνας αυτής μεγιστοποιούν την απορρόφηση της θερμοκρασίας.

2.
…Η πορεία των υδρατμών συνεχίζεται στο κάτω μέρος της δεξαμενής σε στενότερους σωλήνες που βρίσκονται γύρω-γύρω στα τοιχώματα (σερπαντίνα) με ελαφρά κλίση για να μην κρατούντα υγρά…

3.
…Μπράβο μεγάλε. Να πεις στους κατά φαντασία «κορυφαίους υπουργούς» σου και να μεταφέρεις στο πρωθυπουργικό περιβάλλον (το οποίο βλέπεις μόνο με το τηλεσκόπιο του Κοπέρνικου) ότι καταφέρνεις να κάνεις τα νεύρα μας σερπαντίνα, κάθε φορά που κατά λάθος, πάνω στο καταραμένο ζάπινγκ, πέφτουμε πάνω στις «πληροφορίες» σου από «κορυφαίους υπουργούς» και στο υφάκι εκατό μαϊμού-καρδιναλίων! Αμάν πια! Μας έσκασες!!!

4.
Σας καλούμε στο «ΚΟΨΙΜΟ» της Πρωτοχρονιάτικης Πίτας...
Λες και όποιον φάει την πίτα θα τον πιάσει κόψιμο και θα τον πάει σερπαντίνα και εμείς είμαστε προσκεκλημένοι να το παρακολουθήσουμε.
Ή λες και θα πιάσει την ίδια την πίτα κόψιμο και θ' αρχίσει να κλάνει πριν κοπεί. Έλεος...
(σχολιάζει τη χρήση του «κόψιμο», αντί του σωστού «κοπή» σε πρόσκληση).
(διεκπεραιωτικά)

5.
Έβαλα και πλαϊνά σαμάρια από το γαϊδούρι του μπάρμπα μου του κωλοπυργιώτη γνωστός και ως Ungle AssTower! (Μπάμπης ο Καραμπίνας ένα πράμα) αλλά το κακό είναι ότι γέρνει μόνο από την μια πλευρά. Δεξιά δεν πλαγιάζει το μοτο.
ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΩ;;;
ΥΓ.1 Είναι συλλεκτικό δεν πωλείται ή ανταλλάσσεται, ΥΓ.2 USB δεν παίζει. Αυτά είναι φλωριές. Firewire μόνο. ΥΓ.3 Επόμενη μόντα: Χέστρα με επιταχυντή κλανιών για 0-319,4χαω σε 4,2 δεύτερα και κύκλωμα μετατροπής σκατού σε φυσικό αέριο για εξοικονόμηση καυσίμου. Με μια φράπα και καπάκια ένα milko, σύμφωνα με τους υπολογισμούς μου, με το αίμα που θα με πάει πίνοντας τα, κάνεις 2 φορές πήγαινε έλα Αθήνα Βερολίνο.
ΥΓ.4 Το έχω κάνει σερπαντίνα το θέμα.

6.
-…κι όσο για τον άλλον που βρίζει με πμ, θα τον φωνάξω την άλλη φορά να κρεμάσει αυτός μπάλες και λαμπιόνια επί τέσσερις ώρες στο γαμώδεντρο. Merry kissmyass!
-Παλικάάάάάριιιιιι!! Το στολίζεις το δέντρο; Το λαμπιόνι το κρεμάάάάάς;
-Τη φυσάω τη σερπαντίνα. Το λούζομαι το κομφετί.

(όλα ως εδώ απ’ το δίχτυ)

7.
-Ρε μαλάκες! Κάνω κάτι γαμήσια τελευταία με την Κούλα, άλλο πράμα! Χθες, την πηδούσα μια ώρα, έχυσα στην κοιλιά της κι αυτή ούρλιαζε ένα τέταρτο απ’ την καύλα!
-Σιγά! Εγώ με την Σούλα χθες γαμιόμασταν δυο ώρες, την πήραν τα φλόκια στη μάπα κι αυτή ούρλιαζε μισή ώρα απ’ την καύλα!!
-Α καλά! Εγώ τις προάλλες έριξα έναν κρύο στην Τούλα, πήγανε κι οι δεκαπέντε σaρπαντίνες στην κουρτίνα κι αυτή ακόμη ουρλιάζει!!!

(κλασικό, προσαρμοσμένο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται σε καταστάσεις χαμηλών επιδόσεων, αποδόσεων, πεσμένου ήθους, ψυχολογικής κόπωσης και δυσπραγίας. Αφορά σε μεγάλο ποσοστό σύγχρονων ανθρώπων που η απόδοσή τους στην καθημερινή εργασία, αλλά και στις υπόλοιπες καθημερινές ασχολίες είναι αρμονική συνάρτηση του χρόνου, με τοπικό ελάχιστο στο μέσο του χρονικού διαστήματος (δηλ. Τετάρτη μεσημέρι) και αυξάνει με την χρονική απόσταση από το σουκού. Στο δε σουκού ακολουθεί διαφορετική συνάρτηση, ανάλογα με το αν, πότε και πόσο καλά πηδήξαμε.

Γενικά κολλάει όπου τα προϊόντα δεν είναι τα επιθυμητά, λόγω χαμηλής απόδοσης.

  1. Πήγαμε στο La Mounien για φαγητό και παρήγγειλα τη σπεσιαλιτέ με τις πιπεριές, αλλά οι πιπεριές ήσαν σαν την πούτσα μου Τετάρτη μεσημέρι και το φαγητό γενικά ανάλατο. Μετά ρώτησα κι έμαθα ότι ο Μποτρέφσκι έκανε μείωση στον σεφ.

  2. Τι γίνεται, δεσποινίς Μάρα; Έχετε ένα ύφος σαν την πούτσα μου Τετάρτη μεσημέρι! Σε μία ώρα πρέπει να έχετε τελειώσει το ραπόρτο! Αλλιώς, καήκατε κι απόψε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα προκοφτικά είναι τα γαμησιάτικα που πληρώνει ο ιδιοκτήτης της κατσίκας, στον ιδιοκτήτη του τράγου.
Η λέξη προέρχεται από το ρήμα προκόβω, που σημαίνει πάω μπροστά, τα καταφέρνω.

Από την αρχαιότητα είναι γνωστές οι άκατάσχετες ορμές του συγκεκριμένου ζώου (βλέπε σάτυρους, οι οποίοι απεικονίζονται με πόδια και ουρά τράγου, και ήταν τα σύμβολα γονιμότητας). Και αν έχετε πλησιάσει (έστω και στα δέκα μέτρα) τράγο, σίγουρα θα αναρωτηθήκατε τι είναι αυτή η εσάνς που αναδύεται από αυτό το ζώον. Ε, λοιπόν ήρθε η ώρα να μάθετε. Είναι η μυρωδιά του σπέρματος του τράγου, η οποία εκτός από αποκρουστική ταξιδεύει γρήγορα και πολύ μακριά.

Η μοναδική χρησιμότητα του τράγου, όπως και κάποιων άλλων αρσενικών (βλέπε κηφήνες, αράχνες)* είναι η ικανότητα να καθιστούν σε ενδιαφέρουσα τα θηλυκά. Με αποτέλεσμα, στην περίπτωση του τράγου, α) την διαιώνιση του είδους, β) την συνεχή παραγωγή γάλακτος από τα θηλυκά του είδους για την παραγωγή ωραίων εδεσμάτων, όπως η φέτα, η παρμεζάνα, το μπρι και το καμαμπέρ.

Ως εκ τούτου, ο κατσικοκτηνοτρόφος δεν θέλει να έχει ένα ζωντανό που αναστατώνει το κοπάδι (αφού ο τράγος δύναται να γαμεί όσες ώρες είναι όρθιος) και που, όταν γαμεί πολύ, μετά τρώει τον αγλέορα (έξοδα, έξοδα). Εκεί ακριβώς, ένας άλλος χωριανός βλέπει ευκαιρία για business. Χωρίς να χρειάζεται χωράφια και χαϊ τεκ εγκαταστάσεις, αγοράζει έναν τράγο (φτηνά) και τον πηγαίνει όπου χρειάζεται. Δηλαδή ο ιδιοκτήτης του τράγου είναι ένας νομιμόφρων νταβατζής, και μάλλον ο ιδρυτής του επαγγέλματος. Το κέρδος του εν λόγω μπίζνεσμαν είναι το σύνολο των προκοφτικών, μείον έξοδα συντήρησης, μείον κεφάλαιο αγοράς ζωντανού.

Στη slangική τους μορφή, τα προκοφτικά αποτελούν το τρόπαιο των αρσενικών για την τέλεση της πράξης.

  • όλο το αρσενικό γένος πρέπει να διαμαρτυρηθεί για την κατάσταση αυτή!!! Τα αδέλφια μας, που έχουν πιάσει το νόημα της ζωής (όχι πια φίλοι, μόνο sex) μαρτυρούν στα αναχώματα της ηδονής (κηφήνες, αρσενικές αράχνες) ή υφίστανται κακομεταχείρηση (τράγοι) από τα μητριαρχικά καθεστώτα του ζωϊκού βασιλείου.

- Ακόμα δεν παντρεύτηκες και χάθηκες ρε Μαρκάκι. Δηλαδή, άμα κάνεις και κανά παιδάκι, θα σε βλέπουμε τας κυριακάς, τας αργίας, και χρόνια πολλά τον Αύγουστο.
- Άσε και με έχει πεθάνει η γυναίκα μου. Θέλει να κάνουμε παιδί γρήγορα και κάνουμε υπερωρίες. Έχει αναστενάξει το κρεββάτι. Δεν με άφησε να δω και το ποδόσφαιρο, ζω ένα δράμα.
- Ναι, αλλά δεν σε βρίσκω καθόλου κομμένο από την προσπάθεια.
- Οι γυναίκες ξέρουν τι κάνουν. Με ταΐζει οστρακοειδή και ξηροκάρπια όλη την ώρα. Και για πρωϊνό, μαρμελάδες, τσουρεκάκια και άπειρους χυμούς....
- Τα προκοφτικά σου δηλαδή τα παίρνεις σε είδος!!!

(κάγκουρας #1): - Μιλάμε χθες της άλλαξα τον αδόξαστο. Πολύ το φχαριστήθηκα.
(κάγκουρας #2): - Μπράβο ρε Μήτσο!
(κάγκουρας #1): - Πού να σου τα λέω, την ξεθέωσα σου λέω. Και ήθελε και άλλο. Μέλι έχω; Μιλάμε παραλίγο να την κόψω στα δύο, με τα κόλπα που της έκανα.
(μπαρμπέρης 60+): - Για γυναίκα μιλάς ρε μικρέ; (κάγκουρας #1): - Ε γιατί θα μιλάω κυρ Σωτήρη, για την μπέμπα του αδελφού μου, που δεν μου τη δίνει ο μαλάκας;
(μπαρμπέρης 60+): - Εάν της έκανες όσα λες, να πας να εισπράξεις τα προκοφτικά σου από τον πατέρα της ρε Καζανόβα του γλυκού νερού!

(ο δεύτερος διάλογος είναι πάνω κάτω πραγματικός)

(από electron, 30/08/09)(από electron, 30/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το διδακτορικό περιπαιχτικά, όπως προκύπτει από λογοπαίγνιο των αρχικών του τίτλου. Παραπέμπει σε άμεση σύνδεσή του με τον πούτσο, ανάγκη που προκύπτει από και για διάφορους λόγους, όπως: η διακωμώδηση και απομυθοποίησή του, η οικειότητα με το αντικείμενο, η επί μακρόν δυσκολία και τα απαιτούμενα αλλά δυσεύρετα συνήθως μέσα για την απόκτησή του.

Η λέξη προέρχεται από τη συντομογραφία του τίτλου Doctor of Philosophy, Ph.D. δηλαδή, που κανονικά προφέρεται πι-έιτς-ντι. Είναι δημοφιλής σε κύκλους ελλήνων φοιτητών στο Αμέρικα και ιδίως σε αυτούς των υποψηφίων πουτσουντούχων.

Επίσης σημειώνεται πως άλλο πουτσουντί και άλλο P.h.D..

- Πόσο θέλει ακόμη ο Μήτσος να τελειώσει;
- 3-4 χρόνια στο νερό, τώρα τέλειωσε το μάστερ και συνεχίζει ακάθεκτος βλέπεις για διδακτορικό...
- Α καλά, 2 χρόνια μάστερ, 4 χρόνια πουτσουντί, φέξε μου και γλίστρησα... Άμα γυρίσει ποτέ Ελλάντα, εμένα να μου τρυπήσεις τη μύτη!

Το κλιπ με τα χαμένα έξι χρόνια (από poniroskylo, 09/10/08)

Δες και δικτατορικό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι ονομάζεται στην γλώσσα των μαστόρων η γνωστή σε όλους μας μπετονιέρα. Καθότι οι διάφορες κατηγορίες μαστόρων έχουν αντιπαλότητες μεταξύ τους (π.χ. πλακάδες με μπογιατζήδες, ξυλουργοί με σιδεράδες), πάνω-κάτω όλοι προσπαθούν να τελειώσουν την δική τους δουλειά πριν τους άλλους, για να τους την βγουν.

Γι' αυτό λοιπόν όταν βλέπουν πουτανιέρες να ρίχνουν μπετά, αρχίζουν αμέσως αντιδράσεις του στυλ «...το Χριστό τους και την Παναγία τους μέσα, ΤΩΩΩΏΡΑ βρήκανε; (φιλική συμβουλή: εάν είσαι παραγιός και ο μάστοράς σου είναι στην εν λόγω διάθεση, βούλωσέ το και προσπάθησε να περάσεις απαρατήρητος, γιατί είναι σίγουρο πώς εσύ θα την πληρώσεις την νύφη.

Αληθινό παράδειγμα: 7:30 το πρωί, μέσα σε ένα φορτηγάκι (Vanette για τους γνώστες). Ο μάστοράς μου βλέπει ένα τσούρμο μπυροκοιλιάδες να έχουν κλείσει τον δρόμο με 3 τεράστιες μπετονιέρες, οπότε και αναφωνεί: «ΣΚΑΤΆ! Τσακίσου να ξεφορτώσεις μικρέ, πλάκωσαν οι πουτανιέρες!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified