Για τις πιο καθιερωμένες έννοιες, βλέπε τα λεξικά. Χρησιμοποιείται όμως και στην εξής εξαιρετικά συγκεκριμένη περίπτωση.
Σύναξις. Κόσμος πολύς, γκαβλαραίοι αρκετοί, μουνάρα μία. Μουνάρα απίστευτη, σβήνει τις υπόλοιπες γυναίκες. Ψήνεσαι να της την πέσεις. Αλλά αρχίζουν να την απασχολούν τύποι. Αρκετοί τύποι. Και μετά άλλοι λίγοι. Τύποι επάλληλοι. Τύποι που δεν έχουν καμία ελπίδα. Φαίνεται ότι απλά τρώνε τον χρόνο της και ροκανίζουν τις ελπίδες σου. Γιατί όταν καταφέρει ν' ανασάνει, αν πεις να πας καί εσύ, θα είσαι απλά ο δέκατος πέμπτος που της τα 'πρηξε στο ίδιο βράδυ.
Οπότε έχεις μια καλή δικαιολογία που πάλι δεν την έπεσες σε καμία γκόμενα.
Ο λόγος για την παρομοίωση είναι μάλλον μια τραβηγμένη μεταφορά της πιο συμβατικής έννοιας του κηφήνα. Κηφήνες καθ' όσον δεν κάνουν τίποτα, αλλά τριγυρίζουν και τη βασίλισσα.
Διακρίνεται απ' το καταστροφικό ποδόσφαιρο καθ' ότι οι κηφήνες προσπαθούν όντως για την πάρτη τους, αλλά δεν.
Ένιγουέι, το νέτι δεν δίνει τίποτες, είναι κ δύσκολο να το ψάξεις, αλλά είμαι σίγουρος ότι λέγεται.
- Τι είπε χτες στο πάρτυ ρε;
- Ξενέρα, φλωριά και άγιος ο θεός, αλλά ήτανε μία μουνάρα ρε μαλάκα μου, να πηδάει ο μπαμπάς και του παιδιού να μή δίνει.
- Ε, καί; έκανες τίποτα;
- Μπα, όχι.
- Μπράβο ρε, καλά της έκανες.
- Ναι ρε, να μάθει η καργιόλα.
- Ρε, την έχεις σημαδέψει σου λέω. Πάντα θα είσαι αυτός που ποτέ δεν της την έπεσε. Για ψυχοθεραπεία πάει η γκόμενα.
- Σκάσε ρε καραγκιόζη να πούμε, αφού με το που σκάει, αρχίζουν οι κηφήνες. Ένας να μιλάει με το διπλανό της και να της πετάει μια ατάκα κάθε πέντε λεπτά που θυμότανε να πάρει τα μάτια του απ' τα βυζιά της, ένας να της μιλάει για τους Βούδες της Ταϊλάνδης που είναι διαφορετικοί απ' τους Βούδες της Υεμένης, άλλος να της αναλύει τη διαφορά του εκλέρ με τα διαστημικά λεωφορεία, της τα κάνανε μπαλόνια της κοπέλας και την πληρώνουμε εμείς που έχουμε αγνάς προθέσεις.
- Εκεί φαίνεται ο άντρας αγόρι μου. Στα δύσκολα.
- Ποια είναι τα δύσκολα ρε; Οι τσιμπουκοζητιάνες που φορτώνεις εσύ;
- Φίλοι;
- Φιλοι.
(από Khan, 12/10/11)