Συμπιεσμένο όπιο, που μοιάζει με σοκολάτα. Το αναφέρω μιας και πέσανε πολλά για απαγορευμένες ουσίες πρόσφατα.

- Τάκη με έπιασε λιγούρα, πάω περίπτερο να πάρω σοκολατίτσα.
- Άραξε, έχω λίγη από το Μαρόκο, θα σου φύγουν όλα τα ντέρτια.

βλ. και σοκολάτα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πόρνη που δουλεύει σε στούντιο. Ο όρος χρησιμοποιείται στο μπουρδελοϊδίωμα κυρίως για να αντιδιαστείλει την πόρνη του στούντιο αφενός από την πόρνη που προσφέρει λιγότερες υπηρεσίες σε πιο χαμηλές τιμές, δηλαδή το μπουρδελοκόριτσο, ή την πόρνη που κάνει πιάτσα, και αφεδύο την πόρνη που προσφέρει περισσότερες υπηρεσίες σε πιο ακριβές τιμές, δηλαδή το κωλ-γκερλ ή την σιτιτουρατζού.

Το στουντιοκόριτσο βρίσκεται, λοιπόν, κάπου στη μέση στην μπουρδελο-ιεραρχία, οπότε επιδέχεται συγκρίσεις και προς τα πάνω και προς τα κάτω. Οπότε όταν ο όρος δεν είναι τελείως περιγραφικός, χρησιμοποιείται συγκριτικώς, λ.χ. για να περιγραφεί μια «αναβάθμιση» ενός μπουρδελοκόριτσου σε στουντιοκόριτσο ή ενός στουντιοκόριτσου σε κωλ-γκερλ ή έσκορτ ή και πορνοστάρ, ή για να δηλωθεί ότι καίτη (γαρμπή) στουντιοκόριτσο θύμιζε μάλλον μπουρδελοκόριτσο (δυσάρεστη έκπληξη) ή έσκορτ (ευχάριστη έκπληξη). Αυτά τα λίγα περί συγκριτικής μπουρδελολογίας (όλα για την επιστήμη)

  1. Συγκρίσεις προς τα κάτω

α. απο μαυρο το μαλλι εγινε πιο καστανοξανθο,κοντο και η ιδια απο φτηνη πουτανα εγινε πιο classy και στουντιοκοριτσο.
β. Πουτανα που θελει να ¨λεγεται¨ στουντιοκοριτσο φορεσε Διπλο Προφυλακτικο σε πελατη!!
Καποιος πρεπει να της πει οτι λογω της γαμημενης της τριβης οι πιθανοτητες να σπασουν τα προφυλακτικα ειναι πολυ μεγαλυτερες....
γ. Απο φατσα καυλοφατσα!Ανετα θα μπορουσε να ειναι στουντιοκοριτσο και βαλε.. Δυστυχως εδω σταματανε και τα καλα!

  1. Συγκρίσεις προς τα πάνω
    α. Από τα λιγα λόγια που ανταλλάξαμε στο σαλόνι, κατάλαβα ότι δεν είχα να κανω με ένα τυπικό στουντιοκοριτσο, αλλά με μια κοπέλα με χιούμορ, ερωτισμό και διάθεση να περάσει κ κείνη καλα όσο κ ο πελάτης. β. Ακομη δεν ειχα παρει χαμπαρι οτι ειμαι με στουντιοκοριτσο και οχι σίτι τουρ.
    γ. Να υποθεσουμε οτι ειναι πρων πουτανακι ;;;;;. Πρωην στουντιοκοριτσο! Τωρα αναβαθμιστηκε :P.

(Όλα τα παραδείγματα από διάφορα μπουρδελοσάιτ μέσω γούγλη).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οποιαδήποτε ομάδα ή άτομο είναι κάτω έως πολύ κάτω των περιστάσεων.

- Είδες ο Ολυμπιακός; Πάλι τριάρα έριξε στο Αεκάκι...
- Όπα άραξε, με την σχολή τυφλών έπαιζε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ναζιάρης που πάσχει από αγκύλωση στο δεξί, ο κάτι παραπάνω από σκατόψυχος και μπατσόψυχος. Αυτός που όχι μόνο ακολουθεί μια ακροδεξιά έως νεοναζιστική ιδεολογία, αλλά έχει και αντίστοιχη ψυχή, που οδηγεί το θυμικό του στο να χιτλεριάζει.

  1. Στα τσακιδια χιτλεροψυχοι. Ειχαμε τους κλεφτες πολιτικους που εχαιραν ασυλιας. Τωρα θα εχουμε και μπραβους πολιτικους που θα δερνουν; (Εδώ).

  2. Αλήθεια, μόνο χιτλερόψυχοι και δωσίλογοι μπορούν να υποβαθμίζουν ή να δικαιολογούν την ανείπωτη φρίκη της Τελικής Λύσης, που περιλάμβανε και πολλούς Ελληνες, Ισραηλίτες και μη, ή τις αλλεπάλληλες μαζικές σφαγές Ελλήνων αμάχων από τις κατοχικές δυνάμεις του Αξονα. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κουΐκ εντ ντέρτυ αποδελτίωση συνταγών (οδηγός μαγειρικής στο πόδι) από τα μέλη του σλανγκρ, για τις ιδιαίτερες εκείνες στιγμές που θέλουμε να μαγειρέψουμε γρήγορα και απλά ένα καλό γεύμα.

Τα περισσότερα εδέσματα (εκτός των κλασσικών: φασολάδα, κλπ) εμπίπτουν στο χαρακτηρισμό της γκουρμεδιάς.

Καλή μας όρεξη!

(από peregrine, 17/03/13)(από σφυρίζων, 19/03/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρότρυνση μαύρης γαζέλας προς οδηγό αυτοκινήτου (επίδοξο πελάτη ή μη) να παρκάρει το αυτοκίνητό του, ώστε να επιβιβαστεί και να του προσφέρει τις υπηρεσίες της.

σ.σ. το κατηγοριοποίησα και ως «επαγγελματική αργκό» :D

- Ψιτ! Να σου πω, μιλάς ελληνικά;
- Πάκαε! Πάκαε!
- Όχι δεν θέλω! Η Σωκράτους κάπου εδώ δεν είναι;
- Καμ! Πάκαε! Τεν γιούρος!
- Δεν θέλω σου λέω! Την Σωκράτους ψάχνω!
- Πάκαε και σου πει!
- Όπα βυζόμπαλο!!! Φύγε απ'το τζάμι να παρκάρω.
- Πολίς εσύ;
- Όχι ρε τι πολίς! Έμπα μέσα να σε κανονίσω...
- Όκι. Φέβγκει.
- Μη μωρή! Μη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χασισέλαιο. Συμπυκνωμένη ρητίνη ινδικής καννάβεως σε παχύρρευστη μορφή. Ο χρήστης αφαιρεί από την αλοιφή σταγονίδια με τη βοήθεια καρφίτσας, τα οποία στη συνέχεια θερμαίνονται με αναπτήρα και η καρφίτσα σφουγγίζεται σε καπνό, ο οποίος στη συνέχεια στρίβεται με τον κλασικό τρόπο. Εναλλακτικά στο τσιγαρόχαρτο, αλλά αυτό έχει απώλειες. Βρώμικο προϊόν, αλλά συνήθως καλής ποιότητας.

- Φιλαράκι, έχω ένα λάδι από το Αφγανιστάν.
- Ωραία, θα φέρω κι εγώ τη φούντα την καλαματιανή να κάνουμε σαλάτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μου έρχεται κάτι κούπα.

Μου έρχεται κάτι κουτί, έρχεται κάτι και κουμπώνει, και ταιριάζει.

Προέλευση δεν γνωρίζω - ίσως από κάποιο παιχνίδι με χαρτιά.

  1. Έψαχνα να βρω κάπου να μιλάνε στα αρχαία για τραπεζικές εργασίες και έπεσα πάνω σ' αυτόν τον Πασίωνα τον τραπεζίτη που είχε μια δικαστική περιπέτεια, οπότε μου ήρθε κούπα.

  2. Από εδώ:
    μαρια ψαξτο λιγο γιατι βγαινουν και πολλα που πανε κουτι στο αμαξι!εμενα 85€ ειχε και ηταν για 206 και ηρθε κουπα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αδέρφια μου αλήτες πουλιά.

Καρντασίν τσογλάν τσίου τσίου
κι εγώ σαν κι εσάς στους ανέμους
γυρεύω χαμένα φιλιά.
Καρντασίν τσογλάν τσίου τσίου.

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτός - ή που είναι λούμπεν.
Το λέμε για να χαρακτηρίσουμε κάποιον ως πονηρούλη.

Μεγάλη λουμπίνα ο υπουργάκος...μας έσκισε στους φόρους.

Got a better definition? Add it!

Published