Με κοπριά και καλό πότισμα, τα ζαρζαβατικά φτουράνε καλά.

Βουκολικόν και κλασικόν.

Μα φυσικά και σου βγήκαν τόσες δα οι πατάτες, δεν κόπρισες αρκετά... Δεν έχεις ακούσει που λένε οι παλιοί «με σκατό και με νερό γίνεται λάχανο γερό»;;;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τρέχα γύρευε τρεχαγυρευόπουλος, καλά νταξ, πιάσ' τ' αυγό και κούρεφ' το, άντε βγάλε άκρη, κττ.

- Άμα μου τη φέρει θα έχει να κάνει μαζί μου ο μουνίκακας...
- Καλά, Λούης θα γίνει κι άντε μετά πιάσε τον κασίδη και πάρ του τα μαλλιά...

Got a better definition? Add it!

Published

Φράση ισοδύναμη της αρχίδια μάντολες, ασήμαντα πράγματα, τρίχες.

- Περιμένεις τίποτα από τον Γιωργάκη;
- Μπομπόλια μάντολες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πρηξαρχίδης, ο πρήχτης των μπομπολιών.

- Μου έπρηξε τα μπομπόλια πάλι αυτός ο τύπος.
- Είναι γνωστός πρηξομπόμπολας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι όρχεις ή αλλιώς λιμπά, καμπανέλια, καλαμπαλίκια, γκογκόβια. Ιδιαιτέρως ευαίσθητο σημείο της ανδρικής ανατομίας, εκτεθειμένο λόγω της θέσης του στη διαστροφή και το ανύπαρκτο έλεος κάθε περδόμενου, υποζυγίου έλξης, λογοτέχνη ή ζωγράφου, μαγείρου, Ιταλού, Πελοποννήσιου, ζαχαροπλάστη, βοτανοσυλλέκτη, μασκαρά, μουσικού. Ως απόρροια αυτής της αχαρακτήριστης επιθετικότητας, τα δυστυχή κατσαμπάνια πάσχουν συχνά από ιλίγγους με συνοδά φαινόμενα ολικής εξοίδησης.

Ωστόσο, κάποιοι ειδικευμένοι επιστήμονες ισχυρίζονται ότι η εξοίδηση μπορεί να οφείλεται σε υπαγορευμένες αλαζονικές συμπεριφορές, οπότε και είναι απαραίτητη μια κατά μέτωπον επίθεση για την αποκατάσταση της φυσικής ισορροπίας.

Σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες τα κατσαμπάνια αρέσκονται στην ψηλάφηση και τριβή τους με τα νύχια ή τις άκρες των δακτύλων. Μέχρι στιγμής δεν έχει καταστεί δυνατή η αιτιολόγηση αυτής της προτίμησης, εφόσον βεβαίως δεν πρόκειται περί ψεύδους.

Η λέξη είναι πιθανότατα λακωνικής προέλευσης, όπως φαίνεται και από εν εκ των παραδειγμάτων. Προς επίρρωσιν, να αναφέρω ότι την πρωτοάκουσα από τον μακαρίτη τον μπατζανάκη μου, Λάκωνα την καταγωγή.

  1. Τα «κατσαμπάνια» είναι τα αντρικά γεννητικά όργανα εξαιρουμένου του μορίου, οι όρχεις. Η λέξη ισορροπεί με χάρη ανάμεσα στην ευγενική αναφορά του αντικειμένου και στις μάγκικες / χωριάτικες καταβολές του αναφέροντός την, και χρησιμοποιείται κυρίως από μεσήλικες επαρχιακής καταγωγής.
    αριστερό.

  2. ΤΩΡΑ ΠΟΥ ΣΕ ΓΡΑΦΟΥΝ ΣΤΑ ΚΑΤΣΑΜΠΑΝΙΑ ΤΟΥΣ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΕ ΜΑΣ ΤΙ ΘΑ ΚΑΝΗΣ ; δεξί.

Επίσης από το νέτι :

ΝΑ ΨΟΦΗΣΟΥΝ ΟΛΟΙ ΤΟΣ. Ο ΚΟΣΜΟΣ ΠΕΙΝΑΕΙ Κ ΟΙ ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ ΤΗΣ ΒΟΥΛΑΣ ΠΑΙΡΝΟΥΝ ΒΑΣΗΛΗΚΟΥΣ ΜΙΣΘΟΥΣ ΓΙΑ ΝΑ ΞΥΝΟΥΝ ΤΑ ΚΑΤΣΑΜΠΑΝΙΑ ΤΟΥΣ Κ ΤΙΣ ΚΟΛΟΧΑΡΑΜΑΔΕΣ ΤΟΥΣ.

ΣΤΑ ΚΑΤΣΑΜΠΑΝΙΑ ΜΑΣ ΡΕ ΟΠΟΙΟΣ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΦΥΓΕΙ ΣΤΟ ΔΙΑΟΛΟ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΑΓΥΡΙΣΤΟ ΣΤΗΝ ΤΕΛΙΚΗ.
κατσαμπάνια ;.........τελικα τα @ρχιδι@ εχουν πολλα nicks.

Στη Μάνη τα λέμε κατσαμπάνια.

Η γιαγιά μου λέει μερικά μανιάτικα αλλά τα κατσαμπάνια δεν τα έχει ξεστομίσει ποτέ !
(Σ.Σ. Προφ επειδή δεν τα έχει βάλει ποτέ στο στόμα της).

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ποπ-κορν στα κρητικά.

Επίσης χρησιμοποιείται για οτιδήποτε μαλακό και αφράτο σαν βαμβάκι, εξάλλου κατά τον Μπαμπινιώτη ''βαβούλι'' είναι το άνθος του βαμβακιού. Το έχω συναντήσει στην Μεσσαρά με την έννοια του ποπ-κορν. Μάλλον προέκυψε από τότε που πλούσιοι Αμερικάνοι ''υιοθετούσαν'' παιδάκια στα χωριά, κατά τις δεκαετίες 60-70 στέλνοντάς τους κάποια ρούχα και στηρίζοντας συμβολικά την οικογένεια με λίγα χρήματα. Όταν τα επισκέπτονταν συχνά κρατούσαν διάφορα αμερικάνικα προϊόντα, μεταξύ αυτών και ποπ-κορν. Καθώς έσκαγε ο σπόρος του καλαμποκιού και γινόταν το ποπ-κορν, έμοιαζε με ''βαβούλι'', εξ ου και η ονομασία.

- Πάω να βγάλω τα εισιτήρια, εσύ ίντα θα κάμεις;
- Πάω να πάρω τσι βαβούλες...
- Ε, κράτα μου κι ένα νερό!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν μασάω την πούτσα μου, δεν παίρνω χαμπάρι τίποτα, δεν καταλαβαίνω Χριστό.

Θα πρέπει να δοθεί μια απαραίτητη διευκρίνιση προς αποφυγή παρεξηγήσεων: Η ψωλή δεν θεωρείται κρεμασμένη απλώς (δηλαδή πεσμένη, ξέγκαυλη), αλλά κρεμασμένη στη ζώνη, από όπου βγαίνει πολύ πιο εύκολα ώστε να γαμήσει όποιον ενδιαφέρεται και πααίνει γυρεύοντας.

Επειδή υπάρχουν περιθώρια παρεξήγησης, αλλά και από την άλλη αν η φράση λεγόταν με ενσωματωμένη επεξήγηση, σε στυλ «έχω την ψωλή κρεμασμένη στη ζώνη» θα έχανε πολύ ακουστικά, θα πρέπει να λέγεται «έχω την ψωλή κρεμασμένη» και ταυτόχρονα να υπάρχει κατάδειξη της ζώνης (στο σημείο που έχουν το θηκάρι του όπλου οι αντερκάβερζ).

- Κοίταξε αγόρι μου, μου έκαναν μια πρόταση να πάω στη Σομαλία να φυλάω πλοία από πειρατές. Έχεις το Καλάσνικοφ, συρματόπλεγμα γύρω γύρω... Αλλά δίνουν μόνο 200 δολάρια... Τι λέτε ρε καρναβάλια τους λέω;
- Ναι ρε συ, αλλά και πιο πολλά να σου έδιναν, δεν είναι πολύ επικίνδυνο;
- Όχι μωρέ, εγώ έχω κάνει Περσικούς, Κόσσοβο, έχω την ψωλή κρεμασμένη, δεν καταλαβαίνω τίποτα...

(από dk636, 15/06/12)(από dk636, 15/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αινιγματική ιδιότητα που προσάπτει χωρίς ίχνος τσίπρας η Ντόρα η Μπακογιάνη η Μητσοτάκη η Κούβελου στον Sexy Alexi και στους οπαδούς του τΣΥΡΙΖΑ.

Υπαινίσσεται άραγε πως οι συμπαθείς κατά τα λοιπά Συριζαίοι απολαμβάνουν ενεργητικό ρόλο στις διαπροσωπικές τους σχέσεις, πράγμα που προοιωνίζει ανατροπές; Ή μήπως καυτηριάζει τα τελειωμένα κωλόμπαρα όπου συνευρίσκονται οι εν λόγω Ροζ συνιστώσες; Σε κάθε περίπτωση, πώς μπορεί μια κυριλομούνα βουπούμε γαλλικά και πιάνο σαν την Ντοράδα μας να καταπιάνεται με τέτοιες παραβολές του κώλου;

Πριν πηδηχτούμε από τα τηλεοπτικά παράθυρα, μήπως πρέπει να θεωρήσουμε και την πιθανότητα η αγαθομούνα πολιτικός να αγνοεί τι ακριβώς σημαίνει κωλομπαράς και να συγχέει την έννοια με την κωλοτούμπα;

Κάποιος πρέπει να της μιλήσει για το σλανγκρρρ!

- Ο κ. Τσίπρας τα κωλομπάρισε λίγο...
(Ντοράδα, σε εκπομπή της Τρέμη, εδώ)

- Η Ντόρα Μπακογιάννη αρέσκεται τον τελευταίο καιρό να χρησιμοποιεί τον όρο «κωλομπαρίζω» και τα παράγωγα του όταν αναφέρεται στο ΣΥΡΙΖΑ. Δεν είναι ξεκάθαρο σε ποια ερμηνεία του όρου αναφέρεται το στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας. (Τα «κωλομπαρίστικα» της Ντόρας Μπακογιάννη, εδώ. Μύδι 1)

- Θα καταγγείλετε το Μνημόνιο ναι ή όχι; Αυτά τα οποία είπε ο κύριος Τσίπρας μπροστά στο λαό του στην Ομόνοια για καταγγελία του Μνημονίου, θα ισχύσουν ναι ή όχι; Γιατί αυτό το οποίο διαπιστώνω είναι ότι τις τέσσερις - πέντε τελευταίες μέρες τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ τα οποία βγαίνουν αποφεύγουν να πουν την λέξη καταγγελία δημοσίως, την λένε λίγο κωλομπαρίστικα με συγχωρείτε για την έκφραση.
(Ντοράδα, απευθυνόμενη προς Παπαδημούλη στο πρόγραμμα της Στάη. Μύδι 2)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καυλότρυπες λέγονται οι σεξουαλικά ατάλαντες και γενικότερα ατάλαντες γυναίκες, των οποίων η παθητικότητα ξεπερνά τα όρια αυτού που ονομάζουμε τρύπα.

Ιδανικές για άτολμους αρσενικούς ή κομπλεξικούς μια και μπορούν να τις κάνουν ό,τι θέλουν κι αυτές ενθουσιάζονται και γουστάρουν.

- Ρε μαλάκα, πώς θα την βγάλουμε το καλοκαίρι; μόνοι θα την βγάλουμε στα Κουφονήσια;
- Κούλαρε μεγάλε... Κανόνισα εγώ με την Σοφία και την παρέα της... και γαμώ τις καυλότρυπες σου λέω τα μωράκια... Εγγυημένα πράγματα χωρίς απρόοπτα. Ούτε καν προφυλαχτικό, και στ' αυτί να τους την χώσεις λένε «Αχ με γαργαλάς... αγάπη».

Σύγκρινε με αστερίας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται για να δείξει το σταδιακό σπάσιμο νεύρων.

Σου λιμάρω τα νεύρα, δηλαδή σου ροκανίζω την υπομονή σε σημείο που σ' τα κάνω τόσο κοφτερά που κόβουν με το παραμικρό, σε σημείο που έχουν αρχίσει και διαγράφονται. Σ' τα κάνω κρόσσια αλλά με διάρκεια, λάου λάου. Σ' τα κάνω τσατάλια αλλά με σχέδιο να σου αποδομήσω τη λογική σκέψη και να ανατρέψω την κοσμοθεώρηση για το ζεν και τον ταοϊσμό.

Εδώ το ζητούμενο δεν είναι ένα απλό σπάσιμο αρχιδιώνε, αλλά το σπάσιμο του τσαμπουκά. Να ξεχάσει ο άλλος ποιος είναι. Να βγει από τα ρούχα του, να ξεχάσει το όνομά του. Είναι αυτό που λένε «και πες πες, μας τα 'κανε φραπές», αλλά στο πιο σπασαρχίδικο.

Είναι κάποιοι άνθρωποι που έχουν μια κλίση σε αυτό, π.χ πολιτικοί, συνδικαλιστές, μικροπωλητές, επιχειρηματίες, υπάλληλοι τηλεφωνικών κέντρων κλπ. Απαιτούνται ιδιαίτερα προσόντα για να σου ροκανίζουν σιγά σιγά την ηρεμία. Μουρμούρα, γκρίνια και πολλά άλλα όπλα που διαθέτουν στην φαρέτρα τους κυρίως εκπρόσωποι του ασθενούς φύλου.

1. Το θέμα είναι ότι εμένα άμα μου μπει ιδέα, μπορώ τον άλλο να τον γανιάσω και να του λιμάρω τα νεύρα όπως τρώει η θάλασσα τον βράχο.

  1. - Ρε συ πού 'ναι η Άννα που την ψάχνω εδώ και κάτι μέρες;
    - Τι τη θες, να σου λιμάρει τα νεύρα, άσε κι έχει και περίοδο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified