Το γνωστό rofl ξαναχτυπά, αλλά πιο ελληνικό, πιο βλάχικο, πιο αντρικό να πούμε...
- ela re karagiozh 1v1 kai abuffaristos s exw!
- EROUOFL
Το γνωστό rofl ξαναχτυπά, αλλά πιο ελληνικό, πιο βλάχικο, πιο αντρικό να πούμε...
- ela re karagiozh 1v1 kai abuffaristos s exw!
- EROUOFL
Got a better definition? Add it!
Είναι ο βραχύσωμος καταφερτζής υδραυλικός από το ομώνυμο video game που τα κάνει όλα: βουλώνει τις τρύπες, ανεβοκατεβαίνει σκάλες, μαζεύει μανιτάρια, τρώει χάμπουργκερ. σώζει την πριγκίπισσα και, στο τέλος, κάνει σεξ μαζί της και όλα αυτά ενώ επιδιορθώνει τα υδραυλικά του σπιτιού.
Στα καθ' ημάς είναι ο μικρός το δέμας πλην θαυματουργός συνάνθρωπός μας που, αν και δεν του φαινόταν, αποδεικνύεται τελικά μεγάλος μπήχτης .
Από τότε που ο Σαρκοζύ τα έφτιαξε με την Κάρλα, έχουν αναθαρρήσει οι απανταχού Σούπερ Μάριο.
Got a better definition? Add it!
Παλαιά έκφρασις, (μάλλον ακόμα εν ισχύι), που σημαίνει σπαταλώ μανιωδώς (δηλ. μαλακωδώς) το υστέρημά μου στα μηχανάκια (βλ. Μένης Κουμανταρέας) / φλιπεράκια / ούφο (βλ. και «ουφάδικο») / μπιμπλίκια (ηχοποίητον) / φρουτάκια (ενήλικος τηλε-αυνανισμός δίκην τζόγου βλ. γνωστόν σκάνδαλον με πατρινόν πασόκον βουλευτήν) κ.ά.
Το ρήμα «ταΐζω», προκειμένου δια χρηματοδότησιν-θρέψιν της χίμαιρας του τζόγου δεν είναι άγνωστον και εις έτερα τυχηρά παίγνια (π.χ. οι αλογομούρηδες λένε: «Πάμε να ταΐσουμε τ' αλόγατα» βλ. και Κ. Μπουγάς «Το άλογο το φαβορί»), ενώ παλαιά εις το μπαρμπούτι, οι κουμαρτζήδες έλεγον «πάμε να τον χώσουμε» = ν' ακουμπήσουμε / στάξουμε / πέσουμε το παραδάκι).
Εις τα συνοικιακά μπιλιαρδάδικα / φλιπεράδικα και λοιπά κρίμα-κι-άδικα (προ ίντερνετ και πλέι-στέισον), όπου η πάλαι ποτέ μητρική ιαχή «Τάκηηηηηη! Μακριά απ' τον κηπουρόοοοο!», απηχούσεν αλήστου μνήμης εποχάς ανησυχίας περί του ανιούλου απηθυσμένου, δεδομένου ότι οι μετ' εφήβων συγχρωτιζόμενοι επαγγελματίαι (π.χ. ψιλικατζείς, πλανόδιοι πωληταί ερίου γραίας, κηπουροί, καραγκιοζοπαίκται, στραγαλάδαι, επιδιορθωταί ποδηλάτων κλπ), αρέσκοντο εις την λακέρδαν και οι πιτσιρίκοι έβγαιναν με τον κώλο φινιστρίνι, συνηγελάζοντο λαϊκοί νεανίαι, οίτινες σκορπούσανε το πενιχρόν χαρτζηλίκι των στα μηχανήματα του διαόλου, ίνα ξεκαβλώσωσιν, ελλείψει ετέρων ενδιαφερόντων (π.χ. ποιος έγραφε τον γιο του ωδείον; = Τί; Πούστης θα γίνει;) ή γκόμινας (για να γαμήσεις έπρεπε να πας στα μπουρδέλα ή να παντρευτείς)...
Εις τον αυτόν χώρον, ενδημούσεν υπό τα αδιάφορα όμματα των κερδοσκόπων τέως καφετζήδων, κάθε καρυδιάς δικοτυλήδονον: Παπατζήδες, μικροκλέφτες, πρεζάκηδες, χασικλήδες, βαραόντα, όλα τα μαχαιρώνω, λόμπες, άνεργοι, αργόσχολοι, μπανιστηριτζήδες, βαπόρια και άλλαι συμπαθείς κοινωνικαί τάξεις, ώστε άν το μειράκιον εξέμενε από ψιλή και είχεν αποκτήσει την έξιν του παιγνίου, δεν είχε παρά να διαλέξη...
Ούτω πως, μεταξύ άλλων αγορίστικων συγκριτικών διακριτικών ισχύος, προσετέθη (ήδη από της πουτάνας δεκαετίας του '50) και η ικανότης τερματίσεως-μηδενισμού του φλιπερακίου, με τον ολιγώτερον κατά τον δυνατόν οβολόν.
Άλλωστε, η ποικιλία και η εναλλαγή των εικόνων και των άθλων που καλείτο να καταγάγη ο παίκτης εις έκαστον επίπεδον («πίσταν»), εξήπτεν την φαντασίαν των παρισταμένων και συνεπώς, ο δυνατός παίκτης ήτο εκείνος «που τους πήγαινε μακρύτερα»...
Μάλιστα, παλαιά ηδύνατο ο τερματίσας το παίγνιον να ξαναπαίξη αυτομάτως από την αρχήν δίχως αντίτιμον ή προσφυγήν εις τα μεγάλα μέσα: Π.χ. Στράβωμα κέρματος ή Ρίψιν του αυτού νομίσματος δεμένου με πετονιά ώστε να ξανατραβιέται επ' άπειρον ή ακόμα και (από τους τολμηρότερους) αναποδογύρισμα του μηχανήματος προς άγραν ψιλών(!)
Τότε, παρενέβαινε αντίζηλος τις, (ιδίως οσάκις παρίσταντο έκθαμβαι κορασίδες αμφιβόλων ηθικών φραγμών), ίνα μετριάση τον θρίαμβον του ικανού παίκτου και έλεγεν δηλητηριωδώς: «Το 'χεις ταΐσει καλά βλέπω!» ήτοι, έχεις σπαταλήσει μια περιουσίαν, ώστε να δύνασαι να γνωρίζης όλα τα κόλπα του συγκεκριμένου παιγνίου και να φθάνεις αλωβήτως εις το τέλος = Δεν είσαι μάγκας, αλλά τα χώνεις γερά... Δηλαδή, ακόμη και το άψυχον τηλε-παίγνιον είχε κοινωνικόν τινά χαρακτήρα, αφού παρίσταντο κι άλλοι και συμμετείχον παντοιοτρόπως εις αυτό, πλησίον του παίκτου ιστάμενοι, ενώ σήμερον προτιμάται η κατά μόνας αποβλάκωσις ανηλίκων τε και ενηλίκων(!)
Αλλά ήδη το νοσταλγικόν «μάμε» (Multiple Arcade Machine Emulator) σηματοδοτεί ότι η ανωτέρω εποχή μας έχει αφήσει γεια, βγάζοντας την γλώσσαν τρόπον τινά εις τους παλαιοτέρους με το ηχητικόν σήμα των (δωρεάν πλέον) credit, ωσάν να πίπτωσιν αι μετρημέναι δραχμαί μας...
Got a better definition? Add it!
Οριακά αδόκιμη απόδωση του εμ-πι-θρή στα ελληνικά, με το αδόκιμο της λέξης να έγκειται στο ότι διαβάζουμε τον αριθμό στα ελληνικά και τα γράμματα στα αγγλικά.
Ενδέχεται να απαντά και στη μορφή εμ-πι-θρήα ή και εμ-πι-τρί, με το θρήα και το τρι να αποτελούν τα δυνατά υβρίδια, κροσόβερ στα ελληνικά, του θρή με το τρία.
Και ας περάσουμε στα αποτελέσματα του πάμε στοίχημα. Εμ-Πι, τρία-μηδέν.
Got a better definition? Add it!
Κάνω φορμάτ (διαμορφώνω) μαγνητικό μέσο αποθήκευσης δεδομένων.
Τα μαγνητικά μέσα αλλάζουνε μα το φορμάρω μένει. Ξεκίνησε από τις δισκέτες των 5 1/4'' πέρασε στις 3.5'',στους σκληρούς δίσκους και τέλος στα σημερινά φλασάκια. Νομοτελειακή κατάληξη πειραματισμών στο λειτουργικό σύστημα.
Όποιος δε ξέρει να το κάνει, το πληρώνει. Κλέφτες θα γίνουμε εμείς;
- Έπαιζα με το φάκελο windows/system, μετά πείραξα λίγο τη registry, κατέβασα και κάτι από το internet και ο υπολογιστής κόλλησε.
- Κάνε format.
- Πώς γίνεται αυτό;
- Καλά άστο, με 50€ στο φορμάρω εγώ.
Got a better definition? Add it!
Παράφραση της εγγλέζικης setup. Από σεταπάρω, σύμπτυξη σε σετάρω.
Γενικότερα: σετάρω = ρυθμίζω. Στην κομπιουτερική: σετάρω = εγκαθιστώ πακέτα λογισμικού προκειμένου αυτός να είναι εύχρηστος και λειτουργικός.
-Ποιος το σέταρε (σετάρισε) το μηχάνημα σου και πάει έτσι;
-Κανείς, έτσι το πήρα από το x (μεγάλη εταιρία)
-Ας πρόσεχες φιλαράκι. Τώρα πλερό (το λήμμα παραδόξως δεν υπάρχει).
Got a better definition? Add it!
Γκρηκλισμός για το personal favorites, χρησιμοποιούμενος στην ιντερνετική διάλεκτο, αλλά και αλλού, δίκην τιραμισουρεαλισμού, αλλά και επειδή θυμίζει τον Σταμάτη Κόκοτα.
Οι προσωπικές φαβορίτες μου είναι τα:
δε φταις εσύ...
όλα τα λέιζερ πάνω μου (εδώ, σε μένα)!
Πανεπιστήμιο του Πούτσεστερ
αρχοντομούνα
Got a better definition? Add it!
Ιντερνετικός όρος. Ειδική περίπτωση λογαριασμού σε ιστοσελίδες. Δημιουργείται από χρήστες-μέλη προκειμένου να ανεβάζουν την κατάταξη του κυρίως λογαριασμού τους οι οποίοι αυτοψηφιζόμενοι και με ανεβασμένη πλέον ιντερνετικο-κοινωνικό θέση αντιμετωπίζουν τους άλλους αφ’ υψηλού στην ιντερνετική ψευδοκοινωνία.
Γνωστός και ως fake account, ψεύτικος λογαριασμός, μούφα λογαριασμός.
Άνθησε στο facebook και συνεχίζεται σε όλες σχεδόν τις σελίδες που βασίζονται στη συμμετοχή χρηστών. Ανεβάζει φαινομενικά την επισκεψιμότητα της σελίδας καθώς οι κλώνοι προσμετρούνται στο συνολικό πλήθος των λογαριασμών. Ενίοτε λειτουργεί και ως αβανταδόρος.
Οι κλώνοι λειτουργούν στις ιστοσελίδες ως ιός, ως καρκίνωμα που πολλαπλασιάζεται γιατί κανένας δεν είναι μαλάκας να πιστεύει σε παράλογα αποτελέσματα. Έτσι δημιουργεί ο καθένας τον δικό του κλώνο, με αποτέλεσμα αντί να λειτουργεί ο ανταγωνισμός μέσα στα πρότυπα που είχε οραματιστεί και ορίσει ο δημιουργός της σελίδας, να γίνεται αφανής ανταγωνισμός για το ποιος έχει τους περισσότερους κλώνους.
Στο τέλος καταλήγει μια σελίδα να γίνεται αναξιόπιστη και να καταλήγει στον κουβά.
Όπως συμβαίνει με όλα τα παράσιτα της φύσης έτσι και στο ίντερνετ ο κλώνος, αφού καταστρέψει το σώμα που ζει, μεταναστεύει σε άλλα σώματα-σελίδες.
- Μαλάκα, γνώρισα έναν κορίτσαρο, όλα τα λεφτά!
- Πού βρε;
- Στο facebook.
- Ποια είναι; Μήπως την έχω φίλη;
- Αγλαΐα Μουστάκα.
- Ρε μαλάκα, αυτή είναι κλώνος του Πέτρου, πλάκα σου κάνει!
(το όνομα είναι τυχαίο και ουδεμία σχέση έχει με την πραγματικότητα)
Got a better definition? Add it!
Ιντερνετικό επιφώνημα εκπλήξεως αστειάτορα ομιτζή.
Στην μορφή «ομυτζήθρα!» χρησιμοποιείται ως επιφώνημα αηδίας από σλανγκοφοριάζουσες, όταν αυτές ατενίζουν τυροειδείς πέοντες.
Εκ του omg! («Παναγιούδα μου!»). Βλ. επίσης ομιτζί και τρία λολ.
Ασίστ: AN21
Got a better definition? Add it!
Απαξιωτικός χαρακτηρισμός για τους νέους χρήστες υπολογιστών και εξαιρετικά ειρωνικός όταν αναφέρεται σε νέους προγραμματιστές.
Ο όρος προέρχεται από τον ήχο και την περιγραφή ενεργειών που εκτελούνται με το ποντίκι του υπολογιστή και αναφέρεται στους χρήστες οι οποίοι εξαρτώνται σχεδόν απόλυτα από την συσκευή αυτή αντί του πληκτρολογίου.
Ο όρος χρησιμοποιείται από «παλιές καραβάνες» ή/και geeks και ειδικά αυτούς που έχουν θητεύσει σε μεγάλα συστήματα τις εποχές που τα ποντίκια ήταν σπάνια ή είχαν λίγες δυνατότητες. Σε αυτή την κατηγορία, πρωτοστατούνε οι Mainframeάδες και οι παλιοί UNIXάδες, οι οποίοι τρέφουν παθολογική αγάπη για το πληκτρολόγιο καθώς όλο το περιβάλλον ήταν μέσω χειρόγραφων εντολών και ο καλύτερος editor όλων των εποχών (παραμένει!) ο vi.
Με την έλευση των νέων εργαλείων ανάπτυξης (ειδικά των “visual”), οι developers άρχισαν να εξαρτώνται όλο και περισσότερο από τον πόντικα και λιγότερο από το πληκτρολόγιο. Παρόλο που οι παλαιότεροι προσαρμόστηκαν, λόγω της εμπειρίας τους μπορούν να κάνουν περισσότερα πράγματα με τον συνδυασμό ποντίκι/πληκτρολόγιο, γεγονός που τους ενισχύει την υπεροψία.
Αποτέλεσμα φυσικά, η ακόμη πιο έντονη ειρωνεία προς τους νέουλες.
- Κοίτα την ξανθιά ρε μαλάκα… μαρκάρισμα κειμένου, δεξί κλικ Copy, δεξί κλικ Paste…
- Εμ, δεν της έχει πει κανείς της κλικαδόρισας για το Ctrl-C και το Ctrl-V…
- Ρε n00b, από πεδίο σε πεδίο με το ποντίκι; Κλικαδόρε, ε κλικαδόρε…
- Kαι πώς να το κάνω ω σοφέ παντογνώστη;
- Mε Tab ρε άσχετε, που βγάζεις και γλώσσα!
Got a better definition? Add it!
Η ετικέτα θα αντικατασταθεί από ετικέτες όπως ίντερνετ, ηλεκτρονικοί υπολογιστές, τεχνολογία, μηχανές, κλπ.