Κρητική version του της πουτάνας που χρησιμοποιείται κατά κόρον από μη Κρήτες και τείνει να αυτονομηθεί εκ της Νήσου.

Αλιεύματα εκ του διαδικτύου:

- ΕΠΑΕ ΤΣΙ ΠΟΥΤΑΝΑΣ ΘΑ ΓΕΝΕΙ!!!

- Εδώ γίνεται τσι πουτάνας και μυρωδιά δεν πείραμε

- Τσι πουτάνας θα γίνει εκείνη τη μέρα ααχαχαχαχαχαχαχαχαχ (Mes;)

- !shocked! !shocked! !shocked! abraam: ελα ελααααα, θα γινει τσι πουτ@νας! /jumper/. Τίγρης: ωπα-ωπα .....εγινε τσι πουτανας ;sohappy; ;sohappy; ;sohappy;.

(από MXΣ, 08/08/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα μπατζάκια σε μια ακόμα σλανγκ συνεκδοχή, καθώς κ η αντικατάστασή τους από όλο το παντελόνι, χρησιμοποιούνται για να δηλώσουν κ την ικανότητα κάποιου να κρατάει το λόγο του, να είναι συνεπής, να προσέχει πού βάζει την υπογραφή του, να έχει μπέσα, ντομπροσύνη, ευθύτητα, γενναιότητα κ λοιπές αρετές που σε μια πιο παλιά εποχή, ήταν αυτομάτως κατανοητό, ότι διαμοιράζονται... αυθορμήτως κ αυστηρά μεταξύ του άρρενος πληθυσμού, αφού δεν υπήρχε περίπτωση να βρεις πραγματική γυναίκαμε παντελόνια κ πολύ περισσότερο αληθινό άνδρα με φουστάνια, τα οποία έμενε να διεκδικήσουν πιο... αμφισβητούμενες αρετές, όπως η διπλωματικότητα, η πραότητα, οι μαγγανείες, η μυστικοπάθεια, η δειλία, οι πλάγιοι τρόποι κ κυρίως η... διάσπαση κ ο κατακερματισμός των αμιγώς ανδρικών αρετών δια του... πειρασμού που αντιπροσωπεύαν.

Κ με το δίκιο τους, εκείνα τα σκοτεινά χρόνια, την υπογραφή κ το λόγο τους μόνο τα μπατζάκια είχαν τι να τα κάνουν. Όλοι οι υπόλοιποι τα είχαν ολοσχερώς άχρηστα.

Απαρχαιωμένος μπαμπαδισμός, που πλέον έχει κλειστεί στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.

Απαράβατη αρχή για τον άνδρα προκειμένου να τιμά τα μπατζάκια που φοράει είναι να τηρεί το λόγο του, πολύ δε περισσότερο να σέβεται την υπογραφή του!
Όταν αυτό δεν το κάνει;..
εδωδά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με αυτήν την πατροπαράδοτη, υπερβολική άμα και μακάβρια σύγκριση, χαρακτηρίζεται κάποιο όργανο η εργαλείο κοπής ή διάτμησης, όπως μαχαίρι, ψαλίδι, πριόνι, ράσπα, σέγα κλπ όταν η επίδοση του αποτελέσματος κοπής αξιολογείται ως μακράν του αναμενόμενου επιθυμητού στόχου.

Από διάλογο φίλων στην εξοχή όπου πήγαν για μπάρμπεκιου:
- Αμάν ρε κολλητέ μου τι μαχαίρι είν' τούτο που 'φερες. Δεν κόβει ούτε αρχίδια πεθαμένου.

(από iwn, 08/08/13)(από iwn, 08/08/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

All-time classic λήμμα που χρησιμοποιείται όταν κάποιος εκνευρίζεται από κάτι που του είπανε.

- Πρόεδρε τελικά θα έρθει ο Σουάνης στην ομάδα να μας βοηθήσει να ανέβουμε κατηγορία;
- Ποιος να έρθει μωρέ. Αφού όταν μιλήσαμε μου ζήτησε 500.000 ευρώ το χρόνο. Ακούς εκεί το σαπάκι! Τι νομίζει ότι είμαστε σαν την 1η κατηγορία Κύπρου να μας τρέχουν τα λεφτά από τα μπατζάκια;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μέρος του παντελονιού όπου μπαίνει το πόδι. Κοινώς, κάθε παντελόνι έχει δύο μπατζάκια. Απ' την άλλη, ο πληθυντικός «τα μπατζάκια», ακριβώς επειδή περιβάλλουν τα πόδια μας, χρησιμοποιούνται σε διάφορες περιπτώσεις για να δηλώσουν ότι χρειάζεται να τρέξουμε, ότι είμαστε εκτεθειμένοι κτλ.

Τα μπατζάκια χρησιμοποιούνται ως συνθετική λέξη σε φράσεις όπως:
«Πήραν φωτιά τα μπατζάκια μας»: την έχουμε άσχημα.
«Του τρέχουν τα λεφτά από τα μπατζάκια»: είναι τόσο πλούσιος που του περισσεύουν χρήματα.

(από HardcoreGR, 07/08/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύντομη ετυμολογία της φράσης «Παίζω ποδόσφαιρο σε επαγγελματική ομάδα και συμμετέχω κανονικά στις προπονήσεις».

Το αντίθετο, δηλαδή «Δεν ακουμπάω μπάλα», χρησιμοποιείται για τραυματισμένους παίκτες ή όσους έχουν μείνει ελεύθεροι χωρίς ομάδα.

- Έμαθα ότι ο Μάντζος θα πάει στη Φούλαμ για παρτενέρ του Καραβούτα;
- Φύγε ρε μαλάκα, ο Βαγγελάκης; Ούτε με σφαίρες! Αφού έχει να ακουμπήσει μπάλα 2 χρόνια ρε, σε όποια ομάδα κι αν πήγαινε δεν μπορούσε να πάρει τα πόδια του.

Got a better definition? Add it!

Published

Συντόμευση της φράσης «γαμώ το ...».

Όπως ξέρουμε, αν χρησιμοποιήσετε το «γαμώ το ...» αναγκάζεστε να προσθέσετε στο τέλος μία λέξη.
Π.χ.
- Γαμώ την τύχη μου/Γαμώ το κέρατό μου: Σε περιπτώσεις γκαντεμιάς
- Γαμώ τον/την (Θεούς, Χριστούς Παναγίες κτλ.) Για πιο extreme καταστάσεις.

Το «γαμώτο» προφέρεται και σκέτο, οπότε δε χρειάζεται να στροφάρει το μυαλό για το τι θα πει μετά. Έτσι αμολάτε τη λέξη επιτόπου.

- 10 χρόνια φίλος και τελικά σου γάμησε την αδερφή και την άφησε έγκυο, ε;
- Ναι ρε γαμώτο. Άμα τον βρω τον πούστη θα τον σκίσω.

Got a better definition? Add it!

Published

Επίσης, χαρακτηρίζονται έτσι υβριστικά οι οπαδοί / μέλη της ομάδας του Ολυμπιακού (κυρίως από Παναθηναϊκούς). Εννοείται ως μια ψαροκασέλα γεμάτη με γαύρους.

Για την καθιέρωση της βρισιάς αυτής θεωρώ εύλογο ότι έχει επιδράσει και η κλασική αργκοτική σημασία της ψαροκασέλας ως της παρτόλας γυναίκας (βλ. ορισμό Vrastaman) που μυρίζει ανδρικό σπέρμα, όπως η ψαροκασέλα βρωμάει ψαρίλα.

  1. Ο Παναθηναϊκός επιβεβαίωσε τον τίτλο της καλύτερης ομάδας, επικράτησε ... ΡΕ ΔΕΝ ΘΕΛΟΥΜΕ ΕΥΣΗΜΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΨΑΡΟΚΑΣΕΛΕΣ ΛΕΜΕ. (Εδώ).

  2. Ψαροκασέλα, σου αρέσει να συχνάζεις στα πράσινα μπλογκς, ε; Λογικό, κανείς δεν ξεχνάει αυτόν που του πρωτοέμαθε τον έρωτα! Σας έχει πιάσει κρύος ιδρώτας στο τουρκολίμανο…Εκεί που μας είχατε για διαλυμένους αλλάξανε τα κόζια και τρέμετε γιατί ξέρετε ποιος είναι ο αιώνιος δυνάστης σας…Υπομονή, έχετε χρόνο ως τους τελικούς του Μάη να ξυριστείτε/ντυθείτε/πάτε κομμωτήριο για να μας περιμένετε… (Εδώ η στιχομυθία).

  3. «Οσο για τις ψαροκασελες, τις αφηνουμε στην θλιβερη καταντια τους» εγραψα και ορθα ο εξαδελφος σχολιασε οτι αδικω την ομαδα μπασκετ του ολυμπιακου. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γίνομαι Λούης, γίνομαι άφαντος.

... Είσαι η γυναίκα μου, ή απλώς μια fan
και μετά το fan, γίνεσαι σχέδιο Annan...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι αποκαλούν μειωτικά τον διάκο στα Χανιά. Από το μέσο* = μισό + τράγος.

*Στην Κρήτη δε λέμε «μισοπάλαβος» αλλά «μεσοπάλαβος»...

Μεσότραγος εγίνηκε ο Παντελιός, με το καλό και τράος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified