Further tags

ήμαν(ε), ήσαν(ε)

Ο παρατατικός του ρ. "είμαι", όπως λεγόταν παλιότερα στην περιοχή της ανατολικής μακεδονίας και στα δυτικά παραθεσσαλονίκια (αναφορά vikar στο νάμαν) και όπως χρησιμοποιείται ακόμη σήμερα στο διαδίκτυο, (επιβεβαιώνεται η βόρεια χρήση) εν είδη πλάκας, μαγκιάς (μοιάζει δηλ. αρκετά με την χρήση του μαρή).
Συγκεκριμμένα

  • (στο στο α' ενικ.) ήμουν, ήμουνα --> ήμαν, ήμανε
  • (στο στο β' ενικ.) ήσουν --> ήσαν, ήσανε
  • (στο στο γ' ενικ.) ήταν --> ήντουν, ήντουνε
  • (στο στο γ' πληθ.) ήταν --> ήνταν, ήσαντε

Σημειώσεις:
1. Από το εν λόγω σημαντικό σχόλιο του vikar στο νάμαν, δεν μπόρεσα να βρω παραδείγματα για τα α' και β' πρόσωπα πληθυντικού ημάστε, ησάστε.
2. Στο 6ο παράδειγμα φαίνεται οτι πιθανόν οι τύποι αυτοί ήταν ή είναι ακόμη σε χρήση και στη θεσσαλία.
3. Σλανγκασίστ --> η πάσα που έδωσε ο vikar στον HODJA και μετά από 4 χρόνια την έπιασε η αφεντιά μου.
Ήμαν εκεί πέρσι

  1. Πούστης δεν είμαι, αλλά αν ήμαν γυναίκα θα σε κάθομαν.. Είσαι πολύ ωραίο παιδί αδερφέ μου και το ωραίο πρέπει να το λέμε. Εύγε. (εδώ)
  2. αησιχτιρ παλιομαγισες οποτε μενσιωνατε ματιασμενος ημανε (εδώ)
  3. σουρτουκο που ησαν μεχρι τετια ωρα μαρη (εδώ)
  4. Άσε το άλλο επιχείρημα που λένε τα ερπετά "εγώ δεν ήμανε σύριζα, πάντα έκανα κριτική" ΉΣΑΝΕ ρε βρομιάρη ....κι αν δεν, πάλι βρομιάρης ήσανε (εδώ)
  5. -Που ήντουν ο γιος μου;
    - Ήρτα! (εδώ)
  6. όσο να πεις λίγο θάλασσα αν είχε το χωριό μου καλά θα ήνταν.. -που λέμε και οι Λαρισαίοι-.. (εδώ)
  7. αυτοι δεν ησαντε που μας ταζανε ανταρτικο πολεων με μπροσταρη στην αιματοχυσια τον κουρακη??? Τι??? Όχι??? (εδώ)
  8. -και που είναι αυτό το μέρος; ενδιαφέρομαι τρομερά σήμερις να κάμω ένα σαματά να ξεγκανιάζω
    -όχι ρε σύ!! το καλοκαίρι λειτουργεί η ΣΠΗΛΙΑ, το ΠΟΜΟΛΟ είναι χειμερινό αφού!
    -ναμανε τώρα θεσσαλονίκη, θα σε παιρνα αλα μπρατσέτα και θα σεργιανάγαμε τη παραλία να φάμε παγωτό στο λιμάνι #kaigometha (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το ρήμα escape. Σημαίνει ότι έχει ξεφύγει το μυαλό κάποιου, οι τρόποι του κτλ.

Το άκουσα στον Βόλο!!

Πάει αυτή... Σκαπέτησε από την ζέστη...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Και σβουγκανάω.

Χτυπάω άσχημα, βαράω, και με σεξουαλική σημασία. Θεσσαλικό.

Τι την ζβουγκανάει μεσημεριάτικα και δεν μπορούμε να κοιμηθούμε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για το άχρηστο μαχαίρι που δεν κόβει καλά.

Έχω ακούσει και την εξής παραλλαγή από την Θεσσαλία: «Δεν κόβει ούτε πούτσο από πεθαμένο».

Αυτό το μαχαίρι δεν κόβει ούτε του σκυλιού τον κώλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θεσσαλική λέξη που χαρακτηρίζει κάτι πάρα πολύ λεπτό.

Από το φύρα και το φύλλο, δηλαδή κάτι λεπτότερο ακόμα κι από ένα φύλλο.

Κάνω μία απόπειρα ετυμολογίας, με κίνδυνο να πέσω σε παπαρετυμολογία, και να δικαιολογήσω την ορθογραφία που πρέπει να τονίσω ότι είναι αυθαίρετη -δεν έχω δει ποτέ την λέξη γραμμένη και ο γούγλης δεν έχει καμία επιστροφή

  1. - Μην βγεις έτσι έξω, θα κρυώσεις.
    - Πήρα σακάκι. - Τι, αυτό το φύρφυλλο, κάνει κρύο παιδί μου...
    - Τι κρύο ρε μάνα, 28 βαθμούς έχει!

  2. Είχα βρει μια ωραία σοκολάτα με γέμιση μέντα, αλλά όχι σαν τα φύρφυλλα τα after eight, κανονική σοκολάτα.

Τι να σου κάνουνε τα φύρφυλλα, τα τρως πέντε-πέντε για να καταλάβεις γεύση (από salina, 26/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του «μούφα».

Αυτός/αυτό δηλαδή, που δεν έχει την ποιότητα που θα περιμέναμε, και είναι είτε ψεύτικο, είτε χαλασμένο.

Μπορεί φυσικά να χρησιμοποιηθεί για οποιαδήποτε δυσάρεστη κατάσταση.

- Τη δοκίμασες τη νέα «φάντα» με γεύση καρπούζι;
- Άσε ρε φίλε, μην πάρεις, είναι πατσαρδέ. Δεν πίνεται με τίποτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τοπικός ιδιωματισμός της Ρούμελης και της Καρδίτσας που σημαίνει πεδικλώθηκα κι έπεσα.

- Πω πω, πάλι απστόμσα έτσι με τις αρίδες σου απλωμένες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκωπτικά η πόλη Τρίκαλα, υπονοώντας ότι οι κάτοικοί της είναι τυρόβλαχοι, τύροι, ή τυρόλδοι (βλ. και ντιρόλο). Βέβαια, συνήθως οι παρόμοιες εκφράσεις χαρακτηρίζουν τους Λαρισαίους, πρβλ. τυρί, τυρέμπορας, τυρόγαλο, αλλά πιάνει η μπάλα και τους Τρικαλινούς.

- Πώς το βλέπεις το Μαράκι; Νταξ, είναι από τα Τυρίκαλα, αλλά από όταν πήγε Εράσμους στην Μπαρτσελόνα έχει κάνει στροφή στην πχοιότητα!
- Καλό το Τρίκαλο! Τι λέω; Τι καλό; Τρίκαλο και βάλε.

(από Khan, 05/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση θαυμασμού και ικανοποίησης, ιδιαίτερα διαδεδομένη στη Λάρισα.

- Θα βγω ραντεβού με την Άντζι σήμερα!
- Ναι ρε βλάχο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified