Χαϊδευτικά η μαχαίρα του λήσταρχου Φώτη Γιαγκούλα. Βρίσκεται στο Μουσείο Εγκληματολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Στη λεπίδα ο λήσταρχος είχε χαράξει: «Προς τους πάντας. Μη δηνάμενος να εύρο ίδινος δικαίου παρά της δυκαιοσήνης των Ελλήνων,ηναγγάσθην να τονίσο το δίκαιον της Παρδάλας ή Μαχαίρας. Όθεον η ύψηστος αυτή λειτουργός της ανάνδρου Δικαιοσύνης ονόματι Παρδάλα έχη τον λόγον από σήμερον εις πάντας τους αιωθούντας και απίστους. Η λειτουργία αυτής έσετε πάντοτε ειλικρινής και ουδέποτε θέλη λησμονήση τα Ιερά καθήκοντά της προς αναμονή του δικαίου.Μαρτίου 1917» Λένε πως η “παρδάλα” σκότωσε πενηντατέσσερις ανθρώπους. Η λέξη χρησιμοποιείται απειλητικά, κυριολεκτικά ή μεταφορικά ή χάριν αστεϊσμού, προς εκφοβισμό.

-κάτσε φρόνιμα, μη βγάλω την παρδάλα.λεζάντα εικόνας

Got a better definition? Add it!

Published

Σκληρή αργκό που διαχωρίζει τ’ αγόρια από τους μεγάλους άντρες, τα κοριτσόπουλα από τις ώριμες γυναίκες. Λέξη κλειδί για την ωρίμανση του ανθρώπινου είδους που πάντα με πόνο προχωρά, αλλάζει και καταλήγει.

Αποτελείται από το ώπα, επιφώνημα ενθουσιασμού, έκπληξης, ή να εκφράσει ότι κάτι γίνεται λάθος. Επίσης μπορεί να σημαίνει στην κλιτική, περίμενε, σταμάτα, ηρέμησε.

Στην δικιά μας περίπτωση, μαζί με το με το καταληκτικό -λάκια, το οποίο προσδίδει ένα χαριτωμένο, μαλακό και “απαλό” χαρακτήρα γίνεται ένα επιφώνημα ανακούφισης όταν κάποιος καταφέρνει να βρει μια βολική θέση/στάση για το ταλαιπωρημένο του σώμα του. Σώμα καταπονημένο από ασκήσεις, καταχρήσεις, προχωρημένη ηλικία, “πιασμένη” μέση κοκ.

Προφέρεται χαμηλόφωνα, με τραβηγμένο ωμέγα με μία μικρή παύση ανάμεσα στο ώπα και στο λάκια, το λάκια είναι ακόμα πιο χαμηλό σε τόνο και ένταση. Σαν μουσική που σβήνει.

Γαμήθηκε η μέση μου, κάτσε να ξαπλώσω, ώωπαλάκια

Got a better definition? Add it!

Published

Μειωτικός χαρακτηρισμός για τους οπαδούς του Free Palestine και άλλων απελευθερωτικών προταγμάτων.

Να πληρώσουν οι φρηφρήδες για την πτήση που τους έφερε από το Ισραήλ και όχι οι φορολογούμενοι!

Got a better definition? Add it!

Published

Αρχαιόκαυλη λέξη για τον φαλλό, το μεγάλο πέος. (Δες). Κυρίως σημαίνει: α) ουρά ζώου, β) χερούλι, γ) είδος βλαβερού εντόμου, δ) γλώσσα φωτιάς, ε) ράβδο, και μεταφορικώς τον φαλλό. Συνδέονται ετυμολογικώς οι λέξεις κερκίδα και Κερκόπορτα (=ουραία πίσω πόρτα).

κοῦ μοι τὸ δριμὺ σκῦτος, ἠ βοὸς κέρκος, ᾦ τοὺς πεδήτας κἀποτάκτους λωβεῦμαι; (Ηρώδας, Μιμίαμβοι).

Got a better definition? Add it!

Published

Αλλιώς το γίνομαι βάιραλ.

Οπότε ακούω τέτοια σκάνδαλα, κρατάω μικρό καλάθι. Προτιμώ να μείνω στην πολιτική κριτική και να μη βαιραλιαζω άκριτα. Αν επιβεβαιωθεί, βλέπουμε. Τώρα αν βγει κάνα σκάνδαλο πως τα ντολμαδάκια της Μαρίκας χαρίζουν τη αθανασία και τα κρατάνε για την πάρτη τους οι Μητσοτάκηδες σε μυστική απεθαντη στοά, να το συζητήσουμε. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Ετυμολογείται από το τουρκικό matrak = ρόπαλο < αραβικό مطرقة (matrakah = ξυλόσφυρο). Δοκίμως είναι είδος σφυριού με βάρος πάνω από ένα κιλό, σιδερένια παραλληλόγραμμη χοντρή κεφαλή και ξύλινη λαβή. Μεταφορικώς σημαίνει το πέος.

Άρχισε να τη βαράει με τον ματρακά του.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο προσιδιάζων στη μουσική χιπ χοπ.

  1. Κατά βάση έχουμε να κάνουμε μ’ ένα «χιπχοπάδικο» CD, με χαρακτηριστικά γκρουπ και δημιουργούς, από τη Νότια Αφρική, τη Γκαμπόν, τη Σομαλία, την Τανζανία, την Κένυα, την Γκάνα, την Ουγκάντα και τη Σενεγάλη. Αντιπροσωπεύεται δηλαδή σχεδόν όλη η υποσαχάρια Αφρική (ανατολική, δυτική, νότια, κεντρική), και μάλιστα με μουσικούς-τραγουδιστές που χαίρουν, όπως διαβάζω στο ένθετο, μεγάλης απήχησης. (Εδώ).
  2. Ας πούμε, στο εμβληματικό εναρκτήριο Beef Rapp συναντάμε πράγματα τόσο πυκνά και διαφορετικά όσο το οικείο χιπχοπάδικο Wild Style, το οικείο τερατένιο Godzilla vs King Ghidorah, το 60s καρτούν Klondike Kat, το 40s horror Bowery at Midnight, το 70s sci-fi Logan’s Run και το 80s καρτούν Spider-Man (μετά μέσα στον δίσκο συναντούμε και anime σαν το Fist of the North Star, κλασικές ταινίες του μαύρου σινεμά σαν το A Raisin in the Sun ή το Watermelon Man και φυσικά μπόλικους Fantastic Four). Χάος, βία, αριστούργημα. (Εδώ).
  3. το Hennessy είναι φουλ χιπχοπάδικο. Άστο, είναι διαόλι το Hennessy. Και είχα πιει και είχα γίνει κουρούμπελο. Και μου εξηγούσε ο φίλος μου την άλλη μέρα ότι “έλεγες τα δικά σου εκεί πέρα, είχες γίνει λιώμα”, κλπ. Και γενικά δεν ήταν ωραίο το παρουσιαστικό, να δείχνω έτσι. Πολύ άσχημη φάση. (Εδώ).
  4. Υποσχομαστε να καταργησουμε τα τραγουδια που έχουν χιπχοπάδικο κουπλέ και λαικομπουζοκοπόπ ρεφραίν! .. (ΦΒ).
  5. Κάθε Κυριακή στο Tepee στη Λεμεσό παίζει ελληνική ροκ. Θα ήθελα να μην ξεκινήσω να μπινελικώνω ως προς το πόσο παρεξηγημένη είναι η φράση ‘Ελληνική Ροκ’ στην Κύπρο, λόγω του ότι άλλο θα ήθελα να είναι το θέμα του κειμένου, μα δεν μπορώ να αντισταθώ. Δεν νοείται να δηλώνεις πως παίζεις ελληνική ροκ και να βάζεις το τάδε τραγούδι των ημισκουμπρίων! Φοβερό το σκουμπρί το ημί, δεν έχω κακό λόγο, μα … έλεος! Θα μου πεις, πάρτο αλλιώς. Απλά αντικατάστησε τη λέξη ζεϊμπέκικο από το ‘Το ροκ το ελληνικό είναι ζεϊμπέκικο’ και κάντο, ‘Το ροκ το ελληνικό είναι χιπχοπάδικο’. Και αλλιώς να το πάρεις, πάλι γελοίο ακούγεται. Έτερον εκάτερον, αφού ‘εβρασεν’ ο τί-τζιέι, άρχισε να παίζει πιο κλασικές μορφές της ελληνικής ροκ. Ας πούμε έπαιξε Βασίλη Παπακωνσταντίνου. Συγκεκριμένα το ‘Τρελή κι αμετανόητη, ξεδιάντροπη κι ανόητη, κακούργα, εγωίστρια και ψευδοφεμινίστρια…..! ΠΑΨΕ! (Κράξε)’ Μας αρέσει πολύ αυτό το τραγούδι εμάς τους ελληνοκύπριους, γιατί τραγουδώντας το τονίζουμε το συνθετικό ‘ψευδο’ που μας δένει με την πονεμένη, πρόσφατη μας ιστορία. Εξού και η πώρωση. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Το προεξέχον τμήμα του ανδρικού μορίου.

Το στήμα είχε ήδη εισχωρήσει στην οπή της.

Got a better definition? Add it!

Published

Αρχαιόκαυλη λέξη για το πέος, πιθανόν ίδιας ετυμολογίας με τον φαλλό.

Οι Τριβαλλοί έλαβαν την ονομασία τους επειδή είχαν τρεις φορές ένα βαλλίον;

Got a better definition? Add it!

Published

Το πέος. (Δες).

- Καλώς τον Θεμιστοκλή! - Ποιον Θεμιστοκλή; - Τον πούτσο μου τον μερακλή.

Got a better definition? Add it!

Published