Κάτι πολύ προχωρημένο, εντελώς γαμάτο

-Ξέρεις ποσά κυβικά έχει το τζιπ του Τάσου; 4200! - Ακραίο!

Got a better definition? Add it!

Published

ή «γαμήδας»

Ο ανώνυμος και αόρατος παραλήπτης ύβρεων & βωμολοχιών.

Πρόκειται για το αρσενικό γένος του όρου γαμίδι. Χρησιμοποιείται στις περιπτώσεις που ο ομιλητής επιθυμεί να εκφράσει αγανάκτηση, θυμό, έκρηξη ή/και ταχύ εκνευρισμό. Δύναται να αντικαταστήσει τον «πούστη», τον «σπάστη» ή το ουδέτερο παράγωγο του, το γαμίδι. Αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι των εκφράσεων στιγμιαίας δυσανασχέτησης ή κατάρας.

Όταν ένα άτομο κάνει κάποιο στιγμιαίο λάθος: «Όχι ρε γαμίδα μου»

Όταν ένα άτομο εκπλήσσεται αρνητικά με μια είδηση: «Πω ρε γαμίδα…!»

Όταν ένα άτομο θυμώνει φευγαλέα με έναν άλλο οδηγό στο δίκτυο κυκλοφορίας: «Κοίτα έναν γαμίδα ρε!»

Got a better definition? Add it!

Published

Αυνανίζομαι. (Δες).

Φαλλομυζεί όλη μέρα, θα τυφλωθεί.

Got a better definition? Add it!

Published

Στη σεξοσλάνγκ σημαίνει γλείφω σχετικά επιφανειακά λ.χ. το αιδοίο, τον πρωκτό ή μια άλλη ερωτογενή ζώνη με κινήσεις της γλώσσας που με λίγη φαντασία θυμίζουν κινήσεις σπατουλαρίσματος.

  1. Η γλώσσα μου χάθηκε ανάμεσα στα μπουτάκια της και ακούμπησε το μουνάκι της. Τραντάχτηκε ολόκληρη και τα πόδια της ανοίξανε πιο πολύ. Συνέχισα απαλά με τη γλώσσα μου να σπατουλάρω το μουνάκι της και με τα χέρια μου έβαλα το ένα πόδι της στην πλάτη του καναπέ και το άλλο κάτω. Τώρα το μουνάκι της βρισκόταν μπροστά μου με τα μουνοχειλάκια λίγο ανοιγμένα και κατακόκκινα από γκαύλα. ("Μαθήματα στην άβγαλτη γειτόνισσα", από flock.gr).
  2. Ο ίδιος παραδέχθηκε, πριν την διείσδυση, αρέσκοταν να φιλάει με το στόμα, να αρμέγει το κογχύλι της γυναίκας. Να σπατουλάρει τη Σχισμούλα. (Η Λατρεμένη Στενή Ατραπός των Σοδόμων, όπου ο Ερεβοκτόνος παρουσιάζει και 40 αρχαιόκαυλες λέξεις για το αιδοίο).
  3. ελπίζω κάποια στιγμή να με αφήσει να της "σπατουλάρω" μουνί και πίσω τρύπα, έχω τεράστια ανάγκη να γλύψω [sick] αυτό το μωρό εδώ και πάρα πολύ καιρό,αλλά δεν αφήνει.. (Επίδοξος Πυγμαλίων- το γλείφω με ύψιλον!- από μπουρδελοσάη)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το θηλυκό του οποίου τα χαρακτηριστικά είναι τέτοια ώστε ούτε άσχημη δεν είναι αλλά ούτε και θεά, αλλά άνετα κάποιος θα ήθελε να έρθει σε σεξουαλική επαφή μαζί της. Σε περίπτωση τώρα που το θηλυκό μπορεί να προκαλεί τα αρσενικά στο να θέλουν πολύ έντονα να έρθουν σε σεξουαλική επαφή μαζί της, είτε λόγω χαρακτηριστικών είτε λόγω χαρακτήρα, τότε η κοπέλα θεωρείται άκρως ιππεύσιμη.

- Ωραίο το μωρό που κάθεται απέναντι ρε φίλε... Ιππεύσιμο!
- Καλό είναι, αλλά αυτό που περνάει τώρα φίλε την πατάει... άκρως ιππεύσιμη η κοπέλα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άνθρωπος που είναι ανήσυχος, δεν μπορεί να κάτσει σε μια θέση.

Τριβέλια έχεις στο πισινό σου και δεν μπορείς να σταθείς;

Got a better definition? Add it!

Published

Συντομογραφία για το "Της Παναγιάς Τα Μάτ(κ)ια".

Χρησιμοποιείται κυρίως από νεολαίους κατά τις διαδικτυακές συνομιλίες τύπου τσατ (https://www.slang.gr/lemma/23202-tsat) αλλά και από βιρτουόζους της αυθεντικής αργκώ.

Θα κάνουμε μια σελίδα που θα έχει μέσα ΤΠΤΜ δικέ μου

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Εκτέλεση συμβολαίου θανάτου από χίτμαν. Στα καθ' ημάς το βρίσκω μόνο στο Μικρό Ψάρι του σκηνοθέτη Γιάννη Οικονομίδη, οπότε δεν ξέρω τι παίζει και αν πρόκειται για απ' ευθείας μεταγραφή του αμερικάνικου γκανγκστερικού to paint houses = βάφω σπίτια, εννοείται με το αίμα των θυμάτων μου (αυτός ρε, όχι εγώ, κόφτε τις μαλακίες μη βρω κάνα μπελά στα καλά του καθουμένου). Λοιπόν έχουμε και λέμε: Το βιβλίο είναι του 2004, το ελληνικό έργο του 2014 και το αμερικάνικο του 2019, οπότε τα συμπεράσματα δικά σας. Τεσπα, όπως είπα δεν το έχω βρει αλλού στο ιντερνέτι, συνεπώς θα σας επιβεβαιώσω το εάν και κατά πόσον είναι όντως σε χρήση στον ντόπιο υπόκοσμο όταν με το καλό οργανώσω την πρώτη μου δολοφονία. Μέχρι τότε έρρωσθε, νηστεύετε, προσεύχεσθε. Και αγρυπνείτε. Θα έρθω σαν την ημέρα του Κυρίου, όπως ο κλέφτης τη νύχτα.

  2. Αναγραφή συνθημάτων ή δημιουργία γκράφιτι σε τοίχους. Το βρίσκω στην τελοσπάντων αναρχοαυτόνομη αργκό και σε αυτή των γκραφιτάδων.

Βάψιμο (στο 4:23), μπογιατζής (στο 5:19), το πινέλο στο νερό (στο 31:30, 33:43).

Ανάληψη ευθύνης για αντισπισιστική δράση με βάψιμο και φθορές

Βάψιμο & στένσιλ για τη δολοφονία του Εμπουκά

Παρέμβαση με βάψιμο συνθημάτων στο γεωπονικό

Από το νέτι.

Οι ελληνικοί όροι που περιγράφουν εν μέρει το γκράφιτι είναι τοιχογράφημα, ακιδογράφημα. Στην αργκο των γκραφιτάδων η πράξη του να κάνεις γκράφιτι λέγεται συνήθως "βάψιμο".

εδώ

Got a better definition? Add it!

Published

παράφρασηΤο χρησιμοποιούμε σαν όρο για να περιγράψουμε το μικρό επιπλέον "σαζμανακι"που διαθέτουν τα γεωργικά μηχανήματα μηχανήματα έργου κλπ όπου παρέχει επιπλέον κίνηση για την λειτουργία διαφόρων εξαρτημάτων. Το ωραίο όλων είναι ότι είναι παραγωγο του όρου Power Take Off εν συντομία PTO όπου Ελληνιστί πήρε αυτή την μορφή.

Σύνδεσε την Σπάρτακη στο Παρτικοφ

Got a better definition? Add it!

Published

Σλανγιωτατισμός για τον αυνανισμό.

Η Τζέσικα πεομαλάσσει στο πριβέ με ένα εξτραδάκι.

Got a better definition? Add it!

Published