Further tags

Πακέτο - στοίβα χαρτονομισμάτων οποιασδήποτε αξίας και με οποιαδήποτε σειρά, τα οποία για να χωρέσουν στην τσέπη του παντελονιού διπλώνονται στα δύο. Και γίνεται φανερή η παρουσία τους στην τσέπη γιατί καταλαμβάνουν αρκετό χώρο.

Σίγουρα δεν χωρούν στο πορτοφόλι, το οποίο συνήθως δεν κουβαλάει μαζί του όποιος έχει παστάλι ή παστάλια. Ο τρόπος που τα βγάζει κανείς από την τσέπη είναι και ένα είδος επίδειξης. Αν τα χαρτονομίσματα είναι είναι λιγότερα σε ποσότητα και τα διπλώνει κάποιος όλα μαζί, έτσι ώστε να παίρνουν κυλινδρικό σχήμα, τότε λέμε πως τα έκανε μασούρι.

Παστάλι είναι μια στίβα από αποξηραμένα καπνόφυλλα περίπου ίδιου μεγέθους την οποία φτιάχνουν οι καπνοπαραγωγοί κατά τη διαλογή των καπνόφυλλων, ώστε όταν συγκεντρωθούν πολλά παστάλια να τοποτεθητούν όλα μαζί σε καπνοδέματα για να τα παραλάβει αργότερα ο καπνέμπορας.

Δεδομένου ότι κανένα φύλλο καπνού δεν έχει ολόιδιο σχήμα και μέγεθος με τα υπόλοιπα, ένα παστάλι καπνόφυλλων έφτασε να χαρακτηρίζει και τα χρήματα που στοιβάζονται με τον ίδιο τρόπο.

Κατά πάσα πιθανότητα πρόκειται για τούρκικη λέξη.

- Τι έγινε μεγάλε χθες το βράδυ, έβγαλες τίποτε γούστα;
- Με τι λεφτά ρε παιδιά; Τραβάω ζόρια τώρα τελευταία...
- Πλάκα μας κάνεις ρε κόπανε, αφού οι τσέπες σου είναι γεμάτες παστάλια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τρόπος παιξίματος του κακού ντράμερ (συνήθως αυτοδίδακτου και ημιμαθούς). Γνωστό επίσης και ως μπαστουνιές. Συνεπώς, χασάπης ο ανωτέρω ντράμερ, δεν γνωρίζω όμως αν ο χασάπης προέκυψε από τις χασαπιές ή το αντίστροφο. Ετυμολογικά από τις κινήσεις των χεριών μάλλον: οι ντράμερ κάνουν απίστευτη οικονομία κινήσεων, παίζοντας κυρίως με τους καρπούς. Ο χασάπης θυμίζει κρεοπώλη με μπαλτά, που παίζει με μεγάλες κινήσεις, ανεβοκατεβάζοντας τις χερούκλες του.

- Καλή η συναυλία χτες;
- Καλή ήταν, αλλά ο ντράμερ, ρε πούστη μου... Τι χασαπιές ήταν αυτές!
- Ξεκόλλα, ρε Βαγγέλη. Όλους τους ντράμερ σκάρτους τους βγάζεις. Τι κόλλημα είν' αυτό;

(από BuBis, 20/05/09)

βλ.και χασάπηηη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ή, χορδάς. Στην γλώσσα των μεταλλάδων, κατσαρολάδων και τηγανάδων (και όχι των μπρίκια κολλώ, μπρίκια κολλώ) αλλά και άλλων επεξεργαστών μετάλλου, ιδίως σε φύλλα ατσαλιού, είναι ο χώρος (ένας λάκκος, συνήθως) όπου πετάγονται τα γρέζια και ό,τι μέταλλο περισσεύει από την πρέσα για να μεταπωληθουν ή να ανακυκλωθουν στο χυτήριο.

Κατ’ επέκταση, ό,τι είναι για τον χορδά, είναι παλιατζούρα, για πέταμα, για τα μπάζα, για ανακύκλωση, gtp, κλπ.

Προέρχεται από την τουρκική λέξη hurda που σημαίνει ακριβώς το ίδιο. Στη slang δε στα τούρκικα, σημαίνει και χασίσι!

  1. - Ρε συ, αυτός ο καινούργιος είναι για τον χουρδά, ρε πστ! Πάλι στραβά κόλλησε τους πάτους στα μπρίκια, τζάμπα τόσο αλουμίνιο γαμώτη!

  2. - Kαλά, έιμαστε όλοι για τον χορδά, ένα χιλιόμετρο περπατήσαμε και μας έφυγε ο πάτος. Αχ, ναμουνι ‘κοσι χρονώ ξανά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εδώ δεν αναφερόμαστε σε πρώιμα βυζάκια εφήβων, αλλά σε δυσοίωνα καρουμπαλίδια στις πάντες σε λάστιχα αυτοκινήτων, μηχανών ή άλλων πουτσύλατων, που αναπτύσσονται λόγω φθοράς ή μετά από γερό γδάρσιμο σε πεζοδρόμιο.

Ο βουλκανιζάτωρ δεν την παλεύει την κατάσταση και ενδείκνυται άμεση αντικατάσταση λάστιχου προς αποφυγήν πολύνεκρου.

Ένα προβλημα που είχα ήταν ότι ένα μπροστινο λαστιχο στα 45000 πεταξε βυζι. Φταιει το οτι τα Michelin θεωρουνται μαλακα κ αν ανεβαινεις πεζοδρομια ισως πεταξουν βυζι; (από εδώ)

Κάποια στιγμή έκανα μια ταρζανιά και έπεσα με φόρα πάνω σε κράσπεδο-πεζοδρόμιο, το οποιο προεξείχε και το ανέβηκα λόγω που ο δρόμος ήταν πολύ ανηφορικός και δεν φαινόταν
Αποτέλεσμα να πετάξει το λάστιχο βυζί και να το αλλάξω.
(από εδώ)

Βυζάκια έξω λοιπον (από Vrastaman, 25/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα πλαίσια της άδικης μεταχείρισης των δημοσίων υπαλλήλων από την εκάστοτε Διοίκηση και γενικότερα του χάους και του μπάχαλου που επικρατεί στο Δημόσιο, φυγόπονος ονομάζεται ο εργατικός και έντιμος (δηλ. μαλάκας) υπάλληλος που εργάζεται σκληρά χωρίς να παίρνει υπερωρίες και ανήκει στο 5 με 10% του συνολικού αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων. Αυτά.

Προσωπικό. Έπρεπε να το πω γιατί θα έσκαγα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος που μεταχειρίζονται οι απασχολούμενοι σε τηλεοπτικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Η μεγάλη άνθιση της ιδιωτικής τηλεόρασης στη χώρα μας, την τελευταία 20ετία, οδήγησε στην ανάπτυξη ενός νέου ιδιώματος που αφορά τις τεχνικές δυνατότητες του μέσου καθώς και τα πάσης φύσεως προβλήματα που ανακύπτουν λόγω αυτών. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία, οι όροι του τηλεοπτικού ιδιολέκτου είναι ξενόφερτοι, ιδίως αγγλικοί.

Η αράχνη λοιπόν, είναι το σήμα / λογότυπο του εκάστοτε τηλεοπτικού σταθμού, όταν αυτό προβάλλεται φαρδύ πλατύ στο κέντρο της τηλεοπτικής εικόνας (και σε γκουμούτσα γραμματοσειρά), προς εξασφάλιση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Επειδή το εν λόγω σήμα είναι συνήθως λευκού χρώματος και σχετικά θαμπό (ώστε να κουτσοβλέπει κανείς κι από κάτω του) ονομάστηκε αράχνη (αν και θα 'πρεπε να το πουν ακριβέστερα ιστό αράχνης, αλλά τρέχα γύρευε τώρα).

Αράχνη πέφτει συνήθως στην οθόνη, όταν πρόκειται για αποκλειστικά ρεπορτάζ ή αποκλειστικές εικόνες που πρέπει να προστατευτούν απ' τον ανταγωνισμό. Αυτά ισχύουν βέβαια περισσότερο στη θεωρία, καθώς ουκ ολίγες φορές έχει παρατηρηθεί το ιλαρό φαινόμενο 2 ή και περισσότεροι σταθμοί να προβάλλουν την ίδια εικόνα (π.χ. απευθείας λήψεις από κάποια πυρκαγιά ή άλλη καταστροφή), έχοντάς την καλύψει με την αράχνη τους. Να το αποδώσει κανείς αυτό στο φόβο των Ιουδαίων ή στην εφαρμογή της παλιάς παροιμίας «φύλαγε τα ρούχα σου»; Είναι μια άποψη. Ο κάπως πιο υποψιασμένος δεν θα δυσκολευτεί να καταλάβει πως η αράχνη δεν είναι παρά άλλη μια μορφή επίδειξης δύναμης, μια δήλωση του στιλ «είμαι εδώ, με βλέπετε, έχω τη δύναμη να προβάλλομαι». Τέσπα, αυτά είναι πράγματα γνωστά απ' την εποχή του Μarshall McLuhan («το μέσο είναι το μήνυμα»)... Όπως ακριβώς μια διαφήμιση η οποία δεν λέει τίποτα για τα ουσιαστικά πλεονεκτήματα του διαφημιζόμενου, μόνο προβάλλει γιγαντιαίο το εταιρικό λογότυπο (π.χ. coca-cola)...

Ενοχλητικές αράχνες δεν συναντά κανείς μόνο στους τηλεοπτικούς δέκτες του, αλλά και στο ίντερνετ, π.χ. σε φωτογραφίες από συλλογές μουσείων, όπου έχουν καθίσει στη μέση το λογότυπο του σάιτ ή το όνομα του μαλάκα που τράβηξε τη φωτογραφία. Δεν υπάρχει πιο απτή ίσως απόδειξη για την πλήρη εμπορευματοποίηση της Τέχνης. Βέβαια θα αντιτείνει κανείς ότι το χρήμα και η τέχνη πήγαιναν πάντα πακέτο (βλ. Μέδικοι), αλλά έλεος πλέον. Έχεις να προβάλλεις μια ωραιότατη και σφιχτή power-point παρουσίαση και, θες δε θες, θα μάθουν όλοι οι ακροατές σου σε ποια σάιτ σεργιανούσες για να μαζέψεις το υλικό σου.

  1. (σε τηλεοπτικό κανάλι)
    - Έχω εικόνα τον Κούγια με τη σκρόφα του να είναι έξω απ' το κτίριο και να απειλεί ότι θα πηδήξει τη μάντρα..!
    - Ρίξε αράχνη μαλάκα μου πρώτα, μη τυχόν και το βγάλεις έτσι, σε γάμησα!

  2. (δύο φίλοι στο νετ)
    - Τι ψάχνεις;
    - Μπα τίποτα, πίνακες ζωγραφικής χαζεύω, από μεγάλα μουσεία κι έτς.
    - Πετριά που 'χεις φάει ρε αγόρι μου... Και βρίσκεις τίποτα;
    - Ναι, όλα κομπλίτα. Ρίχνουν βέβαια την αράχνη τους πάνω στην εικόνα, αλλά τι να κάνεις; Μόνο αυτού του γαμημένου του Kunsthistorisches της Βιέννης δεν μπορείς να βρεις τίποτα, τα 'χει όλα κλειδωμένα..
    - Του ποιου;

(από ο αυτοκτονημενος, 27/05/09)(από ο αυτοκτονημενος, 27/05/09)Αράχνη με αράχνη (από poniroskylo, 28/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολυχρηστικός όρος. Δεν πρέπει να συγχέεται με το ομόριζο και συναφές σφαγή (όρο πιο politically correct, που έχει καθιερωθεί σχετικά ευρέως και στο γραπτό λόγο).

Σφάξιμο είναι:

  1. Η συνουσία, το γαμήσι, ο πήδουλας. Εξ ου και σφάζω = γαμάω. Εν προκειμένω δλδ το σφάξιμο ταυτίζεται με το σφίξιμο, ενώ το σφάζω με εκφράσεις όπως σφίγγω, ξεκατινιάζω, της τον σφυράω, της πατάω ένα, της ξηγάω τ' όνειρο, την κάνω μάγκα, την παίρνω, της τον ακουμπάω, της αλλάζω τα υδραυλικά, της κάνω γενικό σέρβις, της πετάω τα μάτια όξω κλπ κλπ. Κλασικός ο διάλογος: «το 'σφαζες το μωρό; - στο γόνατο».

  2. «Ρίξιμο» σε συναλλαγή. Όταν ο εις εκ των δύο συναλλασσομένων αποκομίζει δυσανάλογα οφέλη σε σχέση με αυτά που προσφέρει, λέμε οτι σφάζει τον άλλο. Ειδικότερα, ο όρος παίζει πολύ σε πιάτσες τοξικομανών. Είναι η άσχημη ξήγα στο νταραβέρι, όταν παίρνεις μικρή ποσότητα ή κακής ποιότητας σταφ σε ακριβή τιμή. Σφαξίματα τέτοιου είδους θα συμβαίνουν καθημερινά, όσο υπάρχουν φρικαρισμένοι χαρμάνηδες, οι νούμερο ένα εθελοντές για σφάξιμο. Στης παραμύθας την ποδιά σφάζονται παλικάρια. Tα σφαξίματα κατ' εξακολούθηση είναι μάλλον επικίνδυνη μπίζνα. Δεν παίζεις έτσι με την αρρώστια του καθενός. Παίζει καμιά μέρα να σε βρουν πεταμένο σε κανά χαντάκι ή καμιά χωματερή.

  3. Εγχείρηση, χειρουργική επέμβαση. Η λαϊκή αντίληψη ήθελε ανέκαθεν τους γιατρούς σκιτζήδες, κομπογιαννίτες, τσαρλατάνους, χασάπηδες. Πριν το 19ο αιώνα κανείς δε τα αμφισβητούσε αυτά, κι ο γιατρός ήταν ο εύκολος στόχος της κάθε είδους σάτιρας (π.χ. Μολιέρος). Τα τελευταία 150 περίπου χρόνια όμως, το ιατρικό επάγγελμα κέρδισε αναπάντεχα αξιοσημείωτο κοινωνικό κύρος, σε φάση που οι γιατροί να θεωρούνται ως ένα είδος «ιερών αγελάδων» των σύγχρονων κοινωνιών. Ευτυχώς κάποιοι άνθρωποι όπως ο Michel Foucault («Η Γέννηση της Κλινικής») μας άνοιξαν τα μάτια και καταλάβαμε οτι τελικά δεν έχουν αλλάξει και τόσο τα πράγματα σε σχέση με την προνεωτερική εποχή και πως οι δόχτορες κοιτάνε πριν απ' όλα την παρτάρα τους και πως θα τα κονομήσουν στη δική μας την καμπούρα..

  1. - Μαλάκα έχεις πάρει πρέφα την αδερφή του Νίκου πως μεγάλωσε; Μπουμπούκι σε λέω... Άνετα την έσφαζα.
    - Μαζέψου ρε σάτυρε, ούτε δώδεκα δεν είναι το κοριτσάκι.
    - Ε και; Άλλες σ' αυτή την ηλικία έχουν κάνει και παιδιά. Ξύπνα αγόρι μου, ζήσε στην πραγματικότητα..

  2. - Μάστορα τώρα που είδες τους χώρους, δε μου λες και πόσο θα πάει το κουστουμάκι για να κάνω και γω τα κουμάντα μου;
    - Για σένα κύριος έχω τιμούλα σπέσιαλ, 750 φράγκα όλα κομπλέ. Και μην το πεις πουθενά αυτό, σύμφωνοι;
    - Τι με λες ρε μάστορα τώρα; Θες εφτάμιση κατοστάρικα για να βάψεις δυο δωμάτια 40 τετραγωνικά; Αυτό είναι σφάξιμο απ' τα λίγα..
    - Εμένα που με βλέπεις είμαι μπογιατζής πολυτελείας.. Τώρα για να καταλάβεις άφησα δουλειά στην Εκάλη για να 'ρθω εδώ.. Βίλα διώροφη 500 μέτρα, και μου λες τώρα συ για το δυάρι..

  3. - Τι έγινε ρε μπόι μ' εκείνο το φίλο σου το νταραβεριτζή, θα μας φέρει τίποτα απο κείνο το σταφ που ήπιαμε τις προάλλες;
    - Φίλε τέτοιες καθαρές κόκες δε σκάνε κάθε μέρα.. Έκατσε μια φορά το καλό, δε σημαίνει οτι θα 'ναι συνέχεια έτσι.
    - Και τώρα;
    - Έχει κάτι, πιο δεύτερο βέβαια... Αν ενδιαφέρεσαι πες μου, 70 το γραμμάριο.
    - Σιγά μη του πάρουμε και τσιμπούκι του μαλάκα... Τέτοιο σφάξιμο εδώ δεν περνάει, έτσι να του πεις.
    - Είσαι νέοπας, γι' αυτό τα λες. Έτσι είναι τα νταραβέρια, χαλάρωσε, θα μπεις στο πνεύμα..

  4. - Μαλάκα Μήτσο τουμπάνιασες... Τέζα είσαι, μπράβο. Δούλεψε το φάρμακο βλέπω..
    - Ναι ρε φίλε, ο τελευταίος κύκλος καλά με πήγε. Αλλά τσιγκουνεύτηκα να μπω αποκατάσταση και με χτύπησε στο βυζί. Γαμώ τη γυναικομαστία μου μέσα..
    - Νταξ ρε φίλε δεν ήρθε και το τέλος του κόσμου. Δεν παίζει να πάρεις τώρα κανά Nolvadex και να φύγει;
    - Παπαριές αγόρι μου, τώρα μόνο σφάξιμο με σώζει. Πάω το κόβω το γαμοβυζί και ησυχάζω μια και καλή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(άκλ.) Ο χώρος. Λογοπαίγνιο με τις λέξεις χώρος και horror (αγγλ.: τρόμος, φρίκη). Μαθηματικό χούμορ.

Τα Μαθηματικά, από καθαρά φορμαλιστική άποψη, πραγματεύονται πάντοτε χώρους, ή αλλιώς δομές, σύνολα πάντως από πράγματα, τα οποία σχετίζονται μεταξύ τους είτε με απλούς είτε με φρικιαστικά πολύπλοκους τρόπους. Η δεύτερη κατηγορία μάλιστα έχει τέτοιο εύρος, που στην πιάτσα θ' ακούσεις να λεν ότι έτσι παίρνουν οι περισσότεροι χώροι τ' όνομά τους: προστιμήν δηλαδή του ανθρώπου που τρελάθηκε πρώτος, όταν τους βρήκε και τους μελέτησε. Πρώτος, μα όχι και τελευταίος...

Ευκλείδης λοιπόν και Μινκόβσκι, και Χίλμπερτ και Μπάναχ και Σομπόλεφ, και Κολμογκόροφ και Φρεσέ και Χάουσντορφ και Τιχόνοφ, καί καί καί —μα τί λεμε τώρα, εδώ κοτζαμάν πολωνικό έθνος έχει βογκήξει κάτ' απ' το αφύσικο βάρος αυτού που είν' εκεί, εσύ όμως δέν το βλέπεις (αυτό είναι σχήμα λόγου για τα μαθηματικά).

Κι' αν ποτέ —κούφια η ώρα που διαβάζει— ακούσετε για «χώρο vikar» στα μαθηματικά, μη με κλάψτε, αλλά να φέρνετε τσιγάρα, κάπου εκεί στο Άρκαμ θα μ' έχουνε, πιστεύω πως ξέρω και πού, τρίτη πόρτα κάτω, τρίτη κόμμα πρώτη τέταρτη πρώτη πέμπτη ένατη, δεύτερη έκτη πέμπτη τρίτη πέμπτη, όγδοη ένατη έβδομη ένατη τρίτη, και τα λοιπά και τα λοιπά και τα λοιπά, εις τους αιώνας των αιώνων, αατά.

– Δίνω μεθαύριο γραμμική άλγεβρα κι' έχω καραφρικάρει ρε φίλε. Τί σκατά είναι διανυσματικός χώρος ακόμα δεν έχω καταλάβει. Κοιμάμαι κι' ονειρεύομαι βαθμωτά να με κυνηγάν με τόξα και να μου πετάν διανύσματα ντουγρού για την καρδιά...
– Και σε πετυχαίνουν;
– Αμέ, πού και πού. Να, δες εδώ...
– Πό ρε φίλε μου, είσαι και πρωτοετό. Πού να κάνεις και συναρτησιακή ανάλυση να δεις τι εστί χώρορ... Εκεί τον λένε Μπάναχ...

O  χώρος ... ο χώρος ... (από Vrastaman, 31/05/09)(από jesus, 18/08/09)(από BuBis, 19/08/09)Υπερβολικός χώρορ... (από vikar, 30/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μάτσο και μπρουτάλ φαναρτζής- επισκευατζής- υπάλληλος γκαράζ στα καλιαρντά. Εκ του γκαράζ + τεκνό. Η χαρά του κάθε πισωγιομίδη που σέβεται τον εαυτό του, αλλά και κάθε γυνής με έφεση σε αρσενικά του τύπου Σάκης ο υδραυλικός.

...Και δικέλω από απέναντι ένα λατσό γκαραζότεκνο...

(από GATZMAN, 30/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο Ναυτικό, σε ναυτιλιακή, στο δημόσιο, όταν έχεις βάρδια.

Για να τονίσει την κατάσταση (πχ. ΣΚ μέσα κλπ.) χρησιμοποιείται και σαν Βαρδής Βαρδινογιάννης, Βαρδακαστάνης, Βαρδάρης κλπ.

  1. - Αύριο είσαι έξω;
    - Όχι είμαι Βαρδής, μαλακία.

  2. Με έχωσε πάλι το γίδι, Βαρδής Βαρδινογιάννης το ΣΚ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified