Further tags

Τύπος απλής τροχαλίας που χρησιμοποιείται στα πλοία για το τέντωμα των ξαρτιών που στηρίζουν το κατάρτι. Η ονομασία προέρχεται από το κυκλικό σχήμα της συσκευής και τις τρεις ή τέσσερις τρύπες που αυτή φέρει που μοιάζουν με κουκούτσια καρπουζιού. Επισήμως λέγεται τρίοπης ή τέτροπης. Απαντάται και ως καρπούζι.

Χωρίς καρπουζάκια δεν υπάρχει περίπτωση να τεντώσεις καλά το κατάρτι και αργά ή γρήγορα θα σου μπατάρει.

(από Nakas, 13/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Τμήμα της πρύμνης διαφόρων παραδοσιακών σκαφών. Πρόκειται για πλατύ, κάθετο τμήμα του άνω μέρους του σκαριού που δημιουργεί ευρύτερο κατάστρωμα από πάνω του. Επισήμως λέγεται δικρόα ή καθρέφτης. Γνωστό συχνά και με την αγγλική του ονομασία transom.

- Και πώς ξεχωρίζει κανείς το τραχαντήρι από το βαρκαλά;
- Πρώτα απ' όλα ο βαρκαλάς έχει παπαδιά και το τρεχαντήρι όχι.
- Αααα...

(από Nakas, 15/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Η μικρή ποσότητα του νόμιμου και δηλωθέντος εμπορεύματος που μπαίνει στο άνοιγμα του εμπορευματοκιβωτίου (container) ή του φορτηγού για να κρύψει το μη δηλωμένο και παράνομο, που αποτελεί την πλειονότητα του φορτίου.

Από την καθιερωμένη σημασία της τάπας ως του βουλώματος στο άνοιγμα ενός δοχείου.

  1. - Και τελικά τι είχε το κοντέινερ;
    - Μπροστά τάπα από μαχαιροπήρουνα που είχε δηλωμένα και από πίσω μαϊμούδες. Πολύ πράμα, σαράντα χιλιάδες ρολόγια και εβδομήντα χιλιάδες αρώματα.
    - Τι μάρκες;
    - Ό,τι θες, ό,τι μάρκα υπάρχει στο εμπόριο. Στείλαμε έγγραφα στις εταιρείες για επιβεβαίωση ότι είναι απομιμήσεις και μετά πήγαν για καταστροφή όλα.

  2. Από εδώ:

Οι εγκέφαλοι των κυκλωμάτων της διακίνησης συνήθως χρησιμοποιούν για προκάλυψη -«τάπα» όπως λέγεται στη γλώσσα των τελωνειακών- πάσης φύσεως αντικείμενα, από… χαρτοπετσέτες και βρεφικές πάνες μέχρι γυαλικά, τηγάνια, παιδικά αμαξάκια, πλακάκια και έπιπλα. Τέτοιου είδους αντικείμενα τοποθετούνται στο κλείσιμο του κοντέινερ ώστε να παραπλανήσουν τους τελωνειακούς εφόσον ανοιχτεί το φορτίο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξελληνισμός του αμερικλάνικου nerd δια της προσθήκης του γαμοσλανγκοτέτοιου -ουλας: πρόκειται για χλωρίδα της συνομοταξίας phytus spasiclus, άκα γκίκουλας, φρίκουλας και φύτουκλας.

Ο νέρντουλας διαπρέπει ως επιστήμων κι ως μπλιμπλίκουλας αλλά in real life στερείται κάθε στοιχειώδες ψήγμα κοινωνικότητας, ειδικά προς μη νέρντουλες. Πρόκειται για κινησιολογικά άγαρμπο και γιομάτο καυλόσπυρα καψίδι που πωρώνεται νυχθημερόν με ιδεοψυχαναγκαστικές καμενιές (πιχί κρυπτοζωολογία, μάνγκα, σάει-φάει, κλπ).

Οι κουλές ενδυματολογικές επιλογές του νέρντουλα (à la Sheldon στο «Big Bang Theory») τον καθιστά αντιήρωα στα μάτια κάθε αενάως ψαχνόμενου ποζερά και γουαναμπή χιπστερικού, εξ ουστ και το nerd chic λουκ (βλ. αγόρια και κορίτσια).

Παραγγελιά από το δουπού: Χαν.

1.
Σαν βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη είσαι τόσο νέρντουλας που θα μιλάς Ντοθράκι

2.
νερντουλας; οχι....ιντελεκτουελ...εχει διαφορα....geeky ισως με μεγαλη φαντασια να τον ελεγες αλλα οχι νερντουλας...ωραιο τυπακι ειναι γενικα...

3.
Καλιφορνέζος «νέρντουλας» κατασκεύασε ρομποτικό ομοίωμα του Wall E

4.
Οχι γιαγιά δεν τα φτιάχνω με φοιτητή ιατρικής:
1) Πουλανε μουρη στις παρεες μεχρι να πεσουν σε συναδελφο τους. Μετα κανουν την παπια και γκρινιαζουν για την αναμονη στην ειδικοτητα.
[...]
9) Οταν χουφτωνουν ΨΗΛΑΦΟΥΝ ΚΑΙ ΚΑΝΑ ΛΕΜΦΑΔΕΝΑ, με τροπο ομως μην τους παρει χαμπαρι η γκομενα.
10) Ειναι νερντουλες, και οσοι δεν ειναι απλα δεν γινονται καλοι γαμπροι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια επιχείρηση είναι στο μαύρο ή, στα μαύρα, όταν τα οικονομικά της αποτελέσματα γυρίζουν στην κερδοφορία, αποτυπώνονται δηλαδής με μαύρο και ουχί κόκκινο μελάνι. Και για όποιον δεν κατάλαβε, το αντίθετο του στο κόκκινο.

Εκ του αγγλικάνικου in the black.

- ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΑ ΜΑΥΡΑ Ο ΟΣΕ (ΒΑΣΤΑ ΜΕΡΚΕΛ): για πρώτη φορά ο ΟΣΕ εμφανίζει θετικό πρόσημο στα λειτουργικά του αποτελέσματα», τα οποία έφτασαν τα 25,1 εκατ. ευρώ, αντί ζημιών -121 εκατ. ευρώ το 2010 και -282 εκατ. ευρώ το 2009
(εδώ)

(από σφυρίζων, 03/04/14)(από σφυρίζων, 03/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Παράκτια μέθοδος ψαρέματος. Γίνεται με βάρκα ή με αδιάβροχη ειδική στολή. Βραδυνές ώρες με κάλμα (ήρεμη) θάλασσα, «λάδι» που λένε, να μην έχει καθόλου αέρα δηλαδή, για καλύτερη ορατότητα. Απαραίτητος εξοπλισμός στο πυροφάνι είναι η λάμπα υγραερίου ή πετρελαίου αλιείας και το καμάκι.

  2. Καψόνι στον στρατό όπου περιλούζουν οι παλιοί ένα κομμάτι χοντρό χαρτί ή ένα ρολό χαρτί τουαλέτας (στην πιο hardcore εκδοχή του καψονιού) και το τοποθετούν ανάμεσα στα δάχτυλα των ποδιών κατά την ώρα της ανάπαυσης του νέου. Θέλει ιδιαίτερη προσοχή αφενός μεν να μην γίνει σε τελείως στριμμένο νέο ή σε στιγμή έντονης συναισθηματικής φόρτισης του νέου (στέρηση εξόδου, μετά από έντονες αγγαρειομαχίες κτλ), αφετέρου δε να μην γίνει αντιληπτό από κάποιον λίαν υπηρεσιακό καραβανά και πέσει καμπάνα στα λελέδια.

  1. - Μας ταλαιπώρησε ο καιρός χθες αλλά μας αποζημίωσε αυτό το μεγάλο έτσι;
    - Ναι αυτό το χταπόδι ήταν απ' τα μεγαλύτερα που έχουμε πιάσει, 2 καμάκια του ρίξαμε για να το ξεκολλήσουμε!

  2. - Το πυρπόλησα χθες τον [...], το πουστόνεο. Του' κανα πυροφάνι.
    - Και δεν σε έδωσε στον λοχαγό ρε λέουρα; Είσαι μορφή!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη αυτή ανήκει στη ναυτική διάλεκτο. Πρόκειται για την υποτιμητική προσφώνηση του μηχανικού στα εμπορικά πλοία κατά κόρον.

- Ο υποπλοίαρχος μου είπε να φωνάξεις τον Μίχα στη γέφυρα.
- Τι έκανε πάλι ο μαλάκας ο λαδόκωλος και έχει πρόβλημα η μηχανή;

(από Ladysapia, 13/04/14)(από Ladysapia, 13/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην αεροπορική ορολογία, το (μετακινούμενο) χώρισμα με τα κουρτινάκια που διαχωρίζει την διακεκριμένη (business) από την οικονομική θέση στα αεροπλάνα. Απαντάται κυρίως σε αεροσκάφη μονού διαδρόμου με μια καμπίνα, χωρίς ενδιάμεσες μόνιμες μεσοτοιχίες (όπως τα Boeing 737 της παλαιάς ΟΑ ή τα Airbus 320 της νυν Aegean / OA).

Στην απογείωση και την προσγείωση τα κουρτινάκια μαζεύονται βάσει κανονισμών ασφαλείας.

Μαρία έλα να πάμε τον μπουλμέ στην 4, θα έχουμε 14 άτομα στη μπίζνες σήμερα.

(από canopus, 13/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται κυρίως από βάζελους και χανούμια ως κακεντρεχές παρατσούκλι του πάλαι ποτέ ιδιοκτήτη τση γαυροΠΑΕ και εθνικού μας προμηθευτή Σωκράτη Κόκκαλη.

Λολοπαίγνιο επί των πισωκρότης του Σωκράτους του σοφού.

Παραγγελιά: Kilerakias, Khan.

- Όπως είναι ο Πισωκράτης,να πάρει φόρα και να έρθει....όπως είναι!!!

- Αν έχουν τα άντερα αυτοί που κάνουν ρεπορτάζ Θρήνου,ας βγουν κι ας γράψουν για τις οικονομικές εκκρεμότητες του Πισωκράτη

3. είναι καιρός να αποκτήσει και το χανουμάκι μια σοβαρή διοίκηση (βλέπε μελισσανίδη), ωστε το μέτωπο να γίνει διπλό εναντίον του καθεστώτος του πισωκράτη.

4.
δεν έχεις καταλάβει οτι οι ρίζες της παράγκας του πισωκράτη επεκτείνονται πολύ πιο βαθειά απο τα αμιγώς ποδοσφαιρικά.

Πισωκρατική μέθοδος (από σφυρίζων, 25/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Στα Χανιά λεγόταν έτσι το σάντουϊτς με γύρο, στα ογδόνταζ, άντε βαριά - βαριά αρχές 90's.

Λόγω σχήματος, επειδή το ανοιγμένο ψωμί σαν σαγόνι κατάπινε τη γέμιση; Λόγω του μεγάλου ανοίγματος των σαγονιών που επέβαλε η βρώση του; Και τα δύο; Ποιος να ξέρει;

Αν και το λήμμα δεν το ήξερα, με συγκίνηση διαπιστώνω ότι σώζεται ακόμη στο (προφανώς σουρεάλ για τους αναμαζωξιάρηδες) μενού κεντρικού σουβλατζίδικου της πόλης:

Σάντουιτς καρχαρίας. Καρχαρίας με γύρο χοιρινό 3.00€; Καρχαρίας με γύρο κοτόπουλο3.20€. Καρχαρίας με κεμπάπ3.20€.

Από 'δώ.

Πραγματικός πρόσφατος διάλογος:

- (παλαιός Χανιώτης τηλεφωνεί σε ντελίβερι) Έλα, θα μου φχιάξεις ένα γκαρχαρία...
- (σουβλατζής νέας κοπής) Ορίστε;
- (παλαιός Χανιώτης) Καρχαρία με γύρο θα μου φχιάξεις ένα...
- (σουβλατζής παλαιάς κοπής, ακούει κι αυτός τον βροντόφωνο πελάτη απ' το τηλέφωνο) - Ασ' το, ξέρω 'γώ τι θέλει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified